Βασίλης Λινάρδος: Οι κυνηγημένοι άνθρωποι ανά τον κόσμο. Τότε ήταν οι Σύριοι. Σκέφτηκα να γράψω μια ιστορία για έναν Σύριο πρόσφυγα που βρέθηκε νεκρός στην Αθήνα και έτυχε να είναι μακρινός ξάδελφος του αστυνόμου Δεμιρόγλου, Μικρασιάτη πρόσφυγα. Στην ουσία και ο νεκρός Σύριος ήταν γόνος Μικρασιατών προσφύγων. Αυτό ήταν το στόρι. Με ώθησε λοιπόν το δράμα ανθρώπων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, που δεν είναι τωρινό. Είναι διαχρονικό και εγώ τυγχάνει να είμαι γόνος τέτοιων ανθρώπων.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Β.Λ.: ΠΑΘΟΣ.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Β.Λ.: Να μην προσπεράσει παραγράφους, Δεν πρόκειται απλά για ένα βιβλίο δράσης, είναι κάτι παραπάνω.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Β.Λ.: Προσωπικά έκανα ένα συγκλονιστικό ταξίδι στις μνήμες. Στις δικές μου μνήμες. Σε διαφορετικούς κόσμους και διαφορετικές εποχές. Ένα ταξίδι στον χρόνο να γνωρίσω ανθρώπους που δεν γνώριζα και δεν υπήρχε άλλος τρόπος να γνωρίσω. Δεν έχει σημασία η χώρα, γιατί οι μνήμες των ανθρώπων διαφέρουν όπως και η καταγωγή. Ο κάθε αναγνώστης αν έχει καταγωγή πρόσφυγα, θα ταξιδέψει στις δικές του πολιτείες και θα συναντηθεί με τους δικούς του ανθρώπους. Αν όχι θα αφεθεί να τον ταξιδέψει η μαγεία του βιβλίου και η έντονη δράση των ηρώων.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Β.Λ.:
Το πιστόλι είχε γυρίσει προς την μεριά του όταν πάτησε την σκανδάλη. Η σφαίρα τρύπησε το αφτί του και διαπέρασε το στόμα του συνενόχου του, που εκείνη την στιγμή ούρλιαζε απ' τον πόνο. Ίχνη από μυαλά τινάχτηκαν στο πρόσωπο του τρίτου ατόμου, την ώρα που η γροθιά μου προσγειωνόταν στο πρόσωπό του. Κάποια από αυτά λέρωσαν την σφιγμένη παλάμη μου που χτυπούσε και ξαναχτυπούσε επανειλημμένα το κεφάλι του. Τον χτυπούσα ξανά και ξανά –δεν κατάλαβα και εγώ για πόση ώρα, μέχρι που με τράβηξε από τον ώμο ο αδελφός μου– παρά τρίχα δεν τον χτύπησα και αυτόν…
Ο Βασίλης Λινάρδος σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών μίλησε για το μυθιστόρημά του, Ματωμένο παρελθόν: Η αφορμή, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ελκυστής. Στην περίληψη διαβάζουμε:
Στη σύγχρονη Αθήνα, δολοφονείται ένας Σύριος πρόσφυγας. Ο αστυνόμος Δεμιρόγλου μόλις έχει καθίσει στο μπαλκόνι του διαμερίσματός του να διαβάσει την εφημερίδα του. Στην πρώτη σελίδα υπάρχει η φωτογραφία του άτυχου Σύριου. Στο πρόσωπό του βλέπει το δικό του πρόσωπο, ενώ το όνομα του νεκρού είναι Δεμίρης. Στα προσωπικά του είδη, κουβαλούσε και εκατοντάδες φωτογραφίες, πολλές απ' αυτές τραβηγμένες στη Σμύρνη πριν και μετά την απόβαση των ελληνικών στρατευμάτων· πολλές απ' αυτές τις φωτογραφίες τις έχει και ο ίδιος στο δικό του σπίτι. Πρόκειται για φωτογραφίες των προγόνων του. Έτσι, δεν έχει πλέον καμία αμφιβολία ότι ο νεκρός Σύριος πρόσφυγας είναι μακρινός ξάδελφός του. Αμέσως, στο μυαλό του έρχονται ιστορίες πολυακουσμένες, στοιχειωμένες, οι οποίες ξεπηδούν μέσα από τις φωτογραφίες.
Παραμονές της απόβασης του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, Τούρκοι τσέτες απαγάγουν την κόρη του Δεμίρη, Κατερίνα. Η απαγωγή γίνεται για να εισπράξουν λύτρα και με αυτά να αγοράσουν όπλα που χρειάζονται για να αντισταθούν στην εισβολή των Ελλήνων στη χώρα τους. Τα δύο δίδυμα αδέλφια της θέλουν να πάρουν εκδίκηση. Ένα κυνηγητό αρχίζει σ' όλη την επικράτεια της χώρας αυτής, ώσπου να εντοπίσουν και να σκοτώσουν μέχρι και τον τελευταίο απαγωγέα της αδελφής τους. Όλα αυτά εν μέσω μαχών των δύο στρατών και μέχρι το τέλος της Μικρασιατικής Καταστροφής που επήλθε με το κάψιμο της Σμύρνης.
Ο Βασίλης Λινάρδος γεννήθηκε στον Βόλο, το 1958. Είναι πτυχιούχος εργοδηγός μηχανολόγος. Με την ιδιότητα αυτή «οδήγησε» το έργο για τη δημιουργία τριών μουσείων, βιομηχανικής κληρονομιάς: Πλινθοκεραμοποιείο Τσαλαπάτα, στον Βόλο, του Πολιτιστικού, Τεχνολογικού Ιδρύματος της Τράπεζας Πειραιώς, Μουσείο βιομηχανικού καυσαερίου στο Γκάζι [Τεχνόπολις, Αθήνα], Μύλος Ματσόπουλου, στον δήμο Τρικκαίων. Συμμετείχε στο ερευνητικό πρόγραμμα «Καταγραφή του ιστορικού, βιομηχανικού εξοπλισμού της Ελλάδας». Συντονιστές του προγράμματος ήταν το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο μαζί με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής κυκλοφόρησαν σε συλλογικό τόμο, στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, από τις εκδόσεις Οδυσσέας, το 1998. Το 2002 είχε συμμετοχή στο ερευνητικό πρόγραμμα «Καταγραφή παραδοσιακών εργαστηρίων στο Πήλιο», με ανάθεση από το Πολιτιστικό, Τεχνολογικό Ίδρυμα του ομίλου Πειραιώς. Συμμετείχε στο χτίσιμο δύο αμφίδρομων πλοίων, το Άναξ και το Άνασα Μ, ιδιοκτησίας Γιάννη Μητσόπουλου.