οι ρωμαλέοι μυώνες
του ανοιξιάτικου ανέμου
και γέρνουν τα στάχυα του κάμπου,
κάπως έτσι χτυπά
και σε καλεί η καρδιά μου
να εισβάλεις στο αίμα της,
Όπως τα τρυφερά κλαδιά
της μυγδαλιάς
γεννούν τα μυρωδάτα άνθη
αναζητώντας τον Ήλιο
και διασκορπίζονται
στον παγωμένο βοριά,
κάπως έτσι χτυπά
και σε καλεί η καρδιά μου
να εισβάλεις στο αίμα της,
όταν έρχεσαι και φεύγεις μετά.
Όπως λάμπει η ομορφιά
καθώς φέρνουν το φως οι ηλιαχτίδες
στις θαλασσινές σπηλιές
και τρομάζει το τικ τακ
όταν είναι σκοτάδι
καθώς τρέχουν τα δάκρυα
απ' τους σταλαχτίτες,
κάπως έτσι χτυπά
και σε καλεί η καρδιά μου
να εισβάλεις στο αίμα της,
όταν έρχεσαι και φεύγεις μετά.
Αχ, όταν έχεις καρδιά
μπορείς να πιστεύεις στα θαύματα.
Αχ, σε βλέπω με κλειστά τα μάτια,
σ' ακούω με σφραγισμένα τ' αφτιά,
σ' αγκαλιάζω κι όταν είσαι στα ξένα,
με κλειδωμένη την καρδιά
δεν έχει σημασία πλέον,
αν φεύγεις ή αν γυρίζεις.
Αχ, ο ίλιγγος της αγάπη σου
μ' έφερε να ζήσω ατενίζοντας
έναν κόσμο ξεχωριστό:
Τα σύννεφα φτεροκοπώντας στον ουρανό
ερωτοτροπούν με τα μποστάνια
σαν τις πεταλούδες με τα άνθη.
Τα πυρωμένα άστρα τρεμοσαλεύουν
στολίζοντας με ευχές τα σύμπαντα.
Ο Ήλιος όταν δε βάφει τους ορίζοντες
χτενίζει τις φαβέλες του Φεγγαριού.
Αχ, το Φεγγάρι. Ναι, το Φεγγάρι,
αντιγράφει το χρώμα των ματιών σου
όταν έρχεσαι,
και κρύβεται πίσω απ' τα βουνά
όταν φεύγεις μετά.
🍃
Copyright © Μανώλης Α. Κατσούλης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Vera Kober (Daisies)