Θεοφάνης Παπαδόπουλος: Για να είμαι ειλικρινής είναι δύσκολη η απάντηση. Μπορεί να σας έλεγα απλώς πως μου αρέσει το γράψιμο και άλλα πολλά … ίσως ακόμα να ήταν η αφορμή για ένα ακόμη βιβλίο. Ο κύριος λόγος όμως, που με ώθησε να γράψω αυτό το βιβλίο, είναι γραμμένος στο οπισθόφυλλο. Και να συμπληρώσω ότι άκουσα πως «σε ένα χωριό αν ο καθένας είχε την αυλή του καθαρή, θα ήταν έτσι όλο το χωριό καθαρό» και εγώ λέω «αν ο καθένας μας αγαπούσε πραγματικά, θα ήταν όλο το χωριό μας ειρηνικό».
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Θ.Π.: Η λέξη θα ήταν «Αγάπη».
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Θ.Π.: Αν είναι συναισθηματικός να έχει χαρτομάντιλα δίπλα του, αν όχι μόνο ποπκόρν. Και τα δάκρυα που θα μάζευε να τα έριχνε σε ένα γλαστράκι με λίγο χώμα μπας και φύτρωνε ένα λουλούδι που να το έλεγαν «Αγάπη».
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Θ.Π.: Θα ήθελα να πηγαίναμε σε εκείνη τη χώρα που δεν υπάρχει η κόλαση, αλλά ούτε και ο παράδεισος, για να μην διαχωρίζονται οι άνθρωποι και να ήταν έστω και για μία μέρα… Αλλά μήπως είμαι ονειροπόλος; Σε εκείνον το κόσμο που θα υπήρχε μόνο αγάπη και κατανόηση, χωρίς τη ζήλια, το μίσος, την απόρριψη, τον ανταγωνισμό, την υποκρισία, την κακία, την εξαπάτηση, τον εγωισμό και άλλα πολλά από αυτά τα «χαρίσματα» που έχει ο άνθρωπος… αλλά και πάλι, μήπως είμαι πολύ ονειροπόλος…
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Θ.Π.:
«Αν βάλεις σε έναν ζυγό, ένα μωρό από τη μια πλευρά και από την άλλη είκοσι τσουβάλια λίρες, ποιο θα είναι βαρύτερο; Οι λίρες φυσικά… Και έχουν και περισσότερη αξία… Άρα το μωρό δεν έχει καμιά αξία και δε μας χρησιμεύει, δεν αξίζει και πολλά. Μήπως είναι μπελάς και πρέπει να το ξεφορτωθούμε;»
Σας ευχαριστώ πολύ για τη φιλοξενία!
Ο Θεοφάνης Παπαδόπουλος σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών μιλάει για τη νουβέλα του, Είκοσι τσουβάλια λίρες, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ελκυστής. Στην περίληψη διαβάζουμε:
Μπορεί να έχει χυθεί άπλετο μελάνι για το τι σημαίνει "ΜΑΜΑ". Να έχουν γραφτεί βιβλία, να έχουν ειπωθεί άπειρες ιστορίες, να έχουν γραφτεί τραγούδια, ποιήματα και να έχει αγαπηθεί από άπειρους γιους, από άπειρες κόρες. Κι όμως ο Στέφανος άκουσε για ένα μωρό που βρέθηκε στον κάδο των σκουπιδιών, πως ένα μωρό βρέθηκε κακοποιημένο, αλλά και ένα άλλο παραμελημένο. Αυτό τον κάνει να αναρωτιέται πώς γίνεται ο άνθρωπος να τα κάνει αυτά, ο άνθρωπος που είναι το μοναδικό πλάσμα που απαρχής της ζωής του απέκτησε και συνείδηση μαζί με όλες τις άλλες αισθήσεις του και που τον κάνει να ξεχωρίζει από τα άλλα ζώα, τα οποία μόνο με το ένστικτο της επιβίωσης υπάρχουν. Κι όμως, ας τολμήσει κάποιος να πιάσει ένα κλωσσόπουλο, ας τολμήσει να πιάσει ένα λιονταράκι…
Ο Θεοφάνης Παπαδόπουλος γεννήθηκε στο Περιθώρι Δράμας το 1962. Από το 1982 ζει στον Βόλο με την οικογένειά του, έχοντας αποκτήσει δύο παιδιά και τέσσερα εγγόνια. Εργάστηκε ως ιδιωτικός υπάλληλος για είκοσι επτά χρόνια, και τελευταία ως αγρότης. Το συγγραφικό του κίνητρο ήρθε όταν μία γερόντισσα, μετά από μια εξομολόγηση ζωής, του είπε ότι αυτό θα μπορούσε να γίνει ένα καλό βιβλίο.