Μαρίας Καρκαβίλλα
Αθήνα, 10/03/22
Η ώρα δύο. Πάτωμα. Μπαλκόνι. Σιχαίνομαι τα μωσαϊκά. Αλλά αφού εχτές αποφάσισα να κοιμηθώ με την ενοχλητική σταγόνα του νεροχύτη και να ξεπεράσω τον θόρυβο, που μου τρυπάει τον εγκέφαλο, τι σκατά... δεν αξίζει και το μωσαϊκό μια ευκαιρία;
Παράξενη ερωμένη η μοναξιά... αγάπησα τόσο τους ανθρώπους κι όμως θαρρείς πως είμαι ακόμα στην εξορία νιώθω.
Κι όμως ακόμα να... δες! Η ολόλευκη σιλουέτα τους μέσα απ' το σκοτεινό τους περιτύλιγμα μου ζεσταίνει την ψυχή περισσότερο απ' την κουβέρτα.
Εκείνο το βλέμμα. Εκείνο το χάδι. Εκείνο το φιλί. Εκείνη η αγκαλιά. Εκείνη η μυρωδιά...
Πρωτάκουστη ησυχία για το Παγκράτι.
Στα μπαλκόνια ο αέρας δεν βρίσκει ούτε καν αντιστάσεις σε απλωμένα ρούχα.
Κι αυτό το ολόγιομο φεγγάρι λες και φλέρταρει μόνο μαζί μου και μου ψιθυρίζει είμαι εδώ.
Είναι στα αλήθεια εκκωφαντική η σιωπή.
Αλλά πιο πολύ εκκωφαντικό είναι το αίσθημα της απογοήτευσης του ονειροπόλου στην ησυχία.
Με πλημμυρίζουν όσα ζω.
Αλλά τον ήθελα τούτο τον ωκεανό.
Μαθήματα ζωής να συλλέγω.
Εκεί που άρχισα, εκεί να τελειώσω.
Κι αναρωτιέμαι.Θα ξανά βρεθώ άραγε με κανέναν απ' τους ανθρώπους που αγάπησα;
Εκείνους που χάθηκαν και δεν πρόλαβα να γνωρίσω;
Τους τυχαίους περαστικούς ή τους καρμικούς ογκόλιθους ή εκείνους που βαφτίσαν συγγενείς μας;
Τους τυφώνες της ζωής μου;
Κι όλα τα ήσυχα ποτάμια; Θα φοράμε την ψυχή μας άραγε;
Ή θα έχουμε εφεύρει καινούργιους εικονικούς χαρακτήρες;
Για λίγο φαντάστηκα μια σκάλα από κισσό κι όλοι από κάτω λαχταρούν να ανέβουν στο πάρτι στον τρίτο. Όλοι θα χωρούσαν στο μπαλκόνι.
Κι όλοι όταν θα φεύγαμε θα είχαμε αγαπήσει τούτο το μωσαϊκό στο πάτωμα.
Στη φυλακή άραγε οι άνθρωποι κρυώνουν;
Φταίει κάποιες φορές η μόνωση ή η απομόνωση;
Φταίει ο πόλεμος ή η ειρήνη που δεν μπορούμε να βρούμε μέσα μας;
Κι ήμουν σίγουρη γαμώτο ότι από αγάπη κανείς δεν κρύωσε...
Για δες πώς χορεύουν απόψε στο φεγγάρι ελεύθερες ολόλευκες σιλουέτες...
Copyright © Μαρία Καρκαβίλλα All rights reserved, 2022
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε φωτογραφία της ίδιας