Τον Πάνο Μαυρομάτη τον θυμάμαι από την προηγούμενη ποιητική του συλλογή, τις Μικρές απολογίες, που επίσης κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν, με την οποία έλαβε και το «βάπτισμα του πυρός». Επανέρχεται εκδοτικά με Τα λαχνίσματα και εξακολουθώ να βλέπω τη μοναξιά (του ποιητή;), την έλλειψη (του άλλου;), την απουσία γενικά μέσα στα έργα. Στην παρούσα συλλογή είναι εικονοπλάστης πεζοποιητής αναμνήσεων και έντονων, χαραγμένων στιγμών με διάφορες ρίμες, μεθοδευμένα άτακτες. Δημιουργεί ένα προσωπικό ύφος, «σκαρώνοντας» έναν ρυθμό με αυτές που τοποθετεί στους στίχους και το ενισχύει με επαναλήψεις λέξεων και τη μεγάλη σημασία που δίνει στα όνειρα. Διάσπαρτα απαντώνται βότανα, άνθη, φυτά και καρποί αλλά με την πρόθεση να προσθέσουν αρώματα και μυρωδιές παρά χρώματα ή φαγώσιμες ύλες. Αλλού είναι χειμαρρώδης, πλούσιος στον λόγο του (Το μαγειρείο) κι αλλού τόσο φειδωλός και συμπυκνωμένος που προκύπτει η τέλεια αντίθεση. Στο Μηχανισμοί λέει: «Η προθυμία της απροθυμίας με καθήλωσε σε αυτήν.» και ολοκληρώνει με αυτήν τη μία φράση. Αναζητά ή προσφέρει τις απαντήσεις (του) αλλά χωρίς εγγυήσεις. Εξάλλου, ποιος ξέρει με βεβαιότητα αν θα προλάβει ή αν θα τα καταφέρει; Ελπίζει κι εύχεται όμως· και προσπαθεί. Θέλει να «κινήσουμε εμείς και όχι οι δείκτες» και νοεί πως «όσο βιώνεις, θα ξημερώνει».
Φοβούμενοι αυτό το καθαυτό, στροβιλιζόμαστε οικειοθελώς.
Η Μαρία-Πηνελόπη Σταυριανού, δημιουργός της συλλογής Πολύ, συστήνεται ουσιαστικά στους φιλαναγνώστες και λάτρεις της ποιητικής φόρμας με αυτή την πρώτη της έκδοση. Η συλλογή έχει επίκεντρο τον έρωτα και τις σχέσεις καρδιάς άρα δεν θα μπορούσε να μην έχει αισθησιακό λόγο κι ερωτισμό. Έχει και μια ανατολίτικη εσάνς από αέρα, εικόνες κι αρώματα, που έρχεται να συμπληρώσει με εξωτική αύρα το σύνολο. Ίσως με εκείνο το «γράφω για σένα ανελλιπώς», που διαβάζουμε στο Συνοπτικόν, δηλώνει τελικά και τον τρόπο που «λειτουργεί» σε όλο το βιβλίο. Εστιάζει στην έλλειψη, στην απουσία του άλλου (μισού) όμως όχι στην απώλεια, δηλαδή κάποιος που θα έπρεπε να 'ταν εδώ, αλλά δεν είναι, μα ούτε είναι οριστικό το φευγιό. Θέλω να πω πως σαν να αφήνει ανοιχτό το παράθυρο προσμένοντας την επιστροφή, τον γυρισμό, την αποκατάσταση, την επανόρθωση (γιατί προφανώς είναι λάθος να λείπει το έτερο κομμάτι).
Από θερμοκρασίες, προτιμώ αυτήν του κορμιού σου.
Μετά είναι κι αυτό το Πολύ του τίτλου που ενδυναμώνει όσα υπάρχουν στο βιβλίο καθώς το φαντάζομαι δίπλα σε κάθε στίχο της ή σαν απάντηση σε όποιο ερώτημα.
Επόμενος αναγνωστικός σταθμός στην ποιητική συλλογή του Γιώργου Μολέσκη, Ανοιχτός ουρανός. Ένα βιβλίο γεμάτο από περιπλανήσεις, επισκέψεις του ποιητή, ταξίδια και πλήθος ερεθισμάτων από τον κόσμο. Το πιο πανχρωματικό βιβλίο ποίησης, που διάβασα φέτος –αν όχι από πάντα–, πλημμυρισμένο από φύση, άνθη, πλάσματα (ζώα, έντομα, ψάρια...), θάλασσα κι εικόνες εντυπωσιασμού του ίδιου, που τον ωθούν να «κρατήσει» μια σημείωση (το ποίημα) ως αναλλοίωτη μνήμη. Έτσι το βίωσα. Έργα που φυλάσσουν μνήμες, μαρτυρίες, τόπους και μέρη της ιστορίας του κόσμου. Και δεν είναι τυχαίες οι αναφορές σε άλλα βιβλία, φωτογραφίες, μουσικές συνθέσεις κ.ο.κ. Νομίζω αυτή η γενικότερη εντύπωσή μου βρίσκεται «χωμένη» πάνσοφα στο Πλεόνασμα χρωμάτων και συγκεκριμένα στους στίχους:
να χρωματίσω το σκοτάδι και τη σιωπήκαι όλα τα ταπεινά πράγματα του κόσμουγια να έχουν κάποιο νόημα.
Επιπλέον καταλήγει: Να γίνει το λευκό χαρτί / ο κόσμος όλος και η ζωή μου! Δηλαδή μια στόχευση/δήλωση αυτού που σηματοδοτεί η δημιουργία (είτε μέσω της γραφής όπως εδώ, είτε με άλλους τρόπους έκφρασης) και ο ορισμός/προορισμός κάθε δημιουργού που επιθυμεί μια εσωτερική, προσωπική καταγραφή με αλήθεια και πάθος. Το δεύτερο μέρος της συλλογής περιλαμβάνει πολλά έργα που σχετίζονται με την ποιητική του (φύση) και στο τρίτο μέρος βρίσκουμε αλληγορίες ή μεταφορές για τους ρόλους (της ζωής μας) και τους ηθοποιούς (ενίοτε εμάς τους ίδιους) για τις παραστάσεις που δώσαμε/δίνουμε (στη ζωή μας).
Εν κατακλείδι, αυτό το βιβλίο είναι το απόσταγμα της πιο χαρούμενης ποίησης που μπορείς να βρεις (της ποίησης που, ως επί το πλείστον, είναι πολύ μελαγχολική και γκρίζα –ως και μαύρη-κατάμαυρη) χωρίς όμως να χαϊδεύει ώτα. Ποίηση που γοητεύει και δημιουργεί ευεξία και ανεβαστικότητα παρά θλίψη και οδυρμό. Ο πόνος, όταν υπάρχει/όπου υπάρχει, είναι εκεί ως απαραίτητη «παρουσία» –αφού η ζωή περιλαμβάνει και πόνο– δηλαδή στο πλαίσιο της ρεαλιστικότητας που επιχειρείται αλλά όχι ως βάρος ψυχής.
Η μνήμη/οι μνήμες είναι ο κοινός τόπος συνάντησης των τριών δημιουργών/βιβλίων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ταυτίζονται υφολογικά ή με άλλον τρόπο.
Αποκτήστε τα! Ανοίξτε ορίζοντες και (συν-)ταξιδέψτε με τους δημιουργούς τους.