Μερικές ιστορίες είναι σαν τα τρένα, σε πάνε σ' άλλες χώρες, μακρινές και άγνωστες. Τα τοπία αλλάζουν μπρος σου με ραγδαία ταχύτητα, εναλλάσσονται μεταξύ τους και συ, μ' έκθαμβο βλέμμα, παρατηρείς τα πάντα να μη χάσεις ούτε στιγμή της διαδρομής.
Έτσι ένιωσα όταν τελείωσα την ανάγνωση του μυθιστορήματος Ίχνη στα όνειρα, του Γιώργου Παναγιωτίδη. Μια περιήγηση στο διαφορετικό, το αναπάντεχο, μακριά από συμβάσεις, ανατρεπτική όσο δεν πάει, σκιαγραφημένη σαν σε όνειρο, με πρόσωπα που δίνουν τη σκυτάλη το ένα στο άλλο, σε μια ενδιαφέρουσα πορεία προς την αναζήτηση εαυτού… και μαζί μ' αυτήν στην κατανόηση του άλλου, του ξένου.
Το βιβλίο βρίθει συμβολισμών και παραλληλισμών, κάτι που δεν αποτελεί όμως τροχοπέδη στην απόλαυση της ανάγνωσης. Οι ιστορίες όλων των πρωταγωνιστών, άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, η καθεμία σε ξεχωριστό κεφάλαιο αλλά συνέχεια της προηγούμενης, αποτελούν τους κρίκους μιας αλυσίδας έτοιμης να σπάσει από στιγμή σε στιγμή… τα πρόσωπα μοιάζουν τραγικές υπάρξεις σε αρχαίο δράμα, παρελαύνουν προσπαθώντας να κατανοήσουν πώς βρέθηκαν σε μια στιγμή από θύματα να γίνουν θύτες και το αντίστροφο, παλεύουν να χωρέσουν στο κοστούμι του ρόλου που τους δόθηκε από τον συγγραφέα.
Οι χαρακτήρες των ηρώων, όπως διαβάζω στο οπισθόφυλλο, ναι μεν ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας, όμως άνετα πιστεύω θα μπορούσαν να είναι πρόσωπα της διπλανής πόρτας, γνωστοί, συγγενείς, φίλοι φίλων, μικρά ίσως θραύσματα των κατακερματισμένων εαυτών μας.
Ο πατέρας που αναρωτιέται ποιος στ' αλήθεια είναι και ποια είναι η πορεία της ζωής του, μετά την αποκάλυψη του έφηβου γιου ότι είναι ομοφυλόφιλος και κείνος αρνείται να τον αγκαλιάσει, ναι μεν μας ξαφνιάζει, αλλά στην κοινωνία του σήμερα, είμαστε σίγουροι ότι δεν έχουμε κάπου απαντηθεί;
Στον αντίποδα της πατριαρχικής σκέψης, του παλιού που παραπατά, αμφιταλαντεύεται και αργοπεθαίνει, (είναι άραγε τυχαίο που ο πατέρας παρουσιάζεται κουτσός;) έχουμε την νεανική ορμή, τον ενθουσιασμό, την φρέσκια αντίληψη, έναν –άγουρο άνθος– έφηβο που ερωτεύεται με όλο το είναι έναν νέο διεμφυλικό και του δίδεται ολόψυχα προκειμένου να βρει ανταπόκριση. Όμως όλο αυτό σκαλώνει, μπρος σ' έναν πατέρα που δεν αποδέχεται ούτε την ταυτότητα του γιου, ούτε φυσικά του εραστή. Οι πεποιθήσεις είναι παγιωμένες στο μυαλό του πατριάρχη –κηπουρού στο επάγγελμα– ο οποίος ενώ μετά παρρησίας καλλιεργούσε στον κήπο του το άνθος-γιο, αίφνης εκείνος προσβλήθηκε από ζιζάνια. Η προδοσία γι' αυτή την απάτη γίνεται οργή και τον μετατρέπει από στοργικό πατέρα σε δολοφόνο. Όμως φευ, η μοίρα του επιφυλάσσει άλλα σχέδια.
Στο επόμενο κεφάλαιο θα «αναστηθεί» στο σώμα της ζωής που αφαίρεσε, στην κυριολεξία θα μπει στο πετσί του, θα αισθανθεί και θα πονέσει (κατά το δοκούν του συγγραφέα) κι έτσι διαδοχικά ο ένας ήρωας μετά τον άλλον, εισέρχονται στις ζωές των θυμάτων που αφαίρεσαν… σε έναν ατέρμονο χορό εναλλαγής συνειδήσεων και σωμάτων.
Έξι φαινομενικά αταίριαστοι χαρακτήρες επαναπροσδιορίζονται, αλληλοσπαράσσονται, μαθαίνουν να ζουν στο σώμα και στην ψυχή του έτερου εγώ. Ο πατέρας ξυπνά από όνειρο στο σώμα του έφηβου γιου που δολοφόνησε, γίνεται εκείνος για να τον νιώσει… και ως εκ θαύματος (!) με τη σειρά του απογοητεύεται από την προδοσία του εραστή που τόσο λάτρεψε και τον σκοτώνει… το γαϊτανάκι της συνύπαρξης συνεχίζεται με τον έφηβο να παίρνει τη σκυτάλη στο σώμα του διεμφυλικού και να προσπαθεί να κατανοήσει… ο φόνος όμως είναι προ των πυλών… προδίδεται από τον φίλο-αλλοδαπό που βοήθησε και αγάπησε χωρίς ανταπόκριση και εντέλει τον φονεύει… για να συνεχίσει ως κυνηγημένος αλλοδαπός την ξέφρενη εσωτερική αναζήτηση και να βρεθεί στο διάβα του αστυνομικού που τον συλλαμβάνει. Ο φόβος είναι κακός σύμβουλος και προκειμένου να ξεφύγει της σύλληψης θ' αναγκαστεί ν' αποβεί στο απονενοημένο και έπεται συνέχεια άκρως ενδιαφέρουσα με τον αναστηθέντα αστυνομικό και τις αμφιβολίες της ύπαρξής του ως την τελευταία πράξη του δράματος σε μια δικαστική αίθουσα με τον δικαστή, που πρέπει να γνωματεύσει σύμφωνα με τη συνείδηση του... Ή μήπως κρύβεται ο συγγραφέας πίσω από όλα αυτά τα πρόσωπα;
Έχω να πω ότι η αφήγηση πραγματικά συναρπάζει, ρέει φιλοσοφημένα, σε βάζει να στοχαστείς πάνω στην σπουδαιότητα της ατομικής και συλλογικής ευθύνης απέναντι σ' έναν κόσμο, μια πραγματικότητα, που καταρρέει. Μα και το μάταιο του εγκλεισμού στον ένα και μοναδικό εαυτό, όταν απουσιάζει η ενσυναίσθηση.
Ο συγγραφέας κατάφερε να με κερδίσει μέσα κι από την ποιητική ματιά του, τις προσεκτικά διαλεγμένες φράσεις, που βάζει στο στόμα των ηρώων, οι οποίοι απορούν, κατατρέχονται, πάσχουν και κουβαλούν κι άλλων τις ζωές σαν εκείνο τον πανέξυπνο σκαραβαίο, που τοποθετείται ως ο παρατηρητής των όσων συμβαίνουν και κουβαλά στην πλάτη τα περιττώματα του κόσμου ολόκληρου.
Όμως συμβολίζει και την αναγέννηση από την άλλη, την αντικατάσταση του παλιού με το νέο, την προσαρμογή σε τόσους παράλληλους κόσμους όσους αντέχει η ύπαρξη και η συνείδησή μας, γιατί οφείλουμε ν' αφουγκραζόμαστε τις αλλαγές και σαν το λιλιπούτειο σκαθάρι ν' αποβάλλουμε το περιττό, να κρατάμε την ουσία, την συνύπαρξη με τον άλλον· ή μάλλον με τους πολλούς εαυτούς μας.
Τολμώ να ισχυριστώ πως αυτό το ονειρικό αφήγημα, εκτός ότι με έβαλε σε σκέψεις, με πήγε σε πολύ ωραία δρομάκια, θυμίζοντάς μου παράλληλα ότι δεν είμαι μοναχικός οδοιπόρος.
Με βεβαιότητα λέω πως είναι και ό,τι πιο έξυπνο έχω διαβάσει τελευταία. Δεν μένει παρά να το απολαύσετε κι εσείς!
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Το μυθιστόρημα του Γιώργου Παναγιωτίδη, Ίχνη στα όνειρα, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν