Νίκος Διονυσάτος: Δεδομένου ότι ήταν το δεύτερο βιβλίο μου, είχα ήδη την εμπειρία του πώς δουλεύεται ένα κείμενο μεγάλης φόρμας, σε αντίθεση με τις μικρότερες διηγηματικές φόρμες με τις οποίες δούλευα τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα, η ανάγκη να γράψω ένα τέτοιο κείμενο ήρθε από τις ταραγμένες κοινωνικά και πολιτιστικά εποχές που ζούμε. Είναι σαφώς ένα αντιρατσιστικό και φεμινιστικό ιστορικό κείμενο, επομένως νομίζω ότι η βασική μου ανάγκη να εκφραστώ μέσω αυτού ήταν οι προσωπικοί μου προβληματισμοί και ανησυχίες για την κοινωνική μας πραγματικότητα.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Ν.Δ.: Σίγουρα να δίνει έμφαση στις λεπτομέρειες του κειμένου, να δώσει έμφαση σίγουρα στο συμβολιστικό του κομμάτι και να είναι έτοιμος για αρκετές ιστορικές πληροφορίες που δεν είχε συναντήσει μέχρι πρότινος.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Ν.Δ.: Θα ήταν προφανώς ένα πολύμηνο ταξίδι στην Ζιμπάμπουε και την Νότια Αφρική, που θα περιλάμβανε πολλή ιστορία και περιηγήσεις στην αφρικανική ύπαιθρο.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο:
Ν.Δ.:
«Έπειτα, όταν τελείωνε κι αυτό, άρχιζε η δουλειά στο γιαπί. Δεκαπέντε με δεκάξι ώρες τη μέρα κάτω απ' το λιοπύρι ή μέσα στο αγιάζι και τη βροχή, οι πέτρες περίμεναν να σπάσουν ή τα τσουβάλια να μεταφερθούν ή, σπανιότερα, οι τάφοι για τους νεκρούς να σκαφτούν. Στο τέλος, αργά το βράδυ, ερχόταν το μοναδικό γεύμα της ημέρας και έπεφταν για ύπνο. Την επομένη γινόταν ακριβώς το ίδιο κι έτσι η ζωή στο Ταραφάλ συνεχιζόταν και θα συνεχιζόταν για πάντα, μέχρι να μην υπάρχουν πια άνθρωποι που αγωνίζονται εναντίον του πορτογαλικού ζυγού, που καταδυνάστευε ακόμα την αφρικανική ήπειρο. Είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου πια. Δεν μπορούσε να υπολογίζει τις ώρες, τις μέρες ή τις εβδομάδες. Ήταν μάταιο άλλωστε. Δεν θα άλλαζε τίποτα και απλά μια μέρα δεν θα άντεχε άλλο και θα έσβηνε, ξεγραμμένος από τον κόσμο όλο. Τουλάχιστον έτσι πίστευε μέχρι εκείνο το απόγευμα.»
Το βιβλίο «Χαμένες ημέρες μιας μαύρης ηπείρου», που έγραψα, αποτέλεσε σαφώς μια προσωπική διέξοδο κατά την ύστερη περίοδο της πανδημίας και το σκοτάδι που έφερε αυτή στις ζωές όλων μας. Η ύπαρξη του συγκεκριμένου έργου ήταν ένα μακρύ ταξίδι, δεδομένου ότι είμαι ένας νέος δημιουργός, εκφράζοντας ομολογουμένως και την οπτική της δικής μου γενιάς πάνω στα διάφορα θέματα, ωστόσο χάρη στην ευκαιρία που μου δόθηκε από τις εκδόσεις Ελκυστής, πραγματοποιήθηκε το όνειρο της έκδοσης αυτού μου του βιβλίου. Η επισήμανση των κινδύνων της εποχής μας, που δεν είναι πρωτόγνωροι, αλλά αντίθετα έχουν τις ρίζες τους στην ιστορία, και η ελπίδα, που έχει η δική μου γενιά να αλλάξει τον κόσμο στον οποίο ζούμε, πιστεύω ότι είναι κάτι που μπορεί να δώσει θάρρος στους αναγνώστες του βιβλίου, ανεξαρτήτως ηλικιακών ή πολιτικών χαρακτηριστικών, και να τους κινητοποιήσει ενάντια σε κάθε αδικία ή αυθαιρεσία που συναντούν στις ζωές τους.Νίκος Διονυσάτος
Ο Νίκος Διονυσάτος, σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών, μίλησε για το μυθιστόρημά του, Χαμένες ημέρες μιας μαύρης ηπείρου, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ελκυστής. Ο ίδιος, αποδεχόμενος την πρό(σ)κληση της στήλης Πλοκόλεξο, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να χρησιμοποιήσει δέκα προκαθορισμένες λέξεις, έγραψε για το βιβλίο του το παραπάνω. Στην περίληψη διαβάζουμε:
Ροδεσία, Αφρική, δεκαετία του '70. Ιστορίες από μια εποχή που ο ρατσισμός, η βία και ο πόλεμος βασίλευαν σε ένα από τα τελευταία απομεινάρια μιας αποστεωμένης αποικιακής αυτοκρατορίας, που ήταν ήδη νεκρή. Η Ροδεσία ήταν μια χώρα, που όπως η γειτονική της Νότια Αφρική, εκείνη την εποχή, διέθετε ένα σκληρό καθεστώς ρατσιστικών διακρίσεων, στο οποίο μια λευκή μειονότητα γαιοκτημόνων και επιχειρηματιών διαφέντευε αυθαίρετα τον μαύρο πληθυσμό της χώρας, ο οποίος διψούσε και αγωνιζόταν για ελευθερία και ισότητα. Το βιβλίο αυτό αφηγείται καθημερινές ιστορίες λευκών και μαύρων της Ροδεσίας, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, μέσα από τα ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν τη μοιραία αυτή γωνιά της αφρικανικής ηπείρου. Σε πολλές μάλιστα από αυτές τις ιστορίες βασικό ρόλο παίζει και το ελληνικό στοιχείο της Ροδεσίας, η οποία διέθετε μεγάλη ελληνική κοινότητα, κατά τα χρόνια της λευκής κυριαρχίας. Το πρώτο μέρος του έργου υπόσχεται ποικιλία διαφορετικών χαρακτήρων, που όλοι τους αναδεικνύουν την ανθρώπινη πλευρά πίσω από την τραγωδία ενός πολέμου που για το ελληνικό κοινό αποτελεί εν πολλοίς μια άγνωστη σελίδα της παγκόσμιας ιστορίας. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, και έπειτα από ένα ταξίδι στον χρόνο, ο αναγνώστης φτάνει στη Ροδεσία των αρχών της δεκαετίας του 2010, που βέβαια πλέον ήταν γνωστή σε όλους ως Ζιμπάμπουε. Μέσα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και των πρώτων μνημονίων στην Ελλάδα, οι χρεοκοπημένοι απόγονοι μιας οικογένειας ευκατάστατων Ελλήνων, που ζούσαν παλιά στη Ροδεσία, επιστρέφουν στη Ζιμπάμπουε για να διεκδικήσουν την περιουσία τους εκεί. Άθελά τους ωστόσο μπλέκουν σε μια διαστροφική και αρρωστημένη πλεκτάνη, που σε ένα κλειστοφοβικό χιτσκοκικού τύπου θρίλερ, θα τους φέρει στα όριά τους και θα τους διαλύσει, με φόντο την αφρικανική σαβάνα της Ζιμπάμπουε, και κεντρική πρωταγωνίστρια μια σατανική γυναίκα, της οποίας τις προθέσεις «ο Θεός μόνον θα μπορούσε να εξηγήσει».
Ο Νίκος Διονυσάτος γεννήθηκε το 2003 στη Ρόδο, είναι φοιτητής του τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και απόφοιτος του Μουσικού Σχολείου Ρόδου. Η λογοτεχνία, το σινεμά, οι σειρές, το θέατρο και η ιστορία είναι κάποιες από τις αγαπημένες του ασχολίες. Η εκμάθηση ξένων γλωσσών, η ενασχόληση με τα κοινά, αλλά και η δημιουργία podcast εκπομπών, με την επωνυμία «Νεολαίοι Ρέμπελοι», αποτελούν επίσης δραστηριότητες με τις οποίες καταπιάνεται στον ελεύθερό του χρόνο. Στις διακρίσεις του περιλαμβάνονται το 3ο Βραβείο στον 1ο Πανελλήνιο Μαθητικό Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Συγγραφής Θεατρικού Μονόπρακτου, το 2018, το 3ο Βραβείο στον 12ο Πανελλήνιο Μαθητικό Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Μορφωτικού Ομίλου Πετρούπολης, υπό την αιγίδα της UNESCO ΤΛΕΕ, το 2020, αλλά και η ένταξη ενός αστυνομικού διηγήματός του στην έκδοση «Νέο αίμα», του λογοτεχνικού περιοδικού Πόλαρ, το 2022. Επιπλέον ήταν ένας εκ των ομιλητών του TEDxYouth@Rhodes, το 2019, την ίδια χρονιά ήταν έφηβος βουλευτής Δωδεκανήσου στην ΚΔ' Σύνοδο της Βουλής των Εφήβων, έχει συμμετάσχει σε Μοντέλα Ηνωμένων Εθνών (MUN), ενώ από τον Μάρτιο του 2022 γράφει άρθρα στην Off Line Post. Τέλος, το παρόν έργο είναι το δεύτερο προσωπικό του βιβλίο καθώς «Ο ιστός», μια νουβέλα του, κυκλοφόρησε το 2020 από τις εκδόσεις Βερέττας.
Ο Νίκος Διονυσάτος σημειώνει: Η λέξη που προτείνω για τον επόμενο ή την επόμενη συγγραφέα είναι «πολιτική» στη θέση της λέξης «θάρρος».