Όλοι όσοι αγαπάμε τον κινηματογράφο, γνωρίζουμε καλά την ταινία που κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 2021, το δανέζικο «Druk»· αγγλική μετάφραση «Another round» και ελληνικός τίτλος «Άσπρος πάτος», σε σενάριο και σκηνοθεσία Τόμας Βίντερμπεργκ και με πρωταγωνιστή τον Μαντς Μίκελσεν. Είναι μια ταινία που αγαπήσαμε πάρα πολύ, για πολλούς λόγους: το θέμα της, τον πρωταγωνιστή της και την υπέροχη μουσική της. Και όλοι όσοι ασχολούμαστε με την βράβευση των Όσκαρ δεν θα ξεχάσουμε τον συγκινητικό λόγο του σκηνοθέτη, που είχε χάσει την κόρη του λίγες ημέρες πριν την προβολή της ταινίας του.
Ο Τόμας Βίντερμπεργκ αποφάσισε να διασκευάσει την ταινία του σε θεατρικό έργο και το κατόρθωσε με την βοήθεια του Κλάους Φλάιγκαρ και ο Θοδωρής Αθερίδης αποφάσισε να το ανεβάσει και να το σκηνοθετήσει στην Ελλάδα.
Αλλά, για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: τι είναι ο «Άσπρος πάτος»; Σε τι αναφέρεται; Βρισκόμαστε στη Δανία, στην σημερινή εποχή, και έχουμε τέσσερις φίλους, συναδέλφους, που εργάζονται όλοι ως καθηγητές σε ένα λύκειο. Είναι όλοι τους μεσήλικες και αντιμετωπίζουν τα γνωστά προβλήματα αυτής της ηλικίας: κανείς δεν είναι ευτυχισμένος, νιώθουν έντονα την ανία της καθημερινότητας, τη ματαιότητα της οικογενειακής και επαγγελματικής τους ζωής, τα ανεκπλήρωτα όνειρα της νιότης τους... Όλοι τους είναι τακτοποιημένοι, έχουν την εργασία τους, τις οικογένειές τους, τον κύκλο τους. Είναι αξιοσέβαστοι επαγγελματίες. Κάτι όμως λείπει. Ένας από αυτούς, αναφέρει στους υπόλοιπους μια θεωρία: μια δόση αλκοόλης στο αίμα φέρνει ευεξία, κάνει τους ανθρώπους πιο τολμηρούς και ευδιάθετους και πιο παραγωγικούς. Οι τέσσερις φίλοι αποφασίζουν να δοκιμάσουν στην πράξη αυτήν τη θεωρία και αρχίζουν να καταναλώνουν σε καθημερινή βάση αλκοόλ. Στην αρχή όντως νιώθουν μια ευφορία αλλά μετά από κάποια στιγμή, η κατάσταση ξεφεύγει από τα χέρια τους, καθώς αυξάνονται συνεχώς οι ποσότητες του αλκοόλ που καταναλώνουν.
Πρόκειται για μια γλυκόπικρη ιστορία, με πολλές στιγμές γέλιου και αντίστοιχα με πολλές στιγμές συγκίνησης. Κάπως έτσι είναι και η πραγματική ζωή μας. Την ίδια στιγμή που είσαι χαρούμενος για κάτι, συμβαίνει κάτι άλλο και σε ρίχνει.
Όσον αφορά τώρα τη συγκεκριμένη παράσταση, ο Θοδωρής Αθερίδης έκανε προσπάθεια για να βρει τον πρωταγωνιστή του, τον Μάρτιν (τον ρόλο που έπαιξε με εκπληκτική επιτυχία στον κινηματογράφο ο Μαντς Μίκελσεν) και μετά από ειδικό κάστινγκ, επέλεξε έναν νέο ηθοποιό, τον Θάνο Γρίβα. Τον Θάνο Γρίβα πλαισιώνουν, στους υπόλοιπους τρεις ρόλους, οι Νίκος Ορφανός, Μιχάλης Ιατρόπουλος και Αλέξανδρος Μπαλαμώτης.
Προσωπική μου άποψη: ο Θάνος Γρίβας είναι εντελώς εσφαλμένη επιλογή για τον ρόλο του Μάρτιν. Ο εν λόγω ηθοποιός είναι πολύ νέος για τον ρόλο του μεσήλικα, που αντιμετωπίζει προβλήματα με τη σύζυγό του και με το επάγγελμά του, που έχει βαρεθεί τη ζωή του κ.λπ. Ο Νίκος Ορφανός ερμηνεύει υπέροχα τον φίλο, καθηγητή της ψυχολογίας, που αναλαμβάνει και ρόλο αφηγητή στην θεατρική διασκευή του Αθερίδη. Ο Μιχάλης Ιατρόπουλος καταφέρνει και αυτός να βγάλει την απέραντη μοναξιά του ήρωά του. Αρκετά καλός και ο Αλέξανδρος Μπαλαμωτής στον ρόλο του φίλου και καθηγητή της μουσικής.
Οι ερμηνείες καλές, αλλά το κοινό δεν καταλαβαίνει γιατί γίνονται όσα γίνονται. Η σκηνοθετική άποψη εστιάζει στο θέαμα και όχι στην ουσία, στο γέλιο και στην διαδραστικότητα των θεατών (ζήλεψαν από το «Σεσουάρ για δολοφόνους»;) και όχι στο συναίσθημα. Οι ήρωες μπαινοβγαίνουν στην σκηνή και προτρέπουν τους θεατές να παίξουν μπάλα, να κάνουν γυμναστικές ασκήσεις και να τραγουδήσουν Χατζηδάκι! Είμαι σίγουρη ότι σε κάποιους θεατές αρέσει αυτή η προσέγγιση αλλά έτσι χάνεται όλο το νόημα του έργου. Ο Αθερίδης επίσης αποφασίζει ως σκηνικό να τοποθετήσει τους ήρωές του σε μια παιδική χαρά, για να αναδείξει την επιθυμία τους να επιστρέψουν στην παιδική ηλικία, ή ίσως την εκούσια ανωριμότητά τους. Μια τραμπάλα, κούνιες, μια τσουλήθρα, ένα παλιομοδίτικο ψυγείο γεμάτο ποτά, ένα τραπέζι. Τα κουστούμια δεν έχουν να δείξουν κάτι το ιδιαίτερο: καθημερινό casual ντύσιμο και αρκετές φόρμες για τον Μιχάλη Ιατρόπουλο (που υποδύεται τον καθηγητή της γυμναστικής). Όσον αφορά τη μουσική, θα ακούσετε πολλά ελληνικά τραγούδια και φυσικά το πασίγνωστο πλέον «What a life» των Scarlet Pleasure.
Χωρίς να είμαι κακεντρεχής και με όλο το καλό πνεύμα, που θέλω να πιστεύω ότι έχω, πηγαίνετε να δείτε την ταινία για να καταλάβετε γιατί αυτοί οι τέσσερις πράττουν έτσι. Το έργο δεν είναι κωμωδία και δεν του αρμόζουν δυο τρεις χαζές ατάκες για να παρουσιαστεί.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Συντελεστές:
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Σκηνοθεσία: Θοδωρής Αθερίδης
Σκηνικά: Νέλλη Σφακιανάκη
Δημιουργία εικόνας - βίντεο: Παντελής Μάκκας
Ενδυματολόγος: Άγις Παναγιώτου
Σχεδιασμός φωτισμών: Χρήστος Tζιόγκας
Βοηθός σκηνοθέτη: Άρτεμις Δούρου
Βοηθός δημιουργίας εικόνας - βίντεο: Ανθή Παρασκευά-Βελουδογιάννη
Βοηθός ενδυματολόγου: Εύα Καμπερίδου
Promo video: Θωμάς Παλυβός
Φωτογραφίες: Σταύρος Χαμπάκης
Παραγωγή: Performing Arts and Entertainment LTD
Πρωταγωνιστούν: Νίκος Ορφανός, Μιχάλης Ιατρόπουλος, Αλέξανδρος Μπαλαμώτης, Θάνος Γρίβας
Στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης από Τετάρτη ως Κυριακή.