Ήρθες

Μάνου Καραβασίλη

Πίνακας Jerzy Treit (ακρυλικό σε καμβά)

Σκηνικό ένα δωμάτιο

1

Γυναίκα: Ήρθες. Επιτέλους ήρθες, φώναξε η μητέρα μου με την ευτυχία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της. Έλαμπε στ' αλήθεια ολόκληρη, άστραφτε από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Αμ, ο πατέρας μου; Άλλος ευτυχισμένος άνθρωπος. Και αυτός έλαμπε, έλαμπε ολόκληρος, ήταν χαρούμενος, αλλά έκλαιγε, έκλαιγε από χαρά, έκλαιγε από ευτυχία, στα δύο του νεανικά μάτια υπήρχαν δάκρυα, πολλά δάκρυα, αλλά μόνο χαράς, δάκρυα ευτυχίας, Δόξαζε τον Θεό που επιτέλους κρατούσε στην αγκαλιά του το παιδί του, το πρώτο του παιδί. Εμένα! Είχε μεγάλη αγάπη για εμένα, έκανε τα πάντα για την ευτυχία μου. Ήθελε πάντα να με βλέπει ευτυχισμένη και χαρούμενη, ένα παιδί που λάτρευε πιο πάνω από όλα, ακόμα και πιο πάνω από τη ζωή του, όπως και η μάνα μου βέβαια. Ο κάθε γονιός αγαπάει τα παιδιά του πιο πάνω από τη ζωή του, υπάρχουν όμως και γονείς που τα αγαπάνε και πιο πάνω από την ψυχή τους. Και μέσα σε όλο αυτό το υπέροχο και μοναδικό κλίμα, ανάμεσα στη μητέρα μου, τον πατέρα μου και σε εμένα, υπήρχαν και οι παππούδες! Να χαίρονται και αυτοί, να χαμογελάνε και αυτοί, είχε έρθει στην οικογένεια ένα νέο μέλος, είχε έρθει στον κόσμο ένας καινούργιος άνθρωπος, είχα έρθει εγώ. Είχα έρθει εγώ. Μια νέα ζωή σε αυτή τη γη μόλις ξεκινούσε.

2

Ήρθε η ώρα να κάνω στην άκρη για λίγο τα διαβάσματα και τις σχολικές υποχρεώσεις. Ερχόταν ένα καλοκαίρι γεμάτο ήλιο και ζωή. Είχα μεγαλώσει πια αρκετά και είχα φύγει από την παιδική ηλικία, τώρα ήμουνα πια ένα κορίτσι 16 ετών, ψηλή, αδύνατη, με τα μακριά μου μαλλιά ριγμένα στην πλάτη μου, ένα σορτς, ένα μπλουζάκι αμάνικο και ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια και ήμουνα έτοιμη για να ζήσω το καλοκαίρι μου, ένα καλοκαίρι που όπως αποδείχθηκε αργότερα, ήταν το πρώτο της ενήλικης ζωής μου. Δεν ενηλικιώθηκα ως άνθρωπος, αλλά ως γυναίκα. Έγινα γυναίκα εκείνες τις μέρες, πόσα χρόνια πίσω Θεέ μου, πολλά, παρά πολλά, έχω πάψει να τα μετράω, ποτέ μου άλλωστε δεν μου άρεσαν οι αριθμητικές πράξεις, γιατί να μετράω τα χρόνια; Προτιμώ να μετράω τις στιγμές, οι στιγμές κάνουν την διαφορά, όχι τα χρόνια, τα χρόνια μεγαλώνουν και αργότερα γερνάνε τον άνθρωπο. Οι στιγμές αλλάζουν τον άνθρωπο. Και προς το καλύτερο και προς το χειρότερο. Προτιμάω τις στιγμές. Αχ, εκείνο το πρώτο ερωτικό καρδιοχτύπι, είναι τόσο αγνό, είναι τόσο ωραίο, είναι τόσο ζωή! Δεν ξεχνιέται ποτέ, δεν ξεχνιέται με τίποτα. Κι ας μας αλλάζουν οι στιγμές και ας μας γερνούν τα χρόνια, υπάρχει πάντα ένα παράθυρο μέσα μας που είναι ζωή, που δεν κλείνει πότε. Λέγεται αναμνήσεις. Μια λέξη, μια λέξη είναι... Αλλά τι λέξη! Υπέροχη, μοναδική, συγκινητική, νοσταλγία όχι για κάτι που δεν υπάρχει αλλά νοσταλγία γιατί ζει στο ημίφως. Στο ημίφως ζει και κοιμάται και εκείνο το αγόρι που είχα γνωρίσει στο μακρινό καλοκαίρι τότε, τότε που ήμουν 16 ετών, πολύ μικρή για τις δυσκολίες της ζωής, πολύ έτοιμη όμως για να ζήσω τον έρωτα, τον έρωτα της σάρκας, το ξύπνημα του πάθους και την κοίμηση της παιδικής μου ηλικίας. Η παιδική μου ηλικία που ήταν έτοιμη να φύγει, έφυγε πιο γρήγορα όταν ήρθε αυτός. Γνωριστήκαμε όταν είχαμε πάει όλοι μαζί διακοπές, δεν καλοθυμάμαι πώς ήτανε, δεν θυμάμαι σχεδόν τίποτα από αυτό το αγόρι που με πέρναγε τρία χρόνια και που ήταν ο πρώτος για εμένα και εγώ η πρώτη για αυτόν. Δεν θυμάμαι παρά μόνο ελάχιστα πράγματα για εκείνο το αγόρι, αυτό όμως που δεν μπόρεσε ποτέ ο χρόνος να σβήσει και ούτε θα μπορέσει ποτέ, είναι αν όχι το πόσο πολύ αγαπηθήκαμε, το ποσό αγνά αγαπηθήκαμε! Έλεγε πως θέλει να με παντρευτεί, ήθελε να γίνω γυναίκα του. Του έλεγα πως τον αγαπάω πιο πολύ από την ζωή μου, δεν του έλεγα ψέματα, τότε έτσι ένιωθα. Αυτά για λίγες εβδομάδες. Μετά δεν τον ξαναείδα, δεν κρατήσαμε επαφή, με το φθινόπωρο που ήρθε αυτός έφυγε, εγώ έφυγα. Λυπήθηκα, λυπήθηκα πάρα πολύ, δεν ήθελα να πω όμως τίποτα σε κανέναν. Γιατί; Για ποιον λόγο να μιλήσω; Ποιος θα έπαιρνε στα σοβαρά ένα παΐδι τόσο αγνό και τόσο νέο; Κανείς. Έπρεπε να ξεχάσω, δεν έπρεπε να θυμάμαι, ευτυχώς, είχα το σχολείο μου, θα διάβαζα πιο πολύ από άλλες χρονιές, θα διάβαζα περισσότερο από όλα τα παιδιά στο σχολείο, όχι γιατί αγαπούσα τα γράμματα, όχι για αυτό, όχι, αλλά επειδή αγαπούσα αυτόν! Ήθελα ή να τον δω ή να τον ξεχάσω. Και επειδή δεν μπορούσα να τον δω, διάβαζα για να ξεχάσω, διάβαζα για να μην θυμάμαι, διάβαζα... Διάβαζα...

3

Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και εγώ τελείωνα το σχολείο με την υψηλότερη βαθμολογία. Οι γονείς μου είχαν μείνει άναυδοι, δεν τους είχα συνηθίσει τόσα χρόνια σε καλές βαθμολογίες, πόσο μάλλον στην υψηλότερη βαθμολογία που έδωσε το σχολείο μου εκείνη τη χρόνια. Ακόμα και οι καθηγητές μου είχαν ευχάριστα ξαφνιαστεί. Δεν το περίμεναν έλεγαν από εμένα αυτό, έτσι είναι, οι ανατροπές και οι πρόοδοι γίνονται από άτομα που δεν το περιμένει κανείς. Έτσι αφού μπορούσα, αποφάσισα να γίνω δικηγόρος. Και τα κατάφερα. Έγινα δικηγόρος με την υψηλότερη πάλι βαθμολογία όλων των υποψηφίων. Οι γονείς μου απόρησαν με τις ατελείωτες ώρες που κλεινόμουν στο δωμάτιό μου και διάβαζα, απόρησαν με ευχάριστη έκπληξη και χαρά. Διάβαζα πολύ, διάβαζα ασταμάτητα, ήθελα να ξεχάσω, ήθελα να ξεχάσω το αγόρι αυτό, είχαν περάσει τόσα χρόνια, και εγώ διάβαζα, διάβαζα ακόμα...

4

Ήρθε η ώρα που δεν ήθελα. Ήρθε η ώρα για μια κουβέντα που την σκεφτόμουνα και ήθελα να μην γίνει πράξη. Οι γονείς μου, μου έλεγαν για ένα καλό παιδί. Ανόητα πράγματα, δεν είχα ανάγκη από τρίτους, ήθελα να κάνω μόνο ό,τι με ευχαριστεί, και αυτό που πραγματικά με ευχαριστούσε και γέμιζε την ψυχή μου ήταν το διάβασμα, ήθελα να μάθω, ήθελα να μάθω τα πάντα με τη δουλειά μου. Ήμουνα πολύ καλή αλλά αυτό δεν μου έφτανε. Ήθελα να μείνω καλή, ήθελα κάθε μέρα να μαθαίνω καινούρια πράγματα, όχι από εγωισμό αλλά ήθελα αφού έχασα ως γυναίκα να κερδίσω τουλάχιστον ως επαγγελματίας. Και τα κατάφερα, οφείλω να ομολογήσω πως, με τόση δουλειά, με τόσο διάβασμα και τόσες στερήσεις, είχα καταφέρει πολλά. Στην αρχή οι γονείς μου μου είχαν φτιάξει ένα μικρό γραφείο, άρχισα να παίρνω υποθέσεις, να τις κερδίζω σχεδόν όλες, και έτσι, μετά από τρία χρόνια, είχα πια καταφέρει να φτιάξω ένα μεγάλο και πολυτελέστατο γραφείο.

5

Ήρθε η στιγμή που δεν είχα ανάγκη να διαβάζω για να μην θυμάμαι το αγόρι από το μακρινό καλοκαίρι. Δεν το θυμόμουνα πια, δεν με πονούσε η σκέψη του ούτε με στεναχωρούσε η απουσία του. Άλλωστε, είχα συνηθίσει, είχα συνηθίσει να μου λείπει. Άλλο τώρα έγινε, άλλο τώρα συνέβη και άλλαξε τα πάντα. Αγάπησα. Για πρώτη φορά, μετά από το αγόρι εκείνο, αγάπησα έναν άντρα. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε έρθει στο γραφείο μου για να αναλάβω την υπεράσπισή του και... Αυτό ήταν, ταιριάζαμε, ο τρόπος σκέψης του μου άρεσε και με συγκίνησε. Είχε έναν δυνατό χαρακτήρα. Ήταν πάντα ντυμένος με ωραία ρούχα, φόραγε γυαλιά μυωπίας, ήταν αρκετά ψηλός και δεμένος. Ήταν όπως λένε, γραφτό, αυτό ήταν να γίνει και αυτό έγινε. Το μέλλον μας είναι προκαθορισμένο πριν από τη γέννησή μας. Με αυτόν τον άνθρωπο παντρεύτηκα. Μετά από τρία χρόνια αποφασίσαμε να ενώσουμε τις ζωές μας και επίσημα. Στο μεταξύ όμως οι γονείς μου είχαν φύγει. Ήμουνα μόνη, ούτε αδέρφια είχα, ούτε ιδιαίτερες σχέσεις με τους συγγενείς μου. Δεν παντρεύτηκα επειδή φοβόμουνα τη μοναξιά, στα αλήθεια αυτός ο άνθρωπος με είχε αγγίξει. Ήταν και εκείνος σαν και εμένα στη δουλειά. Δούλευε συνέχεια, του άρεσε η δουλειά του και την αγαπούσε πολύ. Ήταν δάσκαλος σε σχολείο. Και μετά από λίγο καιρό, γεννήθηκε ο γιος μας.

6

Ήρθε επιτέλους η στιγμή που θα κρατούσα στα χέρια μου το πρώτο μου παιδί. Τώρα πια εγώ μαζί με τον άντρα μου, λάμπαμε από χαρά και ευτυχία. Τώρα εμείς οι δυο δακρύζαμε από ευγνωμοσύνη για το υπέροχο δώρο. Το παιδί, το παιδί μας, ο γιος μου, τώρα πια μόνο ένα είχε σημασία, ο γιος μας. Οφείλω να ομολογήσω πως δεν περίμενα τέτοια αλλαγή συναισθημάτων να γίνει μέσα μου, είχα την εργασία μου, είχα τον σύζυγό μου, ήταν στην ίδια ευθεία με εμένα, αλλά όταν ήρθε το παιδί, μόνο αυτό ήταν τόσο πάνω, ο σύζυγός μου και ακόμα περισσότερο η εργασία μου πήγανε πίσω, πολύ πίσω, τώρα είχα το παιδί μου, την προέκταση της ζωής μου, που το αγαπούσα πιο πολύ από τη ζωή μου και πιο πολύ από την ίδια μου την ψυχή μου. Ήταν και θα είναι πάντα όλη μου η ζωή.

7

Ήρθε και μια άλλη στιγμή που σίγουρα δεν την περίμενα, χώρισα με τον σύζυγό μου. Χωρίς φωνές, χωρίς υστερίες, ούτε είχε συμβεί κάτι που θα μπορούσε κάποιος να το πει σημαντικό. Μάλλον, μάλλον άρχισα πάλι να σκέφτομαι εκείνο το αγόρι. Από το μακρινό καλοκαίρι. Το σκεφτόμουν και ένιωθα πιο γεμάτη απ' ό,τι με τον πρώην σύζυγό μου. Ίσως τελικά να ταίριαξα μαζί του επειδή ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τη δουλειά του. Αυτό, είναι η αλήθεια πως, είναι κάτι που πάντα μου άρεσε και με γοήτευε. Αλλά δεν φτάνει, δεν είναι αρκετό. Η αγάπη θέλει αγάπη όχι έναν συγκεκριμένο θαυμασμό για κάτι, η αγάπη θέλει έναν θαυμασμό για όλα. Έτσι, χωρίς λόγο, να θαυμάζεις τον άνθρωπό σου, να τον βλέπεις μέσα στη μουντζούρα και να του λες είσαι λαμπερός, είσαι πανέμορφος, λάμπεις! Αυτό είναι αγάπη, η αγάπη δεν εξηγείται, αλλά αυτό είναι αγάπη, αυτό. Ό,τι δεν μπορείς να εξηγήσεις είναι πάνω από εσένα, και έτσι η αγάπη είναι πάνω από όλους μας και χωρίς εξήγηση!

8

Ήρθε η στιγμή που ο γιος μου ερωτεύτηκε. Μεγάλωσε πια! Βάλε με νου, πήγε 15 ετών! Ένας λεβέντης, ένας σωστός λεβέντης! Μεγάλωσε γρήγορα, πριν δυο και πριν τρία χρόνια ήταν μικρός, τώρα όμως αγαπάει. Είναι ερωτευμένος, μου το είπε, χάρηκα πολύ με τον τρόπο που μιλούσε για την κοπέλα του, με πραγματική αγάπη, με αληθινό θαυμασμό, με ειλικρινή αισθήματα! Πόσο πολύ χαίρομαι, πόσο! Χαίρομαι επίσης που μου άνοιξε και την καρδιά του, που μου είπε το μυστικό του, το πολύτιμο μυστικό του,. Αχ, τι ωραία είναι να μεγαλώνεις παιδιά! Είναι ευχής έργο να έχεις παιδιά, είναι εσύ, είσαι αυτά, θα υπάρχεις μέσα από την ύπαρξή τους και αυτά μέσα από τη δική σου ύπαρξη. Άρα, δεν υπάρχει θάνατος, δεν υπάρχει τίποτα, γιατί όλα είναι τίποτα μπροστά στα παιδιά σου. Όλα είναι τίποτα μπροστά στα παιδιά σου γιατί αυτά είναι τα πάντα για εσένα. Αχ, δεν μιλάμε πολύ με τον πρώην σύζυγό μου, πάντως αγαπάει το παιδί μας και σίγουρα είναι ευτυχισμένος και περήφανος για αυτόν. Όπως και εγώ άλλωστε.

9

Ήρθε ένα νέο παιδί απέναντι. Καλό παιδί, ευγενικό φαίνεται, με τρόπους, καλοντυμένο. Χμ, ήρθε και... Και θυμήθηκα εκείνο το αγόρι του μακρινού καλοκαιριού, πόσο μοιάζουνε, πολύ, πάρα πολύ μοιάζουνε, στο ύψος, στο σώμα, στο πρόσωπο, μοιάζουν, μοιάζουνε πολύ, είναι ωραίο όταν θυμάσαι κάτι που έγινε πριν τόσα πολλά χρόνια, ας πούμε, εδώ, αυτό το αγόρι, αυτός ο καινούργιος γείτονας είναι ίδιος με εκείνο το αγόρι. Ίδιος. Μόνο που αυτό το παιδί, είναι πολύ πιο καλοντυμένο από εκείνο το αγόρι, πιο εκλεπτυσμένο, πιο γλυκό. Βέβαια θα μου πεις, περάσανε τα χρόνια και αλλάζει και ο κόσμος, και μέσα σε όλες τις αλλαγές, αλλάζει και προτεραιότητες, και εκεί που το καλό ντύσιμο ήταν σπάνιο για τη δική μας εποχή τώρα έχει γίνει κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Όλα αλλάζουν, τα αισθήματα της αγάπης δεν αλλάζουνε, μένουν ίδια· αυτό δεν ισχύει για τον πρώην σύζυγό μου, σίγουρα όμως ισχύει για τους γονείς μου, για το παιδί μου και για κάποιος κάλους φίλους, λίγους φίλους, οι αληθινοί φίλοι είναι πάντα λίγοι, λίγοι και καλοί, που λένε. Έτσι είναι η ζωή, βρίσκεις πολλούς ανθρώπους, άλλους τους κρατάς, άλλους τους πετάς, ή φεύγουν από τη ζωή σου η ίδιοι, Ας πούμε ότι κάποιες φορές, σε πετάνε εκείνοι. Αχ, εκείνο το αγόρι, δεν θέλω να πω ότι με πέταξε, ότι με έκανε στην άκρη, αλλά... Η αλήθεια είναι ότι πάντα με απασχολεί... Κι ας μην το δείχνω και ας μην το λέω, μήπως με παράτησε, μήπως δεν μας χώρισε η νεανική μας ηλικία αλλά μήπως αυτός δεν ήθελε να με ξαναδεί; Τώρα βέβαια η αλήθεια είναι ότι δεν έχει και μεγάλη σημασία αλλά... Ποτέ του δεν έψαξε να με βρει, ποτέ του δεν έκανε κάτι για μένα, δεν ήρθε ποτέ του να μιλήσει στους δικούς μου, αφού με αγαπούσε γιατί έφυγε; Ήταν μεγαλύτερός μου, μπορούσε να μιλήσει, δεν το έκανε όμως και εγώ για χάρη του κλείστηκα στον εαυτό μου, εγώ για χάρη του κλείστηκα σε ένα δωμάτιο και διάβαζα από το πρωί μέχρι το άλλο πρωί. Και εγώ θα μπορούσα να μιλήσω αλλά δεν μίλησα, μπορεί μέσα μου να περίμενα να κάνει αυτός το πρώτο βήμα, αλλά δεν το έκανε. Ποιος ξέρει τι έκανε; Πού ήτανε; Κανείς δεν ξέρει. Μέσα στο μυαλό μου τον θεοποίησα, τον έκανα μοναδικό, σπουδαίο, μπορεί και να μην ήταν. Να εδώ, φυλάω τόσα χρόνια μια παλιά φωτογραφία του, δεν φαίνεται τίποτα, έχει ξεθωριάσει στη φωτογραφία. Δεν διακρίνω το πρόσωπό του, δεν μπορώ να δω τα μάτια του, το χαμόγελό του, δεν φαίνεται τίποτα σε αυτή τη φωτογραφία. Λες και ο χρόνος έγινε εχθρός μου, λες και η φωτογραφία αυτή μου λέει αφού ξεθώριασε εκείνο το αγόρι εδώ, πρέπει να ξεθωριάσει και μέσα σου. Δεν είναι το ίδιο όμως. Από φωτογραφίες μπορεί να ξεθωριάζουν τα πάντα κάποιες φορές αλλά από την καρδιά μας δεν ξεθωριάζει τίποτα. Δεν μπορεί να ξεθωριάσει τίποτα. Εκείνο το αγόρι, χμ, και εγώ εκείνο το κορίτσι, πριν πολλά πολλά χρόνια, ένα καλοκαίρι, ένα καλοκαίρι με έναν ήλιο φωτεινό, με μια μεγάλη ζέστη, με ένα μέλλον που έμοιαζε τεράστιο, με μια αγάπη που ήταν μοναδική, με έναν έρωτα που ήταν η έναρξη της ενήλικης ζωής μου... Ωραία η ζωή στην εφηβεία, όμορφη η ζωή στο ψάξιμό της.

10

Ήρθε η στιγμή να αποχαιρετήσω το παιδί μου. Πόσο πονάει όταν ο ουρανός ανοίγει για να αγκαλιάσει το παιδί, η κόλαση ανοίγει όταν η μάνα του είναι ακόμα εδώ κάτω. Έτσι έγινε λοιπόν και με εμένα, το παιδί μου έφυγε πρώτο, ύστερα θα φύγω εγώ, πόσο ύστερα δεν ξέρω, ξέρω μόνο πως μέχρι να πεθάνω θα είμαι νεκρή! Ξέρω πως ό,τι κι αν περάσω τώρα θα είναι μικρό και ασήμαντο μπροστά σε αυτό που πέρασα. Ξέρω καλά πως ό,τι μα ό,τι και να μου τύχει δεν θα έχω πόνο, ο πόνος ο μεγάλος, ο πόνος που πέρασα, που θα περνάω και που θα έχω για πάντα είναι ένας, η απώλεια του παιδιού μου, γεννήθηκα όταν γεννήθηκε, πέθανα όταν πέθανε, θα ζω μέσα από τη γέννησή του και από τις αναμνήσεις του. Αναμνήσεις που δεν σβήνουν, αναμνήσεις που δεν ξεθωριάζουν, αναμνήσεις που είναι πάντα εδώ, που μου λένε πως ό,τι έζησα ήταν ζωή και ό,τι δεν έζησα ήταν ζωή. Αλλά θέλω να αλλάξω κάποια πράγματα, να κάνω μέσα από τον μεγάλο πόνο που έχω κάτι για μένα, θέλω να ζήσω και πάλι με τον άντρα μου. Θέλω να γεράσω μαζί του, και ευτυχισμένοι και αγκαλιασμένοι να δούμε και πάλι το παιδί μας. Τον γιο μας.

11

Ήρθε η στιγμή που ο πρώην σύζυγος μου, μου έκλεισε κατάμουτρα την πόρτα. Ήρθε η στιγμή που αυτός ο άνθρωπος δεν ήθελε να με δει. Ήρθε η στιγμή που ο πατέρας του παιδιού μας μου έκλεισε την πόρτα. Θέλει να είναι μόνος του. Έτσι μου είπε. Δεν θέλει να μείνουμε μαζί. Γιατί τόση σκληρότητα από έναν άνθρωπο που μοιραστήκαμε τόσα πράγματα μαζί; Τις ζωές μας. Γιατί τόση στενοκεφαλιά και έλλειψη κατανόησης; Θέλει να είναι μόνος του, λέει. Λυπάμαι, εγώ στον πόνο θέλω έναν άνθρωπο. Του το είπα. Μου λέει ότι δούλευα συνέχεια, ότι δεν είχα ποτέ χρόνο για αυτόν, ψέματα, είχα χρόνο. Αλλά είχα και τη δουλειά μου, αγαπούσα τη δουλειά μου, λάτρευα τη δουλειά μου. Ήμουνα κορυφή! Δεν έχανα καμιά υπόθεση, τους νίκαγα όλους, όλες οι υποθέσεις που αναλάμβανα είχανε τρανή επιτυχία. Ήμουνα κορυφή, κορυφή! Δεν θα γινόμουνα ποτέ μου δικηγόρος εάν δεν διάβαζα, δεν θα διάβαζα ποτέ μου τόσο πολύ εάν δεν έφευγε εκείνο το αγόρι. Είχε έρθει η στιγμή που νίκαγα, που νίκαγα συνέχεια επειδή δεν ήθελα άλλο να χάσω, έχασα εκείνο το αγόρι, όχι είπα μέσα μου, δεν θα χάσω τίποτα άλλο, δεν θέλω, δεν επιθυμώ να χάσω τίποτα άλλο. Τώρα χάνω και τον πρώην σύζυγό μου, τον χάνω για πάντα, δεν θέλει να είμαστε μαζί στον πόνο, από εγωισμό θέλει να πονάει μόνος του. Ε, ας πονάει λοιπόν μόνος του. Δεν με ενδιαφέρει, δεν με νοιάζει καθόλου. Ας πονάει μόνος του. Εγώ θα πάρω εκείνο το αγόρι και θα πονάμε μαζί και θα πονάμε παρέα, εδώ είναι, εδώ, όχι ως φωτογραφία αλλά σαν παρουσία. Εδώ δεν είσαι; Εδώ δεν είσαι; Πες μου!

12

Ήρθε η στιγμή αυτή που δεν ήθελα ποτέ μου να έρθει, ήρθε η στιγμή που θα πω την μεγαλύτερή μου αλήθεια, μια αλήθεια που δεν την είπα ποτέ σε κανέναν, μια αλήθεια που είναι δική μου, μια αλήθεια που την έβαζα πάντα μπροστά για να δικαιολογήσω τον χαρακτήρα μου και τις πτυχές της προσωπικότητάς μου. Δεν υπήρξε εκείνο το αγόρι ποτέ, δεν το είδα ποτέ, δεν το άγγιξα ποτέ... Δεν κάναμε ποτέ έρωτα, δεν με κοίταξε ποτέ του τρυφερά, δεν με αγκάλιασε ποτέ. Όλα ήταν στο μυαλό μου, όλα ήταν στην ψυχή μου, δεν υπήρξε αγόρι, δεν υπήρξε έρωτας, δεν υπήρξε αγάπη, στιγμές μόνο ερχόντουσαν και φεύγανε, στιγμές πάνω στο διάβασμα, και εκεί που διάβαζα, εκεί ζούσε ο εγωισμός μου, θα ήθελα, η αλήθεια είναι, πάνω στην εφηβεία μου να είχα γνωρίσει ένα τέτοιο αγόρι. Αλλά αυτό εμένα δεν μου τύχε.
(Φωνάζει)
Έλα στη μαμά και στον μπαμπά, έλα, μίλησέ τους, σε αγαπάω αγόρι μου.
(Παύση)
Εάν σε γνώριζα θα σε αγαπούσα. Εάν σε αγαπούσα θα 'μουν καλύτερα.

Τέλος


Copyright © Μάνος Καραβασίλης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Jerzy Treit (ακρυλικό σε καμβά)