Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Η αυλή των θαυμάτων

Η αυλή των θαυμάτων σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη

Σε μια αυλή του Βύρωνα, μια λαϊκή πολυκατοικία είναι γεμάτη ζωή, αντιθέσεις, αγάπη, σύμπνοια, μυστικά. Οι σχέσεις ανατρέπονται όμως όταν φτάνει ένας νέος ενοικιαστής. Τι χαρακτήρας είναι; Πώς θα αντιδράσουν οι ένοικοι; Πώς θα εξελιχθούν τα γεγονότα από κει και πέρα; Θα πραγματοποιηθούν τα όνειρα και οι ελπίδες, που έχουν αυτοί οι άνθρωποι; Και τι θα συμβεί όταν φτάσει η ώρα της έξωσης; Ένα από τα καλύτερα έργα του Ιάκωβου Καμπανέλλη, που έχει ακόμη πράγματα να πει, ανέβηκε στο Μέγαρο Μουσικής σε μορφή μιούζικαλ κι εξακολουθεί να είναι φρέσκο, δυνατό, άκρως ανθρώπινο και ρεαλιστικό.

Είμαι από τους ανθρώπους που δύσκολα δέχονται τους πειραματισμούς σε κλασικά έργα και συνήθως τα αποφεύγω, όσο επιτυχημένα κι αν αποδεικνύονται συν τω χρόνω. Το όνομα του Στέφανου Κορκολή όμως, το κύρος του Μεγάρου Μουσικής και το καθαυτό κείμενο ένιωσα πως δεν θα με πρόδιδαν και πράγματι αυτό συνέβη. Η μετατροπή του έργου σε μιούζικαλ έγινε με απόλυτο σεβασμό και πιστότητα στην εποχή που διαδραματίζεται από τη μια και στους χαρακτήρες που το αποτελούν από την άλλη. Αν δεν το γνώριζα ήδη, θα έλεγα πως η αρχική του μορφή ήταν αυτή κι όχι η γνωστή που έχουμε δει και αγαπήσει τόσα χρόνια. Είδα μια άρτια και ολοκληρωμένη παράσταση, γεμάτη νοήματα, προβληματισμούς, αλήθειες και διαχρονικές ανθρώπινες σχέσεις. Το όνειρο για μια καλύτερη ζωή, ο παράνομος έρωτας, η απελπισία για τον χαμένο γιο, οι φιλοδοξίες, η κακία, όλα εκτυλίχτηκαν μπροστά μου μέσω δυνατών ερμηνειών, εξαίρετης σκηνοθεσίας, απολαυστικής σκηνογραφίας, προσεγμένων χορογραφιών και διαφορετικών ειδών μουσικής.

Είμαστε λοιπόν, όπως έγραψα και ανωτέρω, σε μια γειτονιά του Βύρωνα, όπου ζουν διάφοροι και διαφορετικοί χαρακτήρες, που έχουν δοκιμαστεί και μεγαλώσει μαζί, ξέρουν τα όριά τους, παρακολουθούν αδιάλειπτα τις ξένες ζωές, επηρεάζονται και αναστατώνονται εξίσου. Όλα ξεκινάνε όταν η Αννετώ (σημαντική, αν και όχι με καθαρή άρθρωση, Ρούλα Πατεράκη) φέρνει στο διαμέρισμά της έναν νέο ενοικιαστή, τον Στράτο (ένας θετικά διαφορετικός, από τον μονήρη και υπερβολικό τηλεοπτικό του ρόλο σε σειρά της ΕΡΤ, Γιώργος Τσιαντούλας) κι έτσι μας ξεδιπλώνονται οι χαρακτήρες του έργου. Ο Στέλιος παίζει στον ιππόδρομο και χρεώνεται συνεχώς πιστεύοντας πως θα γυρίσει το φύλλο σύντομα (πολυσχιδής, συγκινητικός, έντονος Γιώργος Γάλλος, ραγίζει καρδιές με τη φράση «Για μια ελπίδα παίζω, να γιατί παίζω»), ενώ είναι παντρεμένος με την Όλγα (πάντα αγαπημένη και με υποκριτική δεινότητα η Κατερίνα Παπουτσάκη), η οποία, παγιδευμένη σ' έναν γάμο χωρίς αύριο, ερωτεύεται τον Στράτο. Ο Μπάμπης (εξίσου καλός Αλέξανδρος Μπουρδούμης), άνεργος και απελπισμένος, αρχίζει να ετοιμάζεται για την Αυστραλία ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο, μαζί με τη γυναίκα του, Βούλα (η με καλοδουλεμένη εσωτερικότητα Κόρα Καρβούνη, η ήρεμη δύναμη της παράστασης), με την οποία τους συνδέει μια σχέση αγάπης και μίσους αφού πότε την κακοποιεί και πότε τη γεμίζει δώρα.

Επίσης, ο Ιορδάνης (συγκλονιστικός Μάνος Βακούσης) κατοικοεδρεύει μόνιμα στην ταράτσα, απ' όπου κατοπτεύει τα πάντα. Η γυναίκα του, Μαρία (συγκλονιστική η Ειρήνη Καράγιαννη, που πότε βυθίζεται μέσα της και πότε κρίνει με πικρία: «Και νερό να 'μασταν, θάχαμε βρει ένα στέκι», ενώ οι σπουδές της στην όπερα τη βοηθάνε σ' ένα επίσης δυνατό σόλο), ακόμη ψάχνει το παιδί τους, τον Ιωακείμ, παραδομένη στην κατάθλιψη και ο γιος τους, Γιάννης (φέρελπις Αλέξανδρος Βάρθης με αξιοπρόσεκτη φωνή), είναι κρυφά ερωτευμένος με μια από τις κοπέλες του κτηρίου. Η Μαρία, γυναίκα ναυτικού (απολαυστική Μαρίζα Τσάρη), η ανύπαντρη Ντόρα (ακούστε τη Μαρία Διακοπαναγιώτου σ' ένα τραγούδι-έκπληξη) και άλλες γυναίκες (όλοι οι ηθοποιοί εξίσου σωστοί και υποστηρικτικοί) συμπληρώνουν το «μελίσσι». Σε αυτούς προστέθηκαν η μεγάλη πια σε ηλικία πόρνη Καίτη (μονοδιάστατη Φιλαρέτη Κομνηνού, σ' έναν ρόλο που δεν την αφήνει να ξεδιπλώσει τις συγκλονιστικές ερμηνευτικές της δυνατότητες, όπως όταν λέει: «Όλοι από δω θα έχουμε φύγει σα να μην υπήρξαμε ποτέ» ή στον αξέχαστο μονόλογο της: «Εγώ ξέρω πού θέλω να πάω, στην αγκαλιά της μάνας μου. Η μάνα μου ήταν το μόνο σπίτι που είχα ποτέ.») και ο χαριτωμένος Λάσκος (γελαστός αλλά και δυνατός ερμηνευτικά όπου δει, Δημήτρης Πιατάς). Οι δυο τους μαζί δίνουν ένα καλοδουλεμένο φινάλε, που μου έφερε δάκρυα στα μάτια: «— Εδώ δεν ξέρω αν θα πάμε μέχρι τη γωνία. –Πάμε μαζί, ρε Καίτη, κι ας μην προλάβουμε!».
Ποιον να πρωτοξεχωρίσω λοιπόν από τους ηθοποιούς; Πώς μπορώ να σπάσω ένα αρραγές σύνολο και να ξεχωρίσω έναν από αυτούς; Όλοι μαζί δημιουργούν μια πολύβουη κυψέλη απόλυτα συντονισμένη και σωστά ενορχηστρωμένη, χάρη στη δουλειά που έριξε και στη ματιά που χάρισε στο κείμενο, αλλά και στο έμβιο υλικό του, ο σκηνοθέτης Χρήστος Σουγάρης, που μεταποίησε το σημαντικό αυτό έργο σε μιούζικαλ, προσέθεσε πρόσωπα, σεβάστηκε όμως το καθαυτό κείμενο και την ουσία του. Απόλαυσα κάθε στιγμή της παράστασης, αγάπησα, μίσησα, στενοχωρήθηκα με κάθε χαρακτήρα του έργου. Ήταν όλοι τους υπέροχοι.

Η αυλή των θαυμάτων σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη

Πρόκειται για ένα κείμενο διαχρονικό, με ενδιαφέροντες χαρακτήρες, καθημερινούς και ρεαλιστικούς, το οποίο συνδέεται ακόμη πιο στενά με την εποχή μας, με τους διωγμούς, που υφίστανται διαρκώς οι πληθυσμοί με αφορμή έναν πόλεμο, μιας και οι χαρακτήρες του έργου ζουν σε μια αυλή, γνωρίζονται, ελπίζουν, πονάνε αλλά κάποια στιγμή έρχεται η ώρα της έξωσης.
Το έργο-ορόσημο της μεταπολεμικής νεοελληνικής δραματουργίας ανέβηκε πρώτη φορά το 1957 από τον Κάρολο Κουν, με σκηνικά του Γιάννη Τσαρούχη και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι κι έκτοτε δεν σταμάτησε να παρουσιάζεται σε αθηναϊκές και επαρχιακές σκηνές αλλά και στο εξωτερικό.

Στο Μέγαρο Μουσικής έχουμε ένα άρτιο αποτέλεσμα. Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου είναι άψογα. Η πολυκατοικία, που αποτελείται από ισόγειο, πρώτο όροφο και ταράτσα έχει έξι μπαλκονόπορτες στον πρώτο και τέσσερις στο ισόγειο, που όλες τους έχουν διαφορετικές κουρτίνες και το εσωτερικό έχει μια διαφορετική λεπτομέρεια νοικοκυριού, που δείχνει πως άλλοι επέλεξαν το δωμάτιο για κουζίνα, άλλοι για κρεβατοκάμαρα κ.λπ. Μπορεί κανείς να ανέβει είτε από τη μεσαία κεντρική σκάλα είτε από την πλαϊνή σιδερένια, που οδηγεί μέχρι την ταράτσα, όπου ζει νυχθημερόν ο Ιορδάνης. Επιπλέον, οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου ζωντανεύουν το κάθε διαμέρισμα με τέτοιο τρόπο που λες ότι συμμετέχει κι αυτό στο έργο! Πότε τα εξωτερικά φώτα των διαμερισμάτων, πότε τα εσωτερικά, πότε όλα μαζί δημιουργούν μια πανδαισία χρωμάτων και φωτοσκιάσεων με τρόπο που δεν έχω ξαναδεί μέχρι στιγμής. Επιτέλους, απόλαυσα σκηνικά!
Η μουσική σέβεται απόλυτα την ατμόσφαιρα του έργου και ποικίλλει από ροκ μέχρι μπαλάντες, πλαισιώνοντας ιδανικά τον κάθε χαρακτήρα που τραγουδάει. Ο Γιάννης (Αλέξανδρος Βάρθης) εκμυστηρεύεται στον εαυτό του την αγάπη που έχει για μια από τις κοπέλες του κτηρίου σε ένα σόλο με σαξόφωνο και τρομπέτα, με τους μουσικούς να ανεβαίνουν στη σκηνή μαζί του. Ο Στέλιος (Γιώργος Γάλλος) έχει πολλά τραγούδια, τον βρήκα συγκλονιστικό όμως στο σόλο όπου εκμυστηρεύεται τις ελπίδες του για ένα καλύτερο αύριο. Ο ρυθμός ανεβαίνει και γίνεται απολαυστικό ηχητικό κομμάτι όταν δέχεται επίθεση από ανθρώπους του υποκόσμου. Επίσης, δεν γίνεται να μην κλάψεις με τη Ρούλα Πατεράκη, που αποκαλύπτει τον πραγματικό χαρακτήρα της Αννετώς και γιατί συγκεντρώνει τόση κακία μέσα της για τον κόσμο της πολυκατοικίας όταν τραγουδάει: «Με λες γριά, κακιά και κουτσομπόλα / τα βράδια όμως δακρύζω / κι εγώ έναν άνθρωπο ζητώ να μου μιλήσει» ούτε να μείνεις αδιάφορος μπροστά στο στραπάτσο που περιγράφει ο Μπάμπης (Αλέξανδρος Μπουρδούμης): «Να βλέπεις το καράβι να φεύγει κι εσύ να είσαι πεταμένος σαν σκουπίδι στο λιμάνι.».

Στην «Αυλή των θαυμάτων», μια αυλή που κάποιους τους πνίγει και κάποιοι άλλοι την αγαπούν, ζουν, μεγαλώνουν, περιμένουν διαφορετικοί άνθρωποι, που όλοι μαζί συγκροτούν ένα μικρό δείγμα κάθε ανθρώπινης κοινωνίας, η οποία όσο κι αν αλλάζει θα παραμένει ίδια στα βασικά της χαρακτηριστικά. Η σκηνοθετική φροντίδα, η μουσική επιμέλεια και η υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών της παράστασης, που είδα στο Μέγαρο Μουσικής, δημιουργούν ένα άρτιο αποτέλεσμα που αξίζει να δει κανείς, ξανά και ξανά.



ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα