Δώδεκα: Ιστορίες που γεννήθηκαν στη Θεσσαλονίκη

Δώδεκα: Ιστορίες που γεννήθηκαν στη Θεσσαλονίνη, Κατερίνας Τζαβάρα

Αχ, θα έπρεπε να το είχα διαβάσει νωρίτερα. Το είχα στα χέρια μου από καιρό αλλά... Τουλάχιστον, αποφάσισα να το ανοίξω σε μια κατάλληλη εποχή για το ίδιο το βιβλίο, μακριά από το ξελόγιασμα της θάλασσας και των καλοκαιρινών διακοπών. Τώρα, που το φθινόπωρο «γράφει» στην ατμόσφαιρα, που μια βροχούλα είναι πιθανότερη και τα πρώτα πεσμένα φύλλα έχουν ήδη καταλήξει στους δρόμους. Κι αυτό γιατί οι ιστορίες της Κατερίνας Τζαβάρα χαρακτηρίζονται από τις υγρές ημέρες και τα κίτρινα φύλλα των δέντρων.

Δώδεκα οι ιστορίες, δώδεκα τα διηγήματα, δώδεκα οι μήνες. Ένα έτος αφηγήσεων θα βρείτε στη συλλογή Δώδεκα: Ιστορίες που γεννήθηκαν στη Θεσσαλονίκη, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διάπλους, και φυσικά πολλή Νύμφη του Θερμαϊκού.

Ο παραπάνω πρόλογος, εννοείται, δεν ήταν τυχαίος. Όλο το βιβλίο χαρακτηρίζεται από ένα «σκηνικό» υγρασίας –ακόμα και μούχλας–, το γκρίζο της συννεφιάς, τον Θερμαϊκό και τα ξερά πεσμένα φύλλα. Μιλώντας για χρώματα, παρατήρησα πως όλες οι ιστορίες έχουν το γκρι τους –το λες και ασπρόμαυρο, τύπου νουάρ, στοιχείο στην ατμόσφαιρα– αλλά υπάρχει και η έντονη παρουσία του κίτρινου: στα ξερά φύλλα, στο παλιό χαρτί, σε μια λεμονάδα... στον ήλιο που βγαίνει μετά τη βροχή, στεγνώνει, φωτίζει και εντέλει αναζωογονεί. Τώρα που έχει ολοκληρωθεί η εμπειρία, νομίζω πως η συγγραφέας κάπως έτσι το είχε στο μυαλό της: γκρίζο για το/στο συναίσθημα για τις πίκρες, τις ζημιές, τους φόβους, τις αγωνίες και κίτρινο για την ομορφιά της ζωής, το φως, την ακτίνα, τη διέξοδο...

Οι ήρωες ποικίλουν, μα όλοι καταθέτουν τους προβληματισμούς τους, «κουβαλούν» αστοχίες, αναμνήσεις που καίνε, αγωνίες κ.ά. σε μια σειρά περιστατικών, που τους εμπλέκουν άμεσα, αλλά και πολλή ομορφιά. Την πραγματική, ουσιαστική ομορφιά της ζωής, που αναδεικνύεται περίτρανα στο δεύτερο επίπεδο. Έτσι γράφει η κυρία Τζαβάρα ενώ προκαλεί ένα αναγνωστικό σοκ με τις πληροφορίες για τα πρόσωπα των ιστοριών της, για τη ζωή των χαρακτήρων της. Ξαφνιάζει τον ανυποψίαστο αναγνώστη και αφήνει πάντα μια σημαίνουσα αποκάλυψη για το τέλος: μια ανατροπή, ένα ξάφνιασμα για τον ήρωα ή/και εσένα, έναν καλά κρυμμένο άσσο που τον φανερώνει την κατάλληλη στιγμή, εκεί που δεν το περιμένεις.

Κερδίζει πάρα πολύ με την καλή σκιαγράφηση των ηρώων και τον συνολικό τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τα ψυχογραφήματά της/τους. Τα πρόσωπα των ιστοριών είναι σύγχρονοι αστοί βγαλμένοι θαρρείς από μια μείξη νεορεαλισμού και λογοτεχνισμού. Παρ' όλες τις δυσκολίες τους όμως και τα ζόρια, τη διάσπαρτη θλίψη και μελαγχολία, αφήνει την ελπίδα να τους χαμογελάσει, επιτρέπει στο φως να (δια-)περάσει τη σκοτεινιά –μια κίτρινη ακτίνα που «σπάει» το μαύρο και τους φωτίζει· έτσι το οραματίστηκα– καθώς δεν τους παρατάει έρμαιους, τους αφήνει με ένα απόσταγμα στο οποίο (τους/μας) λέει ότι υπάρχει πάντα λόγος να συνεχίσουμε, υπάρχει πάντα ελπίδα...
Η ίδια η ζωή τού άνοιγε τον δρόμο και του έδινε μια τελευταία ευκαιρία να αποκαταστήσει τις αδικίες και τα λάθη... [...] Πάντα ανοίγονται καινούργια μονοπάτια, φωτεινά και αισιόδοξα, για να τα περπατήσουμε με θάρρος και αγάπη.
Στο εν κατακλείδι οφείλουμε να προσθέσουμε την πρόθεσή της να μας μιλήσει για τα πιο σημαντικά πράγματα που έχουμε και που δεν είναι παρά η οικογένεια, ο τόπος κι οι άνθρωποί μας.

Η ίδια, στις σημειώσεις της, μας λέει ότι «οι ιστορίες φτιάχνονται, γιατί μέσα από αυτές καταλαβαίνουμε τον κόσμο με έναν τρόπο ευχάριστο» και ο Ανδρέας Καρακίτσιος πως «τα λάθη μας γίνονται ωραίες ιστορίες όταν αγαπάμε τους ανθρώπους». Έχουν δίκιο και οι δύο, μα ειδικά σε αυτήν την ατάκα του κυρίου Καρακίτσιου βρήκα τον κοινό παρονομαστή των διηγημάτων της συλλογής και μια θέση με την οποία μπορώ να ταυτιστώ. Θεωρώ δηλαδή ότι η Κατερίνα Τζαβάρα αγαπά τους ανθρώπους και μέσα από την αγάπη της για εκείνους γράφει· εν προκειμένω τούτα τα ψυχοδράματα.
Οι άνθρωποι πάντα θα περιμένουν και πάντα θα αποχωρούν.
Το αν πετυχαίνει τα μάλα, ίσως, αφορά τον κάθε φιλαναγνώστη ξεχωριστά όμως θα ήταν λάθος να μην αναγνωρίσουμε την αισθαντική της πένα, τη διαισθητική ματιά της, την ενσυναίσθηση. Επίσης, αξίζει να σημειώσουμε την τόσο φροντισμένη έκδοση, με την άρτια επιμέλεια –που δυστυχώς σπανίζει ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή τα ατοπήματα να σπανίζουν– και τον διάκοσμο των σελίδων... όλα εκείνα που σε αφήνουν να απολαύσεις το διάβασμα και να το χαρείς όπως του αξίζει.

Βάλτε το στη λίστα!