Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Ο ιερός γάμος της Ινάννα, ο Γκιλγκαμές και άλλοι ήρωες

Σφραγίδα του Adda, μια αρχαία ακκαδική κυλινδρική σφραγίδα που απεικονίζει (από τα αριστερά προς τα δεξιά) τις θεότητες Inanna, Utu, Enki και Isimud (περ. 2300 π.Χ.)


Ο Γκιλγκαμές ήταν ιστορικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον κατάλογο των βασιλέων του Σουμέρ[1], που βρέθηκε σε ανασκαφές, ο Γκιλγκαμές ήταν ο πέμπτος βασιλιάς της πρώτης δυναστείας της Ουρούκ, ο οποίος τοποθετείται στη Δεύτερη Πρώιμη Δυναστική Περίοδο του Σουμέρ (περίπου στα 2700-2500 π.Χ.). Στο έπος περιγράφεται κατά 2/3 θεός και ακαταμάχητος στη μάχη και κατά το 1/3 μόνο άνθρωπος, όπως ήδη αναφέραμε σε προηγούμενο κεφάλαιο. Το όνομά του είναι χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου, καθώς και τα ονόματα των γονιών του, Λουγκαλμπάντα και Νινσούν, που είναι σουμερικά. Η θεά Αρούρου, η οποία έπλασε τον Ενκιντού, είναι η σπουδαιότερη μητέρα-θεά του σουμερικού πανθέου και αναφέρεται με διάφορα ονόματα, όπως Νινμάχ, Νινχουρσάγκ και Νίντου. Όλοι οι θεοί που αναφέρονται στο έπος ανήκουν στο σουμερικό πάνθεο. Δυο άλλοι ήρωες, ο Ενμερκάρ και ο Λουγκαλμπάντα, βασιλιάδες της Ουρούκ, οι οποίοι προηγήθηκαν του Γκιλγκαμές, ενέπνευσαν στους ποιητές τέσσερα μεγάλα ποιήματα.
Ο Γκιλγκαμές ήταν βασιλιάς της Ουρούκ, πόλης που αναφέρεται στη Βίβλο με το όνομα Ερέχ και σήμερα ονομάζεται Ουάρκα. Εκτεταμένα ερείπια της Ουρούκ βρίσκονται σήμερα σε μια έρημο ανάμεσα στη Βαγδάτη και τη Βασώρα. Η πόλη περικλείεται από τείχη μήκους 11 χιλιομέτρων από την κατασκευή των οποίων αποδεικνύεται ότι κτίστηκαν κατά την πρωτοδυναστική περίοδο. Ήταν μια από τις πρώτες, μεγαλύτερες και πιο σημαντικές πόλεις του Σουμέρ όπου αναπτύχθηκε ο αστικός πολιτισμός. Οι κύριες θεότητες της Ουρούκ ήταν ο Αν (στα ακκαδικά Άνου), ο θεός του ουρανού, και η θεά Ινάννα (στα ακκαδικά Ιστάρ), η θεά του έρωτα και του πολέμου. Ο Εάννα, ο ναός της Ινάννας, ήταν γύρω από το Ζιγκουράτ, ένα μεγάλο συγκρότημα κτηρίων με πολυάριθμες αυλές. Ο ναός του Αν ήταν μικρότερος και στολισμένος με μωσαϊκά, που σχηματίζονταν από κώνους μαύρους, λευκούς και κόκκινους μπηγμένους στο πήλινο επίστρωμα των τοίχων και των κολόνων, σχηματίζοντας διάφορα γεωμετρικά σχέδια. Το Ζιγκουράτ έμοιαζε με πυραμίδα και αναπτύχθηκε βαθμιαία από ένα βάθρο, το οποίο έκτιζαν για να τοποθετηθεί ο ναός πιο ψηλά.
Παρόλο που δεν βρέθηκαν επιγραφές με το όνομα του Γκιλγκαμές στην Ουρούκ, υπάρχουν άλλα σουμερικά ποιήματα, τα οποία αναφέρουν επεισόδια που αφορούν τον Γκιλγκαμές σε σχέση με βασιλιάδες της Κις και της Ουρ. Ένα σουμερικό ποίημα, Ο Γκιλγκαμές και ο Άγγα, που αναφέρεται σε μια μάχη μεταξύ του Γκιλγκαμές της Ουρούκ και του Άγγα της Κις, γιου του Ενμεμπαράγγεσι, για την κυριαρχία του Σουμέρ, επιβεβαιώνεται από επιγραφές της εποχής εκείνης. Ο Ενμεμπαράγγεσι είναι ιστορικό πρόσωπο αποδεδειγμένο από δύο σύγχρονες επιγραφές. Την πρώτη γραπτή αναφορά στον Γκιλγκαμές τη συναντούμε σε μια πινακίδα από την Έμπλα της Συρίας, που χρονολογείται στην 25η εκατονταετηρίδα π.Χ. Εκτός από τον Σουμερικό κατάλογο των βασιλέων, μια επιγραφή από το τέλος της περιόδου Ουρ ΙΙΙ ή Πρώιμης Βαβυλωνιακής περιόδου, η λεγόμενη Επιγραφή του Τουμμάλ[2], μαρτυρεί ότι ο Γκιλγκαμές ξανάκτισε το τέμενος Νουμουνμπούρρα του θεού Ενλίλ στη Νιππούρ.
Δύο ακόμη σχετικά κείμενα έχουν έρθει στο φως: ένας ύμνος του Σούλγκι, βασιλιά της Ουρ (2094-2047 π.Χ.), προς τον Γκιλγκαμές και μια διήγηση, η οποία αφορά τον Γκιλγκαμές.
Ο Γκιλγκαμές όμως είχε γίνει και μυθικό πρόσωπο. Ο ιστορικός Γκιλγκαμές, ως βασιλιάς της Ουρούκ, ήταν ηγέτης και ανώτατος ιερέας. Οι ιδιότητες αυτές αποδίδονται και στον μυθικό Γκιλγκαμές. Στο ποίημα Ο θάνατος του Γκιλγκαμές, καθώς και στο Ο Γκιλγκαμές, ο Ενκιντού και ο Κάτω Κόσμος ο ήρωας συμβολίζει τον θεό της γονιμότητας Ντουμούζι, ο οποίος πεθαίνει και ανασταίνεται, ενώ στο Ο Γκιλγκαμές και η χώρα των ζώντων, στο Ο Γκιλγκαμές και ο ταύρος του ουρανού, καθώς και στο Ο Γκιλγκαμές και ο Άγγα είναι ο στρατιωτικός αρχηγός. Ο Γκιλγκαμές δηλαδή ένωνε στο πρόσωπό του και τις δύο όψεις του αξιώματος, τη μαγική-θρησκευτική και τη στρατιωτική. Η μαγική πλευρά εκφραζόταν στην ιεροτελεστία του Ιερού Γάμου, όπου ο βασιλιάς-ιερέας παντρευόταν μια θεότητα. Η τελετή αυτή είχε καθιερωθεί στην Ουρούκ από την πρώιμη εποχή της γραφής με την αντίληψη ότι ο γάμος αυτός εξασφάλιζε γονιμότητα και αφθονία για όλους. Οι μαγικές δυνάμεις των βασιλιάδων-ιερέων ακόμη και μετά τον θάνατό τους εξακολουθούσαν να ενεργούν από τον Κάτω Κόσμο στη γη, από όπου πηγάζουν οι δυνάμεις που κάνουν τα δέντρα και τα φυτά να μεγαλώνουν. Γι' αυτό συνέχιζαν να τους λατρεύουν με νεκρικές προσφορές. Μια σχετική μαρτυρία βρίσκουμε σ' ένα κείμενο λογαριασμού από μία σουμερική πόλη, την Γκίρσου, χρονολογημένο το 2400 π.Χ. περίπου. Από αυτό προκύπτει ότι έγιναν τέτοιες προσφορές για νεκρούς βασιλιάδες-ιερείς που θεωρούνταν ότι είχαν δυνάμεις γονιμότητας, σε μια ιερή τοποθεσία η οποία λεγόταν Η ακτή του Γκιλγκαμές (όχθη ποταμού).
Κατά την περίοδο Φάρα (περίπου 2600-2500 π.Χ.), καθώς και στην Πρώιμη Δυναστική Περίοδο της Λαγκάς (πριν τα μέσα του 24ου αιώνα π.Χ.) ο Γκιλγκαμές είχε θεοποιηθεί και οι Σουμέριοι του πρόσφεραν αναθήματα. Οι βασιλιάδες της Ουρ ΙΙΙ τον θεωρούσαν πρόγονο και προσωπικό θεό, καθώς από τότε ήδη οι βασιλιάδες θεοποιούνταν ακόμη και πριν να πεθάνουν.
Ο Γκιλγκαμές στην περίοδο της Ουρ ΙΙΙ (περίπου το 2100 π.Χ.) θεωρούταν ο βασιλιάς και κριτής του Κάτω Κόσμου και με αυτόν το ρόλο ήταν γνωστός στη μεσοποταμιακή μαγεία και θρησκεία κατά την 1η χιλιετία π.Χ. Με αυτή την ιδιότητα αναφέρεται και σε μαγικά κείμενα, όπου ζητούν την συμπαράστασή του εναντίον φαντασμάτων και γενικότερα των κακών πνευμάτων, ενώ έχουν βρεθεί ύμνοι στους οποίους μνημονεύεται ως κριτής του Κάτω Κόσμου. Μοιρολόγια, που πιθανόν γράφτηκαν στο πρώτο ήμισυ της 2ης χιλιετίας π.Χ., παρουσιάζουν τον Γκιλγκαμές ως μια μορφή του Ντουμούζι, του θεού που πεθαίνει και ανασταίνεται. Επίσης, όταν διάνοιγαν πηγάδια απευθύνονταν με ύμνους στον Γκιλγκαμές και όταν έβρισκαν νερό έκαναν σπονδή στον Σάμας, τον θεό του ήλιου, και στους Αννουνάκι, τους χθόνιους θεούς, γιατί πίστευαν ότι το πηγάδι τους ένωνε με τον Κάτω Κόσμο. Σε όψιμα ασσυριακά κείμενα αναφέρεται ότι χρησιμοποιούσαν «λίπος από την πύλη του Γκιλγκαμές» για θεραπευτικούς σκοπούς. Επίσης, ο Γκιλγκαμές αναφέρεται σε ερμηνείες ασσυριακών οιωνών. Στην πινακίδα ΧΙΙ ο Γκιλγκαμές δείχνει εξαιρετικό ενδιαφέρον για την κατάσταση των νεκρών. Ο E. Weidner στο βιβλίο του Handbuch der Babylonischer Astronomia ονομάζει τον μήνα Άμπου «μήνα του Γκιλγκαμές» και αναφέρει ότι για εννέα ημέρες γίνονταν αγώνες πάλης, για να τιμηθεί η παράδοση της πάλης του Γκιλγκαμές με τον Ενκιντού.
Το Έπος του Γκιλγκαμές διερευνά τη σημασία της ζωής και του θανάτου και εκφράζει τους φόβους και τις φιλοδοξίες του ανθρώπου. Ο Ενκιντού, που στην αρχή της ζωής του δεν διαφέρει από τα ζώα, δεν εξυψώνεται μόνο στο επίπεδο του ανθρώπου, αλλά και εξομοιώνεται με τους θεούς, με τον μόνο τρόπο που αυτό είναι δυνατό για τους ανθρώπους, με τη δύναμη της νόησης και του πολιτισμού. Έτσι, υπογραμμίζεται η ικανοποίηση, που προσφέρει στον άνθρωπο η πολιτισμένη ζωή.
Στο έπος θίγονται πολλά ακόμη από τα ζητήματα που απασχολούν αιώνια τον άνθρωπο, όπως η σχέση του ανθρώπου με τη φύση, ο πρωτόγονος άνθρωπος που εξημερώνεται και εκπολιτίζεται μέσω της σεξουαλικής εμπειρίας, η φιλία μεταξύ των δύο ηρώων, που θυμίζει το δίδυμο Αχιλλέα - Πατρόκλου ή Αλεξάνδρου - Παρμενίωνα, ο ρόλος της μοίρας και της ελευθερίας της ανθρώπινης βούλησης. Όπως και στο ομηρικό έπος ιδίως, οι θεοί παίρνουν μέρος στη δράση, παρακολουθούν τους ήρωες στην εκτέλεση των άθλων τους και τους προστατεύουν συχνά, στέλνοντάς τους προειδοποιητικά όνειρα.
Στη Μέση Ανατολή η υπόθεση βρήκε απεριόριστες δυνατότητες για ανάπτυξη. Ο άνθρωπος άφηνε τη φαντασία του να κυριαρχεί. Η κοινωνία ήταν βασισμένη στη φύση και εξαρτιόταν από τις κοσμικές δυνάμεις. Ο κόσμος ήταν γεμάτος ζωή και ο άνθρωπος, το κάθε ζώο ή και το κάθε φυτό ακόμη, είχε τη δική του ατομικότητα. Το κάθε φαινόμενο ήταν ένα ζωντανό ον. Ένα ξέφωτο στο μυστηριώδες δάσος είναι μια παρουσία που αποκαλύπτει την ποιότητά του, τη θέλησή του. Οι εμπειρίες είναι ατομικές, ο άνθρωπος βλέπει τα συμβαίνοντα ως ατομικά γεγονότα και, προκειμένου να τα εξηγήσει, πλάθει διηγήματα. Αντί να αναλύσει τα γεγονότα και να βγάλει λογικά συμπεράσματα, διηγείται μύθους. Δοκιμάζει μια μάχη ανώτερων δυνάμεων, που έχει άμεση επίδραση σε αυτόν και την προσωποποιεί. Οι μύθοι δεν είναι αλληγορίες, είναι τρόπος έκφρασης αφηρημένης σκέψης. Παρουσιάζουν τη μορφή με την οποία η εμπειρία έγινε συνειδητή. Ο μύθος παρουσιάζει μεταφυσική αλήθεια, χωρίς να αποτελεί θεωρητική ανάλυση και ζητάει επίμονα αναγνώριση από τους πιστούς.
Το έπος είναι πλούσιο σε μυθολογικό υλικό μεγάλης σημασίας για τη συγκριτική θρησκειολογία και είναι γεμάτο από επεισόδια ανθρώπινου ενδιαφέροντος. Επίσης, προσφέρει υλικό στους μελετητές της κλασικής φιλολογίας, στους ιστορικούς της φιλολογίας και της θρησκείας, στους ανθρωπολόγους, στους κοινωνιολόγους, στους λαογράφους και στους μελετητές της Βίβλου. Οι μύθοι και οι παραδόσεις της Μεσοποταμίας προσφέρονται για σύγκριση με τους μύθους για την κοσμογονία της αρχαίας Ελλάδας, αλλά και γενικότερα και για μελέτη της πνευματικής εξέλιξης της ανθρωπότητας. Οι αρχές του πολιτισμού αναμφίβολα ξεκινούν από τη Μεσοποταμία, από όπου ο υψηλός ελληνικός πολιτισμός πήρε την σκυτάλη, για να φθάσει στη φιλοσοφία που αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Οι Σουμέριοι τους μύθους δεν τους διηγόντουσαν απλά για να δώσουν πληροφορίες, αλλά τους δραματοποιούσαν για να αποδώσουν αρετές, που ζωντάνευαν με την απαγγελία. Ακόμη και σήμερα συναντούμε στη Μεσοποταμία τους τραγουδιστές «ράουι», που τραγουδούν για μυθικούς ήρωες, πρωταγωνιστές σε υπεράνθρωπα κατορθώματα.
Ένας τέτοιος μύθος είναι αυτός που αναφέρεται σ' έναν πολύ παλιό βασιλιά της Κις, τον Ετάνα, του οποίου το όνομα εμφανίζεται στον Κατάλογο των Σουμερίων βασιλέων. Ένας μύθος σχετικά μ' έναν αετό και ένα φίδι που κατοικούν στο ίδιο δέντρο εντάσσεται στο κεντρικό θέμα. Ένας βασιλιάς που δεν έχει παιδιά αναζητά να βρει ένα μαγικό φυτό για να εξασφαλίσει διάδοχο. Αποτελεί τον μόνο μύθο της Μεσοποταμίας του οποίου έχουν αναγνωριστεί αναπαραστάσεις, όπως κυλινδρικές σφραγίδες της ακκαδικής περιόδου (2390-2249 π.Χ.) απεικονίζουν το επεισόδιο στο οποίο ο Ετάνα ανεβαίνει στον ουρανό επάνω στη ράχη του αετού. Πιθανό είναι η διαμάχη μεταξύ του αετού και του φιδιού ν' αποτελούσε κάποτε ξεχωριστό μύθο. Η σουμερική ιστορία Ο Γκιλγκαμές και το δέντρο της Αλούμπ, η οποία αναφέρεται σ' ένα φίδι και σ' ένα πουλί, που κατοικούν σε μια λεύκα, ίσως ενισχύει αυτή τη θεωρία.
Η πινακίδα Ι αρχίζει με την ίδρυση της πόλης Κις, στην οποία έπαιξαν ρόλο οι μεγάλοι θεοί, τόσο οι Ιγκιγκί όσο και οι Αννουνάκι. Η Ινάννα (Ιστάρ) αναζητά σε γη και ουρανό έναν βασιλιά και ο Ενλίλ ψάχνει βάθρο για τον θρόνο. Δυστυχώς, οι τελευταίοι 120 στίχοι δεν σώθηκαν, αλλά κατά πάσα πιθανότητα σε αυτούς ο Ενλίλ και η Ινάννα (Ιστάρ) εξασφαλίζουν την άνοδο του Ετάνα στον θρόνο.
Στην πινακίδα ΙΙ εμφανίζονται ο αετός και το φίδι, που ζουν σε μια λεύκα στη σκιά του θρόνου. Οι δυο τους κάνουν μια συμφωνία να μην υπερβούν το όριο που έχει βάλει ο Σάμας και για αρκετό καιρό ζουν αρμονικά, εξασφαλίζοντας εναλλάξ λεία, που τη μοιράζονται μεταξύ τους και με τα μικρά τους. Μόλις, όμως, τα μικρά του αετού μεγαλώνουν και αναπτύσσονται:

Ο αετός έβαλε κακή σκέψη στην ψυχή του,
και στην ψυχή του μπήκε το κακό
Και αποφάσισε να φάει τα μικρά του φίλου του.

Αμέσως ο αετός παίρνει μια προειδοποίηση:

Ένα μικρό ξεπεταρούδι, ιδιαίτερα σοφό, μίλησε στον αετό, τον πατέρα του.
«Πατέρα, μην τρως. Το δίχτυ του Σάμας θα σε παγιδέψει. Οι παγίδες [με τις οποίες δόθηκε ο όρκος] του Σάμας θα σε αναποδογυρίσουν και θα σε παγιδέψουν».

Ο αετός όμως δεν δέχεται την προειδοποίηση. Περιμένει μέχρι το βράδυ. Μετά κατεβαίνει και τρώει τα μικρά του φιδιού. Το φίδι επιστρέφει, μεταφέροντας το φορτίο με το κρέας, και κοιτάζει επίμονα τη φωλιά του, που δεν ήταν στη θέση της. Το φίδι περιμένει όλη τη νύχτα τον αετό και το πρωί θρηνεί και επικαλείται τον Σάμας:

Σε εμπιστεύτηκα Σάμας, πολεμιστή,
και βοηθούσα τον αετό που ζει πάνω στα κλαδιά.
Τώρα τη φωλιά του φιδιού τη χτύπησε συμφορά.
Η φωλιά μου δεν είναι εκεί, ενώ η δική του είναι ασφαλής.
Τα μικρά μου χάθηκαν και τα μικρά του είναι ασφαλή.
Κατέβηκε και έφαγε τα μικρά μου!
Ξέρεις το κακό που μου 'κανε Σάμας!
Αλήθεια, Σάμας, το δίχτυ σου είναι φαρδύ όσο η γη,
η παγίδα σου πλατιά σαν τον ουρανό!
Ο αετός δεν πρέπει να ξεφύγει από το δίχτυ σου…

Ο Σάμας ακούει με προσοχή την επίκληση του φιδιού και δίνει οδηγίες σε αυτό να βρει έναν άγριο ταύρο (που περιμένει δεμένος), να ανοίξει τα σωθικά του και να κρυφτεί μέσα στο στομάχι του ταύρου. Πουλιά κάθε είδους θα έρθουν να φάνε τις σάρκες και ο αετός θα είναι ανάμεσά τους. Την ώρα που θα τρώει ο ίδιος ο αετός, το φίδι θα πρέπει να τον αρπάξει από το φτερό, να του κόψει τα φτερά και να τον ρίξει σ' έναν απύθμενο λάκκο, όπου θα μείνει να πεθάνει από την πείνα και τη δίψα.
Όλα προχωρούν σύμφωνα με το σχέδιο, αν και το εξαιρετικά σοφό αετόπουλο προσπαθεί πάλι να συγκρατήσει τον πατέρα του («Μην πας κάτω, πατέρα· ίσως το φίδι κάθεται και περιμένει μέσα στον άγριο αυτόν ταύρο»). Για ακόμη μια φορά ο αετός δεν δίνει σημασία στα λόγια του αετόπουλου και σύντομα, με σπασμένα τα φτερά του, βρίσκεται στα βάθη του λάκκου.
Τώρα είναι η σειρά του αετού να ικετέψει τον Σάμας και το κάνει κάθε ημέρα. Τελικά ο Σάμας ανταποκρίνεται:

Είσαι απαίσιος και έχεις πικράνει την ψυχή μου.
Έκανες πράξη ασυγχώρητη, απεχθή για τους θεούς.
Πεθαίνεις και κοντά σου δεν θα έρθω!
Αλλά έρχεται ένας άνδρας που σου στέλνω –άσ' τον να σε βοηθήσει.

Ο άνδρας είναι ο Ετάνα, που κι αυτός ικετεύει κάθε ημέρα τον Σάμας:

Κύριε, άσε τα λόγια να βγουν από το στόμα μου
και δώσε μου το φυτό της γέννησης,
δείξε μου το φυτό της γέννησης!
Διώξε την ντροπή μου και χάρισέ μου ένα γιο!

Ο Σάμας δίνει στον Ετάνα ακριβείς οδηγίες, πού να βρει τον εγκαταλειμμένο αετό, λέγοντάς του ότι το πουλί θα του δείξει τότε το φυτό της γέννησης.
Η πινακίδα ΙΙΙ αρχίζει με τον Ετάνα, που βρίσκει τον αετό μέσα στον λάκκο και του ζητάει να του δείξει το φυτό της γέννησης. Ο αετός αμέσως συμφωνεί αλλά πρώτα πρέπει ο Ετάνα να τον βοηθήσει να βγει από τον λάκκο. Έτσι, με μεγάλη υπομονή ο Ετάνα γιατρεύει τον αετό και του μαθαίνει να πετάει πάλι. Περνάει ένας μήνας, δύο μήνες, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι... περνάνε επτά μήνες:

Τον όγδοο μήνα τον βοήθησε να βγει από τον λάκκο.
Ο αετός, καλοταϊσμένος τώρα, ήταν δυνατός σαν άγριο λιοντάρι.
Ο αετός με δυνατή φωνή μίλησε στον Ετάνα:
«Φίλε μου, είμαστε πράγματι φίλοι, εσύ κι εγώ!
Πες μου τι θέλεις από μένα, κι εγώ θα σου το δώσω.».

Ο Ετάνα δεν χάνει χρόνο και ζητάει από τον αετό να του αλλάξει τη μοίρα, να του βρει το φυτό της γέννησης. Ο αετός το αναζητά μέσα στα βουνά, αλλά δεν μπορεί να βρει το φυτό. Έτσι, προτείνει στον Ετάνα να τον ανεβάσει στην πλάτη του:

Βάλε τα μπράτσα σου γύρω μου,
βάλε τα χέρια σου πάνω στα φτερά μου.

Ο Ετάνα βάζει τα μπράτσα του επάνω στα πλευρά του αετού και τα χέρια του επάνω στα φτερά του και πετούν ψηλά ένα μίλι. Ο αετός λέει στον Ετάνα: «Φίλε μου κοίτα κάτω τη χώρα. Πώς φαίνεται;». Ο Ετάνα απαντά ότι, η πλατιά θάλασσα δεν είναι πιο μεγάλη από μια στάνη. Τότε ανεβαίνουν άλλο ένα μίλι.

«Φίλε μου, κοίτα κάτω τη χώρα. Πώς φαίνεται;»
«Η χώρα έχει γίνει κήπος...
και η πλατιά θάλασσα δεν είναι μεγαλύτερη από έναν κουβά!»

Ο αετός και ο Ετάνα πετάνε άλλο ένα μίλι και ο αετός ρωτάει ξανά. Αυτή τη φορά όμως ο Ετάνα απαντά ότι δεν μπορεί καν να δει τη χώρα, ούτε να διακρίνει την πλατιά θάλασσα.

Φίλε μου, δεν μπορώ να πάω ψηλότερα στον ουρανό.
Γύρνα πίσω και άσε με να πάω πίσω στην πόλη μου!

Ο αετός τον φέρνει πίσω στη γη και ακολουθεί ένα κενό άγνωστης έκτασης, στο οποίο προφανώς επιστρέφουν στην Κις και ο Ετάνα βλέπει μια σειρά όνειρα, που τον αποθαρρύνουν από την προσπάθεια να φθάσει στον ουρανό. Ο αετός τον οδηγεί για άλλη μια φορά τρία μίλια ψηλά και φθάνουν στον ουρανό του Άνου. Ο αετός και ο Ετάνα περνούν την πύλη του Σιν, του Σάμας, του Αντάντ και της Ινάννα (Ιστάρ), υποκλίνονται και εκεί το κείμενο διακόπτεται. Δεν γνωρίζουμε τι συνέβη στον ουρανό του Άνου, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι κάποια στιγμή βρήκαν το φυτό της γέννησης, γιατί στον Κατάλογο των Σουμερίων βασιλέων τον Ετάνα διαδέχεται ο γιος του με το όνομα Μπαλί. Μάλιστα, επειδή το όνομα του διαδόχου του Ετάνα υπάρχει στον Κατάλογο των βασιλέων, γι' αυτό δεν είναι πιστευτή η εκδοχή ότι ο Ετάνα έπαθε ίλιγγο και έπεσε από την πλάτη του αετού.
Ένας ακόμη μύθος, που αφηγείται μεγάλα κατορθώματα ηρώων της Σουμερίας, είναι το Έπος του Ανζού, του επαναστάτη που διεκδικεί την ανώτατη εξουσία και χρησιμοποιεί την πονηριά και την απάτη για να επιτύχει τους σκοπούς του, οπότε πρέπει να βρεθεί ένας σωτήρας για να συντρίψει τον σφετεριστή σε ηρωικό αγώνα. Στην περίπτωση αυτή έχουμε τον κακό Ανζού, τον φτερωτό πτηνόμορφο γιο του Άνου.
Το Έπος του Ανζού αρχίζει με την τυπική έκφραση: «Τραγουδώ για…». Στην πρότυπη εκδοχή ο ήρωας είναι ο θεός του πολέμου Νινούρτα. Στην παλαιοβαβυλωνιακή εκδοχή, ο ήρωας είναι ο Νιγκιρσού, προστάτης θεός της πόλης Γκιρσού στην Κεντρική Μεσοποταμία. Αυτή η εκδοχή είναι γραμμένη συνοπτικά και διασώζεται μόνο ένα μικρό τμήμα της.
Η ιστορία αρχίζει μ' έναν πρόλογο, που παρουσιάζει τον Νινούρτα και μιλάει για τα κατορθώματά του. Στη συνέχεια οι θεοί αναφέρουν στον Ενλίλ τη γέννηση του Ανζού. Η πλήρης περιγραφή του είναι πολύ αποσπασματική, αλλά αυτό που σώζεται αναφέρει σκληρότητα, δύναμη και μανία. Αρχικά ο Έα πείθει τον Ενλίλ ν' αφήσει τον Ανζού να τον υπηρετήσει ως προσωπικός του σωματοφύλακας κι ο Ενλίλ αναθέτει στον Ανζού να φυλάει την είσοδο του δωματίου του. Παρουσία του Ανζού ο Ενλίλ συχνά κάνει το μπάνιο του στο ιερό νερό. Ο Ανζού κοιτάζει με μεγάλη επιθυμία:

Τα μάτια του κοιτούσαν επίμονα τα σύμβολα της δύναμης του Ενλίλ.
Το μεγαλοπρεπές του στέμμα, το ένδυμα της θεότητας,
Την Πινακίδα των Πεπρωμένων στα χέρια του. Ο Ανζού κοιτούσε.
Και κοιτούσε επίμονα το θεό του Ντουράνκι, τον πατέρα των θεών,
Και το 'βαλε σκοπό του να σφετεριστεί τη δύναμη του Ενλίλ.

Σύντομα οργανώνει το κακόβουλο σχέδιό του.

Και στην είσοδο του δωματίου απ' όπου συχνά κοιτούσε επίμονα, περίμενε την καινούργια μέρα.
Καθώς ο Ενλίλ έκανε το μπάνιο του στο ιερό νερό,
Γυμνός και με το στέμμα του στον θρόνο αφημένο,
Αυτός πήρε την Πινακίδα των Πεπρωμένων για τον εαυτό του,
Άρπαξε τη δύναμη του Ενλίλ.

Ο Ανζού πετάει μακριά και κρύβεται με τα θεϊκά εμβλήματα, κι ο Άνου αμέσως προστάζει να δολοφονήσουν τον Ανζού. Αρχικά καλεί τον γιο του, τον Αντάντ, να χτυπήσει τον Ανζού με την αστραπή, το όπλο του, υποσχόμενος σε αυτόν υπεροχή κατά τη συνέλευση των θεών εάν επιτύγχανε. Ο Αντάντ όμως δεν θέλει να πάει:

«Πατέρα, ποιος θα μπορούσε να ορμήσει στο απρόσιτο βουνό;
Ποιος από τους γιους σου τους θεούς θα είναι ο νικητής του Ανζού;
Γιατί αυτός πήρε την Πινακίδα των Πεπρωμένων για τον εαυτό του
Άρπαξε τη δύναμη του Ενλίλ· χάθηκαν οι ιεροτελεστίες!».

Ο Αντάντ αποχωρεί, λέγοντας ότι δεν θα αναλάβει την αποστολή. Στη συνέχεια οι θεοί καλούν τον Γκέρα να κάψει τον Ανζού με τη φωτιά, το δικό του όπλο. Ο Γκέρα απαντάει με τα ίδια ακριβώς λόγια που είχε αρνηθεί την αποστολή αυτή και ο αδελφός του, ο Αντάντ.
Οι θεοί καλούν μετά τον Σάρα, τον γιο της Ινάννα (Ιστάρ), να χτυπήσει τον Ανζού με το όπλο του (δεν είναι γνωστό ποιο ακριβώς είναι αυτό, γιατί εδώ το κείμενο είναι σπασμένο). Ο Σάρα αρνείται όμως και αυτός με τη σειρά του την ευκαιρία για δόξα με τα ίδια ακριβώς λόγια με τους δύο προηγούμενους. Στην τρίτη άρνηση οι θεοί πέφτουν σε σιωπή και απελπισία. Ο Έα, ο άρχοντας της ευφυΐας, συλλαμβάνει τότε μια ιδέα. Καλεί τη Μπέλετ-ίλι, τη μεγάλη μητέρα-θεά, να δημιουργήσει τον ευρύστερνο Νινούρτα, τον «υπέροχο αγαπημένο της». Πράγμα που το κάνει αυτή, μαζί με μια εμπνευσμένη έκκληση:

Άνοιξε μονοπάτι, σταμάτα το χρόνο,
ας χαράξει το φως για τους θεούς που δημιούργησα.
Συγκέντρωσε τις καταστροφικές πολεμικές σου δυνάμεις.
Κάνε τους μοχθηρούς ανέμους σου να αστράψουν, καθώς προχωρούν κατά πάνω του.
Αιχμαλώτισε τον Ανζού που πετάει
Και πλημμύρισε τη γη, που εγώ έφτιαξα –γκρέμισε το σπίτι του.
Ας τον κατακεραυνώσει ο τρόμος,
Ας τον ταρακουνήσει ο φόβος, η πολεμική σου δύναμη
Κάνε τις καταστροφικές θύελλες να σηκωθούν εναντίον του,
Βάλε το βέλος στο τόξο, άλειψέ το με δηλητήριο.

Με αυτόν τον τρόπο παρακινημένος ο Νινούρτα, παρατάσσει τους επτά μοχθηρούς ανέμους «που χορεύουν στη σκόνη». Συγκεντρώνει μια τρομακτική δύναμη μάχης.

Ο Ανζού και ο Νινούρτα συναντήθηκαν στην πλαγιά του λόφου.
Ο Ανζού τον κοίταζε, τρέμοντας από την οργή του,
Γύμνωσε τα δόντια του σαν δαίμονας ούμου· ο λαμπερός μανδύας του κάλυψε το βουνό,
βρυχώταν σαν λιοντάρι σε ξαφνική μανία…

Ακολουθεί μια τρομερή μάχη:

Σύννεφα θανάτου έριχναν βροχή, ένα βέλος άστραψε
Σφύριξε, η δύναμη της μάχης μούγκρισε ανάμεσά τους.

Ο Νινούρτα τεντώνει το τόξο του και στέλνει άλλο ένα βέλος, αλλά ο Ανζού, κρατώντας την Πινακίδα των Πεπρωμένων, εύκολα το απομακρύνει. Ο Νινούρτα στέλνει να ζητήσει συμβουλή από τον Έα. Ο Έα λέει στον αγγελιοφόρο:

Μην αφήσετε τη μάχη να χαλαρώσει, εξασφαλίστε τη νίκη!
Εξουθενώστε τον ώστε να πέσουν τα φτερά του στη θύελλα της σύγκρουσης.
Πάρε ένα ακόντιο και ρίξ' το πίσω από τα βέλη σου
Και κόψε τα φτερά του, βγάλε και το δεξί και το αριστερό…

Ο αγγελιοφόρος επιστρέφει στον Νινούρτα και επαναλαμβάνει τη συμβουλή του Έα ακριβώς με τις λέξεις που του είπε. Ο Νινούρτα παρατάσσει για άλλη μια φορά τους επτά μοχθηρούς ανέμους και μπαίνει ξανά στη μάχη.
Σε αυτό το συναρπαστικό σημείο η πινακίδα ΙΙ τελειώνει. Η αρχή της πινακίδας ΙΙΙ είναι πολύ αποσπασματική, αλλά φαίνεται ότι κυριαρχεί η καταστροφή. Μέσα στη φωτιά και τον ζόφο της συμπλοκής ένα βέλος του Νινούρτα διαπερνά την καρδιά και τους πνεύμονες του Ανζού και σκοτώνει το φοβερό πουλί. Ο Νινούρτα ξαναπαίρνει την Πινακίδα των Πεπρωμένων και στέλνει τα καλά νέα, πετώντας πίσω στους θεούς. Το έπος τελειώνει με παραδοσιακό τρόπο:

Εσύ αιχμαλώτισες τον Ανζού, τον σκότωσες παρά την παντοδυναμία του,
Σκότωσες τον φτερωτό Ανζού παρά την παντοδυναμία του.
Επειδή ήσουν τόσο γενναίος και σκότωσες το βουνό,
Έκανες όλους τους εχθρούς να γονατίσουν στα πόδια του Ενλίλ, του πατέρα σου.
Νινούρτα, επειδή ήσουν τόσο γενναίος και σκότωσες το βουνό,
Έκανες όλους τους εχθρούς να γονατίσουν στα πόδια του Ενλίλ, του πατέρα σου. Κέρδισες πλήρη εξουσία, κάθε τελετουργία.

Ακολούθως οι θεοί τον προσφωνούν με είκοσι περίπου τιμητικά ονόματα.
Όλα τα έπη τραγουδιόταν από τους Σουμέριους τροβαδούρους. Το ίδιο συνέβαινε και με το Έπος του Γκιλγκαμές. Ο Kramer αναφέρει όμως ότι το ακκαδικό έπος δανείστηκε πολλά στοιχεία από τους σουμερικούς μύθους, αλλά η διαφορετική έκταση και ο χαρακτήρας των σουμερικών μύθων ως «ξεχωριστών, αποσυνδεμένων επεισοδίων» τα κάνουν να φαίνονται σαν ανεξάρτητες ιστορίες, που δεν αποτελούσαν μέρος ενός ολοκληρωμένου ποιητικού έργου. Η συρραφή αυτών των μύθων σε ενιαίο σύνολο με την εξελισσόμενη πλοκή, που συνδέει τα γεγονότα, έγινε, όπως συμπεραίνει ο Kramer, από τους Βαβυλώνιους συγγραφείς στα ακκαδικά μετά από προσεκτική αναθεώρηση του μύθου. Έτσι, τα αρχικά επεισόδια υπέστησαν κάποιες αλλαγές προκειμένου να δεθούν μεταξύ τους για να εξυπηρετήσουν την κεντρική ιδέα, την οποία αναπτύσσει το έπος. Η διαφορά στην έκταση δεν αποτελεί βέβαια απόδειξη ότι τα επεισόδια ήταν αποσυνδεμένα. Ο Matouç όμως σε μια μελέτη του επισημαίνει δύο στοιχεία που συνηγορούν για την αντίθετη άποψη: α) τα κείμενα Ο Γκιλγκαμές, ο Ενκιντού και ο Κάτω Κόσμος και Ο Κατακλυσμός αρχίζουν με μυθολογικές εισηγήσεις, ένα στοιχείο που χαρακτηριστικά εμφανίζεται στην αρχή μιας σύνθεσης και β) το ποίημα Ο Γκιλγκαμές και η χώρα των ζώντων και το ποίημα Ο Γκιλγκαμές και ο Άγγα αναφέρονται στους σουμερικούς φιλολογικούς καταλόγους ξεχωριστά με τίτλους τις αρχικές τους φράσεις.
Η συνοχή του έπους φαίνεται από επαναλήψεις και στερεότυπες διατυπώσεις, που βρίσκουμε σε όλη την έκτασή του. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής με τον Ενκιντού συμβαίνει κάτι κάθε είκοσι λεύγες. Κάθε είκοσι λεύγες σταματούν να φάνε και σε άλλες είκοσι σταματούν για να κοιμηθούν. Το ίδιο επαναλαμβάνεται και όταν ο Γκιλγκαμές ταξιδεύει με τον Ουρσανάμπι, τον βαρκάρη του Ουτ-Ναπιστίμ. Συχνή είναι η σκηνή στην οποία ο Γκιλγκαμές και ο Ενκιντού πιάνονται από το χέρι. Ο Γκιλγκαμές παίρνει το τσεκούρι στο χέρι του στο Δάσος των Κέδρων, αλλά και όταν πάει να συναντήσει τον Ουρσανάμπι. Παρομοιάζει τον Ενκιντού με το τσεκούρι στο πλευρό του. Πολλές σκηνές αρχίζουν με τη λέξη χαραυγή. Συχνά χρησιμοποιούνται όνειρα για να προειδοποιήσουν τους ήρωες. Επίσης, στερεοτυπικά επαναλαμβάνεται η σκηνή στην οποία ο Γκιλγκαμές πλένεται, λούζεται και φοράει καθαρά ρούχα. Απ' όλα αυτά πηγάζουν πολλές πληροφορίες για τις συνήθειες της μεσοποταμιακής κοινωνίας και μπορούμε να εκτιμήσουμε τις τότε κοινωνικές συνθήκες. Για παράδειγμα, η πινακίδα ΧΙΙ μας αποκαλύπτει τη σημασία που είχε τότε η οικογένεια στην κοινωνική δομή.
Παρατηρούμε συχνά προτάσεις και την εκτέλεσή τους, μηνύματα και την παράδοσή τους. Επαναλήψεις λόγων, παρόμοιες εισαγωγές σε διαδοχικά επεισόδια αναφέρονται με τους ίδιους σχεδόν όρους. Παράδειγμα οι συναντήσεις του Γκιλγκαμές με την θεϊκή ταβερνιάρισσα, την Σιντούρι, τον βαρκάρη του Ουτ-Ναπιστίμ, τον Ουρσανάμπι, και τον ίδιο τον Ουτ-Ναπιστίμ. Όλοι τον προσφωνούν με τον ίδιο τρόπο και αυτός απαντά με τα ίδια λόγια.
Τα επεισόδια του ακκαδικού έπους βασίστηκαν σε μερικούς σουμερικούς μύθους, αλλά δεν είχαν ενσωματωθεί στο έπος ως αναπαραγωγή αλλά ως δημιουργική παραλλαγή, διατηρώντας μόνο σε γενικές γραμμές την πλοκή των πρωτοτύπων.
Ο Ενκιντού στα σουμερικά ποιήματα αναφέρεται ως υπηρέτης του Γκιλγκαμές, ενώ στο ακκαδικό έπος γίνεται φίλος και αδελφός του Γκιλγκαμές. Το χαρακτηριστικό θέμα της φιλίας χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει τη συγκλονιστική εμπειρία, που προξένησε στον Γκιλγκαμές ο θάνατος του Ενκιντού, και την επίμονη αναζήτηση της αθανασίας, μια συνέπεια που θα ήταν λιγότερο αληθοφανής, αν ο Ενκιντού ήταν απλώς υπηρέτης –παρόλο που δυο φορές τον αποκαλεί τρυφερά φίλο του.
Στο Έπος του Γκιλγκαμές υπάρχει έντονος συμβολισμός. Τον Γκιλγκαμές συμπαραστέκεται και συμπληρώνει ο άγριος και πρωτόγονος Ενκιντού. Ο άνθρωπος, όταν εντάσσεται σ' ένα κοινωνικοπολιτικό σύστημα, απομακρύνεται από την πιο ελεύθερη, την πιο άγρια πλευρά του εαυτού του, από το πνεύμα της φύσης. Σύντομα όμως του δημιουργείται η ανάγκη επανασύνδεσης με τις φυσικές του καταβολές. Γι' αυτό δημιουργείται ο Ενκιντού, για να συμπληρώσει τον Γκιλγκαμές. Ο Ενκιντού και ο Γκιλγκαμές αντιπροσωπεύουν την ένωση της ύλης και του πνεύματος, μετουσιώνοντας ο ένας τον άλλον· αντιπροσωπεύουν τον αγώνα και τη συμφιλίωση ανάμεσα στη φυσική και την πολιτισμένη πλευρά του ανθρώπου. Ο Ενκιντού περνά από τα ίδια στάδια που πέρασε η ανθρωπότητα για να φθάσει στον πολιτισμό, από πρωτόγονος περνά στη βουκολική ζωή, για να καταλήξει στην πόλη. Άξιο προσοχής είναι το γεγονός ότι ο εκπολιτισμός του γίνεται μέσω της σεξουαλικής επαφής με τη γυναίκα, που πιθανώς συμβολίζει την εμβάθυνση και το πέρασμα στον άλλον. Το δάσος συμβολίζει τα σκοτάδια της ψυχής. Ο Γκιλγκαμές για να περάσει τα όρια του υποσυνείδητου και να επιστρέψει πρέπει να μάθει κάποια τεχνάσματα και στη συνέχεια να κατορθώσει να παραπλανήσει τους φύλακές του ουράνιου βασιλείου, για να μάθει το μυστικό της αθανασίας από τον ήρωα του Κατακλυσμού. Η μοναδική όμως ευκαιρία για να κερδίσει ο άνθρωπος την αθανασία χάνεται από αμέλεια και επιπολαιότητα. Επίσης, συμβολική είναι και η επαναλαμβανόμενη χρήση του αριθμού επτά. Ο Κατακλυσμός κράτησε επτά ημέρες. Ο Χουμπάμπα φοράει επτά μανδύες. Η Ινάννα (Ιστάρ) βγάζει επτά ρούχα πριν μπει στον Κάτω Κόσμο. Με εντολή του Έα η ανθρωπότητα δημιουργείται και πάλι από επτά άνδρες και επτά γυναίκες. Ο Ταύρος του Ουρανού συμβολίζει επτά ισχνά χρόνια.



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε τη σφραγίδα του Adda, μια αρχαία ακκαδική κυλινδρική σφραγίδα που απεικονίζει (από τα αριστερά προς τα δεξιά) τις θεότητες Inanna, Utu, Enki και Isimud (περ. 2300 π.Χ.)
Σημ. επιμ.: Έχει διατηρηθεί η μεταγραφή των ονομάτων κατά την επιλογή του συγγραφέα.

[1] Κατάλογος Βασιλέων: πρώτος είναι ο Μεσκιάγγασερ που χαρακτηρίζεται ως «γιος του ήλιου», που «μπήκε στη θάλασσα και ανέβηκε τα βουνά». Ακολουθεί ο γιος του, ο Ενμερκάρ, ο πρώτος της Ηρωικής Εποχής. Κατόπιν είναι ο Λουγκαλμπάντα. Ο Λουγκαλμπάντα θεοποιήθηκε μετά τον θάνατό του. Κάποιοι βασιλιάδες του Σουμέρ τους θεωρούσαν θεϊκούς προγόνους του.
[2] Συνοικία της Νιππούρ.

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα