Γιάννη Σμίχελη
Μου 'παν να χαλαρώσω
Τη ζωή να δεχθώ όπως είναι
Τη μεγάλη χαρά και την συμφορά,
Μα 'γώ ακροβατώ.
Η μάνα μου με γέννησε στην άκρη του γκρεμού
Τον χάρο μου σύστησαν οι συγγενείς
Στης κούνιας τα τραγούδια
Κι οι φίλοι μου με συναντούν στον ορίζοντα
Φώναξα πώς είναι δυνατόν;
Εκείνη μ' είχε για εισιτήριο μιας διαδρομής
Πάνω στο πιο γλυκό φιλί.
Τ' ακυρωτικό κρεβάτι της άμβλωσης
Και στην επόμενη γωνία με τον μπούφο
Του φιλοσοφικού ξεκατινιάσματος.
Ένα ζόμπι να γίνομαι με κλάμα
Το αίμα των προδομένων ονείρων
Από την μια ήττα στην επόμενη φυγή
Κι ένας φαύλος κύκλος μες στην αιθάλη
Της ρομαντικής απελπισίας,
Τα σαγόνια της μοίρας να κροταλίζουν
Δίπλα στα φεγγάρια της τρέλας μου,
Τα πειραγμένα μυαλά μες στην λάσπη
Πιράνχας της μικροπρέπειας,
Και η μαστούρα της καφρίλας
Στα γαλόνια των περιοίκων
Πόση πίκρα χρειάστηκα για να τρομάξω;
Το βασικό συστατικό της τοξικότητάς τους
Η μιζέρια
Κάθε πληγή ένας χάρτης της αληθινής ζωής
Κι αυτοί κρυμμένοι στα θολά ίχνη των
Πισώπλατων μαχαιριών.
Κι όμως ξέφυγα
Γι' αυτό σου λέω μην ακούς
Παρά μόνο τη φωνή
Του μονάκριβου αθώου παιδιού
Απρόσμενη, ατόφια, γενναία
Και πολύ πολύ εξερευνητική
Σε κανένα και τίποτα μην πιστεύεις
Πίσω απ' όλα ψάχνε
Χέσε τους, δεν έχουν κότσια.
Αγάπη δίχως αλήθεια δεν υπάρχει,
Έρωτας χωρίς απελπισία είναι γιαλαντζί
Κι όσες φορές κι αν πέσεις
Θα σηκωθείς μόνο αν φτύνεις
Τους συμβιβασμούς ενώ απελευθερώνεσαι
Σε γόνιμο κάμπο ευτυχίας.
🌺
Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved, 2022
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Emil Nolde (self-portrait, 1912)