Η λύση

Μάνου Καραβασίλη

Πίνακας Hilda Goldwag (1912-2008, Old couple)

Υπόθεση:
Το πρόβλημα ενός ηλικιωμένου άντρα που φροντίζει για δεκαετίες την ανήμπορη γυναίκα του. Τώρα πρέπει να φροντίσει σε ποια χέρια θα την αφήσει, αφού όλα δείχνουν πως αυτός θα φύγει πρώτος. Η λύση θα δοθεί από…

Τα πρόσωπα του έργου:
Άντρας 88 ετών
Γυναίκα 86 ετών (Βουβός ρόλος)
Κοπέλα 26 ετών


Εικόνα πρώτη
Σκηνικό: Ένα άδειο δωμάτιο.

Άντρας: Εδώ θα αρχίσει αυτό που θα τελειώσει. Δεν έχει σημασία τι θα γίνει. Σημασία έχει ότι θα συμβεί. Λυπάμαι όταν δεν χαίρομαι και χαίρομαι όταν δεν λυπάμαι. Όμως νιώθω και λύπη και χαρά γιατί ζω. Ακόμα. Νομίζω. Πιστεύω ότι ζω. Όχι με σιγουριά, αλλά με μια βασανιστική υπόνοια. Αυτή εδώ η γυναίκα που βλέπετε είναι η γυναίκα μου. Και αφού είναι η γυναίκα μου τότε εγώ πρέπει να είμαι ο άντρας της. Ο άνθρωπός της. Είναι μεγάλη. Όχι ότι εγώ είμαι μικρός. Αλλά αυτή... είναι πιο σπασμένη από εμένα. Εδώ δες ρυτίδες! Είναι καλή πάντως. Δεν έχω κανένα παράπονο. Όχι, το λέω αλήθεια, δεν έχω κανένα παράπονο. Αλήθεια λέω. Είναι σπουδαία γυναίκα μα την πίστη μου. Καλή και σπουδαία. Την έχω συνηθίσει. Μόνο που δεν μιλάει. Δεν μιλάει εδώ και καιρό. Εδώ και χρόνια. Πολύ μου αρέσει αυτό. Είναι άρρωστη. Πολύ άρρωστη. Έχει χρόνια. Εφτά ή οκτώ χρόνια, μπορεί και σαράντα. Δεν μιλάει. Όταν μιλούσε είχα πιο μεγάλο πρόβλημα. Τώρα που έχει πρόβλημα και δεν μιλάει δεν έχω πρόβλημα εγώ. Μου λείπει η φωνή της η αλήθεια είναι, όταν όμως μιλούσε μου έλειπε η ησυχία μου. Έχει αρρωστήσει. Δεν είναι καλά. Ήμουνα πάντα δίπλα της όμως. Της διάβαζα Ιονέσκο και Μπέκετ. Δεν μου είπε αν της άρεσαν. Ούτε κατάλαβα κάτι τέτοιο. Δεν βαριέσαι. Τώρα όμως και εγώ είμαι άρρωστος. Μεγάλος άνθρωπος είμαι. Πόσο πήγα αλήθεια; Ογδόντα επτά, τόσο είμαι ναι, τόσο, τόσο. Μπορεί να είμαι ενενήντα τρία. Συνομήλικος με τον θάνατο πια. Κρίμα, κρίμα, κρίμα! Τόσο έχω ζήσει εγώ και άλλοι λιγότερο. Γιατί άραγε τέτοια μοιρασιά; Γιατί άραγε τέτοια αδικία; Μα γιατί να ζω ακόμα; Αλλά, λέω, αλλά αν πεθάνω, αυτή εδώ τι θα γίνει; Παιδιά δεν έχουμε, συγγενείς δεν υπάρχουν, τι στο καλό θα γίνει αυτή εδώ; Αλλά θα δούμε. Κάτι θα γίνει. Τι θα γίνει δεν ξέρω. Σοκ. Κάτι θα έχει σκεφτεί ο δημιουργός μας. Λοιπόν, έχουμε και λέμε, πριν καιρό, πολύ καιρό εννοώ, για την ακρίβεια κάπου εξήντα χρόνια, μπορεί και σαράντα τρία δεν ξέρω, γνώρισα αυτήν εδώ τη γυναίκα. Ήμουνα νέος. Ήτανε νέα. Ήμουνα ωραίος. Ήτανε... γλυκούλα. Συναντήθηκαν οι δρόμοι μας. Τυχαία. Όλα τα ωραία γίνονται τυχαία. Ο προγραμματισμός δεν έχει σχέση με τα ωραία. Την γνώρισα. Την αγάπησα. Την λάτρεψα. Και εξακολουθώ να την λατρεύω. Και εκείνη το ίδιο. Μια ζωή μαζί. Σε ό,τι έφερε η ζωή. Βεβαίως. Σε ό,τι έφερε η ζωή. Παιδί είπα δεν κάναμε. Δεν μου έλλειψε όμως και ποτέ. Ήταν πάντα αυτή, αυτή, αυτή. Ε, φυσικά και εγώ. Δηλαδή, οι δυο μας. Δύο άγνωστοι που έγιναν γνωστοί. Δύο ξένοι που ενώθηκαν με τα δεσμά της αγάπης. Κακώς όμως τα λένε δεσμά, γιατί η αγάπη δεν είναι δέσιμο, είναι απελευθέρωση. Ήταν ωραία στα νιάτα της. Μην την κοιτάτε τώρα. Ήταν ωραία. Γεράσαμε, μαζί γεράσαμε. Μαζί. Είναι πιο εύκολο να γεράσεις μαζί με κάποιον πάρα να πεθάνεις μαζί του. Μαζί θα φύγουμε. Αλλά με μια μικρή διαφορά. Λίγους μήνες ή λίγες εβδομάδες, μπορεί η διαφορά να είναι και ημερών. Ωραία. Πολύ ωραία. Θεσπέσια. Τέλεια. Ναι, ναι τέλεια. Τι έλεγα; Α, ναι! Ο θάνατος, ο εχθρός της ζωής και η απελπισία κάποιων θνητών απειλεί, ποτέ δεν απειλεί όμως τον πεθαμένο, απειλεί τον ζωντανό. Ο ζωντανός σκέφτεται τον θάνατο και ο πεθαμένος, υποθέτω, τη ζωή. Γι' αυτό δεν είμαστε ευτυχισμένοι ποτέ –πλην ελάχιστων αμοιβών βέβαια. Έτσι είναι ο ανθρώπινος νους, έτσι είναι, έτσι. Δεν ευχαριστιόμαστε με τίποτα. Ώρες ώρες πιστεύω πως είμαστε βλάκες. Και εγώ τώρα σκέφτομαι τον θάνατο ενώ ζω. Ε, δεν είμαι ηλίθιος; Και πότε θα σκεφτώ τη ζωή; Όταν πεθάνω; Δεν ευχαριστιόμαστε με τίποτα. Βλάκες, καλά το 'πα, βλάκες. Ενώ το ωραίο, ενώ το σπουδαίο, είναι άλλο. Να χαίρεσαι. Να χαίρεσαι στη ζωή, να χαίρεσαι στον τάφο. Να μην χαίρεσαι με αυτά που θες να αποκτήσεις, αλλά να χαίρεσαι με αυτά που έχεις ήδη αποκτήσει. Οι επιθυμίες σε κάνουν φτωχό. Φτωχό και δυστυχισμένο. Έτσι είναι όπως τα λέω. Κάποια παλιοί μου φίλοι, όχι ότι είχα πολλούς, λένε ότι τρελάθηκα. Εγώ; Τρελός; Γιατί, όποιος λέει αλήθειες είναι τρελός; Τόσο πολύ συνηθίσαμε στο ψέμα; Το ψέμα είναι καταδικασμένο να πεθάνει νωρίς. Η αλήθεια όμως θα ζήσει. Γιατί υπάρχει. Γιατί είναι υπαρκτή. Γιατί ακολουθείται από γεγονότα. Αληθινά γεγονότα, χειροπιαστά γεγονότα. Ωραία! Θα ζήσω αιώνια! Ό,τι λέω μένει, αφού είναι αλήθεια, και αφού είναι αλήθεια δεν μπορεί να είναι ψέμα. Και αφού δεν είναι ψέμα, έχει διάρκεια. Και αφού έχει διάρκεια με πηγαίνει αιώνια. Ωραία τα λέω! Έλεγα λοιπόν, αυτή εδώ η υπέροχη, η μοναδική, η σπουδαία γυναίκα, φαίνεται τώρα μια γριούλα, ανήμπορη, κουρασμένη, συνομήλικη με τον θάνατο, δεν γεμίζει το μάτι του ανθρώπου. Όμως αυτό που έχει... αυτό που δεν έχει είναι χρόνο. Δεν έχει καθόλου χρόνο. Καθόλου. Πεθαίνει. Λιώνει. Χωρίς γιατί. Ο χρόνος που της προσφέρθηκε θέλει να πάρει το αίμα του πίσω. Θέλει να τις πάρει τις δυνάμεις της, όσες της απέμειναν δηλαδή, θέλει να της κλείσει τα μάτια. Ηλίθιε χρόνε που πρώτα γίνεσαι ληστής και ληστεύεις τον άνθρωπο και του παίρνεις τα νιάτα του και τη χαρά του και ύστερα γίνεσαι δολοφόνος και του κλείνεις την πόρτα σκοτώνοντας όλα τα όργανά του. Αλλά ο θάνατος, όταν είναι βιολογικός είναι... η αλήθεια, είναι αναπόφευκτος, όταν όμως πεθάνει ο άλλος ζωντανός, δεν έχει επαφή με τη χαρά και την ευτυχία τότε... η αδικία μεγάλη. Πολύ μεγάλη και πολύ σκληρή. Δεν φοβάμαι καθόλου τον θάνατο, αυτός με φοβάται! Με το δίκιο του. Τόσα έχω περάσει. Τόσα έχω υποστεί. Για να σε νικήσει ο θάνατος πρέπει να είσαι απαίδευτος. Εγώ απαίδευτος δεν είμαι. Έχω βασανιστεί πολύ στη ζωή μου. Έτσι προκαλώ φόβο στον θάνατο. Όμως... δεν είμαι καλά τελευταία. Θα πεθάνω, μου το είπε ο γιατρός. Φοβερός επιστήμων! Ας πεθάνω, τι με νοιάζει; Όμως αν φύγω πρώτος εγώ... αυτή εδώ τι θα γίνει; Τι θα κάνει; Ποιος θα την προσέχει; Ποιος θα είναι δίπλα της; Το φάντασμά μου; Δεν ξέρω. Ένα φάντασμα υποθέτω δεν μπορεί να προσφέρει καλά στέρνα στη γυναίκα του. Άρα λοιπόν; Τι κάνω; Πότε το κάνω; Και γιατί το κάνω; Το κίνητρο ποιο είναι; Θα δω. Θα σκεφτώ και θα αποφασίσω μόνος μου. Αν ήξερε κανείς πόσο την αγαπάω θα ντρεπόταν να μιλήσει ο ίδιος για αγάπη. Πότε μου τίποτα δεν είχα πιο ψηλά από αυτή τη γυναίκα. Αν την αφήσω έτσι, δεν ξέρω τι θα κάνει. Δεν ξέρω αν τα καταφέρει. Είναι μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Αν πέθαινα τώρα εδώ ξαφνικά, δεν θα είχα καμία τέτοια έννοια. Δεν μου είναι βάρος που αρρώστησε. Δεν με κούρασε ποτέ. Και χίλιες φορές να γεννιόμουνα αυτήν εδώ τη γυναίκα θα διάλεγα για εμένα. Είναι ο καλύτερος άνθρωπος στον κόσμο. Είναι ότι έχει μείνει από τον παράδεισο. Όμως... Κάποιες φορές είναι κακό να είσαι θνητός. Δεν μπορείς να δώσεις λύση σε όλα. Πονάω και έχω πεθάνει χιλιάδες φορές πριν τον θάνατό μου. Κάποια λύση όμως θα υπάρχει. Κάτι θα σκεφτώ. Πρέπει δηλαδή κάτι να σκεφτώ. Το μόνο που μου έμεινε. Η σκέψη μου...

Σκοτάδι


Εικόνα δεύτερη
Φως
Στον ίδιο χώρο

Άντρας (Στο τηλέφωνο): Θα την κοιτάζετε σε περίπτωση που εγώ πεθάνω. Θα είστε συνέχεια μαζί της. Συνέχεια όμως, μέρα νύχτα. Και σε αντάλλαγμα θα εισπράττετε την σύνταξή της όταν εγώ θα αποχωρήσω από τη ζωή. Και όταν φύγει και αυτή από τη ζωή τότε θα πάρετε και το σπίτι. Θα γίνει διαθήκη κανονικά. Πρέπει να αισθάνεστε εξασφαλισμένη. Λοιπόν, τι λέτε; Ναι, είναι μεγάλο. Έχει τρία δωμάτια. Σας ενδιαφέρει; Θα πάρετε και τα έπιπλα. Ναι, καλά έπιπλα. Θα αφαιρέσετε μόνο κάτι λίγα. Θα είναι για την κηδεία της. Θα έρθετε; Να την δείτε και από κοντά. Είναι πολύ ωραίος άνθρωπος. Δεν θα σας κουράσει καθόλου.
(Μπαίνει η Κοπέλα από την πόρτα)
Άντρας: Ήρθατε κιόλας; Εδώ είναι. Περάστε. Περάστε παρακαλώ. Μου φαίνεστε τίμια και καλή γυναίκα. Λοιπόν; Αυτή εδώ είναι. Τι λέτε; Σας αρέσει; Δεν μιλάει. Έχω να ακούσω τη φωνή της πολλά χρόνια. Ούτε εγώ δεν θυμάμαι πόσα. Πάντως είναι πολλά, πάρα πολλά. Είναι ωραίος άνθρωπος, σας είπα. Α, μην το ξεχάσω. Και αυτό το σπίτι θα γίνει δικό σας. Έχει αλλά δύο δωμάτια. Και το μπαλκόνι έχει τεράστια θέα. Αν είμαστε σύμφωνοι και από αυτή τη στιγμή μπορείτε να πιάσετε δουλειά. Εγώ δεν θα είμαι για πολύ στα πόδια σας. Θα πεθάνω. Γι' αυτό τα κάνω όλα αυτά. Ποιος θα κοιτάξει τη γυναίκα μου; Δεν έχει κανέναν στον κόσμο. Ούτε εγώ. Ο ένας για τον άλλον. Μόνοι μια ζωή ήμασταν. Αλλά είχαμε συγχρόνως και όλον τον κόσμο. Εγώ είχα όλον τον κόσμο επειδή είχα αυτήν, αυτή είχε όλον τον κόσμο επειδή είχε εμένα. Δεν γυρέψαμε ποτέ τίποτα παραπάνω. Ο θάνατος είναι χάδι μπροστά στην απαίσια θέση την οποία βρίσκομαι. Γι' αυτό σας λέω. Πέφτω στα πόδια σας δεσποινίς. Μην πείτε όχι, μην φύγετε, μην αρνηθείτε τη θέση που σας δίνω. Θέλω να μείνετε. Σας παρακαλώ να μείνετε. Λοιπόν; Τι θα κάνετε; Θα μείνετε, έτσι δεν είναι;
(Η κοπέλα χαϊδεύει τα μαλλιά της Γυναίκας, η Γυναίκα της χαμογελάει)
Άντρας: Είχε να χαμογελάσει τόσα χρόνια! Σας ευχαριστώ για αυτό που κάνατε. Ήταν ένα ανέλπιστο δώρο. Ένα δώρο που ούτε καν το φανταζόμουνα. Χαμογέλασε η γυναίκα μου! Για φαντάσου! Μετά από χρόνια, μετά από τόσα χρόνια. Μου φαίνεται τόσο παράξενο. Τόσο ωραίο. Είστε καλή δεσποινίς μου. Δεν θα σας κουράσουμε πολύ. Σε λίγους μήνες δεν θα υπάρχει τίποτα από εμάς. Εμείς θα είμαστε σε άλλη διάσταση. Και εσείς θα έχετε το σπίτι. Ελάτε παρακαλώ. Ελάτε να σας το δείξω.
(Ο Άντρας με την Κοπέλα αποχωρούν. Η Γυναίκα κάτι γράφει)


Εικόνα τρίτη
Φως
Στον ίδιο χώρο. Ο Άντρας ταΐζει τη Γυναίκα.

Άντρας: Τέλος καλά όλα καλά. Αύριο θα πάμε στον δικηγόρο. Θα γίνει η διαθήκη μας και είμαστε μια χαρά. Στ' αλήθεια χαίρομαι. Δεν ήθελα να σε αφήσω μόνη σου. Δεν θα μπορούσα να χαρώ τον θάνατό μου! Άλλωστε μια τέτοια ζωή δεν έχει ούτε νόημα, ούτε σημασία. Ο θάνατος έχει ζωή, η ζωή κάποιες φορές δεν έχει ζωή! Έτσι είναι αγάπη μου, έτσι είναι. Δεν θέλω να σε αφήσω μόνη. Δεν το μπορώ να σε νιώθω μόνη σε αυτόν τον κόσμο. Αφού έχεις ανάγκη από έναν άνθρωπο. Εγώ πεθαίνω. Ποιος θα είναι για εσένα; Αυτή θα είναι! Αυτή. Είδες που σε έκανε και χαμογέλασες; Δεν είναι λίγο αυτό. Είναι πολύ καλός άνθρωπος αυτή η κοπέλα. Πολύ σπουδαίος άνθρωπος! Αυτή θα είναι κοντά μας στο μεγάλο φινάλε. Πρώτα φεύγω εγώ. Εσύ αργότερα. Αυτή θα μας κλείσει τα μάτια. Αυτή θα ρίξει την αυλαία. Θα σε περιμένω πάνω.
(Της πιάνει το χέρι)
Να έρθεις εύχομαι χωρίς κανέναν πόνο. Και να με σκέφτεσαι. Το ίδιο θα κάνω και εγώ. Είμαστε πιο δυνατοί από τον θάνατο ξέρεις. Έχεις κάτι στο χέρι σου; Τι είναι; Μπορώ να δω;
(Κοιτάζει το χαρτί στο χέρι της. Το διαβάζει) Μην με αφήσεις.
Μα δεν σε αφήνω. Οι δυνάμεις μου, το πνεύμα μου... εγώ δεν φεύγω από κοντά σου. Ο θάνατος μπαίνει ανάμεσά μας τίποτα άλλο. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα. Το ξέρεις, δεν είναι έτσι; 
(Η Γυναίκα γνέφει ναι)
Ε, τότε, δεν φοβάμαι τον θάνατό μου, φοβάμαι τι θα γίνεις εσύ αν φύγω πρώτος εγώ. Δεν υπάρχει άλλη λύση. Το ξέρω πολύ καλά. Να γίνει ειρηνικά η έξοδός μας από τη ζωή.
(Η Γυναίκα του δίνει να φάει)
Σε ευχαριστώ.
(Τρώει)
Ωραίο είναι. Νόστιμο. Φάε και εσύ.
(Η Γυναίκα τρώει)
Είναι ωραίο. Είχα καιρό να φάω κέικ! Δεν πήρα κέικ. Ποιος το έφερε; Το κέικ λέω, ποιος το έφερε; Αφού εσύ δεν βγαίνεις έξω και αφού εγώ δεν αγόρασα... ποιος μας λύτρωσε κοριτσάκι μου;
(Μπαίνει μέσα η Κοπέλα)
Κοπέλα: Δεν το έκανα για να πάρω το σπίτι. Άλλωστε δεν είχαμε πάει ακόμα στον δικηγόρο. Ούτε που θα πηγαίναμε δηλαδή... ήθελα μόνο να τους ανακουφίσω. Ακριβώς την ίδια ιστορία είχα δει με πρωταγωνιστές τους γονείς μου. Γι' αυτό ήθελα να τους δώσω την ανακούφιση. Για να τους λυτρώσω. Μόνο αυτό. Τίποτα άλλο.

Σκοτάδι
Τέλος


Copyright © Μάνος Καραβασίλης All rights reserved, 2022
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Hilda Goldwag (1912-2008, Old couple)