Άρης Γεράρδης: Από κάποια μυστήρια εσωτερική παρόρμηση, που διακρίνει όλους τους καλλιτέχνες. Για να μεταδώσω τη φωνή μου, τον λόγο μου, να επικοινωνήσω με τους συνανθρώπους μου. Για τη φιλοδοξία μου να φανώ χρήσιμος και για πολλούς άλλους λόγους, που θέλω να πιστεύω δεν περιλαμβάνουν και τη ματαιοδοξία.
Πώς προέκυψε η συλλογή «Ο τρυφερός παλαιστής»;
Α.Γ.: Είχα στο συρτάρι, όπως οι περισσότεροι ομότεχνοί μου, ένα απόθεμα από κάποια πεζά μου, τα οποία κάποια στιγμή θα επιχειρούσα να τα εκδώσω. Η στιγμή άργησε, γιατί κατά βάση είμαι ποιητής, αλλά ήρθε. Αφορμή στάθηκε το ομώνυμο διήγημα του τίτλου του βιβλίου μου, «Ο τρυφερός παλαιστής», που έστειλα το 2020 στον πανευρωπαϊκό διαγωνισμό «Νίκος Καζαντζάκης», των εκδόσεων Ραδάμανθυς, και απέσπασε το Β' Βραβείο.[1]
Ποιο ήταν το έναυσμα, η έμπνευση ή η ιδέα που μετουσιώθηκε σε αυτό το βιβλίο;
Α.Γ.: Στα διηγήματα αυτά περιλαμβάνονται προσωπικά βιώματα, και πώς αλλιώς θα ήταν, που αφορούσαν στα παιδικά, εφηβικά και μετεφηβικά μου χρόνια. Ήθελα να μιλήσω γι' αυτά. Να καταθέσω κάποιες αλήθειες για τους επήλυδες, που αναγκάστηκαν να μετοικήσουν στην Αθήνα κυρίως και σε άλλα αστικά κέντρα, τη δεκαετία του πενήντα με εξήντα.
Έχω δουλέψει παιδί στις καπνοφυτείες του τόπου καταγωγής μου, το Αγρίνιο. Εκείνα τα βιώματα αποτέλεσαν το έναυσμα. Μέγας δάσκαλος μετά τον Α. Παπαδιαμάντη και σε αυτό είδος –διηγήματα– ο Άντον Τσέχωφ, για μένα τουλάχιστον.
Πρώτη φορά συλλογή πεζών. Ποιο λογοτεχνικό είδος σας ταιριάζει περισσότερο;
Α.Γ.: Αυτό της ποίησης· απαντώ με βεβαιότητα σήμερα, μετά τις τέσσερις ποιητικές συλλογές μου. Κατόπιν, αυτό που έχετε στα χέρια σας και εννοώ τα εκτενή διηγήματα. Και να γράφω και να διαβάζω. Διηγήματα. Αυτούς τους μικρούς πυρήνες απαρχής μυθιστορημάτων προτιμώ, πλάι στο μαξιλάρι μου συνήθως. Αν ξαναέγραφα, σίγουρα την ίδια φόρμα θα επέλεγα, αλλά η ποίηση, η πρώτη ερωμένη διεκδικεί μανιωδώς τα πρωτεία…
Υπάρχουν θέματα που ταιριάζουν καλύτερα σε μία φόρμα και άλλα που ταιριάζουν στην άλλη;
Α.Γ.: Εξυπακούεται. Και στον καλό συγγραφέα απομένει να την κατέχει και να την χρησιμοποιεί αναλόγως. Αλλά υπόψιν: «Προτού να καταλύσετε τη φόρμα, μάθετε να τη χειρίζεστε. Μπορεί να ανακαλύψετε πως δεν χρειάζεται.». Και ακόμα: «Το περιεχόμενο υπαγορεύει το στιλ. Το αντίθετο δεν θα συμβεί ποτέ.», γράφει στο βιβλιαράκι του «Σεμινάρια δημιουργικής γραφής» ο Αλέξης Πανσέληνος.
Οι αναγνώστες, ο τελικός κριτής. Πέτυχε ή όχι η συνταγή; Πάντως βιβλία καθ' υπόδειξη συνταγών είναι συνήθως άνευρα. Σούπες.
Πώς θα περιγράφατε το βιβλίο με μια φράση;
Α.Γ.: Έξι και ένα σπονδυλωτά διηγήματα ή ένα παρ' ολίγον μυθιστόρημα.
Υπάρχει κοινός παρονομαστής στα διηγήματα που περιέχονται;
Α.Γ.: Η λέξη «σπονδυλωτά» στην παραπάνω απάντηση αυτό εκφράζει. Τον κοινό παρονομαστή, τον μίτο, που θα ήθελα να ανακαλύψει ο αναγνώστης, όχι γιατί αποτελεί κάποιο εφτασφράγιστο μυστικό, αλλά για χάρη της σωστής ανάγνωσης που δεν προκαταλαμβάνει τον αναγνώστη. Ίσως παιδευτεί λίγο, γιατί τα διηγήματα δεν ακολουθούν τη χρονολογική σειρά που συμβαίνουν. Αν ίσχυε αυτό, τουλάχιστον το διήγημα «Οι μαγικοί καθρέφτες» θα έπρεπε να βρίσκεται πρώτο.
Αφιερώσατε το βιβλίο στη μνήμη του Μένη Κουμανταρέα. Γιατί; Σας έχει επηρεάσει το έργο του με κάποιον τρόπο;
Α.Γ.: Είναι το ελάχιστο που μπορώ να κάνω πια. Του χρωστώ, όπως και άλλοι πολλοί, και το βιβλίο αυτό είναι ένας φόρος τιμής. Δεν αποσκοπεί σε τίποτα άλλο, παρά να μείνει αιώνια η μνήμη του. Τώρα στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης: Σίγουρα θα έχω επηρεαστεί, θετικά ελπίζω, όπως άλλοι συνοδοιπόροι του Μένη Κουμανταρέα, που υπήρξε για πάνω από σαρανταπέντε έτη κάτι παραπάνω από φίλος και ανάδοχος των παιδιών μου. Αναλύομαι στη φιλία μας και διαδρομή μας στο τελευταίο αφήγημα, γραμμένο σε ένα αφιέρωμα γι' αυτόν στο περιοδικό Οδός Πανός. Ο άδικος θάνατός του με συγκλόνισε και με συγκλονίζει, όταν του μιλάω ενδόμυχα ακόμα, όπως στο «Φάντασμα του συγγραφέα».
Τι θα θέλατε να πείτε στον φιλαναγνώστη που θα επιλέξει να διαβάσει το βιβλίο;
Α.Γ.: Αναρωτιέμαι πώς μπορώ να απαντήσω την ερώτηση χωρίς να προκαταλαμβάνω τον αναγνώστη. Θα έλεγα παραινετικά ας κοιτάξουν πίσω από τον τίτλο, τι έχει κρύψει ο συγγραφέας. Τα βιβλία προσφέρουν την ξεχωριστή μαγεία τους πέρα από συμβουλές και παραινέσεις και η μεγαλύτερη απόλαυση, άλλωστε, είναι να ανακαλύπτει από μόνος του κάποιος οτιδήποτε στη ζωή. Πόσο μάλλον στα διαβάσματά του.
Ευχαριστώ από καρδιάς την κυρία Τζένη Κουκίδου, παλιά και αγαπητή μου γνώριμο, για τη φιλοξενία και την ευκαιρία να αφήσω κάποιες σκέψεις μου για το βιβλίο μου.
Η συλλογή διηγημάτων του Άρη Γεράρδη, Ο τρυφερός παλαιστής, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέφαλος.
[1] Μεταφέρεται αυτούσιο το σκεπτικό της απονομής του βραβείου «Νίκος Καζαντζάκης»:
Αστική ηθογραφία εποχής με κοινωνικές προεκτάσεις. Διήγημα που χαρακτηρίζεται από την ισορροπία στην οργάνωση του αφηγηματικού υλικού, τη δύναμη των εικόνων, την ζωντάνια και πειστικότητα στη διαγραφή του ψυχισμού και του ήθους των προσώπων. Εστιάζοντας στην παρουσία του ομότιτλου ήρωα σε μια γειτονιά-αυλή της παλιάς Αθήνας θέτει στο επίκεντρο της αφήγησης τις ευαίσθητες ισορροπίες των ανθρώπινων σχέσεων, τις ανθρώπινες αδυναμίες και πάθη, τον φόβο απέναντι στο διαφορετικό, τις προκαταλήψεις και την σκληρότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Τρυφερό και πικρό, συγκινεί και προβληματίζει.
Σημείωση: Η παραπάνω φωτογραφία του Μένη Κουμανταρέα –στην περιοχή Γκάζι– ανήκει στον Άρη Γεράρδη (προσωπικό αρχείο). Προβάλλεται εδώ με άδεια του δημιουργού.
Περισσότερα από/για τον Άρη Γεράρδη: