Μάνου Καραβασίλη
Θεία, 88 ετών
Γιατρός, 70 ετών
Πατέρας, 64 ετών
Σκηνικό ο δρόμος έξω από την αυλή του σπιτιού της Θείας. Δέντρα, ένα τραπέζι έξω από το σπίτι και δύο καρέκλες, γλάστρες κ.λπ. Με το άνοιγμα των φώτων βλέπουμε στη σκηνή την Θεία να μιλάει με τον Γιατρό. Η Θεία είναι μια αρχοντική γυναίκα, αγέλαστη και αυστηρή. Είναι ντυμένη στα μαύρα και κρατάει μπαστούνι. Ο Γιατρός είναι ένας χαλαρός και γελαστός άνθρωπος.
Θεία: Έχουν περάσει τόσα χρόνια. Πολλά είναι η αλήθεια. Πάρα πολλά. Δεν τους είδα από εκείνη τη μέρα. Ήταν γιατρέ μου πολύ ξεχωριστή εκείνη η μέρα. Από τότε έβαλα τα μαύρα. Και δεν τα έβγαλα ούτε για μια στιγμή. Είναι σαν να παντρεύτηκα τη μοναξιά και τη θλίψη. Δεν χαμογέλασα ποτέ από τότε. Όχι ότι προσπάθησα να μείνω ψυχρή και αγέλαστη, αλλά έτσι μου βγήκε. Δεν διάλεξα εγώ γιατρέ μου τη ζωή μου. Ούτε και όλα αυτά που με βρήκανε. Ξέρετε... πριν χρόνια, οφείλω να ομολογήσω, νιώθω ότι ήμουνα καλύτερος άνθρωπος. Μην απορείτε. Στ' αλήθεια, πριν πολλά, πριν πάρα πολλά χρόνια, ήμουνα καλός άνθρωπος. Δεν είχα μέσα μου κακία και μίσος για κανέναν και για τίποτα. Αχ, και να ξέρατε γιατρέ μου τι ωραία που κοιμόμουνα τότε! Πολύ ωραία! Σαν ένα μικρό παιδί. Ο άνθρωπος που έχει δοκιμαστεί πολύ, ο άνθρωπος που έχει πονέσει πολύ από όλα αυτά που του έχει δώσει απλόχερα η ζωή σε πίκρα και σε πόνο, ο άνθρωπος αυτός έχει δύο επιλογές. Η πρώτη επιλογή είναι μέσα από τον πόνο να μπορεί να νιώσει τον πόνο του διπλανού του και να μπορέσει να τον μετριάσει. Να του γλυκάνει τον πόνο. Και η δεύτερη επιλογή που έχει είναι να χαρίζει σε όλους απλόχερα –όπως ακριβώς έκανε και η ζωή σε αυτόν– πόνο. Να μην τον νοιάζει τίποτα άλλο παρά μονάχα η δυστυχία των άλλων. Να χαίρεται με τη λύπη τους και να λυπάται με την ευτυχία τους. Τέτοια συναισθήματα είχα πριν από εκείνη τη μέρα, αγνά, σχεδόν παιδικά θα έλεγε κανείς, όμως μετά από εκείνη τη μέρα, η ζωή μου άλλαξε. Τα συναισθήματά μου έγιναν διαφορετικά. Άλλαξα πολύ σαν άνθρωπος. Τόσο πολύ που ούτε εγώ η ίδια δεν το κατάλαβα. Έχω μέσα μου μίσος και κακία, δεν κουβαλάω τίποτα το ανθρώπινο μέσα στο σώμα μου. Η καρδιά μου είναι άδεια. Θέλω να πιστέψετε πως σας λέω την αλήθεια. Για πρώτη φορά την λέω σε άνθρωπο. Και αυτό σήμερα. Ξέρετε γιατρέ μου τι είναι σήμερα! Έτσι δεν είναι; Θα έρθει ο αδελφός μου. Θα τον δω μετά από είκοσι δύο ολόκληρα χρόνια. Δεν έμενε εδώ ξέρετε. Είχε αλλάξει τόπο διαμονής... από τότε. Από εκείνη τη μέρα. Σπουδαία μέρα μα την αλήθεια! Θα προτιμούσα να πέθαινα χίλιες φορές πάρα να γινότανε αυτό που έγινε.
Γιατρός: Καταλαβαίνω. Κατανοώ απόλυτα το πώς νιώσατε. Ούτε και εγώ θα ήθελα να ήμουνα στη θέση σας. Πονέσετε πολύ. Αλλά και μέσα από τον πόνο μπορούμε να κρατήσουμε την ανθρωπιά μας. Οι δυνατοί δοκιμάζονται σκληρά και οι εκλεκτοί του Θεού. Έτσι δεν λένε; Βέβαια, νιώθω τη στεναχώρια σας και υποψιάζομαι ότι μια λέξη, ότι ένα «γιατί» βασανίζει το μυαλό σας. Και εγώ την ίδια λέξη θα είχα να προφέρω συνέχεια. Ακριβώς την ίδια λέξη. Και ίσως και εγώ μέσα μου να ένιωθα αυτά τα συναισθήματα. Κακία και μίσος. Χρησιμοποιώ τις λέξεις που εσείς είπατε. Δεν πιστεύω όμως ότι σας κυριέψαν αυτές οι λέξεις και αυτά τα συναισθήματα, έτσι ώστε να σας κάνουν έναν κακό άνθρωπο. Το μόνο που μπορώ να δεχθώ είναι ότι κλείστηκε στο σπίτι σας και το χειρότερο... στον εαυτό σας. Δεν θέλατε πολλά πολλά με κανέναν. Γιατί όμως; Ήταν μια μέρα και τίποτα άλλο. Και πολύ άσχημα κάνατε που δεν μιλάγατε με τον αδελφό σας τόσα χρόνια. Η γυναίκα του σκοτώθηκε...
Θεία (τον διακόπτει): Δεν σκοτώθηκε, την σκότωσα εγώ! Ναι, δεν το ήθελα, όμως εγώ την σκότωσα. Δεν πιστεύω σε κακές στιγμές, δεν έφταιγε η στιγμή, δεν έφταιγε η κακιά μου μοίρα. Εγώ! Εγώ! Εγώ έφταιγα!
Γιατρός: Δεν είναι πάντα τόσο καλό να είμαστε αυστηροί με τον εαυτό μας. Εγώ βλέπω ότι δεν αγαπάτε τον εαυτό σας.
Θεία: Δεν αγαπάω κανέναν που αφαίρεσε μια ζωή. Αυτό μου έλλειπε, να αγαπήσω ή να συγχωρέσω τον εαυτό μου. Θα ήταν γελοίο αν το έκανα αυτό γιατρέ μου, γελοίο και ανόητο.
Γιατρός: Εγώ σαν άνθρωπος άλλο κοιτάζω. Την πρόθεση βλέπω. Και εσείς δεν είχατε πρόθεση να κάνετε κακό. Ποτέ σας δεν πειράξετε ούτε μυρμήγκι. Μπορεί στη θέση σας να ήταν άλλος. Ακόμα και εγώ. Ναι, εγώ. Γιατί όχι; Άνθρωπος δεν είμαι; Ό,τι τυχαίνει στον έναν ώμο τυχαίνει και στον άλλον. Σταματήστε να κάνετε κακό στον εαυτό σας και να τον κατηγορείτε συνέχεια για μια κακιά στιγμή.
Θεία: Σας είπα δεν ήταν κακιά στιγμή. Το λάθος και η απροσεξία ήταν δικά μου. Εγώ φταίω, εγώ ευθύνομαι. Μόνο εγώ.
Γιατρός: Πρέπει, όταν θα παραδώσετε την ψυχή σας στον Κύριο, να έχετε αγάπη μέσα σας, πραότητα και πλήρη εμπιστοσύνη. Αγάπη να έχετε. Για όλους. Για τον συνάνθρωπό σας. Για τον εαυτό σας.
Θεία: Μα εγώ έφτιαξα. Η γυναίκα του αδελφού μου τότε δεν ήτανε ούτε τριάντα χρόνων. Νέα κοπέλα, με όλη τη ζωή μπροστά της. Είχε λίγα χρόνια που είχε φτιάξει τη ζωή της και παντρεύτηκε τον αδελφό μου, είχανε τότε δύο μικρά παιδιά, τα ανίψια μου. Όλα έδειχναν πως θα είχε μια ωραία και καλή ζωή μπροστά της, όμως εγώ... αχ, εγώ...
Γιατρός: Δεν φταίξατε εσείς. Ήταν θέλημα Θεού. Έχετε παραιτηθεί από τη ζωή εδώ και τόσα χρόνια κατηγορώντας τον εαυτό σας ότι έφταιξε αυτός για τον θάνατό της. Πήρατε τη χαρά και ό,τι καλό είχατε μέσα σας μόνο και μόνο γιατί πιστέψατε ότι εσείς ευθυνόσασταν για τον θάνατό της. Είχατε θυμώσει τόσο πολύ με τον εαυτό σας που, από την οργή και το μίσος σας, δεν μπορέσετε να δείτε ότι ήταν μόνο ένα ατύχημα και τίποτα άλλο. Είναι πολύ άδικο να κατηγορεί ένας άνθρωπος τον εαυτό του τόσο σκληρά και αυστηρά χωρίς να έχει φτιάξει πουθενά.
Θεία: Αν ήμουνα πιο προσεκτική μπορεί και να ζούσε.
Γιατρός: Μπορεί. Μπορεί όμως να μην ήταν γραφτό να ζήσει άλλο. Μπορεί ο χρόνος της να είχε τελειώσει.
Θεία: Αυτό δεν το γνωρίζω.
Γιατρός: Ούτε ποτέ σας θα το μάθετε. Κανείς δεν θα μάθει ποτέ όσο ζει τι θα φέρει η επόμενη στιγμή του. Θέλετε να μου πείτε, το πώς ακριβώς συνέβη το ατύχημα;
Θεία: Να σας πω. Σήμερα πρέπει να σας το πω. Σε λίγο θα έρθει ο αδελφός μου με τα παιδιά του. Την κόρη του και τον γιο του. Αυτά τα παιδιά έμειναν τόσο, μα τόσο νωρίς, ορφανά σε μια ηλικία όπου είχαν ανάγκη να ακούνε στα αφτιά τους τη φωνή της μάνας τους και να νιώθουν στο πρόσωπό τους το άγγιγμά της. Τίποτα δεν είναι σαν το χάδι της μάνας στην παιδική ηλικία. Αντιπρόσωπος του Θεού για τα μικρά παιδιά. Όλοι ξέρουμε το τι μπορεί να κάνει μια μάνα για τα παιδιά της. Δεν υπάρχει τίποτα το αδύνατο, τίποτα που δεν μπορεί να γίνει. Όλα τα μπορεί η μάνα, όλα τα καταφέρνει. (παύση) Ήτανε ένα καλοκαιρινό βράδυ, εγώ με τον μακαρίτη τον άντρα μου καθόμασταν εδώ, όπως τώρα καλή ώρα. Τίποτα δεν προμήνυε το τι θα επακολουθούσε. Όλα έμοιαζαν όμορφα, όλα έμοιαζαν τόσο φυσικά. Τότε ήτανε σύνηθες για εμένα να αισθάνομαι ωραία! Έτσι λοιπόν, καθόμουνα μαζί με τα παιδιά και έπαιζα, έπαιζα σαν να ήμουνα και εγώ παιδί. Ώσπου ξαφνικά, το ένα παιδί χτύπησε, είχε σκίσει το πρόσωπό του από το πέσιμο, είχε κάνει πληγή και έχανε πολύ αίμα... να εδώ, (δείχνει) πάνω από το μάτι του. Ο αδελφός μου έλλειπε, εγώ και ο άντρας μου δεν ξέραμε να οδηγούμε. Τον πήγε η μάνα του, είχαμε δύο αυτοκίνητα, το ένα ήταν χαλασμένο, ήτανε αδύνατον να πιάσουν τα φρένα του. Ήταν ένα κόκκινο αυτοκίνητο και ένα μαύρο. Μου λέει, ποιο να πάρω; Γυρίζω και της λέω, το μαύρο πάρε. Νόμιζα από την ταραχή μου, που είδα τόσο πολύ αίμα, ότι το μαύρο ήταν το γερό αμάξι, όμως το μαύρο ήταν το χαλασμένο. Μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο, έβαλε μπροστά και λίγο αργότερα... Ω, Θεέ μου,, ακούστηκε ένας θόρυβος. Μου κόπηκε για μια στιγμή η ανάσα. Πλησίασα μαζί με τον άντρα μου, ήταν νεκρή, το παιδί όμως ήταν καλά. Κατάφερε και έζησε. Το είχε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου βλέπετε. (παύση) Αυτά έγιναν εκείνο το βράδυ. Ένα βράδυ που άλλαξε για πάντα τη ζωή μου.
Γιατρός: Και ο αδελφός σας, τι είπε για όλα αυτά; Σας κράτησε σε κάποια απόσταση; Κρατήσατε επαφές μετά;
Θεία: Όχι. Δεν ήθελα. Ποτέ άλλωστε δεν είχα μαζί του πολλές σχέσεις.
Γιατρός: Πώς αυτό;
Θεία: Έμενε σε άλλη πόλη. Ώρες μακριά από εδώ. Τον αγαπάω τον αδελφό μου.
Γιατρός: Σας κατηγόρησε ποτέ του για τίποτα;
Θεία: Όχι. Αλλά με κατηγόρησα εγώ. Και δεν μπορώ να με συγχωρέσω.
Γιατρός: Δεν φταίτε εσείς.
Θεία: Θα έρθουν πάλι σήμερα μετά από τόσα χρόνια.
Γιατρός: Γιατί θέλησαν να έρθουν;
Θεία: Ίσως αποφάσισαν να μου ρίξουν ευθύνες. Δίκαιο θα έχουν να το κάνουν. Εγώ φταίω. Εγώ στέρησα από τον αδελφό μου τη γυναίκα του και από τα παιδιά του τη μάνα τους. Τους κατέστρεψα.
Γιατρός: Ο άντρας σας πότε ακριβώς έφυγε;
Θεία: Λίγο καιρό πριν έρθετε εσείς. Είχε αρρωστήσει πολύ σοβαρά.
Γιατρός: Καταλαβαίνω. Μήπως έπαιξε κάποιο ρόλο ο θάνατος της;
Θεία: Όχι. Ήταν από πριν άρρωστος.
Γιατρός: Είστε σίγουρη;
Θεία: Τι εννοείτε γιατρέ;
Γιατρός: Τίποτα, τίποτα. Μια σκέψη μονάχα έκανα.
Θεία: Οφείλω να ομολογήσω πως δεν σας καταλαβαίνω καθόλου. Έχετε μήπως να μου πείτε τίποτα γιατρέ;
Γιατρός: Απολύτως τίποτα... για την ώρα.
Θεία: Δεν μου λέτε γιατρέ μου, θα σας πείραζε εάν σας ζήταγα να μείνετε όσο θα είναι εδώ ο αδελφός μου και τα παιδιά του; Θα αισθανόμουνα πολύ καλύτερα με τη δική σας παρουσία. Θα σας πείραζε λοιπόν να μείνετε;
Γιατρός: Νομίζω ότι είμαι υποχρεωμένος να μείνω. Υποχρεωμένος και περίεργος. Θέλω να δω πού θα φτάσει αυτή η κουβέντα. Δεν σας το κρύβω ότι είμαι πολύ πολύ περίεργος για να δω αν κάνατε καλά και άγια που χαλάσατε μια ολόκληρη ζωή, τη ζωή σας, μέσα στις τύψεις και στο μαύρο, μέσα στο σκοτάδι και στην τεράστια απομόνωση που εσείς η ίδια επιβάλλετε στον ίδιο σας τον εαυτό. Πολύ κακώς βεβαίως κατά την δική μου γνώμη. Δεν τιμωρούμε ποτέ τον εαυτό μας. Ό,τι κι αν έγινε, ό,τι και να έχει συμβεί. Η ζωή μάς τιμωρεί, και κάποιες φορές είναι η αλήθεια πολύ σκληρά, χωρίς στοργή και έλεος. Εμείς όμως αγαπητή μου κύρια, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αγαπάμε τον εαυτό μας, ό,τι και αν έχει συμβεί, ό,τι και αν έχει γίνει. Οφείλουμε να συγχωρούμε και να αγαπάμε τον εαυτό μας.
Θεία: Να τον αγαπάμε και για τα λάθη μας;
Γιατρός: Κυρίως για τα λάθη μας να τον αγαπάμε.
Θεία: Αυτό νομίζω ότι δεν είναι καθόλου εύκολο.
Γιατρός: Εύκολο, δύσκολο έτσι πρέπει να είναι. Έτσι πρέπει να γίνει. Το να αγαπάμε τον εαυτό μας είναι μονόδρομος για την προσωπική μας ευτυχία. Δεν έχουμε άλλον δρόμο προς την ευτυχία πάρα μόνο την αγάπη για τον εαυτό μας. Σας είπα κυρία μου, είναι μονόδρομος. Για να είμαστε ευτυχισμένοι με ό,τι έχουμε και για να έχουμε ένας δρόμος μονάχα μας μένει για να ακολουθήσουμε. Πρέπει να αγαπήσουμε τον εαυτό μας, με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που μπορεί να διαθέτει. Μια πρόθεση καλή, μια σπίθα που να έχουμε κάτι καλό μέσα μας, κάτι ξεχωριστό, εάν θέλετε, σίγουρα θα υπάρχει. Σίγουρα θα έχουμε κάτι εμείς μέσα μας που δεν θα το έχει κανένας άλλος επάνω στη γη. Γι' αυτό πάντα στη ζωή μου πίστευα και εξακολουθώ να το πιστεύω ότι όλοι μας είμαστε μοναδικοί και ξεχωριστοί. Και ότι κανένας άνθρωπος δεν μοιάζει με κανέναν.
Θεία: Αυτά είναι ωραία και όμορφα λόγια γιατρέ. Η αλήθεια όμως είναι άλλη. Και όπως όλες οι αλήθειες έτσι και αυτή εδώ η αλήθεια, είναι αφόρητα σκληρή και άδικη. Αν ξέρατε πόσους αιώνες κράτησαν αυτά τα είκοσι δύο χρόνια δεν θα μιλάγατε καθόλου. Θα σωπαίνατε. Σκληρή και φριχτή είναι η πραγματικότητα και κάνει την καρδιά μου πέτρα, ψυχρή, άτεγκτη. Τίποτα δεν μπορεί να την μαλακώσει την καρδιά μου, τίποτα δεν μπορεί να γλυκάνει την καρδιά μου, τίποτα δεν μπορεί να δώσει λύτρωση στην καρδιά μου. Τίποτα, απολύτως τίποτα. Ούτε τα καλά λόγια ενός πιστού φίλου γιατρού. (γυρίζει με σκοπό να μπει μέσα στο σπίτι της, την ακολουθεί ο Γιατρός, ακούγεται αυτοκίνητο, ξαναγυρίζουν μπροστά) Ήρθε η ώρα γιατρέ, μετά από τόσα χρόνια, ήρθε η ώρα για εξηγήσεις!
Σκοτάδι
Φως. Στον ίδιο χώρο. Δύο ώρες αργότερα, ο Πατέρας, η Θεία και ο Γιατρός συνεχίζουν μια κουβέντα.
Πατέρας: Τελικά τα παιδιά μου δεν ήρθανε. Δεν βαριέστε! Ίσως να είναι καλύτερα έτσι. Έχουνε βλέπετε τόσες δυσάρεστες αναμνήσεις και οι δύο τους. Φριχτές αναμνήσεις, εφιαλτικές αναμνήσεις. Δεν είναι λίγο πράγμα να είσαι τόσο μικρός και να βλέπεις τη μάνα σου να πεθαίνει. Είναι στ' αλήθεια τραγικό. Πάντα πίστευα πως οι τραγωδίες δεν είναι αυτές που παίζονται στον κόσμο, στα φώτα. Οι τραγωδίες γίνονται πάντα στα σκοτάδια. Είναι σκληρή η ζωή. Και πάντα την πληρώνει ο κόσμος. Την κάθε διαστροφή την ονομάζουν δοκιμασία, και την κάθε απώλεια θέλημα του Θεού! Λυπάμαι που δεν μπορώ να γελάσω με αυτό το αστείο. Είναι στα αλήθεια λυπηρό πολύ και στενάχωρο να χάνεις ότι έχεις πιο πολύ ανάγκη σε αυτόν τον κόσμο και να ακούς και από πάνω για το θέλημα του Θεού! Είναι στα αλήθεια πολύ ειρωνικό, τρομερά ειρωνικό. Όσα και να δώσεις στον Θεό, δεν θα χορτάσει, δεν νομίζω να ευχαριστηθεί ποτέ. Μόνο να ζητάει ξέρει. Έτσι και σε εμένα μου πήρε τη γυναίκα μου, το φως μου, το στήριγμά μου, την σύντροφό μου, έτσι, χωρίς λόγο, χωρίς αιτία. Και γι' αυτόν δεν έπρεπε να παραπονεθώ κιόλας, θα ήταν μεγάλη αμαρτία αν τολμούσα να ψιθυρίσω «γιατί». Αδικία στην αδικία, δάκρυ στο δάκρυ και να πρέπει να τον ευχαριστήσω κιόλας για όλα αυτά. Φαντάζει στ' αλήθεια ανόητο.
Θεία: Πώς πέρασες όλα αυτά τα χρόνια; Τα παιδιά σου τι κάνανε; Τι είπανε; Πώς μεγάλωσες αλήθεια τα παιδιά σου; Θα υπέφερες πολύ, έτσι δεν είναι;
Πατέρας: Καλύτερα να μην ρωτάς. Ήταν πολύ μεγάλος αυτός ο σταυρός για εμένα.
Γιατρός: Τον σηκώσατε όμως μια χαρά.
Πατέρας: Μια χαρά; Όχι γιατρέ μου, δεν θα το έλεγα αυτό. Καθόλου μια χαρά, καθόλου. Άλλωστε ποτέ μου δεν ένιωσα χαρά από τότε που πέθανε η γυναίκα μου. Είναι δυνατόν να με έβρισκε μια τέτοια τραγωδία, από αυτές που δεν γράφτηκαν ποτέ στο χαρτί, από αυτές που ξεπερνούν κάθε φαντασία και να μιλήσω εγώ για χαρά; Η χαρά η δική μου έφυγε ακριβώς την ίδια στιγμή που έφυγε και εκείνη, η γυναίκα μου, η εκλεκτή της καρδιάς μου. Αντί να φύγει με το αυτοκίνητο το γερό, έφυγε με το αυτοκίνητο το χαλασμένο, έφυγε με το αυτοκίνητο που δεν είχε φρένα. Φαντάζομαι τη χαρά του Θεού όταν μου σκότωσε την γυναίκα μου! Έπρεπε να είχε ξεκαρδιστεί στα γέλια.
Γιατρός: Είστε πολύ πικραμένος, αυτό καταλαβαίνω και αυτό κρίνω από τα λεγόμενά σας.
Πατέρας: Εσείς γιατρέ μου, εάν βρισκόσασταν στη θέση μου δεν θα ήσασταν πικραμένος; Σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να ήσασταν στη θέση μου βέβαια ούτε και για μια μόνο στιγμή, αλλά εάν είσαστε τι θα κάνατε; Πείτε μου. Μήπως θα χαμογελούσατε ποτέ πια στη ζωή; Καταρχήν πρέπει να σας πω ότι εγώ δεν νιώθω ζωντανός από εκείνη την μέρα. Επέβαλα στον εαυτό μου το μαρτύριο του να ζει μόνο και μόνο επειδή έχει τα παιδιά για να τα μεγαλώσει. Μόνο για αυτό έμεινα ζωντανός. Μόνο για αυτό. Δεν ήθελα τίποτα άλλο στη ζωή μου. Και ήταν μαρτύριο η ζωή μου. Ένα αληθινό, ένα σωστό μαρτύριο.
Θεία: Και η δική μου η ζωή το ίδιο. Δεν μιλήσαμε ποτέ, αγαπημένε μου αδελφέ, γι' αυτό το θέμα. Βλέπεις, λίγο μετά το ατύχημα εσύ έφυγες, εξαφανίστηκες, λες και άνοιξε η γη και σε κατάπιε. Το ίδιο έκανα όμως κι εγώ. Άνοιξε η γη και με κατάπιε, δεν μίλησα ποτέ σε άνθρωπο από τότε. Δεν χαμογέλασα ποτέ. Δεν αισθάνθηκα ποτέ μου ανθρώπινα συναισθήματα. Κλείστηκα στο σώμα και στον εαυτό μου. Δεν ήθελα να χαρίσω τη φωνή μου σε κανέναν. Περίμενα τον θάνατο, ήθελα να έρθει ο θάνατος. Να με λυτρώσει, να με κάνει να ξεχάσω. Να μην θυμάμαι πια. Δεν έπρεπε να θυμάμαι, δεν έπρεπε. Και όμως, έκανα ό,τι μπορούσα για να πεθάνω και όμως, δεν τα κατάφερα. Δεν πέθανα. Ήμουνα καταδικασμένη σε τύψεις και στο φριχτό μαρτύριο του να ζω. Όχι, δεν είναι ωραία η ζωή! Από εκείνη τη μέρα εγώ παντρεύτηκα τον θάνατο. Από εκείνη την μέρα εγώ μίσησα τη ζωή μου και την ύπαρξή μου. Ήθελα να πεθάνω και η τιμωρία του Θεού ήταν ότι ζούσα. Αυτοί που παρακαλάνε για να ζήσουν πεθαίνουν και εγώ που παρακάλαγα για να πεθάνω ζούσα. Εάν αυτό δεν είναι τιμωρία πρώτου βαθμού, τι είναι τότε; Εγώ φταίω που πέθανε. Εγώ ευθύνομαι, καταλαβαίνεις; Ο Θεός μού μαύρισε την ψυχή μου. Βαρέθηκα, αηδίασα. Ήταν ζωή που έγινε θάνατος. Ήταν γέλιο που έγινε δάκρυ, ήταν παράδεισος που έγινε φριχτή κι απαίσια κόλαση. Δεν πέρναγε η ώρα, δεν πέρναγαν οι μέρες, δεν πέρναγαν οι νύχτες. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά μετά από λίγο διάστημα έχασα τον άντρα μου. Εγώ φταίω που πέθανε. Εγώ φταίω αδελφέ μου.
Πατέρας: Εσύ γιατί φταις;
Παύση
Θεία: Τι είπες;
Πατέρας: Εσύ λέω γιατί φταις;
Θεία: Αν δεν φταίω εγώ τότε δεν φταίει κανείς. Εγώ της είπα να πάρει το λανθασμένο αυτοκίνητο. Εξαιτίας μου πέθανε δεν το 'ξερες;
Πατέρας: Ομολογώ ότι πρώτη φορά το ακούω αυτό.
Γιατρός (στον Πατέρα): Της είχε πει να πάρει το αυτοκίνητο το χαλασμένο, αυτό που δεν είχε καθόλου φρένα. Από τότε ζει κλεισμένη εδώ μέσα και το χειρότερο από όλα; Ζει κλεισμένη στον εαυτό της. Χωρίς έλεος, χωρίς επιείκεια και χωρίς συγχώρεση για τον εαυτό της.
Πατέρας: Έπρεπε αδελφή μου να μιλάγαμε όλα αυτά τα χρόνια. Με την σιωπή σου δεν κέρδισες τίποτα νομίζω. Το αντίθετο μάλιστα.
Θεία: Δεν σε καταλαβαίνω. Τι εννοείς;
Πατέρας: Έφυγα την άλλη μέρα. Δεν πρόλαβα να σου πω πώς πέθανε η γυναίκα μου.
Θεία: Δεν έπιασαν τα φρένα, γι' αυτό δεν πέθανε η γυναίκα σου; Μην με τρελάνεις! Πώς πέθανε η γυναίκα σου; Εγώ είχα ταραχτεί πολύ όταν είδα το παιδί μέσα στα αίματα, και της είπα μέσα στην σύγχυσή μου να πάρει το αυτοκίνητο το χαλασμένο. Γι' αυτό δεν πέθανε; Μίλα! Για αυτό δεν πέθανε η γυναίκα σου; Από το αυτοκίνητο το χαλασμένο που δεν είχε φρένα;
Πατέρας: Και να είχε φρένα, θα της ήταν αχρείαστα. Μέσα στην σύγχυσή σου έκανες ένα τραγικό λάθος.
Θεία:Τι εννοείς; Τι λάθος έκανα μέσα στην σύγχυσή μου;
Πατέρας: Η γυναίκα μου είχε μπει μέσα στο αυτοκίνητο με το παιδί. Στο χαλασμένο αυτοκίνητο.
Θεία: Είδες λοιπόν; Εγώ φταίω!
Πατέρας: Δεν φταις εσύ. Εδώ είναι το λάθος που έκανες. Το παιδί το έβαλε στο πίσω κάθισμα. Έκατσε μπροστά, το μέρος ήταν κατηφορικό, δεν είχε πατήσει ακόμα τίποτα ούτε θα πατούσε, δεν πρόλαβε. Έπαθε ανακοπή. (μικρή παύση) Ύστερα φτάνω εγώ. Το αυτοκίνητο ήταν ακόμα ακίνητο. Και όπως το σώμα της είχε πέσει στο τιμόνι, φαίνεται καταλάθως, πάτησε το γκάζι, δεν μπόρεσα να σταματήσω το αυτοκίνητο. Το αυτοκίνητο άρχισε να πέφτει, να πέφτει, να πέφτει, μετά την συνέχεια την ξέρεις. Το παιδί ευτυχώς σώθηκε. Η γυναίκα μου είχε την καρδιά της. Δεν είχε σχέση ο θάνατός της με εσένα, καμία απολύτως σχέση. Είχαμε μείνει εδώ τόσες μέρες. Μας είχες φιλοξενήσει, θυμάσαι; Εφτά μέρες χωρίς τα χάπια της. Δεν ένιωθε καλά από το προηγούμενο βράδυ, μου το έλεγε. Δεν φαντάστηκα όμως ότι... δεν το φαντάστηκα, ούτε για τη γυναίκα μου, ούτε και για εσένα. Εκείνη πέθανε και εσύ άρχισες να ζεις σαν πεθαμένη. Άσε με να σε αγκαλιάσω σε παρακαλώ. (την αγκαλιάζει)
Θεία: Δεν μπορώ να το πιστέψω όλο αυτό που μου λες. Δεν το χωράει ανθρώπινος νους. Το καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι; Είναι η πιο άδικη τιμωρία που επέβαλε ποτέ άνθρωπος στον εαυτό του.
Πατέρας: Πολύ άδικη η τιμωρία. Για εσένα. Δεν το άξιζες να το πέρναγες όλο αυτό. Και εγώ δεν ήξερα τίποτα. Το παραμικρό. Δεν μου είχες μιλήσει ποτέ για αυτό βλέπεις.
Γιατρός: Όπως βλέπετε, ίσως να μην έφταιγε ο Θεός. Η γυναίκα σας ήταν άρρωστη. Πολύ σοβαρά. Είχε την καρδιά της. Εγώ σαν γιατρός με την καρδιά δεν θα έπαιζα ποτέ. Και όμως, ή αμέλεια αυτηνής της γυναίκας ήταν πολύ μεγάλη. Είχε όλη τη ζωή μπροστά της, ήτανε νέα, είχε έναν άντρα και δύο παιδιά. Και παρόλο που είχε ένα σοβαρότατο πρόβλημα υγείας εκείνη αδιαφόρησε, δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία, και ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκε τα παιδιά της και τον άντρα της. Το λέω με καλή πίστη. Ήταν εγκληματική η αμέλειά της. Η ίδια δολοφόνησε τον εαυτό της. Δεν πίστεψε βέβαια ότι θα πεθάνει, δεν πίστεψε ότι θα αφήσει τα παιδιά της ορφανά σε αυτήν την τόσο τρυφερή και ευαίσθητη ηλικία, ούτε φανταζόταν ότι θα αφήσει τον σύζυγό της μόνο να παλεύει και να αγωνίζεται, να προσπαθεί να μεγαλώσει μόνος του δύο παιδιά, (στην Θεία) ούτε βέβαια μπορούσε εκείνη η γυναίκα να είναι σε θέση να καταλάβει το τι θα επακολουθούσε στη δική σας ζωή. Η παρεξήγηση αυτή ήταν πολύ μεγάλη και τρομερά επιζήμια. Εκείνη φταίει που πέθανε και το λέω με όλον τον σεβασμό στη μνήμη της, και εσείς οι δύο πάλι φταίτε που δεν μιλήσατε, που αρνηθήκατε να κάνετε διάλογο. Βρήκατε μιαν αλήθεια, την πιστέψατε και την αφήσατε να σας πάει όπου ήθελε. Λυπάμαι. Καταστραφήκατε άδικα. Δεν γίνεται σε αυτόν τον κόσμο να φταίει πάντα για όλα ο Θεός. Κάπου φταίμε και εμείς.
Παύση
Πατέρας: Θέλω αδελφούλα μου να έρθεις να δεις τα ανίψια σου. Να τα γνωρίσεις, να τα μάθεις τώρα. Τώρα που είναι μεγάλοι άνθρωποι πια. Σε αγαπάνε.
Θεία: Με αγαπάνε; Πώς;
Πατέρας:Τι πώς; Κάθε μέρα τους μίλαγα για εσένα. Και μην τους πεις για την τραγωδία σου τόσα χρόνια. Ούτε που έχουνε υποψιαστεί κάτι τέτοιο.
Θεία: Ήταν μια τραγωδία που είχε σκαρώσει το μυαλό μου και τίποτα άλλο. Έτσι νόμιζα, γιατί έτσι είχα καταλάβει. Τα φαινόμενα όμως πολλές φορές απαιτούν. Πάμε. Μην χάσουμε άλλο χρόνο. Πάμε. Είκοσι δύο ολόκληρα χρόνια μέσα στη δυστυχία χωρίς να το αξίζω ήταν πάρα πολλά.
Αγκαλιάζει τον αδελφό της, ενώ ο Γιατρός χαμογελάει.
Σκοτάδι
Copyright © Μάνος Καραβασίλης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Γιώργου Αναστασιάδη (Sleeping beauty, 2022)