Χαρακιές σε άσπρους τοίχους

Χαρακιές σε άσπρους τοίχους, Ιωάννας Καραμαλή

Φέτος ειδικά, κι αν έχω διαβάσει πρωτόλεια συγγραφικά έργα! Χωρίς να ξέρω ακριβώς τον λόγο, μου έχει δημιουργηθεί η αίσθηση ότι όλο και περισσότεροι δημιουργικοί άνθρωποι επιχειρούν μια έκδοση των συγγραμμάτων τους. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι αρνητικό· ίσα ίσα που αν θέλουμε να βρούμε τους ποιητές του μέλλοντος πρέπει να ανοίξουμε μάτια και «κεραίες» προς πάσα κατεύθυνση, χώρια που η διαδικασία αυτή καθαυτή, από μόνη της, δείχνει μια ροπή προς τη λογοτεχνία, που μόνο θετική μπορεί να είναι.

Στις Χαρακιές σε άσπρους τοίχους της Ιωάννας Καραμαλή, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν, τα πάντα ξεκινούν με μια προστακτική. Μου φαίνεται κάπως άγρια η φράση Κλάψε απόψε ουρανέ, παρόλο που δεν υπάρχει εκεί μια προσωποποιημένη έννοια και η απεύθυνση γίνεται στο σύμπαν. Η κάπως βίαιη πρόσταξη είναι μπλόφα. Το πρώτο έργο της συλλογής λειτουργεί σαν επίκληση, δηλαδή έχει γόνιμη σκοπιμότητα και ενσυναίσθηση. Και μη νομίζετε ότι εκείνος ο ουρανός της πρώτης σελίδας θα «χαθεί». Είναι μέγιστη η συνεισφορά του ουρανού στους στίχους της και θα τον ξανασυναντήσουμε πολλές φορές.
Η δημιουργός εξακολουθεί να αγαπά τις προστακτικές σε όλη την έκταση, όμως οι προσταγές της έχουν καλό σκοπό και θετικό μήνυμα. Στο Αγάπησε τον ίσκιο σου, για παράδειγμα, το μήνυμα είναι να αγαπήσεις τον εαυτό σου για να βρεις την ευτυχία και στο Παίξε απόψε μουσική σε προτρέπει να ξαναβρείς τον εαυτό σου μπαίνοντας στη δράση.

Δεν φοβάται με τις λέξεις. Δεν φοβάται να προκαλέσει και δεν φοβάται να προσκαλέσει (Έλα να παίξουμε αλήθειες αν αντέχεις). Η ματιά της είναι ανοιχτή σε όλα και προς κάθε κατεύθυνση ενώ δεν διστάζει να σημειώσει τα θέλω της. Μου δίνει την εντύπωση πως πρόκειται για μία πένα που εκφράζεται αυθεντικά, όπως σκέφτεται και όπως αισθάνεται, χωρίς οριοθετήσεις και φιλτραρίσματα.
Ώρα να εξορκιστούν τα όρνια

τα χνάρια μας / δεν γίνεται να γρατζουνάνε τα ίδια χώματα.

Μα όσο ακόμα συνεχίζω να βαδίζω στα χωμάτινά μου μονοπάτια,
εσύ συνέχισε να με λυπάσαι για τα λασπωμένα μου παπούτσια.
Δοκιμάζει και δοκιμάζεται σε διάφορα στιλ γραφής. Ο Μετέωρος δραπέτης είναι ένα ομοιοκατάληκτο ποίημα, πολύ συμπαθητικό, που έχει να δώσει. Μα και στο Η ύπαρξή μου θα κάνω μια υπογράμμιση ένεκα της υπαρξιακής φύσης του κειμένου, που αφορά στη φύση της/του δημιουργού γενικότερα. Στο ίδιο απαντάται και ο στίχος που χάρισε τον τίτλο στη συλλογή, μόνο που εδώ γίνεται διάφανος ο σκοπός του: ο λευκός τοίχος είναι το μηδέν ή το άπειρο, το σημείο από όπου ξεκινάμε όλοι και όπου βλέπουμε χαρακιές, δηλαδή τα σημάδια του, είναι όσα έχουν γραφτεί επάνω (μας), δηλαδή οι μνήμες.

Στο θέμα περί δημιουργών υπάρχει κι ένα έργο (Αυθαίρετοι ειδήμονες) για εκείνους που αποθαρρύνουν τη δημιουργία και μαζί με αυτήν και τους εναλλακτικούς δρόμους ή τους καινοτόμους ανθρώπους. Σπάνια μια ποιητική γραφίδα αναλώνεται τόσο σε εσωτερικά ζητήματα, θέματα ιδίας φύσης, αλλά στο πρώτο σου βιβλίο έχεις να καταθέσεις και υπό αυτό το πλαίσιο. Κι έτσι φτάνουμε και στο Η ύπαρξή μου όπου αναφέρεται σε αυτό που καταλάβατε, στη φύση της δημιουργού, γράφοντας ίσως το πιο αυτο-υπαρξιακό της.
Μα ποιανού η κραυγή ραγίζει τη σιωπή;
Μήπως ήταν δική σου;
Ή την έχεις απαρνηθεί;
Ως άνθρωπος έχει χάσει πράγματα κατά τη διαδρομή της (τη ζωή της) και στο Στημένη παρτίδα είναι ολοφάνερο, όπως και στο Δίχως ποτέ ένα φιλί όπου η απογοήτευση είναι ερωτική και σχετίζεται με την απουσία του άλλου, το άλλο μισό που λείπει, που χάθηκε κ.ο.κ.
Στο Αυτό που άνθισε οι λέξεις είναι μικρές μπροστά στο συναίσθημα κι έτσι δεν καταφέρουν πάντα να μιλήσουν επαρκώς, να δώσουν όλη την εικόνα.
με μια διαρκή αγωνία
μήπως ξυπνήσω όνειρο
και ο έρωτας από βίωμα
γίνει αφήγημα.
Πρόκειται για κατάθεση χωρίς τύψεις, που φέρει μια μέγιστη συνάφεια με τη ζωή της ίδιας, υπό την έννοια ότι δεν αναφέρεται σε άλλους ανθρώπους ή υπάρξεις γενικότερα, κι αυτό το εισπράττω ακόμα και στα κείμενα δευτέρου προσώπου.
Στο τέλος πια, ο ήρεμος ύπνος (ο θάνατος;) θα με έκανε να ενωθώ και να γίνω ένα / με ό,τι τόσο αγάπησα και τόσο μίσησα.

Ε,ναι!