Το βιβλίο αυτό με τις ατέλειωτες περιπέτειές του λύνει το αίνιγμα των ματιών της κούκλας, που είναι η κατάρρευση της σχιζοφρένειας που ως τώρα τη θεωρούν αθεράπευτη.
Ονομάζεται Τώνια Σαμαρά κι αυτό είναι το νέο της βιβλίο, μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση με τη δομή επιστολογραφίας που απευθύνει προς τη μητέρα της. Το Γράμματα στη μαμά, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν, ξεκινά με μια εισαγωγή όπου διαβάζουμε, μεταξύ άλλων, αυτολεξεί για πράγματα που ...είχαν καταχωριστεί ως σημαντικά και είχαν σκεπαστεί με βαρύ σκέπασμα στα έγκατα του είναι μου, [...] που βρίσκονταν μέσα στο απόρρητο αρχείο της ατομικής του ύπαρξης... [...] Για μια έρευνα που κράτησε σαράντα πέντε χρόνια προκειμένου να βρω το μυστικό της κούκλας. [...] Έχουν περάσει από τότε ογδόντα τρία χρόνια και τώρα δεν ξέρω πώς θα κατορθώσω να γράψω αυτή την εφιαλτική ιστορία...
Οι λέξεις «μυστικό», «εφιαλτική», «έγκατα», «ύπαρξη», αλλά και διάφορες άλλες, μόνο αδιάφορο δεν μπορούν ν' αφήσουν τον αναγνώστη. Προσθέστε στις όποιες πρώτες εντυπώσεις και το ακόλουθο: Ήθελα να της δώσω να το δει, να το πάρει μέσα της, ότι εγώ είχα νικήσει την αρρώστια που μου έδωσαν ασυνείδητα η μητέρα μου και ο επιφανής ψυχίατρος, εν ψυχρώ... και έχετε ήδη μια πρόγευση που δημιουργεί κάτι σαν δέος, έναν εθιστικό φόβο και μια περιέργεια να βουτήξεις –κι ό,τι γίνει. Εξάπτει το ενδιαφέρον και προκαλεί ερωτηματικά που σε έλκουν να ανιχνεύσεις όλη τη διαδρομή, σε κάνουν να θέλεις να γνωρίσεις την ιστορία της και (ίσως) να βρεις τις απαντήσεις.
Αυτή η πρώτη εντύπωση-αίσθηση επιβεβαιώνεται κι ενδυναμώνει από τη συνέχεια. Τα Γράμματα στη μαμά είναι ένα σκοτεινό και θριλερικό ανάγνωσμα που σε διαπερνά σαν ηλεκτρικό ρεύμα. Ο αυτοβιογραφικός του χαρακτήρας το κάνει ακόμα πιο τρομακτικό –κυρίως λόγω της τραυματικής του απόχρωσης– ενώ προκαλεί εσωτερικές αναζητήσεις, αυτοπροσδιορισμούς, σκέψεις και ενδοσκόπηση.
Όλες οι αληθινές λέξεις που μπορούσαμε να μιλάμε από την αρχή έμεναν μέσα στο κεφάλι μου σαν πουλιά φοβισμένα, κι εκεί φώλιαζαν.
Κούκλες όπως η Annabelle σΤο κάλεσμα, ο κλόουν στο Poltergeist ή ο Billy the Puppet στο Saw και ο κυρίαρχος του είδους Chucky, που έχουν προσφέρει ανήσυχες νύχτες στο κοινό τους –κυρίως το κινηματογραφικό όπου το θέμα είναι πιο διαδεδομένο–, είναι ευρέως γνωστές για τις επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση εκείνων που βρέθηκαν στον δρόμο τους (κατ' επέκταση και των θεατών ή αναγνωστών τους). Η τεράστια επιτυχία τους οφείλεται στην ομοιότητά τους μαζί μας, το καθρέφτισμα της δικής μας οντότητας πάνω τους, το καθ' ομοίωσιν σε συνδυασμό με τη δική μας φαντασία που τους δίνει υπόσταση. Κι έτσι ένα άψυχο παιχνίδι μετατρέπεται σε κάτι «ζωντανό», σε κάτι που έχει δική του φωνή ακόμα και προσωπικότητα!
Στο βιβλίο θα γνωρίσετε μια (τέτοια) κούκλα, που καταφέρνει να σπείρει τον τρόμο, αν και αυτή η κούκλα δεν είναι προϊόν μιας fantasy μυθοπλασίας, ούτε ζωντανεύει, ούτε κυνηγάει κανέναν με το κουζινομάχαιρο. Αυτό ακριβώς είναι που την τοποθετεί σε ένα αλλιώτικο είδος, πιο τρομακτικό από μια φανταστική περιπέτεια ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο: δεν είναι μια φανταστική κούκλα αλλά μια κανονική, υπαρκτή κι εντελώς άψυχη. Το πώς καταφέρνει ένα άκακο παιδικό παιχνίδι να καταστρέφει ζωές θα το δείτε στις επιστολές της κυρίας Σαμαρά.
Συναντάμε διάφορες εικόνες-σκηνές με κούκλες θριλερικής υφής, αλλά και γενικότερα, όπως αυτές που θα έγραφε ένας μετρ του είδους. Υπάρχει κι ένας Κινγκ μέσα στις σελίδες, αν το δούμε από αυτή τη μεριά, όπως κι ένας Λάβκραφτ ή ένας Ε.Α. Πόε κ.ο.κ. αλλά με μια πιο ρεαλιστική χροιά. Ίσως (και) με μια ουσιαστικότερη ανατριχίλα.
Όλα αυτά τα περιστατικά που γράφω από την παιδική μου ηλικία δείχνουν ότι προσπαθώ να μπω στην πραγματικότητα. Όταν ήμουν παιδί, μου είχε επιβληθεί η φαντασία. [...] τα έχωνες μέσα στο μυαλό μου [...] το γέμιζες με τα εξαρτήματα του θανάτου. [...] Εμφύτευες μέσα μου την κόλαση του Δάντη.
Η ηρωίδα επιχειρεί ένα σκάψιμο στην απαρχή του χρόνου, στη γέννησή της, κάνοντας μια ουσιαστική ενδοσκόπηση με σκοπό να δοθούν οι απαντήσεις της ύπαρξής της. Το ανάγνωσμα των όσων λέει είναι βαθύ και δυνατό. Μια γροθιά στο στομάχι και μια επικριτική ματιά ενώ μιλάει για εκκρεμότητες που βασανίζουν αέναα τον άνθρωπο. Το σύνολο αποτελεί την αναζήτηση των απαντήσεων που οφείλει να πάρει, των εξηγήσεων που αναζητά αλλά κι επιβάλλεται να 'χει. Κι επειδή ακόμα και το να «μπεις» στα παπούτσια του νεογέννητου εαυτού σου πολλές φορές δεν φτάνει, πηγαίνει ακόμα πιο πίσω, στο παρελθόν των γονιών και των παππούδων της. Όσο σκάβει τόσο πιο βαθιά πρέπει να πάει –και πηγαίνει. Η αλήθεια της ξεδιπλώνεται σιγά σιγά, βήμα το βήμα, σταδιακά και με μπόλικη αγωνία, όπως θα έκανε ένας Χίτσκοκ. Μια κούκλα... ένα κορίτσι... τα μάτια... το κίτρινο!
Η πρώτη παρουσία του ανοίκειου τρόμου είναι η κούκλα με τα «αληθινά μάτια» που ανοιγόκλειναν, εσύ, η μαμά μου, μου το είπες και σε πίστεψα. Είναι το παιδί σου, μου είπες. Αν δεν πίστευα εσένα, ποιον θα μπορούσα να πιστέψω;
Είναι άξιον προσοχής πώς λειτούργησε η επιλεκτική μνήμη.
Το τόσο φορτισμένο και μακάβριο αρκετές φορές ανάγνωσμα μού θύμισε κάτι σημαντικότατο. Ότι όλες οι στιγμές στη ζωή ενός ανθρώπου έχουν ειδικό βάρος και αξία. Τα πάντα! Καθετί διαμορφώνει ένα κομμάτι χαρακτήρα, την ψυχή... και κάποιες από αυτές τις στιγμές γεμίζουν στάλα στάλα το ποτήρι του ολέθρου.
Το βιβλίο αποτελείται από είκοσι οκτώ επιστολές που καλύπτουν τα έτη από την πρώτη μνήμη ενός κοριτσιού, ακόμα και ως νεογέννητο μωρό, μέχρι σήμερα.
Τρελαινόμουνα από τον ασυνήθιστο τρόπο της τρέλας [...] να λύσω το άλυτο [...] Μόνη μου, όπως την ώρα του θανάτου, τα είδα όλα. [...] Πήραν άλλη τροπή τα πράγματα στο βιβλίο με τα «Γράμματα» που σου γράφω. Αλλά οφείλω να τα ξεκαθαρίσω. Οφείλω στον εαυτό μου λίγη αναπαυμένη ζωή...
Πρόκειται για ένα δυνατό, αξιολογότατο λογοτέχνημα, αισθαντικό και τρομακτικό, που σου δημιουργεί σκέψεις και αφήνει απόηχο μέσα σου. Είναι ένα κοινωνικό ψυχόδραμα που, αν μη τι άλλο, σου δείχνει έναν λάθος τρόπο να λατρεύεις κάποιον. Υπέροχη αφήγηση με χαρακτήρα και κλιμάκωση.
Οπωσδήποτε ναι!