Η συγγραφέας Αγλαΐα Μπλιούμη, ένα μικρό βιογραφικό της οποίας θα βρείτε στο τέλος του άρθρου, στο πρώτο της λογοτεχνικό εγχείρημα, ανοίγει την παραφουσκωμένη βαλίτσα του κεντρικού ήρωα Παντελή και μας ταξιδεύει από την καταστροφή της Σμύρνης, στην Κατοχή, τον Εμφύλιο και τη Χούντα μέσα από τις αναμνήσεις που έχουν καταγραφεί στη μνήμη του ήρωα, δίνοντας στη συνέχεια τη σκυτάλη στην κόρη του να συνεχίζει και εκείνη με τον ίδιο ρυθμό να περισυλλέγει τις δικές της ξεχωριστές στιγμές.
Ο Παντελής, παντρεμένος με την Κατερίνα, εργάζονται στη Γερμανία, δημιουργούν την οικογένειά τους και με πολλές στερήσεις πορεύονται στη ζωή. Με μεγάλη φτώχεια, πόνο και νοσταλγία για την πατρίδα, προσπαθούν να τηρήσουν τα ήθη και τα έθιμα του τόπου τους και να προσφέρουν στα παιδιά τους ό,τι το καλύτερο.
Οι ιστορίες της γιαγιάς Αγλαΐας, εκείνες της Δέσποινας και των νεότερων της ευρύτερης οικογένειας, ξεδιπλώνονται στις σελίδες του βιβλίου και πασπαλίζονται με καλοσύνη, ένδεια, ελεημοσύνη αλλά και αγάπη, παρότι ο κάθε λογής μετανάστης είναι στιγματισμένος με το μελάνι της δυστυχίας. Όλοι τους ένιωσαν άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας, κατώτεροι για να διεκδικήσουν ακόμα και αυτά που δικαιούνταν και κλείδωσαν το στόμα τους με χρυσό λουκέτο, καταπίνοντας το κλειδί.
Ο Φώτης, ο Σταύρος, ο Παναγιώτης και τόσοι άλλοι, τα ατυχήματα που έμειναν ατιμώρητα, τα σχολεία που ήθελαν τους αλλοδαπούς πίσω στη γωνία, η ζήλια των Γερμανών σε κάθε πρόοδο των αλλοδαπών μαθητευόμενων, τα ταξίδια στην πατρίδα τα καλοκαίρια με δώρα για όλους τους συγγενείς, η επιστροφή κάποιων μετά από χρόνια στα πάτρια εδάφη με δάκρυα στα μάτια και οι αναμνήσεις, που περισσότερες είναι οι άσχημες, που βαραίνουν στην ψυχή και σε κάνουν να νιώθεις ακόμα και σήμερα μειονεκτικά, έρχονται να συμπληρώσουν το παζλ της ιστορίας.
Γιατί προσπαθούν να αποδείξουν την αξία τους οι μετανάστες πάση θυσία;
Πώς νιώθει η δεύτερη γενιά μεταναστών;
Ποιος είναι ο Αστυάνακτας και πού θα οδηγήσει τη ροή της αφήγησης;
Ποιες οι ομοιότητες της ιστορίας με κομμάτια από τα κείμενα του Καβάφη;
Τελικά μπορείς να διεκδικήσεις τα αυτονόητα ακόμα κι αν είσαι αλλοδαπός;
Από τα βιβλία που διαβάζω, επιλέγω μια φράση, για να την μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο της Αγλαΐας Μπλιούμη, επέλεξα την παρακάτω:
Αδύνατο να κλείσεις τα αφτιά που είναι πάντα ανοιχτά και γεννούν λαχτάρες κομμένες και ραμμένες από λέξεις…
Η Αγλαΐα Μπλιούμη γεννήθηκε το 1972 στη Στουτγάρδη της Γερμανίας από Έλληνες μετανάστες. Είναι απόφοιτος του τμήματος Γερμανικής Φιλολογίας του ΑΠΘ, Διδάκτορας στο τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου και υπηρετεί ως μόνιμη Επίκουρη Καθηγήτρια στο τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ. Έχει διδάξει στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο «Δημιουργική γραφή» και «Μεθοδολογία έρευνας», και στο ΑΠΘ «Σημειωτική της μεταναστευτικής λογοτεχνίας». Έχει δημοσιεύσει μονογραφίες, επιμέλειες και μελέτες για τη γερμανική λογοτεχνία. Έκανε τη λογοτεχνική της εμφάνιση με το γερμανόφωνο διήγημα «Το ξένο μέσα μου» στην ανθολογία «Αποκλίσεις και μεταβάσεις», 1997. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορες γερμανόφωνες και δίγλωσσες (γερμανικά/ελληνικά) ανθολογίες. Το «Αποχαιρέτα την τη Στουτγάρδη, Αστυάνακτα» αποτελεί το πρώτο της λογοτεχνικό εγχείρημα στα ελληνικά.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου