Διαβολομαζώματα - Ανεμοσκορπίσματα

Γιώργου Καριώτη

Ξερά φύλλα

ΧΩΡΙΑΤΙΚΗ ΣΑΛΑΤΑ: Επεισόδιο τρίτο

Το χωριό μας –αυτόνομη κοινότητα μέχρι την αποκαθήλωσή της από τον Καποδίστρια– θέλουμε να πιστεύουμε ότι δεν είναι σαν τόσα άλλα πρώην κεφαλοχώρια, παρά τις όποιες ομοιότητές του με αυτά. Το διακρίνουν όμως, όπως θα δούμε, δύο αρκετά ιδιαίτερα –εάν όχι δυσεύρετα– χαρακτηριστικά.

Έχει βέβαια –σαν πολλά άλλα– πολύ λίγες εκατοντάδες μόνιμους κατοίκους όλο το χρόνο, μεγάλης ηλικίας οι περισσότεροι και αρκετές εκατοντάδες όλων των ηλικιών στις σχολικές διακοπές Χριστουγέννων και Πάσχα και φυσικά το καλοκαίρι. Με συνέπεια οι κηδείες να ακολουθούν την αύξουσα αριθμητική πρόοδο και οι βαπτίσεις αυτήν της χελώνας. Οι ιθύνοντες έχουν κάθε ωφελιμιστικό λόγο να προσπαθούν με δόκιμες τεχνητές –μαγειρεύοντας τις ανά δεκαετία απογραφές– και καταξιωμένες φυσικές –με δήθεν δημιουργία θέσεων εργασίας– μεθόδους μάταια να αυξήσουν τον πληθυσμό. «Κάθε ανεμογεννήτρια και μία θέση εργασίας», ήταν το εκλογικό σύνθημα ενός πολιτικάντη τότε που χάβαμε τα ψέματα χωρίς καν να τα μηρυκάσουμε. Κάθε χαμένη θέση εργασίας και μία συστάδα ανεμογεννήτριες είναι πλέον η πολιτικά ορθή έκφραση.

Έχει επομένως ασύγκριτα περισσότερες ανεμογεννήτριες από κατοίκους. Ευτυχώς που μάθαμε λογάριθμους στο σχολείο για να συγκρίνουμε εύκολα! Πρόσφατα οι ανεμογεννήτριες πολλαπλασιάζονται με ρυθμούς που θα ζήλευαν τα συμπαθή κουνέλια, παρ' όλες τις φιλότιμες αναπαραγωγικές προσπάθειες και των δύο φύλων εντός και εκτός της συζυγικής παστάδας να τους ανταγωνιστούν. Γιατί τα τσιλημπουρδήματα περισσεύουν. Επί πλέον οι ανεμογεννήτριες διαμένουν στο χωριό για περισσότερα χρόνια από τους νεότερους κατοίκους οι οποίοι ξενιτεύονται εντός και εκτός της χώρας, μόλις ολοκληρώσουν την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, για κάποια σχολή ή για δουλειά. Μπορούμε λοιπόν να λέμε με περηφάνια ότι αυξάνονται αλματωδώς οι κατά κεφαλήν ανεμογεννήτριες.

Οι σύλλογοι πάλι είναι περισσότεροι από τις γειτονιές του χωριού, για να μην πω κάθε φάρα και σύλλογος. Ονοματίζω τους πιο ξακουστούς:
Σύλλογος φίλων του χωριού, Σύλλογος φίλων της παραλίας, Σύλλογος φίλων του παλιού χωριού, Ποδοσφαιρικός και αθλητικός σύλλογος, Πολιτιστικός και εξωραϊστικός σύλλογος, Περιπατητικός και κολυμβητικός σύλλογος, Σύλλογος οικολόγων· με όχι πολύ εναργείς επιδιώξεις. Σύλλογος ορθόδοξων και ανορθόδοξων χριστιανών Filioque, Σύλλογος αλλοθρήσκων, Σύλλογος υπηκόων και φίλων της Κοινοπολιτείας, τα μέλη του οποίου αβγατίζουν όπως οι αποδόσεις των μετοχών επί φούσκας. Σύλλογος γυναικών και κορασίδων· φτιάχνουν τουλάχιστον τραχανάδες, τσίπουρα και μαρμελάδες. Σύλλογος νέων και νεανίδων «Νέοι ορίζοντες», τους οποίους έχει καλύψει η ομίχλη της ανεργίας. Σύλλογος προστασίας αδέσποτων και κατοικίδιων, τα μέλη του είναι σχεδόν αποκλειστικά ξενόφερτα μια και απαραίτητος όρος εγγραφής είναι να μην έχει ρίξει φόλα συγγενής σου μέχρι δεύτερου βαθμού. Σύλλογος συνταξιούχων, που είναι πλέον και ο πολυπληθέστερος. Σύλλογος διάδοσης παραδοσιακής μουσικής· δυο φιλόμουσα μέλη του έχουν ανοίξει την τοπική ντίσκο με το παραδοσιακό όνομα «Dirlada».
Συνεχίζω: Σύλλογος γονέων και κηδεμόνων, Σύλλογος αποφοίτων· αυτοί οι δύο έχουν πλέον τον ελάχιστο αριθμό μελών. Σύλλογος προστασίας ενάλιου πλούτου, Σύλλογος θαλάσσιων σπορ και αλιείας· τα μέλη τους είναι στα μαχαίρια για ευνόητους λόγους. Σύλλογος προστασίας της ρεματιάς, Σύλλογος ανάπλασης της ρεματιάς –τα μέλη τους είναι επίσης στα μαχαίρια γιατί αυτοί της ανάπλασης θέλουν να την αναβαθμίσουν, δηλαδή να προσχώσουν και ρυμοτομήσουν τις θεωρητικά προστατευόμενες όχθες της για να μοσχοπουλήσουν τα οικόπεδα ενώ οι άλλοι δεν τους αφήνουν, γιατί τότε πώς θα πουλήσουν τα δικά τους στα βράχια;
Ο ενδεικτικός κατάλογος του πρωτοδικείου ολοκληρώνεται με τον Σύλλογο κατά των αιολικών πάρκων «Δον Κιχώτης». Οι μυθιστορηματικές απόπειρες των μελών του να συμμαζέψουν λίγο την κατάσταση, η οποία έχει ξεφύγει εντελώς, συναγωνίζονται αυτές του ομώνυμου αναγεννησιακού ιππότη να τιθασεύσει τους ανεμόμυλους στην επαρχία La Mancha της Ισπανίας.
Ο Σύλλογος υπέρ τους δεν συγκέντρωσε τον οριζόμενο από το νόμο αριθμό ιδρυτικών μελών. Παρά τρίχα δηλαδή, γιατί την τελευταία στιγμή βγήκε βρόμα ότι ο πρόεδρος της προσωρινής διοίκησης ήταν εξ αγχιστείας συγγενής και κολλητός του αφεντικού μιας από τις εταιρείες που φύτευαν τα αιολικά πάρκα. Πέσανε οι άλλοι να τον φάνε γιατί υποθέσανε –σωστά όπως αποδείχθηκε– ότι αυτός θα έπαιρνε το κατιτίς του και οι υπόλοιποι θα μένανε ρέστοι. Τα αιολικά πάρκα έγιναν βέβαια και κλαίνε ακόμα γιατί ο εν λόγω αγόρασε –πριν αυτά βλαστήσουν– για μερικά ψίχουλα μπαγιάτικο ψωμί, τρία ερείπια σε είκοσι στρέμματα με θέα τη θάλασσα και έφτιαξε μονάδα αειφόρου εναλλακτικού τουρισμού, με πισίνα κιόλας, όπου μαζεύεται η ελίτ της ιδεολογίας και πληρώνει τη διαμονή παντεσπάνι. Με το σχετικό λάδωμα πήρε και επιδότηση για τη δημιουργία και λειτουργία της αγροτουριστικής μονάδας του και οι άλλοι βράζουν στο ζουμί τους. Ανακαίνισε επίσης πλήρως το κονάκι του, ένα ετοιμόρροπο που είχε ο πεθερός του στο παλιό χωριό. Μέχρι ερκοντίσιον και φωτοβολταϊκά έβαλε και έρχεται πλέον για δυο τρεις εβδομάδες τον Αύγουστο με τη μερσεντέ, το σκάφος, τη σύζυγο, τα παιδιά και την Μολδαβή –ή κάπου από κει– παιδαγωγό κατά τα πλαστά χαρτιά της. Ειδήμονα όμως κατά τα φαινόμενα και όχι μόνο σε μη, με την στενή έννοια, παιδαγωγικά θέματα. Αυτή αλλάζει κάθε χρόνο αν είναι τυχερή. Συνήθως την προηγούμενη την ξεμαλλιάζει η σύζυγος κατά ή μετά τις διακοπές. Η τελευταία, κατά παραγγελία του μπαμπά, ξέβγαλε και τον μικρό όταν αρίστευσε στο λύκειο. Δεν της έμεινε τρίχα δηλαδή ή πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένη, στην κυριολεξία όμως! Ενσάρκωση της «φαλακρής τραγουδίστριας» αν και δεν ξέρω αν ήταν καλλίφωνη. Ακούστηκε πάντως να άδει στις υψηλές τονικότητες της σοπράνο όταν την μαδούσε με τσιμπιδάκι η σύζυγος. Αυτηνής ειδικά όχι μόνο το κεφάλι. Οι διάφορες διακοσμήτριες, εσωτερικού κυρίως αλλά και εξωτερικού –όταν έχει λιακάδα– χώρου, με τις οποίες έρχεται στη ζούλα κάποια Σαββατοκύριακα μόνος του ο λεγάμενος, την βγάζουν συνήθως ζάχαρη λόγω υποχρεωτικής παραμονής της συζύγου στην Αθήνα για συνδρομή στις εκπαιδευτικές, πολιτιστικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες των παιδιών. Ανεξάρτητα απ' όλα αυτά πάντως η ενδεχόμενη ίδρυση του Συλλόγου δεν θα συνέβαλε θετικότερα στην ήδη θάλλουσα καλλιέργεια των ανεμόμυλων.
Μνημονεύω τέλος ότι έχει διαλυθεί ο Σύλλογος φίλων της άγριας φύσης «Άρτεμις». Ως άγρια φύση ορίζονταν στο καταστατικό του τα λιοντάρια, οι τίγρεις, οι κροκόδειλοι, τα καγκουρό, οι ελέφαντες –χερσαίοι και θαλάσσιοι– και άλλα συναφής πανίδας της οποίας δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι το χωριό μας δεν αποτελεί βιότοπο. Όχι όμως οι κακόμοιροι οι λαγοί και οι δύσμοιρες οι μπεκάτσες, που υπήρξαν σε αφθονία πριν την ίδρυσή του, ούτε τα έτσι κι αλλιώς λιγοστά αγριογούρουνα. Μόλις ο βιγλάτορας εντόπιζε μια χούφτα ορτύκια ο εφημερεύων ουλαμός φίλων της άγριας φύσης φορούσε άρον άρον εξοπλισμό πεζοναυτών –κατά τα πρότυπα της ταινίας Platoon–, ύψωνε τα λάβαρα, ιαχούσε «αέρααα» και εκστράτευε με πάνοπλα 4x4 να εξολοθρεύσει τον εισβολέα και τους ενδεχόμενους αφελείς βραχύβιους συνοδοιπόρους του. Ήταν ο πολυπληθέστερος σύλλογος τον περασμένο αιώνα, γιατί λίγο πριν την ολυμπιάδα το κυνήγι στην περιοχή μας απαγορεύτηκε. Που λέει ο λόγος δηλαδή αφού δεν είχαμε αφήσει τρίχα, φτερό, πούπουλο ή κολυμπηθρόξυλο. Μπορεί βέβαια να έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι ένας μύωπας, ο οποίος αρνιότανε να φορέσει γυαλιά γιατί οι συμβουλές του οφθαλμίατρου του στερούσαν την προσωπική του ελευθερία, πέρασε κάποιον με μεγάλα αφτιά για λαγό και τον έστειλε να θηρεύσει στα Ηλύσια πεδία. Έφαγε μερικά χρόνια, με αναστολή όμως, διότι το μπαμ κρίθηκε ότι ήταν εξ αμελείας όταν ο δικηγόρος του απέδειξε χωρίς κόπο στην έδρα ότι ο πελάτης του εκτός από επίδοξος εραστής της παρθένου, όπως φημολογείται, θεάς ήταν και βλαξ με πατέντα. Δεν μπορούσε να μοιράσει δυο γαϊδάρων άχυρα και όχι μόνο λόγω της μυωπίας του. Αυτό αποδείχθηκε περίτρανα σε αναπαράσταση. Η πατροπαράδοτη βεντέτα αποσοβήθηκε στο τσακ με την παρέμβαση του άτυπου κληρονομικού μπαϊρακτάρη, τον οποίο σέβονταν όλοι οι επίσης άτυποι δημογέροντες, όταν τους έπεισε, με τα δικά του γλαφυρά λόγια, για την δημογραφική συμβολή της στους δείκτες θνησιμότητας και γεννητικότητας της κοινότητας· θετική και αρνητική αντίστοιχα. «Τι προτιμάτε δηλαδή κόλλυβα ή κουφέτα;», αποστόμωσε εν κατακλείδι τους αντιρρησίες. Έτσι κι αλλιώς δεν τρώει ζάχαρη λόγω διαβήτη. Μετά τις νουθεσίες του οι τεθλιμμένοι συγγενείς του θύματος ξεθυμάνανε τελικά μόνο στον θύτη τον οποίο τουλουμιάσανε στο ξύλο και εξέτισε μέρος της ποινής του στο γύψο. Οι γέροντες ορκιζόντουσαν ότι δεν ξέρανε τίποτα και ο μπαϊρακτάρης σφύριζε αδιάφορα. Τελευταία, την προσωπική του ελευθερία, την απολαμβάνει ο θύτης διασωληνωμένος μια και αρνιότανε να εμβολιασθεί. Ο Σύλλογος μετενσαρκώθηκε σε «Φυσιολατρικό» οπότε δεν χρειάστηκε να καταθέσουν τις πινακίδες για τα 4x4 τα οποία είναι, ως γνωστόν, απαραίτητο φυσιολατρικό αξεσουάρ. Όλο και κάτι χτυπάνε στη ζούλα αλλά η αγαπημένη τους δραστηριότητα είναι μετά τις κυριακάτικες εκδρομές να παρατάνε τα αποφάγια και τα σκουπίδια όπου βρούνε. Με ιδιαίτερη μέριμνα στη ρεματιά για να τραφούν τα ανύπαρκτα πια βατράχια στο νερό και τα άφαντα αηδόνια στον αέρα. Δεν σας κρύβω ότι σιχαίνομαι το κυνήγι και τα όπλα γενικότερα. Ασπάζομαι την άποψη που έχει εκφέρει η Joan Baez σ' ένα παλιό της τραγούδι: «Αν ήξερα πού πέταξε το αγριοπεριστέρι, δεν θα το έλεγα στον κυνηγό, θα το έλεγα όμως σ' εσένα.». Αλλά άντε να βρεις τώρα καμιά, για να της σκάσεις το μυστικό.
Πώς έτυχε τώρα και ξέρω την Joan Baez θα σας πω άλλη φορά. Πάντως είμαι ο μοναδικός εδώ πέρα κι έτσι δεν μπορώ να ιδρύσω Σύλλογο φίλων της!

Όπως προβλέπει ο νόμος ένα άτομο μπορεί να είναι μέλος σε περισσότερους του ενός συλλόγους, αλλιώς το χωριό μας θα έπρεπε να είχε κατοίκους όσους η πρωτεύουσα του νομού στην πληθυσμιακή ακμή της. Οι πιο πολλοί σύλλογοι έχουν την εύνοια, δηλαδή το καπέλωμα, του σύγχρονου αιρετού προκρίτου. Παίρνουν λίγο χαρτζιλίκι από τον προϋπολογισμό, αν του κάνουν τα χατίρια και φυσικά αν τον ψηφίζουν. Ιδιαίτερα αυτοί των οποίων τα μέλη εκκλησιάζονται, έχουν φίλαθλο πνεύμα ή αναπλάθουν. Οι άλλοι πασχίζουν μάταια να έχουν την εύνοιά του ή δεν θέλουν να τον βλέπουν ούτε ζωγραφιστό. Να πούμε εδώ ότι ο πρόκριτος έχει σιωπηρά ανακηρυχθεί από τον λαό σε ισόβιο Καίσαρα, κατά τα πρότυπα του Ιούλιου, και είναι φυσικά παντός καιρού. Όποιος έχει πάει να του την μπει στις εκλογές, να κηρύξει σα να λέμε εμφύλιο πόλεμο –αγνοώντας το φιάσκο του Πομπήιου στη μάχη των Φαρσάλων– έχει ηττηθεί κατά κράτος. Την έχει βάψει από χέρι στην καθομιλουμένη. Γιατί αυτός έχει τις ψήφους λόγω πίστεως, μπάλας και περιβαλλοντικών νεοπλασιών και αλλάζει πολιτική παράταξη σαν ιδρωμένο πουκάμισο με προίκα τα κουκιά του. Έτσι το αυτάκι του δεν ιδρώνει όπως το πουκάμισο. Μερικοί βέβαια είναι και βαλτοί, δολώματα σα να λέμε, με το αζημίωτο φυσικά γιατί δεν μπορεί να κατεβαίνει στις εκλογές χωρίς αντίπαλο. Τον εαυτό του θα κατατροπώσει δηλαδή; Πώς θα τα καταφέρει; Άσε που θα ντροπιαστεί.

Μιας και το έφερε ο λόγος, το χωριό μας διχοτομεί και πολιτικό ρήγμα. Αυτή η πατέντα δεν είναι βέβαια μόνο δικιά μας. Εθνικόφρονες και αναρχοκουμμούνια, δεξιοί και αριστεροί –όταν καλμάρισαν τα πράγματα– τον περασμένο αιώνα, φιλελεύθεροι και ριζοσπάστες αυτόν, συμπλέκονται, στα λόγια ευτυχώς πλέον, ασταμάτητα. Υπάρχουν και ελάχιστοι οπαδοί άλλων ιδεολογιών αλλά ποιος τους δίνει σημασία; Ακατονόμαστες ύβρεις εκτοξεύονται, δίκην πυραύλων εδάφους, από τα καφενεία κατά των πολιτικών της περιοχής μας οι οποίοι έχουν αθετήσει τις υποσχέσεις τους για ρουσφέτια. Όλων σα να λέμε. Σαν από θαύμα όμως η σύζευξη του ρήγματος αυτού είναι παιχνιδάκι lego. Έγια μόλα, έγια λέσα που λέγανε και οι παραδοσιακοί ψαράδες πριν εφευρεθεί ο δυναμίτης και τους αφήσει στην ψάθα.

Εκτός από τα παραπάνω, που διχάζουν τους κατοίκους –πλήρους ή μερικής διαμονής– το χωριό μας διαιρείται σε δύο φατρίες που τις χωρίζει άβυσσος –τύφλα να 'χει το φωτογενές φαράγγι μας– σε ντόπιους και ξένους ή ξενομερίτες. Συμπληγάδες φυλάνε το διάβα της που μόνο ένας τις έχει ξεγελάσει και απαθανατίστηκε με 12.110 στίχους σε δακτυλικό εξάμετρο. Το μυαλό σας πάει στο ότι ξενομερίτες είναι οι αλλόφυλοι –αλλοδαποί που θα λέγαμε σήμερα– κάθε υπηκοότητας από όλες τις γωνιές του στρογγυλού πλανήτη μας που ξενέρισαν εδώ. Πλανάστε όμως οικτρά. Ξένος είναι όποιος δεν έχει γεννηθεί στο χωριό ή δεν έχει γονείς, προγόνους, ρίζες γενικά από εδώ. Αν οι προπάτορες ήταν άρρενες τόσο το καλύτερο. Παντρεύεται ας υποθέσουμε κάποιος –ο μη γένοιτο– μία από ένα διπλανό χωριό. Πήρε μια ξενομερίτισσα η οποία για να γίνει δεκτή, έστω και κατ' επίφαση, πρέπει να φέρει την διπλή τουλάχιστον από την συνηθισμένη προίκα. Τα καραβάνια με ζώα και πεζούς που κουβαλάγανε τα προικιά από το χωριό της νύφης στο δικό μας προκαλούσαν –σύμφωνα με την προφορική παράδοση– κυκλοφοριακή συμφόρηση στον δρόμο του μεταξιού που μας ένωνε με τα πιο πολλά. Λίγα χιλιόμετρα όμως αυτός, όχι χιλιάδες. Στη χάση και στη φέξη συνέβαινε να φύγει ένας άμυαλος γαμπρός από το χωριό και να πάει να ζήσει στης νύφης. Απειράριθμες όμως οι καλλωπιστικές εκφράσεις που τον στόλιζαν και στα δύο χωριά. «Τόνε σέρνει από το μνι της», είναι μάλλον η πιο επιεικής για τον υπό σφοδρή αμφισβήτηση, αν όχι αποδεδειγμένα ανύπαρκτο, ανδρισμό του. Δυο φορές ξένος δηλαδή αυτός, αλλά και καραμαλάκας ακόμα και για τους φίλους του· εκτός από τα υπόλοιπα «πτυχία» που του απονέμονται. Για παράδειγμα: «Σαν τα κρύα τα νερά είναι η τσούπρα μας. Πώς της κλήρωσε ο μουνούχος;», αν η νύφη δεν είναι εμφανώς έγκυος στο εξάμηνο.
Στον αντίποδα τώρα, έρχεται ένα καλοκαίρι η εγγονή κάποιου ντόπιου ο οποίος είχε ξενιτευτεί στην Αυστραλία πιτσιρίκος. Πρόκοψε, έκανε οικογένεια με ξένη –ντόπια δηλαδή για κει– κι όλα αυτά. Στη γενέτειρά του έχει επιστρέψει ελάχιστες φορές για τις κηδείες των γονιών του ή τον γάμο κάποιας αδελφής του. Η κοπέλα, στα είκοσί της χρόνια, έχει δει πως ήταν το χωριό πριν από εξήντα χρόνια και βάλε μόνο σε ξεθωριασμένες φωτογραφίες του παππού, όπως και οι γονείς της άλλωστε. Αυτή είναι η αισιόδοξη εκδοχή γιατί το πιθανότερο είναι ο παππούς να μην είχε μαζί του φωτογραφίες. Θα έχει πάρει πάντως μια ιδέα για το σήμερα από το ίντερνετ για να μην έρθει ντιπ αδιάβαστη. Τι τον έχουμε κοτζάμ ιστότοπο; Στο facebook την ξετρύπωσε άλλωστε η ξαδέλφη της –εγγονή της αδελφής του παππού– και την προσκάλεσε στο χωριό για να την φιλοξενήσει. Δεν μιλάει γρι ελληνικά πόσο μάλλον τη διάλεκτο των προγόνων της. Είναι ντόπια! Την περιβάλουν με όλες τις τιμές που αξίζουν στις γηγενείς κι ακόμα περισσότερες. Την ξεναγούν με καμάρι στην κληρονομιά της, στους δύο εναπομείναντες τοίχους του πατρικού του παππού ή στα κτήματα της οικογένειάς του τα οποία έχουν καταπατηθεί για να αναγερθούν οι ανεμογεννήτριες. Προσκυνάει την εικόνα που είχε κάνει δωρεά ο grandpa στην εκκλησία όταν έβγαλε τα πρώτα του λεφτά· τέτοια μεγαλεία. Φυσικά δεν πληρώνει ούτε δεκάρα, που λέγαμε παλιά, για ένα μήνα –εκτός από τη λαμπάδα για την εικόνα– και της την πέφτουν οι άφθονοι νεαροί οι οποίοι λόγω θέρους και ανεργίας λιάζονται στην παραλία. Μάταια την δασκάλεψε κάποια μακρινή θεία, auntie όπως την αποκαλεί με νάζι η μικρή, να μην φοράει θονγκ και τους κολάζει. Κάποιοι απ' αυτούς έχουν την κρυφή ελπίδα να τους πάρει μαζί της φεύγοντας. Κορδώνονται, κάνουν μακροβούτια, της προσφέρουν αχινούς κι ας τους σιχαίνεται, αποκαλούν ο ένας τον άλλο μαλάκα –η πρώτη ελληνική λέξη που έμαθε– για να τον διαγράψει από τη λίστα των μνηστήρων της. Ούτε που την έχουν αγγίξει όμως, άντε κάνα σκαστό φιλί στο μάγουλο όταν την κερνάνε φραπέ. «Μας το παίζει και ψηλομύτα η τζιβιτζιλού», ετυμηγόρησε το λαϊκό δικαστήριο της παραλίας, όταν τις ελπίδες των μελών του φτερούγισε το αυγουστιάτικο μελτέμι.
Να προσθέσω εδώ ότι ντόπια είναι και η γάτα μας την οποία περιμαζέψαμε –στο παρά τρίχα– από το θανατηφόρο για τη ράτσα της οδόστρωμα.


Copyright © Γιώργος Καριώτης All rights reserved, 2022
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε φωτογραφία αρχείου