Ξεπλένεται του ανθρώπου το αίμα, τι θαρρείς... / αστράγγιστο το καταπίνει η γη [...] Κι αν είν' για κάτι να δικάσω τα νερά / για τούτο τ' άδικο μονάχα τα δικάζω: / π' ούτε μια θάλασσα, μια λίμνη έστω, / ποτάμι ένα, / έστω και μια πηγούλα τοσηδά / τ' άλικο «της θυσίας» το νερό δεν κράτησαν / κόκκινο, κατακόκκινο, ως τα χείλη τους ψηλά.
Είναι μόνο μερικοί στίχοι από όσους μπορούμε να διαβάσουμε στο οπισθόφυλλο της τέταρτης ποιητικής συλλογής της Αναστασίας Β. Μήτσου, Μπαλάντα της βροχής, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Με έναν τέτοιο τίτλο και αυτούς τους στίχους γραμμένους στη «βιτρίνα», φυσικά και περιμένεις να βρεις το υδάτινο στοιχείο να πρωταγωνιστεί, να έχει καίρια σημασία, να σημειολογεί, να αποκτά σημαίνοντα ρόλο (και όπως αλλιώς θες να το πεις)... Πράγματι, το ύδωρ «μιλάει» πολύ με κάθε του μορφή ενώ, με έναν τρόπο, η ίδια η δημιουργός σε έχει ωθήσει να εστιάσεις εκεί οπότε σίγουρα δεν προσπερνάς εν τάχει τις βροχές, τα δάκρυα, τις λίμνες, τα ποτάμια, τους καταρράκτες και παράλληλα τις ακροθαλασσιές, τα υποθαλάσσια, τα υδάτινα κ.ο.κ. που απαντώνται.
Η κυρία Μήτσου, αν έπρεπε να γράψω σε μία φράση την εντύπωσή μου από το βιβλίο της, αποδίδει μέγιστη σημασία σ' αυτό που αποτελεί την απαρχή της ζωής, το μεγαλύτερο μέρος του σώματός μας άρα της σύστασής μας και μαζί σ' αυτό όπου στραγγίζουν από κτίσεως κόσμου τα πάντα! Το νερό που γεννά, που αναγεννά αλλά και το νερό που καθαρίζει, που ξεπλένει. Και υπό αυτό το πρίσμα, όλα είναι νερό ή όλα από νερό.
Περισσότερο από όλα όσα μπορούν να φοβίσουν ή να απασχολήσουν έναν άνθρωπο, ο θάνατος –τι άλλο; Όλοι οι φόβοι έχουν στη ρίζα τους ένα κοινό: τον φόβο του θανάτου· από αυτόν ξεκινάνε τα δεινά, οι ανασφάλειες, τα πάθη, οι προβληματισμοί, τα άγχη... κι αυτόν τον φόβο-θάνατο «αποκωδικοποιεί» η δημιουργός εντοπίζοντας πολλά επιμέρους σημεία-σημάδια (του). Για να το επιτύχει στο έπακρο έχει μια ροπή προς διάφορες λέξεις από θήτα. Τις παρατηρώ με επιμέλεια καθώς διαβάζω και προσέχω τον ρόλο τους στα γραφόμενα και στον τρόπο που επιδρούν στα νοήματα και στις εικόνες. Υγρά σύμφωνα (στο πλαίσιο του «νερού») και λέξεις του θήτα (στο πλαίσιο του θανάτου). Μια συνέπεια που ακόμα κι όταν αναφέρεται ή ονοματίζει τον Θεό/έναν θεό, εμένα μου προσθέτει ακόμα ένα «θήτα» μέσα στα τόσα άλλα: του θρήνου, του θάρρους, της θλίψης, του θαύματος, της θυσίας, του θερισμού, των θεατών, του θαμπώματος, του θυρεού, της θέασης, της θύμησης, του θυμού... Φυσικά εκεί που «συναντιέται» το ένα σημείο (νερό) με το άλλο (θήτα/θάνατος) είναι η θάλασσα· καθόλου τυχαία η μέγιστη «συνεισφορά» της σε όλη την έκταση.
Ω! μόνο αυτό–ΤΟ ΝΕΡΟ–γεύτηκε την Ιστορία ολάκερη:σ' αυτό στραγγίζουν από κτίσεως κοσμουαίματα, δάκρυα, πλύματα,μοσχοβολήματα, ίδρωτες τρόμου,χολές και φοβισμένων έμετοι,του θανάτου, της γέννας ραντίσματα.
Είναι όμως πράγματι έτσι; Δεν έχω την απάντηση ή, τουλάχιστον, δεν έχω μία απάντηση ως προς αυτό. Αυτό που ξέρω όμως είναι ότι σε εμένα έτσι λειτούργησαν οι στίχοι.
Μια παγκόσμια οπτική, πανανθρώπινη, ιστορική και πανάρχαια όσο αιώνια, η ματιά της κυρίας Μήτσου βλέπει, πέρα από το προσωπικό, το ατομικό ή το τοπικό ζήτημα, την μεγάλη εικόνα, που χωράει όλη την ιστορία του κόσμου, κάθε γωνιά αυτού, όλες τις εκδοχές και όλα τα πρόσωπα. Κι ας επικεντρώνεται παροδικά σε ένα από όλα (όπως στο παράδειγμα της Χελίν Μπόλεκ).
Το ύφος της περιλαμβάνει και κάποιες προσωπικές της επιλογές ορθογραφίας όπως όταν γράφει «μάννα». Με δύο νι, που αλλού τα τσιγκουνεύεται αλλά στη μάνα τα διπλασιάζει προσφέροντας μέγιστο ρόλο σε εκείνη που φροντίζει για τη ζωή: να τη φέρει στον κόσμο, να την προστατεύσει, να την στηρίξει με όλο της το είναι.
Το βιβλίο αποτελεί μια άκρως ενδιαφέρουσα εμπειρία ανάγνωσης, πλούσια εικόνων, νοημάτων, συναισθημάτων και προσφέρεται για κάθε κοινό. Συνδυάζει την αμεσότητα με την καλλιέργεια, που αναζητά ο πιο «ψαγμένος» φιλαναγνώστης, σε ένα μείγμα άκρως γοητευτικό και συναρπαστικό.
Διαβάστε το!