Δισταχτική άπλωσα το χέρι και γύρισα το κλειδί που ξεκλείδωνε την πόρτα για την κάμαρα των λέξεων με τίτλο «Οργισμένες μέρες», το βιβλίο της Αρετής Καμπίτση από τις εκδόσεις Βακχικόν. Η σκέψη μου ερωτοτροπούσε καιρό τώρα με τον δυνατό του τίτλο, που ενίσχυε ακόμα περισσότερο το μυστηριώδες μαυροκόκκινο εξώφυλλό του. Ήμουν σίγουρη ότι θα ήταν ένα ταξίδι πολύ δυνατό, ίσως μάλιστα και απόκοσμο και δεν διαψεύστηκα.
Η συγγραφέας κάνει βουτιά στον νου και την ψυχή του αναγνώστη από την πρώτη σελίδα. Γίνεται σαφές ότι θα πρέπει να κατέβουμε πολλά επίπεδα κάτω από την επιφάνεια της γης, εκεί όπου το φως και η ζεστασιά φθίνουν και το σκοτάδι δημιουργεί τα δικά του φαντάσματα. Η συγγραφέας μάς αποστερεί όλα τα χρώματα της εύθυμης διάθεσης και μας συστήνει την σκούρα παλέτα της ψυχικής αστάθειας και της θλίψης. Του ανικανοποίητου και της συναισθηματικής πληγής που αν δεν γιατρευτεί, κακοφορμίζει και προβάλλει σαπισμένη, χωλαίνουσα και δύσμορφη.
Πόνος, ανυπολόγιστη ποσότητα πόνου ξεχύνεται από την ψυχή της ηρωίδας. Ο πόνος της έλλειψης μια υγιούς παιδικής ηλικίας, της στέρησης μιας πληθωρικής γονικής αγάπης, της εναπόθεσης ενοχών και κατηγοριών, που ουδέποτε θα έπρεπε να αγγίζει ένα παιδί ούτε στα πιο σκληρά του όνειρα. Πόνος οξύς από τον παραλογισμό της υπαιτιότητας για την άρρωστη ψυχή κάποιου, για την ερωτική ατασθαλία ενός ενήλικα, για τις οικονομικές δυσκολίες των ενηλίκων, για την πασιφανή ανικανότητα κάποιων να είναι ή να θέλουν να είναι γονείς.
Ένα ψυχογράφημα σμιλεμένο σε όλα του τα σημεία που χαράζουν την επαναπαυμένη συνείδηση όλων όσων κοιτούν μέσα από ροζ γυαλιά. Όλων εκείνων που κοιτούν την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά κάποιου μοιράζοντας τον τίτλο του ασταθούς ή του τρελού χωρίς ποτέ να αναλογιστούν τα δύσμορφα τέρατα που κάποιοι ζωγράφισαν με κάρβουνο πάνω στον καμβά της ψυχής του. Και είναι τόσο το κάρβουνο που όσο κι αν κλάψει και όσο κι αν βρέξει, αντί να ξεθωριάζει να γίνεται μια μαύρη θάλασσα που τον πνίγει.
Η ηρωίδα χαμένη σε ένα λαβύρινθο υποθέσεων, αναμνήσεων, σκέψεων, ενδείξεων παραπαίει μεταξύ πραγματικότητας και ψευδαίσθησης. Γίνεται θύτης και θύμα και διαταράσσει τους οικογενειακούς και φιλικούς δεσμούς που διατηρεί αφού αυτοί δεν ικανοποιούν ούτε επιβεβαιώνουν τις υποψίες της. Ο διαφωνών καθίσταται αυτόματα εχθρός και παραμερίζεται. Η ίδια ενδύεται μια την κατατονία και μια τη μανία και σε κάθε περίπτωση αδυνατεί να σκεφτεί με ηρεμία όχι μόνο γιατί όσα φαντάζεται την ξεπερνούν, αλλά γιατί η ίδια δεν έχει ξεπεράσει τα βιώματα της παιδικής και νεανικής της ηλικίας.
Πολλές φορές οι μεγάλοι, οι γονείς δημιουργούν τέρατα ή ανθρώπινα ράκη στην αδυναμία τους να είναι γονείς ή στην ανικανότητά τους να είναι ακόμα και λίγο άνθρωποι. Τα τραύματα, που δημιουργεί αυτή η συμπεριφορά, προκαλούν συναισθηματική αστάθεια και ανικανότητα στους ανθρώπους. Δημιουργούν θύματα, τρομαγμένα παιδιά, παράλυτους συναισθηματικά και ψυχικά ενήλικες που λίγο θέλουν να φορέσουν τον μανδύα του τιμωρού και να κάψουν τα πάντα με τη φλεγόμενη ρομφαία τους.
Η αγάπη, η υπομονή, η κατανόηση είναι ο μόνος δρόμος για να εξισορροπηθεί μια τέτοια κατάσταση. Η ίασή της όμως πρέπει να αναζητηθεί στο παρελθόν του κάθε ανθρώπου, στις στιγμές της χαράς και της ανεμελιάς του και στην απουσία τους.
Η συγγραφέας μας παραθέτει ένα μοναδικό ψυχογράφημα, μια ψυχική καταγραφή που δεν θα είχε να ζηλέψει τίποτα από καμιά περιγραφική μελέτη σχετικά με την ψυχική νόσο.
Μας απογυμνώνει την πραγματικότητα και μας κοινωνά την οδύνη και την αγωνία της ηρωίδας. Μας μαστιγώνει με τις στιγμές της συναισθηματικής της ανεπάρκειας και μας πετά στο πρόσωπο όλη την αδιαφορία ή τη χλεύη που ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να εισπράξει.
Ένα πολύ δυνατό γραπτό που δύσκολα θα το αφήσετε από τα χέρια σας πριν φτάσετε στην τελευταία λυτρωτική του σελίδα.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου