Βάιου Κουκκόνη
Και αν μεγάλωσα μωρά μέσα στην αγκαλιά μου! Κειμήλιο οικογενειακό, που έχω μετρήσει κλάματα και χαρές! Ανάθρεψα σώματα μικρά και ανήμπορα να ζήσουν μόνα, χωρίς το ζεστό άγγιγμα της κατάλευκης κουβέρτας που είχα στα σωθικά μου!
Δεν είχα συγκεκριμένο μέρος που αγκάλιαζα τις ζωές! Μπροστά στο τζάκι. Στα ξύλινα παγκάκια. Στα πάρκα και στις αυλές. Στους ανοιχτούς αγρούς υποδεχόμασταν όλοι μαζί τα πρώτα ανοιξιάτικα σκιρτήματα!
Δεν είχα χέρια, μήτε πόδια. Ένα καλάθι μονάχα είχα που έμοιαζε με μήτρα και ένα πλαίσιο λαβής, που την έσπρωχναν τα χέρια όσων καμάρωναν!
Όσες φωτογραφίες και αν κοιτάξεις, ασπρόμαυρες και έγχρωμες, θα με αντικρίσεις δίπλα να στέκομαι ακλόνητη στον ρόλο που με χαρά ανέλαβα αγόγγυστα και ακούραστα.
Μα αν με ρωτήσεις για ποιο πράγμα αισθάνομαι περήφανη μονάχα τούτο θα σου πω. Στην παγωμένη πνοή του χειμώνα και στον ήχο των μακρινών σειρήνων δεν λυγίζω στις χαρακιές του χρόνου. Συνεχίζω τον ρόλο που μου ανατέθηκε. Τον ρόλο που ξέρω καλά.
Δεν είμαι πια κειμήλιο. Είμαι στρατιώτης και εγώ ενός άδικου πολέμου. Πήρα φύλλο πορείας και βρέθηκα άξαφνα στα σύνορα της χώρας έτοιμη και πάλι στον αγώνα της θαλπωρής!
Παρηγορώ μαχόμενη τα παιδιά που ξενιτεύτηκαν. Γιατί η δική μου η μάχη δεν είναι με τα όπλα. Ούτε με τις οβίδες και τα τανκ. Ο δικός μου αγώνας είναι να παρηγορήσω και να ζεστάνω πρόσκαιρα τα μωρά του πολέμου! Να δώσω πίσω την ελπίδα της ανθρωπιάς και ας παλεύουν κάποιοι να την ξεριζώσουν από τα μύχια της ψυχής.
Copyright © Βάιος Κουκκόνης All rights reserved, 2022
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Συνοδεύεται από έργο της Μαρίας Καρακατσάνη