Ξέρετε πολύ καλά εκείνες τις λίστες των καλύτερων πέντε ή δέκα, ή ό,τι, που μας αρέσει να διαβάζουμε για να παίρνουμε ιδέες για τις μελλοντικές μας λογοτεχνικές εξορμήσεις-αγορές ενώ την ίδια στιγμή, κάποιοι άλλοι γουστάρουν τρελά να φτιάχνουν τέτοιες λίστες ή –αυτό είναι το καλύτερό μου (#not)– να βραβεύουν εκείνους που θεωρούν ότι αξίζουν περισσότερο. Προσωπικά δεν έχω μπει ποτέ σε μια τέτοια διαδικασία, που την οραματίζομαι ιδιαιτέρως βασανιστική, για πλήθος λόγων, ο κυριότερος όμως εξ αυτών είναι επειδή μου είναι αδύνατον να διαβάσω όλες τις κυκλοφορίες μιας χρονιάς ή μιας σεζόν ή του μήνα ώστε να ξέρω ποιοι με κέρδισαν περισσότερο. Το μόνο που ξέρω είναι ποια βιβλία με κέρδισαν περισσότερο από όσα έχω διαβάσει αλλά αυτό από μόνο του δεν δικαιολογεί μια λίστα ή μια βράβευση... μη τα πολυλογώ, νομίζω δεν θα το έκανα ποτέ. Αν όμως –αν– τότε το Φως όπως μανταρίνι, της Έφης Ι. Νικολαΐδου, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν, θα ήταν μέσα στην πρώτη δεκάδα (μου) κι εδώ παρακάτω θα προσπαθήσω να σας σκιαγραφήσω τους λόγους.
Το πρώτο πράγμα που, κατά τη γνώμη μου, σε κερδίζει σε ένα βιβλίο –σε ένα οποιοδήποτε βιβλίο– είναι να σε αφορά, να σου λέει κάτι, σωστά; Και συνήθως, στη λογοτεχνία, το αποφασίζουμε φυλλομετρώντας μερικές σελίδες. Ως προς αυτό το στοιχείο, η ποιητική συλλογή προκαλεί μια χημική αντίδραση στο μυαλό και την ψυχή σου από τις πρώτες αράδες, βλέπεις στιγμιαία ότι έχει να σου δώσει, ότι θα βρεις «υλικό», ότι σε προκαλεί να συνεχίσεις... σχεδόν άμα τη εμφανίσει, δηλαδή. Και όντως, αυτή η πρώτη εντύπωση δεν σφάλλει. Το άγγιγμα είναι ακαριαίο και κρατάει σε όλη την έκταση. Μια μαγική ιδιότητα, μια διεισδυτική πένα, που θέλεις να την ακολουθήσεις ως το τέλος και εθιστικά την αφήνεις να σε οδηγήσει εκεί.
Η συλλογή ξεκινά με ένα άτιτλο, το ΑΤΙΤΛΟ 1 (για να ολοκληρωθεί με το ΑΤΙΤΛΟ 2, που διαβάζεται στο οπισθόφυλλο) για τον ποιητή, τον δημιουργό τον ίδιο. Εκεί θα γράψει: Πήρε κιόλας να αφραταίνει το χώμα / που χάραζε και μπόλιαζε με νέα προοπτική / φθαρμένες λέξεις. Το έναυσμα, η ορμή για γραφή μέσα από τις ίδιες, πολυχρησιμοποιημένες λέξεις, γιατί εκείνες είναι πάντα εκεί, εμείς αλλάζουμε, εμείς προχωράμε κι εμείς προσδοκούμε μέσα από αυτές. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο σημεία-ποιήματα δομείται ένα ολόκληρο σύμπαν πανέμορφων, αισθαντικών, ουσιαστικών, εξαίσιων ποιητικών εκφράσεων –μάλιστα, χωρίς εξαίρεση· κανένα πιο αδύναμο, πιο άχρωμο, λιγότερο.
Γίνεται λοιπόν φανερό / πως μόνο όσα δεν κατάφεραν να εκπληρωθούν / –Χίλια φιλιά κι ένας θάνατος– μας βυθίζουν στο χώμα
«Σήκω!» μου φωνάζει «Σαλπάρουμε / στη μεγάλη πράσινη θάλασσα που κοιμάται στο χώμα / Πρέπει πρώτα μέσα της να βυθιστείς πριν φυτρώσεις φτερούγες».
Γυρνάς σελίδα, Στις τέσσερις γωνιές της γης, όπου καταλαβαίνεις πώς «εισπράττει» τον κόσμο σε σχέση με τους ανθρώπους. Βασίζω σε δρόμο από χώμα και λάσπη. Αυτό το χώμα, οι πέτρες, η άμμος, η γη είναι η βάση της. Σε όλη την έκταση. Σε αυτό αναφέρεται, εκεί ξεκινά κι εκεί επιστρέφει. Με αυτό προχωρά και προς αυτό, αναζητώντας το φως.
Συνήθως μπορώ εύκολα να επιλέξω δυο τρία αποσπασματικά δίστιχα ή τρίστιχα, μα από τούτο το βιβλίο είναι μπέρδεμα η επιλογή. Συνήθως προσημειώνω καθώς διαβάζω όσα μου κάνουν κλικ, όσα μου τραβούν την προσοχή αλλά εδώ είναι πολύ δύσκολη μια τέτοια επιλογή/απόφαση. Όλα με γοητεύουν. Μα, όλα!
Μου φαίνεται τόσο καλή/ό που φοβάμαι μην την/το αδικήσω φλυαρώντας τυποποιημένες ατάκες (αν και η γράφουσα πολύ σπάνια πληκτρολογεί επίθετα όπως: μοναδικό, εξαιρετικό, υπέροχο).
Είναι που η ευτυχία δεν φυλακίζεται σε καμία γραφή / Έχει τα δικά της φτερά.Μες στη σιωπή μ' αγάπησες / θυμάσαι; Έτσι γεννήθηκε η ποίηση
Ο έρωτας την απασχολεί. Πρωτοστατεί στις σελίδες, άλλοτε επειδή οδηγεί στην μεγάλη χαρά, άλλοτε επειδή πονάει. Κι εκείνη γίνεται ερωτική κι αισθησιακή για χάρη του.
Έχουν την ώρα τους ο έρωτας κι η μαχαιριάΚι άλλο δρόμο δεν βρήκα να κοιτάξω κατάματα την άνοιξη / παρά τον έρωταΕυλογημένες οι μικρές στιγμές που φτιάχνουν ένα κομμάτι / αυθεντικής ευτυχίας / Αν ο έρωτας απάντηση / Αν ο θάνατος απλά ένας δρόμος / Θα μάθω να χαμογελώ / Θα μάθω να διαβάζω τη σιωπή και την ποίηση.
Διαπερνά καρδιές, χτυπάει κέντρο στο συναίσθημα, είναι τόσο όμορφη η εμπειρία που νομίζεις δεν θα σε ξαναγγίξει έτσι άλλο βιβλίο όπως, ή μετά, από αυτό. Και το πιο σπουδαίο: απευθύνεται σε όλους! Μπορεί να διαβαστεί ακόμα και από φιλαναγνώστες που δεν προτιμούν την ποίηση, ακόμα κι από πολύ νεαρούς που δεν έχουν μυηθεί στη συμπυκνωμένη έκταση...
Αν όμως είσαι φίλος της ποίησης, της μικρής έκτασης και του λογοτεχνισμού, τότε θα απολαύσεις την ποίηση και τους ποιητές που περιέχονται, αναφέρονται ή εννοούνται στις αράδες. Δεν θα πω «Επέστρεφε» του Καβάφη ή αλλού η Ιθάκη του και μαζί ένας Ocean Vuong, ο Αρθούρος Ρεμπώ, ο Βερλαίν, ο Ελύτης (αχ Τα ρω του έρωτα), τα χαϊκού του Matsuo Basho κ.α. Ιερά τέρατα του στίχου που έχουν δώσει τις εξετάσεις τους με άριστα και που αν δεν τους ξέρεις (ο Matsuo Basho για παράδειγμα μπορεί να σου είναι άγνωστος αν δεν έχεις μελετήσει την ιστορία της ιαπωνικής παράδοσης) είναι μια κάλλιστη ευκαιρία να τους ψάξεις.
Διατείνομαι πως αυτή η στιγμή, καταπίνοντας τη φθορά / θα μάθει να υπάρχει ως αρμόζει // Ανυπόταχτη / Άνευ ορίων.
Ποικίλα ερεθίσματα και όλα τους αξιόλογα. Ένα ηδονικό ταξίδι που με ενθουσιάζει και με παρασύρει θετικά. Σχεδόν φοβάμαι τον «άτυχο» δημιουργό της επόμενης συλλογής και παράλληλα, φοβάμαι μην ολοκληρωθεί ετούτη. Ο μεστός της λόγος, το ώριμο βλέμμα της για τον κόσμο, η πείρα ζωής συσσωρευμένη... μια σοφία ουσιαστική που δεν κερδίζεται μελετώντας αλλά με εμπειρίες· έτσι την φαντάζομαι αν και δεν γνωρίζω την ηλικία της και το φειδωλό βιογραφικό της σημείωμα δεν προσφέρει περισσότερη γνώση επί αυτού.
Μετά είναι η εικαστική τέχνη. Ένας Μιρό με τα μπλε πουλιά του, ο Van Gogh με τα Ηλιοτρόπια και την Έναστρη νύχτα του. Ο Ήλιος του Edvard Munch (ιδιαίτερα γνωστός για την Κραυγή του, όμως εδώ η δημιουργός αναφέρεται σε έναν άλλον πίνακα με έναν χρυσοκίτρινο, υπέρλαμπρο ήλιο που στα μάτια μου είναι σαν μια «έκρηξη» φωτός που σπάει το τζάμι ανάμεσα σε εμάς και τη θάλασσα στο βάθος) που είναι τόσο φωτεινός και τόσο διαυγή όλα τα χρώματα λες και δεν υπάρχει κακό, σαν να ήρθε για να διώξει για πάντα το σκοτάδι. Κι αλλού οι εραστές του Shagall που ακόμα/αέναα ίπτανται πάνω από την πόλη. Ή το Φιλί του Klimt (επίσης χρυσοκίτρινο) ή εκείνο το γλυπτό του (Two heads one hand) που έχει την ίδια φιλοσοφία με τον διάσημο πίνακα, δύο εραστές. Αλλά και το πληγωμένο ελάφι της Frida Kahlo... Εικόνες έργων τέχνης εμβολίζονται κι εκείνες μέσα στα κείμενα, διαγράφουν υφές, χρωματίζουν, δίνουν νότες.
Ολόσωμους μας μεθά η ζωήη ζωή / συλλέγοντας μικρές στιγμές εφευρίσκει μια γλώσσα / δίχως λέξειςΠόσες λέξεις κουβαλάν οι σιωπές; / Από πόσες σιωπές πλάστηκαν τελικά οι λέξεις;Γλώσσα πέρα από λέξεις
Όλα και όλοι μαζί σε έναν μαγικό τόπο όπου το πρόσκαιρο «κονταροχτυπιέται» με το αιώνιο. Το μικρό με το θαύμα.
Και μη νομίζετε πως αφήνει απέξω τους ήχους! Όχι. Στη μουσική, την υπέρτατη εκδήλωση συναισθήματος, «βάζει» το Nuvole Bianche του Ludovico Einaudi, μια Aretha Franklin, το Live d' amor της Cesaria Evora, μια άρια της Carmen και άλλα.
Κι επειδή τα κάνει όλα αυτά, γίνεται ευδιάκριτη, διάφανη και άκρως κατανοητή. Γιατί πώς να περιγράψεις ένα συναίσθημα αν δεν το συνδέσεις με κοινές αναφορές;
Κρατάμε όσα ανεπαίσθητα μας καθόρισανΚατά μία έννοια πάντως / το πένθος απελευθερώνει καθαρόαιμη αναγέννηση
Η ποίηση, ο στίχος, είναι αποκύημα θλίψης το δίχως άλλο. Γι' αυτό και συναντάμε πολύ μαύρο και κόκκινο (φλογερό, έντονο, όπως το αίμα). Όμως, στο εν κατακλείδι, τελικά κερδίζει το χρυσό και το πορτοκαλοκίτρινο (βλέπε σημειώσεις σε έργα ζωγραφικής τέχνης παραπάνω). Μήπως τώρα αρχίζει να έχει περισσότερο νόημα το «μανταρίνι»; Οπωσδήποτε, ναι. Η σύνδεση με τα εσπεριδοειδή (κίτρο, περγαμόντο...) είναι μέγιστη και όχι μόνο ως προς το χρώμα τους. «Βλέπω» και τη γεύση, το άρωμά τους.
Μια νύχτα αυτά τα μάτια να μαζέψουν χρώματαοι σκεβρωμένοι ώμοι να ακονίσουν το θαύμακαι η σιωπή –ως ο εκ δεξιών ληστής– να βρει μια θέσηστον παράδεισοδίπλα στο ποίημα που δεν θα γραφτεί ποτέ.
Το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο αναφέρει: Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος ενώ υπερβολικά πολλοί γραφιάδες έχουν «ασπαστεί» το «εν αρχή ην». Αρκετές φορές, όταν το συναντώ, σκέφτομαι ότι αποτελεί τελικά ένα πιασιάρικο κλισέ όμως, και εδώ η κυρία Νικολαΐδου έρχεται να κάνει τη διαφορά, σε αυτό το βιβλίο υπάρχει μια σύνδεση με τις Γραφές αλλά όχι με τετριμμένο τρόπο.
Γενικότερα, «βλέπω» την αντίστιξη, κατανοώ εύγλωττα τις έννοιες, τις σημασίες κι αυτό σαν διεργασία μεγιστοποιεί τη διαδικασία. Σκέφτομαι ότι δεν γράφει μόνο για τον εαυτό της αλλά και για όλους εμάς. Έχει μεταδοτικότητα, αρκεί να την ακολουθήσεις.
Παρατηρώ ότι στη σειρά των ποιημάτων υπάρχει μια «κρυφή» αλυσιδωτή πλέξη, σαν σπονδύλωμα, όπου μια λέξη, ένα αίσθημα ή μια εικόνα οδηγεί στο επόμενο κ.ο.κ. Σίγουρα αισθάνεσαι ότι υπήρξε μια τάξη και όχι μια αναρχία. Άρα, και μια συνέχεια.
Χωρίς αμφιβολία, ευχάριστα δεν αντικρίζεται η σκουριά / κι από το λίγο απαιτείται γενναιότητα να αποστάξεις το πολύΑπό το να επιζώ επιδιώκω να πυρπολούμαι
Μόλις ανακαλύψαμε –επιτέλους!– μια πένα που έχει να μας δώσει απόσταγμα. Ελπίζοντας και προσδοκώντας σε μια συνέχεια... θα το θυμάμαι για πάντα αυτό το ταξίδι.
Βρείτε αυτό το βιβλίο!