Κυανό

Κυανό, Μαρίζας Καζακλάρη

Την Μαρίζα Καζακλάρη τη θυμάμαι –έτσι την πρωτογνώρισα φιλαγνωστικά– από τη συλλογή της Λαξεμένοι ψίθυροι (εκδ. Ελκυστής). Σε αυτό το νεότερο πόνημά της, την ποιητική συλλογή Κυανό (εκδ. Mystory, σειρά Πασιφάη) έρχεται να επιβεβαιώσει κάθε προηγούμενη εντύπωση αλλά και να πιστοποιήσει, με έναν τρόπο, ότι η πένα της δεν είναι συμπτωματική. Η κυρία Καζακλάρη θα μας «απασχολήσει» συγγραφικά κι άλλες φορές στο μέλλον καθώς δείχνει πως η έκφραση μέσω της γραφίδας είναι εκείνο που την αφορά, την γεμίζει και τελικά η επιθυμία της.

Το βιβλίο αυτό, αρχικά, σε κερδίζει με την αισθητική του, τα εξαιρετικά διακοσμητικά του στοιχεία που ομορφαίνουν τις σελίδες του και γοητεύουν τα μάτια. Μάλιστα, συναντάμε μια ποικιλία από αυτά με θεματική εστίαση στη φύση. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που έχουμε ανάγκη από τις σύγχρονες εκδόσεις, που όλο και περισσότερο αφήνουν στην άκρη τον όποιο διάκοσμο επικεντρωμένες μόνο στα κείμενα.
Δευτερευόντως, διαβάζοντας, σε κερδίζει με την όμορφη επιμέλειά του, την προσοχή στη λεπτομέρεια των έργων (του) και στη συνολική παρουσίαση. Αν με ρωτάτε, ένα σωστά επιμελημένο (και διορθωμένο) βιβλίο είναι τόσο βασικό σε μία έκδοση όσο είναι η ίδια η δημιουργία εν τη γενέσει της –αν όχι και βασικότερο.

Στα κείμενα τώρα, αυτά καθαυτά, κυριαρχούν ο ελεύθερος στίχος –ίσως η μόνη επιτρεπτή κι αυτόνομη ελευθερία– και πολλή θάλασσα. Τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο, σε αυτό των εντυπώσεων. «Κοιτώντας» πιο προσεκτικά και πιο ουσιαστικά στα έργα διακρίνουμε το πόσο πετυχημένα χειρίζεται το δεύτερο πρόσωπο· κι αυτό επειδή στο πρώτο πρόσωπο όλοι έχουν/-με επιτυχία αφού το νόημα συνδέεται απευθείας με τη/τον δημιουργό. Επίσης, βλέπουμε στοχευμένες επαναλήψεις λέξεων, εδώ κι εκεί, αλλά και γραμμάτων, όπως στο Κ, ενώ στο Ανάσες και Όνειρα είναι σαν να αναφέρεται σε όλη τη συλλογή της, σε όλα τα κείμενα και στον λόγο που την ωθεί στην έκφραση (το σωστότερο θα ήταν: στη συγγραφική, δημόσια έκφραση).
Ξεφλουδίζοντας
την αλήθεια μου.

...οι άνθρωποι,
ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους.
Στο περιεχόμενο τώρα των κειμένων, ξεχωρίζω τις αναφορές σε εσωτερικούς χώρους (δωμάτια, κάμαρες, σπίτια) αλλά και στη μικρότερη κλίμακα, δηλαδή: μπαούλα, σεντούκια... Μια αδιόρατη αίσθηση κλειστοφοβικού χαρακτήρα, που τοποθετεί τον άνθρωπο μέσα στο «κουτί»· τον ίδιο ή την «προέκτασή» του: το συναίσθημα, για παράδειγμα.
Πόθοι και έρωτες, σε πρωτοκαθεδρία. Δεν θα μπορούσε να είναι και πολύ διαφορετικά. Βλέπετε, ο άνθρωπος παθαίνει και ταλαιπωρείται από τα πάθη του κι αυτό «αποτυπώνει» η ποίηση και η λογοτεχνία γενικότερα. Σε δεύτερο επίπεδο είναι ερωτική κι αισθησιακή και κάπως ρομαντική –ίσως όχι με τον ρομαντισμό που φέρνει ένας έρωτας που ανταποκρίνεται, αλλά με τον πιο σκοτεινό και υποδόριο, όπως στο κίνημα του ρομαντισμού των τελών του 19ού αιώνα.

Αρκετές φορές «ποντάρει» στην προστακτική και πολλές από αυτές, μάλιστα, ολοκληρώνει ένα έργο με μία (Έλα πιο κοντά. ή  Ψιθύρισέ μου. ή Κοίτα με!). Παντού υπάρχει μια απολυτότητα, μια βεβαιότητα για ό,τι λέει/γράφει. Σε αυτό βοηθά το γεγονός ότι συχνά αναφέρεται σε κάτι που συνέβη, έγινε και πέρασε (άρα αδιαμφισβήτητο γεγονός), σε αναμνήσεις από το παρελθόν (περίεργη αυτή η σύνταξη, λες και υπάρχουν αναμνήσεις από το μέλλον) έστω κι αν ο χρόνος είναι απροσδιόριστος.
Μια μύγα
εισβάλλει λαθραία
από τη χαραμάδα
κι έτσι θυμάμαι
ότι είμαι ακόμα ζωντανή.

Φοβάμαι...
[...]
τη ζωή που έχασα
περιδιαβαίνοντας μονάχη
στα χρόνια της ανυπαρξίας.
Υφολογικά παραμένει ολιγόλογη. Ή αν προτιμάτε πιο συμπυκνωμένη ή όχι τόσο περιγραφική και ανοιχτή στις περιόδους.

Πάντως αφουγκράζομαι ευκρινώς μια/την αναμονή (εκείνου) και μετρώ πόσα καρφιά έχει «αναγνωρίσει» τριγύρω ή πάνω στα σώματα (λέξεις όπως: σάρκα, σώμα ή κορμί απαντώνται διαρκώς).
Τον έρωτα να
τον λούζεις με αυθάδεια.
Η συλλογή αποτελεί μια ωραία πρόταση και απευθύνεται σε κάθε φίλο της ανάγνωσης.