Ο Βασίλης Κανάκης (1924-1999) ήταν Έλληνας ηθοποιός που σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Υπήρξε μόνιμο μέλος του Εθνικού Θεάτρου σε όλη τη διάρκεια της πολύχρονης και σημαντικής σταδιοδρομίας του. Από την πρώτη πρεμιέρα του, το 1947, μέχρι την στερνή του, στο «Άσυλο» (1986) του Ντέιβιντ Στόρεϋ, σε σκηνοθεσία του πρόωρα απόντα Δημήτρη Έξαρχου.
Πρώτη εμφάνισή του στο Εθνικό Θέατρο τη θεατρική περίοδο 1947-1948 έπαιξε τον Αβά του Ουέστμινστερ στον «Ριχάρδο Β'» του Σαίξπηρ. Το καλοκαίρι του 1949 έλαβε μέρος στην παράσταση της Ορέστειας του Αισχύλου στο Ηρώδειο, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη. Κοινό σημείο με την Άννα Συνοδινού η οποία επίσης πραγματοποίησε την πρώτη της εμφάνιση στην σπουδαία εκείνη παράσταση.
Ακολούθησαν για τον Βασίλη Κανάκη τα έργα: Οιδίπους Τύραννος του Σοφοκλή το 1952 (Ιερέας, πρώτος σημαντικός του ρόλος), Ορέστεια σε επανάληψη, αυτήν τη φορά στον ρόλο του Αιγίσθου, Εκάβη (Αγαμέμνων), Ιφιγένεια εν Αυλίδι (Αχιλλέας), Μήδεια (Αιγέας), Ιφιγένεια εν Ταύροις (Πυλάδης). Ακολούθησαν οι τραγωδίες: Φοίνισσες, Ηρακλής Μαινόμενος, Ηλέκτρα, Αίας, Αντιγόνη, Ελένη, Ανδρομάχη, Ίων κ.λπ. Σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του έπαιξε σε 42 τραγικούς ρόλους, μεταξύ αυτών: Θησέας, Κρέων, Ορέστης, Έκτορας, Απόλλων, Ερμής, Πενθέας, Διόνυσος, Ηρακλής κ.α. Στο Φεστιβάλ Επιδαύρου όπου εμφανιζόταν επί τριάντα χρόνια, έλαβε μέρος σε εκατόν εξήντα παραστάσεις! Παράλληλα, έπαιξε στα φεστιβάλ Αθηνών (Ηρώδειο), Δωδώνης, Φιλίππων και σε άλλα αρχαία θέατρα. Επίσης με το Εθνικό Θέατρο έκανε είκοσι περιοδείες σε πολλές χώρες του εξωτερικού. Σημειώνεται και η συμμετοχή του σε Αριστοφανικά έργα, όπως: Βάτραχοι (1959, 1973), Αχαρνής (1980), Εκκλησιάζουσες (1981) και Πλούτος (1983).
Αξίζει να αναφερθούν και μερικά από τα πολλά έργα του κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου στα οποία πήρε μέρος: Μενάνδρου «Δύσκολος», Φρίντιχ Ντίρενματ «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας», Σαίξπηρ «Αντώνιος και Κλεοπάτρα», «Μάκβεθ» (1967, Μακντόφ), «Τρικυμία» (1969, Σεβαστιανός), «Οθέλλος» και «Βασιλιάς Ληρ», Ζαν Ζιρωντού «Η τρελή του Σαγιώ», Μπ. Σω «Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις», Τσέχωφ «Ο βυσσινόκηπος», Σίλλερ «Μαρία Στιούαρτ» (1970, Λέστερ) και «Ληστές», Τένεσι Ουίλιαμς «Τριαντάφυλλο στο στήθος», «Ο θάνατος του Δαντόν», Κάφκα «Αμερική», Πλαύτου «Αμφιτρύων», Μπρεχτ «Άντρας ίσον άντρας», Στρίντμπεργκ «Η σονάτα των φαντασμάτων» (1984) κ.α.
Επίσης πήρε μέρος σε πολλά ελληνικά έργα, όπως: Ν. Τουτουντζάκη «Αλκιβιάδης», Αλ. Μάτσα «Κροίσος», Παντελή Πρεβελάκη «Ιερό σφαγείο», «Ηφαίστειο» και «Μουσαφιραίοι στο Στεπαντσίκοβο», Ηλ. Καπετανάκη «Γενικός γραμματέας», Ξενόπουλου «Οι φοιτητές», Διονυσίου Ρώμα «Ο Καζανόβας στην Κέρκυρα», Μιχαήλ Χουρμούζη «Ο υπάλληλος».
Τελευταία θεατρική εμφάνιση του Βασίλη Κανάκη ήταν στο Άσυλο του Ντέιβιντ Στόρεϋ, σε έναν από τους σημαντικότερους ρόλους της σταδιοδρομίας του, στον ρόλο του Τζακ.
Από το 1963 άρχισε να διδάσκει το μάθημα της υποκριτικής σε διάφορες Δραματικές Σχολές.
Ο Βασίλης Κανάκης υπήρξε μια σπάνια περίπτωση ενός προικισμένου ηθοποιού ο οποίος είχε όλα τα απαραίτητα προσόντα, που χρειάζεται να έχει ο ηθοποιός, που καταπιάνεται επί τόσα και τόσα χρόνια –και πάντα με επιτυχία– ερμηνεύοντας τόσο πολλούς τραγικούς ρόλους. Διέθετε τη «θωριά», τη φωνή και το κύρος που ζητάει το θέατρο στην αρχαία τραγωδία.
Έγραψε, όταν πια είχε σταματήσει την εργασία στο θέατρο ως ηθοποιός και αφού είχε συνταξιοδοτηθεί, το βιβλίο με την ονομασία «Είναι στα αλήθεια ένα υπέροχο βιβλίο», που περιγράφει τη ζωή που έζησε επάνω στη σκηνή, αλλά και κάτω από αυτήν, με όλα εκείνα τα πρόσωπα, που άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο βοήθησαν με το ταλέντο τους και με την αγάπη τους για την ουσιαστική εξέλιξη του Εθνικού Θεάτρου –μέσα από την κάθε ιδιότητά του ο καθένας. Άλλος ως ηθοποιός, άλλος ως θεατρικός συγγραφέας, άλλος ως σκηνοθέτης, αλλά αναφέρεται και στους αφανείς ήρωες μιας παράστασης. Διηγείται, και πολύ ωραία είναι η αλήθεια, για τις περιοδείες που πήρε μέρος, για τα αισθήματα των ηθοποιών και για άλλα περιστατικά που έγιναν την περίοδο εκείνη στη σκηνή και στο παρασκήνιο των παραστάσεων όπου έπαιζε.
Όπως γίνεται σαφές από τα λεγόμενά του, θαύμαζε τον Αλέξη Μινωτή, την Κατίνα Παξινού, αγαπούσε τις περιοδείες –αν και η κούραση ήταν κάποιες φορές μεγάλη–, πίστευε ότι ο ηθοποιός δεν πρέπει να πεθαίνει επάνω στο σανίδι και άλλα πράγματα από μια πολύχρονη και ευλογημένη πορεία.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Πηγές:
Εγκυκλοπαίδεια του Θεόδωρου Έξαρχου, Έλληνες ηθοποιοί «Αναζητώντας τις ρίζες», έτος γέννησης από 1900 μέχρι 1925, τόμος δεύτερος
Βασίλης Κανάκης, Εθνικό Θέατρο: Εξήντα χρόνια σκηνή και παρασκήνιο