Τα «Ματωμένα χώματα» είναι μυθιστόρημα της Διδώς Σωτηρίου και καταγράφει τις περιπέτειες του Μανώλη Αξιώτη που ζει στον Κιρκιτζέ της Μικράς Ασίας ώσπου, με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου πολέμου, αναγκάζεται μαζί με άλλους μη οθωμανούς υπηκόους να δουλέψει στα αμελέ ταμπουρού (τάγματα εργασίας), στη συνέχεια, με τη νίκη της Ελλάδας στο πλευρό της Αντάντ και την άφιξη του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη το 1919, να υπηρετήσει ως στρατιώτης και τελικά να ζήσει από κοντά το σπάσιμο του μετώπου, την καταστροφή της Σμύρνης και την προσφυγιά. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου ξεπηδάνε όλα τα κοινωνικά, οικονομικά και ιστορικά γεγονότα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και το μυθιστόρημα καταγράφει ακριβοδίκαια και με λυρισμό χαρές και λύπες, τραγωδίες και ελπίδες, δολοφονίες και καταστροφές. Ο Γιώργος Παλούμπης (που είναι και ο σκηνοθέτης της παράστασης) και ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος ανέλαβαν τη διασκευή του εμβληματικού αυτού έργου και δημιούργησαν μια παράσταση δύο ωρών γεμάτη σεβασμό απέναντι στο βιβλίο αλλά και μια φρέσκια, διαφορετική ματιά.
Σε γενικές γραμμές είναι μια παράσταση με σκληρές εικόνες, πρωτότυπη μουσική σύνθεση και καθόλου κουραστική. Χάρη σ' ένα video wall στο φόντο μπορούμε να παρακολουθήσουμε χωρίς να χαθούμε τις εξελίξεις στη ζωή του Μανώλη Αξιώτη, μιας και υπάρχουν αρκετά πρωθύστερα, από το 1915 στο 1922 κι από κει πίσω στο 1919 και τανάπαλιν, είναι όμως μια μέθοδος αφήγησης που δεν κρατάει πολύ και δε χάνεται η ροή των γεγονότων. Στο φόντο λοιπόν εμφανίζονται τα έτη της σκηνικής δράσης, λεπτομέρειες όπως νύχτα ή μέρα, φωτογραφίες από το θέατρο της Σμύρνης (με το οποίο ξεκινάει η παράσταση) και από την πυρπόληση του 1922 (ρίγησα από την εκκωφαντική σιωπή στα πλάνα και ταυτόχρονα στην πλατεία του θεάτρου όπου ήμουν), καθώς και πρωτότυπες σκηνοθετικές λύσεις που ακόμη δεν έχω καταλήξει αν μου άρεσαν ή όχι, όπως η μεγάλη φωτιά της πόλης που αποδίδεται εν είδει θεάτρου σκιών, με τα χάρτινα σπίτια και μια μεγάλη φωτιά να περνάει από πάνω τους. Οι εναλλαγές των σκηνών γίνονται γρήγορα αλλά όχι βιαστικά, έχουμε τον χρόνο να εμπεδώσουμε τα όσα διαδραματίστηκαν πριν και τα όσα πρόκειται να δούμε μετά, με τους ηθοποιούς σε άψογη σκηνοθεσία να πηγαινοφέρνουν τα απαραίτητα αντικείμενα, να κάνουν τις αντίστοιχες μεταμφιέσεις (μιας κι οι περισσότεροι παίζουν διπλούς και τριπλούς ρόλους) και να δημιουργούν ένα αέναο μελίσσι, του οποίου όμως η βουή δεν είναι αποτέλεσμα εργατικότητας και χαράς αλλά ο απόηχος από την καταστροφή που έρχεται με μαθηματική ακρίβεια.
Ο κύριος Νικήτας Τσακίρογλου βρίσκεται στα αριστερά της σκηνής και υποδύεται τον Μανώλη Αξιώτη σε μεγαλύτερη ηλικία. Αφηγείται τα γεγονότα, σχολιάζει, παρεμβαίνει, επεξηγεί, με μετρημένο στόμφο και διακριτικότητα απέναντι στα δρώμενα. Καθιστός και στάσιμος αλλά ξεχειλίζει από ενέργεια και πάθος, βιώνει ξανά και ξανά τα γεγονότα και το δάκρυ του στην τελευταία ατάκα του έργου διασταυρώθηκε με το δικό μου. Ο Μιχάλης Σαράντης στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι αεικίνητος, δίνει σπουδαίες ερμηνείες και δε σταματάει λεπτό να μεταμορφώνεται υποκριτικά, να αλλάζει εμφανισιακά, να μεταβαίνει από τη μια ψυχική κατάσταση στην άλλη. Ανέμελος γεωργός, υποταγμένος, εξουθενωμένος, άρρωστος εργάτης, γεμάτος ελπίδες φυλακισμένος, ερωτευμένος άντρας, περήφανος Έλληνας, γενναίος στρατιώτης, ανθρώπινος, ζεστός και γλυκός νεαρός, γεμάτος πόνο, φόβο και τρόμο όταν σπάει το μέτωπο και αγωνίζεται να προστατέψει την οικογένειά του. Δίπλα του, στο ίδιο μοτίβο, ο Αντίνοος Αλμπάνης, καταφέρνει να σταθεί επάξια δίπλα του και να μη χαθεί ούτε να «σκεπάσει» ερμηνευτικά τον συνοδοιπόρο του σε αυτό το μαγικό θεατρικό ταξίδι Μιχάλη Σαράντη. Κάποια στιγμή που δραπετεύουν για να επιστρέψουν κρυφά στα σπίτια τους, ανήσυχοι από τα τελευταία νέα που μαθαίνουν, το ταξίδι τους αυτό αποδίδεται στο video wall ως παράσταση θεάτρου σκιών (φιγούρες φτιαγμένες από τον Σπύρο Αγγελόπουλο), κάτι που δίνει μεν σκηνική οικονομία, είναι όμως από τις καινοτομίες που δεν έχω αγκαλιάσει ακόμη με ζέση. Δίπλα τους κινείται μια πλειάδα εκλεκτών ηθοποιών για τους οποίους δεν μπορώ να γράψω ξεχωριστά και να επαινέσω ατομικά γιατί δημιούργησαν ένα αρραγές σύνολο που ζωντάνεψε μια αγροτική κοινωνία, ένα στρατιωτικό άγημα, ένα μπουλούκι υπόδουλων εργατών, ένα σμάρι που έτρεχε αλαφιασμένο να σωθεί με τη φωτιά της Σμύρνης και τόσα άλλα «κάδρα». Ένταση, υποκριτική δεινότητα, διαρκείς μεταμορφώσεις, δεμένοι άρτια μεταξύ τους με σπάνια χημεία αποτελούν έναν υποδειγματικό θίασο που με ενέταξε στη ζωή των χαρακτήρων που υποδύονται.
Η σκηνοθετική πρωτοτυπία του Γιώργου Παλούμπη, με τις σωστές σκηνικές λύσεις και την καλοσχεδιασμένη εξέλιξη του έργου, συναντάει αυτήν της μουσικής του Κώστα Νικολόπουλου. Μια παράσταση για τη Μικρά Ασία χωρίς να ακούγονται αμανέδες και παραδοσιακά όργανα γίνεται; Ναι και κατ' εμέ μάλλον με μεγάλη επιτυχία. Ποτέ δεν περίμενα πως γνώριμο μουσικό τέμπο θα μπορούσε να δώσει μεγαλύτερη ένταση και να γεννήσει περισσότερα συναισθήματα αν αποδοθεί με ηλεκτρική κιθάρα, ντραμς και μπάσο! Η μουσική επένδυση είναι εύστοχη, βαδίζει στα χνάρια της παραδοσιακής μουσικής αλλά ανοίγει ένα εντελώς δικό της μονοπάτι προς τα ροκ ακούσματα, που με εξέπληξε ευχάριστα. Οι επί σκηνής μουσικοί μάλιστα Αθηνόδωρος Καρκαφίρης και Βαγγέλης Παρασκευαΐδης είναι απόλυτα εναρμονισμένοι με τις σκηνικές εξελίξεις και μπαίνουν εύστοχα και καίρια όπου δει.
Οι φωτισμοί του Βασίλη Κλωτσοτήρα κινούνται με τον ίδιο ρυθμό, κάνοντάς με να καρδιοχτυπώ διπλά από την υποβλητικότητα. Τα σκηνικά της Νατάσας Παπαστεργίου είναι χρηστικά και πρακτικά, μεταφέρονται εύκολα και αποδίδουν σωστά το κλίμα και την ατμόσφαιρα της εκάστοτε πράξης ενώ τα κοστούμια της ίδιας (μαζί της εργάστηκε και η Έλενα Γιαννίτσα) είναι προσεκτικά μελετημένα και σχεδιασμένα για να αποτυπώνουν τις εμφανίσεις της εποχής.
«Ματωμένα χώματα», ποτισμένα από τη φρίκη και τον όλεθρο. Μια ιστορία πόνου, φρίκης και τραγωδίας ζωντανεύει ευρηματικά και με σεβασμό απέναντι στο πρωτότυπο κείμενο σε μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσει κανείς ώστε να μάθει, να κατανοήσει, να βιώσει, να συγκινηθεί και να συνειδητοποιήσει τι συνέβη 100 χρόνια πριν.
Συντελεστές:
Σκηνοθεσία: Γιώργος Παλούμπης
Θεατρική προσαρμογή: Γιώργος Παλούμπης, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Σκηνικά: Νατάσσα Παπαστεργίου
Φωτισμοί: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Μουσική σύνθεση: Κώστας Νικολόπουλος
Σχεδιασμός ήχου/ηχοληψία: Χρήστος Λαμπρόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Γιώργος Λόξας
Κοστούμια: Έλενα Γιαννίτσα, Νατάσσα Παπαστεργίου
Βοηθός σκηνογράφου: Μαρία Σιαβίκη
Επιμέλεια κίνησης: Βρισηίδα Σολωμού
Βοηθός ενδυματολόγου: Τζούλια Κατζηλέλη
Φιγούρες θεάτρου σκιών: Σπύρος Αγγελόπουλος
Επικοινωνία: Μαρία Αδαμοπούλου, Ελένη Λίλη, Χαρούλα Λώλη
Φωτογραφίες: Σταύρος Χαμπάκης
Βίντεο promo και θεάτρου σκιών: Θωμάς Παλυβός
Κατασκευή σκηνικών: Μιχάλης Λαγκουβάρδος, Παναγιώτης Λαλουδάκης
Παίζουν:
Νικήτας Τσακίρογλου, Μιχάλης Σαράντης, Αντίνοος Αλμπάνης, Θάνος Αλεξίου, Στέλιος Δημόπουλος, Μαρία Νεφέλη Δούκα, Τζένη Κόλλια, Φώτης Λαζάρου, Δάφνη Λιανάκη, Ευθύμης Ξυπολιτάς, Παναγιώτα Παπαδημητρίου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Κώστας Φυτίλης, Aντώνης Χρήστου
Μουσικοί επί σκηνής: Αθηνόδωρος Καρκαφίρης και Βαγγέλης Παρασκευαΐδης