Σ' αυτό το άρθρο φίλοι μου θα επιχειρήσω να σας μεταφέρω το αναγνωστικό μου βίωμα από το βιβλίο «Το μυστήριο του Λόουν Χάουζ» του Edgar Wallace. Ένα βιβλίο το οποίο θεωρώ πως είναι πολύ πολύ πολύ ενδιαφέρον, το οποίο όμως δεν απόλαυσα στην ολότητά του όσο θα ήθελα!
Ας ξεκινήσουμε όμως γνωρίζοντας αρχικά την περιπετειώδη ζωή του συγγραφέα Edgar Wallace και εμβαθύνοντας παράλληλα στη συνέχεια στο έργο του «Το μυστήριο του Λόουν Χάουζ».
Ο συγγραφέας μας γεννήθηκε το μακρινό 1875, στο επίσης μακρινό Γκρήνουιτς του Λονδίνου και μεγαλώνοντας έκανε δεκάδες επαγγέλματα. Όλ' αυτά, μέχρι που το 1898 ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ τον παροτρύνει να αφιερωθεί στη συγγραφή. Έτσι ξεκινά γράφοντας ποίηση, ενώ παράλληλα γίνεται ανταποκριτής του Reuters, της Daily Mail, και μερικών περιοδικών. Το 1901 παντρεύεται και τελικώς εγκαθίστανται στο Λονδίνο, όπου γράφει και τις πρώτες του αστυνομικές ιστορίες. Το 1907 όμως τον βρίσκει στο Κονγκό ως ανταποκριτή, καταγράφοντας τις φρικαλεότητες των Βέλγων αποικιοκρατών. Όταν επιστρέφει και πάλι στο Λονδίνο, γράφει θρίλερ αλλά και για όσα έζησε στην Αφρική.
Οι διηγήσεις αυτές γίνονται βιβλίο, το οποίο και συγκαταλέγεται στα μπεστ σέλερ –όπως επίσης γυρίζονται και σε φιλμ– κάνοντάς τον γνωστό στο ευρύ κοινό. Και ήταν τόσο μεγάλη η συγγραφική φρενίτιδα που τελικώς τον κατέβαλε –που όπως λέγεται– κατέγραφε 70.000 λέξεις σε τρεις μονάχα μέρες, δουλεύοντας ταυτόχρονα πάνω σε τρία μυθιστορήματα. Μάλιστα υποστηρίζουν ότι το 1928 ένα στα τέσσερα βιβλία που διαβαζόταν στη Μεγάλη Βρετανία, ήταν δικό του!
Στη λογοτεχνική του διαδρομή έγραψε συνολικά 170 μυθιστορήματα, 31 θεατρικά έργα και σενάρια, 957 νουβέλες και διηγήματα. Και με βάση τα παραπάνω, όπως είναι φυσιολογικό θεωρείται ο πιο παραγωγικός συγγραφέας του 20ού αιώνα, όσον αφορά τις ιστορίες μυστηρίου και θρίλερ. (Πληροφοριακά, πρόκειται για τον σεναριογράφο του Κινγκ Κόνγκ. Ενός έργου που ο συγγραφέας πέθανε πριν προλάβει να το δει στην οθόνη.)
Ένα στοιχείο που μου έκανε επίσης φοβερή εντύπωση είναι και το παρακάτω γεγονός: Πως από ένα σημείο και μετά ο Edgar Wallace υπαγόρευε τα έργα του στον φωνόγραφο και στη συνέχεια οι γραμματείς του δακτυλογραφούσαν το κείμενο!
Επικεντρώνοντας τώρα στη νουβέλα του με τίτλο «Το μυστήριο του Λόουν Χάουζ» –που η αλήθεια είναι πως μου έδωσε μισή ευχαρίστηση κατά την ανάγνωσή της και τον λόγο θα σας τον αναφέρω στο τέλος!– το πρώτο που θέλω να σημειώσω είναι πως γοητεύτηκα και παρασύρθηκα από την γρήγορη αφηγηματική του ροή.
Το πρόσωπο που μας εξιστορεί τα γεγονότα είναι ο επιθεωρητής Μίντερ της Σκότλαντ Γιάρντ. Ένας ευχάριστος τύπος που στη διάρκεια της πλοκής μοιράζεται μαζί μας ελεύθερα τις σκέψεις του για όλους τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση που πρόκειται να εξετάσει. Γιατί, αν και αρχικά μεταβαίνει στο Χέινθορπ για να ελέγξει το ενδεχόμενο να συλλάβει κάποια άτομα που τύπωναν πλαστά χαρτονομίσματα, εντέλει μένει εκεί για να διαλευκάνει έναν φόνο. Κατά τη διενέργεια των ερευνών του, παρουσιάζονται πολλές αντιφατικές ενδείξεις σχετικά με το ποιος ή ποιοι ευθύνονται για τη δολοφονία.
Στη διάρκεια της ανάγνωσης με συνεπήρε ο τρόπος που συνταιριάζει ο συγγραφέας το καυστικό χιούμορ με τη σοβαρή περιγραφή των δολοφονικών επιθέσεων. Όπως συμβαίνει δηλαδή και στο παρακάτω απόσπασμα: «Οι ερωτευμένοι νέοι αποκτούν από φυσικού τους φονικά ένστικτα. Δεν ξέρω αν είναι φυσικό ή αφύσικο να θέλεις να δολοφονήσεις τον άνθρωπο που πιάνει το χέρι της κοπέλας που σου αρέσει. Φαντάζομαι ότι είναι φυσικό. Προσωπικά δε τρελαίνομαι παρά μόνο όταν συντρέχουν ιατρικοί λόγοι.».
Κι όσο λιγοστεύουν οι σελίδες και φτάνουμε στην επίλυση του εγκλήματος, τόσο η ιστορία μας συνεχίζει να μας παρουσιάζεται σε ολοένα και περισσότερο γρήγορους ρυθμούς, επιλύοντας τελικά το μυστήριο του Λόουν Χάουζ στη σελίδα 155.
Κι εδώ, θα ήθελα να προσθέσω την προσωπική μου εκτίμηση. Πιστεύω ότι υπήρχαν εκείνα τα περιθώρια ώστε να γίνει μεγαλύτερη περιγραφική ανάλυση των γεγονότων που μας συνοδεύουν μέχρι την εξιχνίαση του μυστηρίου. Εντούτοις, το τέλος μοιάζει με μια… βιαστική κατηφόρα. Κι αυτό είναι και το μοναδικό «αγκάθι» που δεν με άφησε να απολαύσω την πλοκή του βιβλίου όσο θα ήθελα.
Ωστόσο, ένιωσα πως ο συγγραφέας «παίζει» αρκετά καλά με το μυαλό του αναγνώστη. Έτσι, ενώ κάποια στοιχεία με οδήγησαν σε συμπεράσματα τα οποία αποδείχτηκαν ως ένα σημείο σωστά, ωστόσο οφείλω να παραδεχτώ πως δεν τα κατάφερα το ίδιο καλά και με την συνολική εξιχνίαση του εγκλήματος.
Σας εύχομαι καλή ανάγνωση!
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Η νουβέλα του Έντγκαρ Ουάλας κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ποικίλη στοά