Η κυρία Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, λογοτέχνις-μεταφράστρια-εργαζόμενη στην Νορβηγική Πρεσβεία (κρατικό βραβείο ποίησης το 2018 για τη συλλογή «Η επιστροφή των νεκρών»), είναι ο άνθρωπος που πήρε τη συνέντευξη, που ακολουθεί, από τον ηθοποιό, σκηνοθέτη, συγγραφέα, μεταφραστή και εκδότη Θεοδόση Αγγ. Παπαδημητρόπουλο στο πλαίσιο του αφιερώματος της Νορβηγικής Πρεσβείας για το εκδοτικό και μεταφραστικό του έργο.
Εκεί, ανάμεσα σε πολλά άλλα, διαβάζουμε: «Norwegian Adventures in Literature is super proud to be hosting a true Renaissance man: author/publisher/translator/actor Theodosis Papadimitropoulos, the person behind a full series of extraordinary new translations of Ibsen’s works in Greek and founder of ibsen.gr, a unique, in Greek, beautiful, website/blog dedicated to all things Henrik Ibsen.» δηλαδή «το Norwegian Adventures in Literature είναι εξαιρετικά υπερήφανο που φιλοξενεί έναν αληθινό άνθρωπο της Αναγέννησης: τον συγγραφέα-εκδότη-μεταφραστή-ηθοποιό Θεοδόση Παπαδημητρόπουλο, τον άνθρωπο πίσω από την πλήρη σειρά των εξαιρετικών, νέων μεταφράσεων των έργων του Ίψεν στα ελληνικά και ιδρυτή του ibsen.gr, ενός μοναδικού ελληνικού ιστότοπου αφιερωμένου σε οτιδήποτε αφορά στον Ερρίκο Ίψεν.» για να καταλήξει: «Theodosis’ efforts sparkle like rare diamonds in an Athens-dominated publishing landscape which has, mostly, neither the time nor the will to treat Norwegian literature with the thirst, meticulousness, and love that Theodosis Papadimitropoulos puts in his books. And for this, we are grateful.» δηλαδή «Οι προσπάθειες του Θεοδόση λαμπυρίζουν ως σπάνια διαμάντια στο αθηναϊκό εκδοτικό τοπίο το οποίο δεν έχει, ως επί το πλείστον, ούτε τον χρόνο ούτε τη θέληση να διαχειριστεί τη νορβηγική λογοτεχνία με τη δίψα, τη σχολαστικότητα και την αγάπη που ο Θεοδόσης Παπαδημητρόπουλος βάζει στα βιβλία του. Και γι' αυτό, είμαστε ευγνώμονες.».
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη.
Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη: Ξεκίνησες να ασχολείσαι με τον Ίψεν με τις μεταφράσεις που έκανες για τις εκδόσεις Gutenberg. Ξεκίνησες από τα νορβηγικά ή τα γερμανικά και έμαθες τα νορβηγικά καθοδόν; (Πώς έμαθες νορβηγικά;)
Θεοδόσης Παπαδημητρόπουλος: Λόγῳ τῆς ὑποκριτικῆς εἶχα μελετήσει ἐκ μεταφράσεων τὸν συγγραφέα. Πρὸ τῆς Σειρᾶς Ἴψεν στὶς ἰδικές μου ἐκδόσεις, μοῦ προετάθη τὸ 2013 νὰ μεταφράσω τὸ σύνολο τοῦ ἰψενικοῦ σώματος καὶ νὰ τὸ σχολιάσω. Διεκόπη ἡ τότε συνεργασία τὸ 2014, κ’ εξεδόθησαν ἕως τὸ 2016 ἕξι ἰψενικὰ δράματα. Γιὰ τὰ τέσσερα πρῶτα πεζολογικὰ ἔργα ποὺ μετεφράσθησαν, προσήγγισα τὸ κείμενο μέσῳ τῆς θεωρηθείσης γερμανικῆς μεταφράσεως ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν δραματουργό· κατόπιν ἤλεγχα τὴν ἀπόδοσι βάσει τοῦ πρωτοτύπου καὶ μὲ τὴν βοήθεια ἀγγλικῶν καὶ γαλλικῶν μεταφράσεων. Ὅμως, ὅταν ἔφθασα στὸν «Πέερ Γκύντ» –τὸ θεμελιῶδες ποίημα τῆς παγκοσμίου δραματουργίας–, μὲ ἀνοιγμένες ὀκτὼ μεταφράσεις σ’ εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες κατ’ ἀντιβολὴν πρὸς τὸ πρωτότυπο, ἀντελήφθην ὅτι δὲν θὰ κατορθώσω τὸ ἐλάχιστο, ἐὰν δέν ἀναζητήσω ἰδικὴ πορεία διὰ τοῦ νορβηγικοῦ γράμματος. Εὐτυχῶς ἀνεκάλυψα παλαιότερο σχολιασμὸ τοῦ Henri Logeman, καταλλήλως εἰσηγητικὸν στὴν γλῶσσα καὶ τὸν τρόπο. Ἐξεκίνησα λοιπόν νὰ μαθαίνω τὴν Νορβηγική, κατὰ τὸν λόγιον κλάδον της, τὴν πρόδρομο γλῶσσα τῶν σημερινῶν bokmål (= «γλώσσης τῶν βιβλίων»).
Κ.Γ.: Γιατί νορβηγικά; (εκτός από τον Ίψεν) Τι σε τράβηξε σε αυτή τη γλώσσα/χώρα;
Θ.Π.: Μ’ ἔφερε στὴν Νορβηγικὴν ἡ ἀνάγκη: νὰ παραδώσω μετάφρασι ὅσον γίνεται ἀρτιωτέρα. Ἐκ τῶν ὑστέρων συνέλαβα ἄλλα: τὴν Νορβηγικὴ Παράδοσι καὶ τὴν σχέσι της μὲ τὴν ὑπόλοιπο Σκανδιναυία, καθὼς καὶ τὸ ἀρχαιοσκανδιναυικὸ παρελθόν· τὴν ἀπὸ τὸν ΙΘ΄ αἰῶνα διφυῆ κατάστασι μὲ τὴν λογία γλῶσσα, τὴν bokmål, καὶ τὴν σύγκρασι τῶν δημωδῶν διαλέκτων σὲ μία κατασκευασθεῖσα ὑπερδιαλεκτικὴ κοινή, τὰ Νεονορβηγικά (nynorsk)· τὴν Ἱστορία τοῦ τόπου μὲ τὶς τόσες δυσκολίες στὰ ἔσχατα τῆς Εὐρώπης· τὴν παρουσία τοῦ Χριστιανισμοῦ σ’ ἐκεῖνα τὰ μέρη καὶ τὴν ιδιαιτέρα πρόσληψι τῆς Ἁγίας Γραφῆς· τὸν ἀγῶνα γιὰ δικαιοσύνη, ἀνεξαρτησία κ’ εὐδαιμονία· τὸ αἴτημα τῶν ἀνθρώπων νὰ προσεγγίσουν τὸ γενικώτερο εὐρωπαϊκὸ γίγνεσθαι χωρίς ν’ ἀπολέσουν τὴν ἰδιοσυστασία των· τὴν ἀξία γραμματεία της μὲ τὴν χαρακτηριστική της εὐθυβολία καὶ πύκνωσι· τὸ μοναδικὸ παγκοσμίως τοπίο μὲ τὰ ὑψίκρημνα φιὸρδ καὶ τὰ ὀροπέδια, τὸ γενεσιουργὸ μύθων καὶ ψυχικῶν τάσεων. Ὁ Ἴψεν εἶναι ἀκατανόητος ἄνευ αὐτῶν καί, ἀντιστρόφως, ὁδηγεῖ ἀναγκαίως ἐκεῖ τὸν θεατὴ καὶ ἀναγνώστη του. Οἱ δὲ ἄμεσες συγκρίσεις μὲ τοὺς τελευταίους δύο αἰῶνες τοῦ Ἑλληνικοῦ χώρου εἶναι γονιμώτατες καὶ πλουσιώτατες, παρ’ ὅτι οἱ ἱστορικὲς συνθῆκες, τὰ γεγονότα καὶ τὰ πορίσματα ὅλως ἄλλα.
Κ.Γ.: Πες μας για το ibsen.gr και το πάθος σου για τον Ίψεν.
Θ.Π.: Θὰ ἤθελα νὰ λέγω ὅτι παραδίδω στὸν σύγχρονο Ἕλληνα μίαν ὁδὸ πρὸς τὸν Νορβηγὸ δημιουργὸ μέσῳ τῶν μεταφράσεων, τῶν ὑποσημειώσεων καὶ τῶν ἀναλύσεων: ὅτι αὐτὸς ἦτο σημαντικώτατος ποιητὴς στὴν Ἱστορία τοῦ Δυτικοῦ Πολιτισμοῦ καί, κατὰ τοῦτο, καθοριστικὸς δραματουργός· ὅτι ἡ παρακαταθήκη του περιέχει μέγα μέρος τῆς ἀνθρωπίνης συνθήκης καὶ προβληματικῆς, ὅπως καὶ τὸν ἐν γένει νορβηγικὸ τρόπο καί συγκαταβατικῶς καί κριτικῶς. Λόγῳ τῆς στενῶς ἐννοουμένης θεατρικῆς πρακτικῆς λησμονοῦμε ὅτι καὶ ὁ πεζὸς λόγος τοῦ Ἴψεν ἀνάγεται στὴν στιχουργική του δεξιοτεχνία, καὶ ἡ στιχουργία δὲν εἶναι κάτι ἐξωτερικὸ τῆς ποιήσεως, ἀλλὰ στοιχεῖο ἀναπόσπαστο. Ὁ ποιητὴς ἔφθασε ἐκεῖ μετὰ βάσανον στοχαστικὴν καὶ ἄσκησιν· δὲν ηὗρε ἕτοιμο ὅ,τι ἐκινητοποίησε τὸ θεατρόφιλο καὶ ἀναγνωστικὸ κοινὸ μὲ τὰ δράματά του κοινωνικοῦ περιεχομένου. Ἀπὸ αὐτὴν τὴν προσπάθεια στὴν Σειρὰ Ἴψεν τῶν ἐκδόσεών μου, ἀντλεῖται τὸ ὑλικὸ τῆς ἱστοσελίδος ibsen.gr μ’ ἕνα τρόπον ὅμως διαφορετικό· ἐπὶ παραδείγματι τὸ ἐργογραφικό-βιογραφικὸ σημείωμα τῶν βιβλίων: «Ἰδού ὁ ἄνθρωπος» ἀναπαράγεται διαρκῶς ἐμπλουτιζόμενο μὲ χάρτες, διαδικτυακοὺς συνδέσμους, ζωγραφικοὺς πίνακες, φωτογραφίες, εὐκολοτέρα κατ’ ἔτος ἀναφορᾶς πρόσβασι –δηλαδὴ μὲ τὰ μέσα τοῦ διαδικτύου. Ἡ προοδευτικὴ συστηματικὴ ἀποδελτίωση τῶν ἰψενικῶν προσώπων, καθὼς καὶ καὶ τῶν ἔργων, ποὺ εὑρίσκεται ἐκεῖ, θὰ ἦτο ἀδύνατος ἢ ἐλλιπὴς στὸ ἔντυπο. Η βιβλιογραφία, καί διὰ συνδέσμων, ἀνανεοῦται διαρκῶς καὶ βοηθεῖ τὸν Ἕλληνα μελετητή. Ἔπειτα, ἔχω τὴν δυνατότητα νὰ «δοκιμάζω» μεταφραστικὲς λύσεις σὲ κείμενα τοῦ Ἴψεν πρὸ τῆς στοιχειοθεσίας, ἰδίως κατὰ τὰ ὄχι τόσον γνωστά του, ὅπως τὰ μή δραματικὰ ποιήματα, τοὺς λόγους, τὴν ἐπιστολογραφία, τὶς σημειώσεις ἐπὶ ἔργων ἢ σκηνοθεσιῶν του. Ἡ Σειρὰ Ἴψεν καὶ ἡ ibsen.gr ἐπιχειροῦν νὰ ἐξηγήσουν τὴν ἱστορικὴ παρουσία τοῦ ἔργου καὶ τὶς ἀπολήξεις του, θεατρικῶς κ’ εὐρύτερα.
Κ.Γ.: Έχεις ταξιδέψει στη Νορβηγία; Αν ναι, τι σου άρεσε περισσότερο; Πώς ήταν η αίσθηση του πριν και του μετά; Αν όχι, πού θα ήθελες να πας και γιατί;
Θ.Π.: Δυστυχῶς δὲν ἔχω ταξιδεύσει στὴν Νορβηγία. Θέλω νὰ ὑπάγω γιὰ λόγους πολλούς, βιβλιογραφικοὺς καὶ πρακτικούς. Ἡ Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη τῆς Νορβηγίας καὶ τὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Ὄσλου παρέχουν κατάλληλο ἠλεκτρονικὴ πρόσβασι σὲ μεγάλο μέρος τῆς ἰψενικῆς βιβλιογράφιας· παρὰ ταῦτα ὑπάρχουν τεκμήρια ποὺ πρέπει νὰ ταξιδεύσω, ὥστε νὰ τὰ συμβουλευθῶ. Θέλω νὰ ἐπισκεφθῶ σημαντικοὺς σταθμοὺς τῆς ἰψενικῆς δημιουργίας: τὸ Ὄσλο, τὸ Μπέρκγεν καὶ τὸ Γκρίμσταντ (ὅπου ἔζησε καὶ εἰργάσθη), τὸ Σίεν (ὅπου ἐγεννήθη)… Νὰ ἰδῶ τὸ τοπίο καὶ τοὺς θερινοὺς μῆνες καὶ κατὰ τὸν χειμῶνα, νὰ συλλάβω ἰδίοις ὄμμασι τί ἐστιγμάτισε τὸν Ἴψεν καὶ τί ζωογονεῖ σήμερα ἀκόμη τὸν Νορβηγικὸ λαό. Ὅταν μετέφραζα τὸν «Τέριε Βίγκεν», ἀνεζήτησα φωτογραφίες τῶν σχηματισμῶν πλησίον τῆς θαλασσίας ἐπιφανείας ἀνοικτὰ τοῦ Γκρίμσταντ στὴν Νότιο Νορβηγία ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Δανία, ὅπου ἐκτυλίσσεται ἡ πλοκὴ τοῦ ἔπους· ἄλλο πρᾶγμα ὅμως νὰ τὰ παρατηρήσῃς αὐτὰ ἀπὸ κοντά... Συνεπῶς, ἀπαιτεῖται ὄχι μόνον ἕνα ταξίδι. Θὰ ἔλθῃ ἡ ὥρα. Προέχει «τὸ ἕρμα τοῦ πλοίου».
Θ.Π.: Ἤθελα νὰ ἔχω πρωτοβουλία, εὐχέρεια κινήσεων καὶ ἀπόλυτο λόγο κατὰ τὴν ἐκτέλεσιν τῆς συλλήψεως. Θεωρῶ ὅτι ἕνας πρωτογενὴς ἢ δευτερογενὴς δημιουργός (συγγραφεὺς ἢ μεταφραστής) ἔχει νὰ προσφέρῃ διὰ τῆς λειτουργικῆς του ἀμεσότητος, ὡς ἐκδότης πλέον, κάτι χρήσιμο στὴν ἀγορὰ καὶ στὸ ἀναγνωστικὸ κοινό. Ἔχω τὴν δυνατότητα ἐκδόσεως γιὰ κάποια πονήματα «δυσπρόσιτα», λ.χ. τὶς γραμματικὲς τῆς Ἑλληνικῆς Παραδόσεως, τὴν κριτικὴ ἔκδοσι τοῦ σολωμικοῦ Ὕμνου εἰς τὴν Ἐλευθερίαν μεθ’ ὑπομνήματος, τὰ πρωτομεταφρασθέντα τοῦ Ἴψεν («Ὁ τάφος τοῦ πολεμιστῆ», «Νόρμα», «Ἡ νύχτα τ’ Ἁγιαννιοῦ», «Ὄλαφ Λίλιεκρανς», «Τέριε Βίγκεν») ἢ τὸν ἐκσχυγχρονισμένο «Πρώιμο Βουδδισμὸ» τοῦ T. W. Rhys Davids, τὶς σειρὲς τῆς συγχρόνου νεοελληνικῆς δραματουργίας καὶ ποιήσεως. Ὅλα ἐτοῦτα θὰ ἦσαν ἐν τέλει ἀδύνατα, ἐὰν δὲν εἶχα ἀναλάβει ἐκδοτικῶς πρωτοβουλία.
Κ.Γ.: Είναι δύσκολη η δουλειά ενός ανεξάρτητου εκδοτικού οίκου; Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες και ποιες οι μεγαλύτερες ανταμοιβές;
Θ.Π.: Ὁ ἀνεξάρτητος ἐκδοτικὸς οἶκος, στὴν περίπτωσί μου, ἀποτελεῖ προσωπικὴ ἐργασία μετὰ ἐξωτερικῶν συνεργατῶν: συγγραφέων, μεταφραστῶν, γραφιστῶν, τυπογράφων, βιβλιοδετῶν... Τὰ βιβλία κατὰ τὴν ἐπιμέλεια, στοιχειοθετικῶς καὶ σχεδιαστικῶς παράγονται ἀπὸ ἐμένα. Ἡ πύκνωσι τῶν ἐργασιῶν ἐπιχειρεῖ νὰ συναρμόσῃ δύο αἰτούμενα: τὴν παράδοσι συμπαγοῦς μορφῆς καὶ τὴν ἐλαχιστοποίησι τοῦ κόστους λειτουργίας ἄνευ ποιοτικῆς ἐκπτώσεως. Ἡ σχετικὴ δυσκολία, πέραν τῆς ἀντικειμενικῆς, εἶναι ἡ εὔλογη ἀρχικὴ δυσπιστία ἑνὸς βιβλιοπώλου ἢ ἀναγνώστου, διότι ἡ ἀγορὰ λειτουργεῖ –ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον– μὲ τὴν πρακτική τοῦ καταμερισμοῦ τῆς ἐργασίας. Ἀπαιτεῖται ὑπομονὴ κ’ ἐπιμονή, ὥστε νὰ πεισθῇ κοινὸ καὶ διανομή. Οἱ ἀνταμοιβές: αὐτονομία κινήσεων καὶ αὐθεντικωτέρα ἔκφρασι τῶν νοουμένων καὶ βιωθέντων, σὲ πολλὲς περιπτώσεις προσωπικὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ κοινὸ κ’ ἐκμαίευσι κρίσεων ἐξυπηρετικῶν γιὰ τὰ μελλοντικά.
Κ.Γ.: Ποιες οι δυσκολίες και οι ανταμοιβές ενός εκδοτικού οίκου με έδρα τη Μεσσηνία;
Θ.Π.: Καλὰ καλὰ οἱ τῆς πρωτευούσης καὶ τῶν ἀστικῶν κέντρων δὲν συλλαμβάνουν τὴν διάστασι τῆς ἐκδοτικῆς προσπαθείας, ἄντε νὰ ἐξηγήσῃς κατανοητῶς σ’ ἐπαρχιακὴ κοινωνία. Ἡ στρεβλὴ σχολική μας παιδεία καὶ ἡ ἀνοικείως καλλιεργουμένη παραίτησι δυσκολεύουν περαιτέρω τὸ ἐγχείρημα. Τὰ λέγω αὐτά, καθότι στὴν συνείδησί μου ὁ ἐκδοτικὸς οἶκος «διαπαιδαγωγεῖ» τὸ κοινό του. Ὅμως, ὅταν ἀνοίγω συζήτησι καὶ παρουσιάζω τὴν κατ’ ἐμὲ στοιχείωσι τοῦ πράγματος, ἀπολαμβάνω ὅλο τὸ φάσμα τῶν ἀντιδράσεων (στὶς ἀπροσδοκήτως ἀρκετὲς κ’ ἐνθαρρυντικὲς περιπτώσεις): δυσπιστία –> ὑποψία –> ἐνδιαφέρον –> ἐννόησι –> ἀλλαγὴ στάσεως (;). Αὐτὸ εἶναι μεγάλη ἀνταμοιβή, καθότι κατανοῶ τὴν διεργασία ὡς ἐν τοῖς πράγμασι προώθησι τοῦ τόπου μου καὶ τῶν ἀνθρώπων του. Σημαντικώτατο ὁ ἁπλὸς ἄνθρωπος νὰ ἐλευθερωθῇ ἀπὸ τὴν θεαματικὴ πρόσληψι του βιβλίου, δηλαδὴ τῶν γραμμάτων, καὶ ν’ ἀποκτήσῃ κριτήρια ἑδραῖα καὶ ἂς τ’ ἀναθεωρήσῃ καὶ ἂς τ’ ἀρνηθῇ ἔπειτα. Βεβαίως ὑφίστανται δυσκολίες τεχνικὲς στὴν ἐπαρχία, ἀλλὰ ἡ ὑπεισερχομένη προσωπικὴ ἐπαφὴ μὲ τοὺς ἁρμοδίους καὶ ἡ πολύ μεγαλυτέρα προθυμία ἐξυπηρετήσεως ἀπὸ τὶς πόλεις ἐπιλύει πολλά. Οἱ ἐδῶ ρυθμοὶ εὐεργετικῶς ἐπιδροῦν στὸ ἔργο, ὄχι γιὰ νὰ τὸ καθυστερήσουν, ἀλλὰ νὰ τὸ ἐπιταχύνουν λόγῳ ἀπουσίας ἄγχους καὶ περιττῆς ἀστικῆς κοπώσως. Εὑρίσκομαι μακριὰ ἀπὸ τὶς ἐξελίξεις τοῦ κέντρου, ὅμως αὐτὸ στὴν ἐποχή μας κάπως «ἰσοφαρίζεται» διὰ τῆς τεχνολογίας.
Κ.Γ.: Γιατί διάλεξες να μεταφράσεις τον «Μαρτίνο Λούθηρο» της Maria Tryti Vennerød, ειδικά για το ελληνικό κοινό; Είναι παγκόσμια εκδοτική «πρεμιέρα», μάλιστα. Πώς γνώρισες το έργο της;
Θ.Π.: Τὸ 2018 συνειργάσθην στενῶς μὲ τὴν πάντοτε ἐξυπηρετικωτάτη καὶ φιλικωτάτη στὴν θέσι της Χριστῖνα Σορδῖνα ἀπὸ τὴν Νορβηγικὴ Πρεσβεῖα γιὰ παρουσίασι τοῦ ἕως τότε μεταφραστικοῦ μου ἔργου στὸν Ἴψεν, παρουσίᾳ τοῦ τότε πρέσβεως. Ἰούνιο μῆνα συνηντήθημεν ἐκ νέου, καὶ μοῦ λέγει ἡ Χριστῖνα: «Θεοδόση, θέλω νὰ λάβῃς δύο προωθητικὰ τομίδια τοῦ Νορβηγικοῦ κράτους γιὰ τοὺς συγχρόνους δραματουργούς.». (Εἰλικρινῶς συγχαρητήρια στὴν Νορβηγία ποὺ προωθεῖ μὲ θέρμη κ’ ἐπίνοια τοὺς ἐν ζωῇ δημιουργούς της, κ’ εὐχαριστίες στὴν Χριστῖνα γιὰ τὴν πρωτοβουλία.) Ἐκεῖ ἀνέγνωσα τὸ σημείωμα γιὰ τὴν Βέννερεντ καὶ ἀμέσως ἠθέλησα νὰ μάθω γιὰ τὸ ἔργο της. Ἔστειλα ἠλεκτρονικὸ μήνυμα στὴν δραματουργό, μοῦ ἀπήντησε κ’ ἔτσι ἐξεκίνησα νὰ μεταφράζω. Τὸ ἔργο ἐξεδόθη ἕνα χρόνο κατόπιν καί, ὅσον ἐνθυμοῦμαι, ἀκόμη δὲν ἔχει τυπωθῆ στὴν Νορβηγική. Ὁ Μαρτῖνος Λούθηρος εἶναι κομβικὴ μορφὴ γιὰ τὴν Δυτικὴ Εὐρώπη, ἀποτελεῖ θεμέλιο γιὰ τὴν κατανόησι τοῦ ἰψενικοῦ σώματος. Τὸ δρᾶμα τῆς Βέννερεντ ἔχει ἀρετές: σύγχρονο καὶ στοχαστικὴν ὀπτικὴ παναρχαίων θεολογικῶν ζητημάτων καὶ τρόπων ὑπαρκτικῶν, θεώρησιν εἰλικρινῆ τῶν δύο φύλων ἐνώπιον τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου καὶ τῆς θείας παρουσίας, ἀναγκαῖον ἐξανθρωπισμὸ τῆς ἱστορικῆς μορφῆς, γλῶσσα εὐκίνητο καὶ ἄμεσο, θεατρικὴν εὐρυθμία. Τὸ θεωρῶ σημαντικὴ προσθήκη στὴν ἐκδοτική μου προσπάθεια ὡς πρὸς τὴν Νορβηγικὴ γραμματεία καὶ δὴ τὴν θεατρική.
Κ.Γ.: Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου Νορβηγοί συγγραφείς και ποιον/α θα ήθελες να μεταφράσεις στο μέλλον;
Θ.Π.: Μελετῶ τὸν ἱστορικὸ τῶν ἰδεῶν Ἔγκιλ Βύλλερ (Egil Wyller, 1925-2021). Ἔφθασα σὲ αὐτὸν εξ αἰτίας παραινέσεως τῆς μεταφραστρίας Κυριακῆς Παπαδοπούλου-Σάμουελσον κατὰ τὸ μεταφραστικὸ ἔργο τοῦ Νορβηγοῦ στὸν Ἐλύτη καὶ ὄχι μόνον (τὴν εὐχαριστῶ γιὰ τὴν πρότασί της). Ὁ λόγιος εἶχε ἑρμηνεύσει καὶ τὸ ἰψενικὸ ἔργο. Ὁ πλατωνιστὴς κ’ ἑνολόγος κατανοεῖ βαθύτατα τὰ τῆς Ἑλληνικῆς Παραδόσεως καὶ παρουσιάζει εὐστοχώτατα στὸ Νορβηγικὸ κοινὸ τὶς πνευματικὲς κατακτήσεις τοῦ ἀρχαίου πνεύματος καθὼς καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ρωμαιο(ηο)σύνης, τοῦ ἐνδοξοτάτου καὶ πλησιεστέρου πλούτου τοῦ Γένους. Ἐὰν διατρέξῃ κάποιος μόνον τὴν τρίγλωσση (Ἑλληνική/Λατινική-Νορβηγική- Γερμανική) ἀνθολογία του ἑνολογικῶν κειμένων ἀπὸ τὴν Ἀρχαιότητα ἕως τῆν πτῶσι τῆς Βασιλευούσης, ὅπου συμπαρατίθενται καταλλήλως ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν Σαπφῶ, τὸν Φερεκύδη καὶ τὸν Πυθαγόρα διὰ τοῦ Πλωτίνου καὶ τοῦ Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, ἕως τὸν Γρηγόριο Παλαμᾶ καὶ τὸν Γεώργιο Γεμιστό/Πλήθωνα, ἀντιλαμβάνεται ἀμέσως: Ἡ «πνευματοκίνητος» Ἑλληνικὴ παγκοσμιότης ζῶσα καὶ ζωογονοῦσα στὸ ἄλλο ἄκρο τῆς ἡπείρου «κατὰ τὴν λογικὴν καὶ νοερὰν δύναμιν» ἐκείνου.
Δὲν γνωρίζω ἐὰν θὰ μεταφράσω στὸ μέλλον κάτι σχετικό, ἀλλ’ αὐτὴ ἡ συνιστῶσα τοῦ Νορβηγικοῦ πνεύματος ἤδη λειτουργεῖ στὸν τρόπον ἐργασίας μου, ἀποκαλύπτουσα μία διάστασι βαθεῖα καὶ σημαίνουσα γιὰ τὸν Ἕλληνα.