«Θα γίνω η Μήδεια - κανείς δεν μαρτυρεί για τον μάρτυρα» ονομάζεται η παράσταση που βασίζεται στη Μήδεια του Ευριπίδη, σε σύλληψη Σταύρου Μόσχη και σκηνοθεσία Αναστασίας Μπάρκα. Η παράσταση «Θα γίνω η Μήδεια - κανείς δεν μαρτυρεί για τον μάρτυρα» είναι η πρώτη παραγωγή της Exitus, μιας ομάδας που δημιουργήθηκε από ηθοποιούς του Τμήματος Θεάτρου του Α.Π.Θ σε μία εποχή «Εξόδου» από την πανδημία. Η Ομάδα αποτελείται από τους: Σταύρο Μόσχη, Χρύσα Γούτου, Φανή Καλογήρου-Βαλτή, και Αμαλία Διακάκη.
«Εγώ κοίταζα μόνο.Κι από τότε έμεινα για πάντα να κοιτάζω.»
Στην περίληψη διαβάζουμε: Ένα πρόσωπο επί σκηνής. Σα να αφέθηκε τυχαία εκεί. Σα να πρόκειται να φύγει. Ένας άνθρωπος που «είδε» την τραγωδία να συμβαίνει. Ο Αγγελιαφόρος του μύθου, έρχεται τώρα να αφηγηθεί αυτήν την τραγωδία μπροστά στα μάτια άλλων ανθρώπων, κι αυτό που τον ωθεί να ξεκινήσει την αφήγησή του, είναι τα βλέμματα των άλλων. Στηρίζεται στη μνήμη του και ακολουθεί τη γνώμη του. Μπαίνει μέσα στα συμβάντα και τα πρόσωπα. Γίνεται, ο ίδιος, τα συμβάντα και τα πρόσωπα. Προσπαθεί, τότε, να τα εξηγήσει: τον Έρωτα και τη βάρβαρη καταγωγή του, τη θέση μιας θηλυκότητας μέσα σε έναν κόσμο ανδρών, την πραγματικότητα της εκδίκησης ή μιας απελευθέρωσης. Κυρίως, όμως, ένα από όλα αυτά: τη Μήδεια. Ο μόνος τρόπος να την κατανοήσει είναι να γίνει εκείνη. Να γίνει η Μήδεια. Κι όταν όλα, στο τέλος, μεταβληθούν, ένα ερώτημα αιωρείται: Ως πότε θα αρκεί η σιωπή;
Η ομάδα θεάτρου Exitus έρχεται στην Αθήνα (διαβάστε τις σχετικές πληροφορίες στο τέλος αυτής της ανάρτησης) κι εδώ, παρακάτω, οι ίδιοι μας μιλούν για την παράσταση και τους ρόλους τους, Αν μάλιστα τους διαβάσετε επιμελώς θα δείτε ότι πρόκειται για μία από εκείνες τις περιπτώσεις που νέοι άνθρωποι έρχονται να προτείνουν νέα πράγματα στο «κάδρο», παιδιά με ανοιχτές κεραίες που συλλαμβάνουν τα μηνύματα (της δραματουργίας, της κοινωνίας ή/και της εποχής) και έχουν όλη τη διάθεση και το μεράκι να τα επεξεργαστούν, να τα θίξουν και να τα σχολιάσουν μέσα από την τέχνη τους.
Σταύρος Μόσχης: Η μεγάλη μας πορεία με την παράσταση «Θα γίνω η Μήδεια - κανείς δεν μαρτυρεί για τον μάρτυρα» ξεκίνησε την άνοιξη του 2021, όπου ξεκίνησα την έρευνα για να πραγματοποιήσω τη Διπλωματική Εργασία μου στην Υποκριτική για το Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ. Η ιδέα της παράστασης στέκεται γύρω από την αφήγηση του μύθου από την οπτική του Αγγελιαφόρου, κι αυτό ξεκίνησε από την άποψή μας πως ένας άνθρωπος, που δεν είναι πρωταγωνιστής μίας τραγωδίας, έχει σίγουρα να πει γι' αυτήν πολλά πράγματα, κι ίσως οι ερμηνείες του να φωτίζουν διαφορετικά την ιστορία. Το ζήτημα που με ενδιαφέρει, προσωπικά, κι έτσι ξεκινήσαμε, είναι αυτό το τραγικό στοιχείο που κουβαλάει ένας άνθρωπος που δεν είναι ή δεν αντιμετωπίζεται ως πρωταγωνιστής, αλλά που παρακολούθησε μια ολόκληρη τραγωδία από πολύ κοντά κι έχει, ίσως, στιγματιστεί από τις εικόνες της. Κι αναρωτιέμαι –κι εύχομαι όλοι μας– ως πότε ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορεί να μένει σιωπηλός; Κι ακόμη βαθύτερα: τι θα συμβεί σε εμάς αν ο άνθρωπος αυτός μιλήσει, αφηγηθεί και μας αφήσει να εμπλακούμε;
Τι πραγματεύεται το έργο;
Σταύρος Μόσχης: Το έργο, όπως διαμορφώθηκε, έχει να κάνει πρώτα με τον «στιγματισμένο» άνθρωπο και την προσπάθειά του να αφαιρέσει ή να απαλύνει το τραύμα του. Αυτός ο άνθρωπος είναι ο Αγγελιαφόρος, η Μήδεια, ο Ιάσονας, και μάλλον κι εμείς που λέμε την ιστορία κάθε βράδυ. Δίπλα σ' αυτό, η ίδια η τραγωδία του Ευριπίδη, ασχολείται με πολλά ζητήματα της ανθρώπινης φύσης: τον σκοταδισμό μιας ερωτικής απώθησης, τη θέση της γυναίκας μέσα σ' ένα σύστημα πατριαρχικό, τη φαλλοκρατική συμπεριφορά, τις σχέσεις που δημιουργούν τα πρόσωπα σε ένα σύνολο. Αυτά τα σημεία τα κρατήσαμε και στο έργο που δημιουργήσαμε βασισμένο στην οπτική και τη μνήμη του Αγγελιαφόρου. Επίσης, η παράσταση είναι εστιασμένη, αρκετά, στο πρόσωπο της Μήδειας και στην πράξη της, την οποία ο Αγγελιαφόρος προσπαθεί να εξηγήσει, όπως ολόκληρη την τραγωδία. Τελικά αυτό που μένει, είναι περισσότερο απορία και σκέψεις –ίσως– τακτοποιημένες μέσα σε σιωπή.
Αναστασία Μπάρκα: Η σύγχρονη δραματουργία δίνει την ελευθερία στη δημιουργία πολυμεσικών παραστάσεων. Απομακρύνεται από την αυθεντία του κειμένου και εστιάζει περισσότερο στην εμπειρία του παραστασιακού συμβάντος. Η μουσική, οι σκηνικές δράσεις, ο λόγος, η κίνηση, όπως και τα οπτικοακουστικά μέσα γίνονται ισότιμα μέλη μιας ενιαίας και πλούσιας σκηνικής αφήγησης που θα χαρακτήριζα ως προϊόν της σύγχρονης δραματουργίας. Σε αυτές τις αρχές χτίστηκε και η συγκεκριμένη παράσταση, η οποία προσέγγισε το κείμενο ως υλικό-αφορμή για να αφηγηθεί την ιστορία της Μήδειας μέσα από μία άλλη προσέγγιση: τα μάτια του Αγγελιαφόρου. Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα από τις εικόνες που χτίζει ο ηθοποιός επί σκηνής μέσα από τις φόρμες του σώματος και του λόγου του. Αυτήν την υποκριτική λειτουργία έρχονται να συμπληρώσουν ο μουσικός ο οποίος αυτοσχεδιάζει επί σκηνής προκαλώντας έναν μουσικό διάλογο με τον ηθοποιό, αλλά και η σκηνογραφία που με τα υλικά της ολοκληρώνει την εικόνα και την εμπειρία.
Γιώργος Μαγαλιός: Δεν πρόκειται απλώς για μια υπόκρουση ή μια ενόργανη συνοδεία. Η μουσική συμπορεύεται με τον λόγο, τον επενδύει ή τον αμφισβητεί. Δημιουργείται εκ του μηδενός επί σκηνής σε αντίστιξη με το κείμενο. Ο ρόλος της είναι να συμφωνεί, να διαφωνεί, να επαυξάνει, ακόμη και να σχολιάζει ή να ειρωνεύεται τον Αγγελιαφόρο, το πρόσωπο επί σκηνής. Είναι σα μια φωνή στο μυαλό του εκφραζόμενη από τους «παρακμιακούς» ήχους ενός «χαλασμένου» βιολιού.
Αν έπρεπε να περιγράψετε την παράσταση σε μια λέξη ή φράση ποια θα ήταν αυτή και γιατί;
Σταύρος Μόσχης: Δυσκολεύομαι πολύ να βρω ένα πράγμα μόνο… Όμως, υπάρχει κάτι στο κείμενο που με συγκινεί πολύ και είναι, νομίζω, αντιπροσωπευτικό: «Ακόμα και οι μανάδες και οι πατεράδες οι άξιοι, σ' όλη τους τη ζωή ανάπαυση δε θα βρουν, γιατί θα τους βασανίζει η σκέψη, τι βίο να δώσουν στα παιδιά τους.». Κι αυτό γιατί είναι τόσο σημαντική η ρίζα του σπιτιού και του γονέα, για μένα, και είναι κάτι που το έχω δει να ανθίζει από πολύ κοντά, στους δικούς μου γονείς και μέσα απ' αυτούς, σε κάποιους από τους φίλους μου που είναι γονείς και στα παιδιά τους…
Αναστασία Μπάρκα: Η λέξη θα ήταν «διαδρομή» ή/και «μεταμόρφωση». Η παράσταση ακολουθεί διαδρομές: αυτή της ιστορίας της Μήδειας και εκείνη της μεταμόρφωσης του ηθοποιού (και του σκηνικού), που στην προσπάθειά του να συναντήσει και να κατανοήσει το πρόσωπο και τις πράξεις της Μήδειας καλείται να αφήσει πίσω του την «άνεση» ενός οικείου σώματος.
Γιώργος Μαγαλιός: «Η αναβίωση μιας μικρής φόρμας». Η μικρή φόρμα, εκφρασμένη μέσα από μονάδες (1:1, τουτέστιν, ένας ηθοποιός και ένας μουσικός, ουσιαστικά 1ο είδος αντίστιξης, όπως λέμε στη μουσική) και το πώς μπορεί σήμερα να είναι επίκαιρη, αποτελώντας μια αυτοτελή αφήγηση διάρκειας 70 λεπτών.
Σύλληψη - Ερμηνεία: Σταύρος Μόσχης
Σκηνοθεσία: Αναστασία Μπάρκα
Δραματουργία: Αναστασία Μπάρκα, Σταύρος Μόσχης
Μουσική - Ηχητικό περιβάλλον: Γιώργος Μαγαλιός
Σκηνογραφία - Ενδυματολογία: Ζενεβιέβ Αθανασοπούλου, Θεοδώρα Σαρρή
Φωτισμοί: Αναστασία Μπάρκα
Φωτογραφίες: Χρύσα Γούτου
Trailer: Ανθούλα Αηδώνη
Σχεδιασμός αφίσας: Άγγελος Ελεύθερας
Σχεδιασμός προγράμματος - Σκίτσα: Ζενεβιέβ Αθανασοπούλου
Παραγωγή: Exitus Ομάδα Θεάτρου
Επικοινωνία: Νατάσα Παππά
Το κείμενο της παράστασης είναι βασισμένο στην τραγωδία του Ευριπίδη, Μήδεια, σε μετάφραση Γ. Χειμωνά, κατόπιν ευγενικής παραχώρησής της από τον Θ. Χειμωνά.
Στο Θέατρο Άβατον [Ευπατρίδων 3, Αθήνα, 2103412689] στις 22, 23 και 24 Μαΐου στις 21.30.