Ο Δημήτρης Α. Δημητριάδης είναι παλιός γνώριμος του koukidaki και πολυδιαβασμένος από τη γράφουσα (να θυμίσω κάποια από τα βιβλία του: Σελίδα μισοφέγγαρη, Μπλε, Η κλίμακα της αντοχής). Η νέα του ποιητική συλλογή, Ρήγματα, κυκλοφορεί ήδη από τις εκδόσεις 24γράμματα, ενώ παράλληλα έχει κυκλοφορήσει και μια συλλογή μικρών πεζών, το Ένα κορίτσι μπροστά στ' άστρα, από τις εκδόσεις Πνοές Λόγου & Τέχνης.
Αυτή η δεύτερη συλλογή αποτελείται από επιστολές που απευθύνει ο συγγραφέας στην εγγονή του, Λυδία, η οποία είχε αποτελέσει πηγή έμπνευσης και για την ποιητική συλλογή Ήλιος διπλός, που προηγήθηκε. Επανέρχεται λοιπόν, με πέντε γράμματά του προς εκείνη, ξέροντας πως η ίδια θα τα διαβάσει αργότερα, όταν θα είναι και σε θέση να κατανοήσει τα μηνύματά τους, για να τις ευχηθεί –αφενός– όλα αυτά που επιθυμεί για τη ζωή και το μέλλον της και να τη συμβουλεύσει –αφετέρου. Ανάμεσα στα πολύ όμορφα πράγματα που αφήνει εκεί για την Λυδία περιλαμβάνεται κι ένα απόσταγμα ζωής, ως γόνιμος οδηγός συμβουλευτικού ευ ζην, αλλά και ερωταπαντήσεις ενός φανταστικού διαλόγου που ανοίγει μαζί της για το μέλλον, τη συνέχεια, το αύριο. Το βιβλίο κοσμείται με εικαστικά έργα της Κυριακής Χαραλαμπίδου. Στο σύνολό του, αποτελεί μια γλυκιά –την πιο γλυκιά– παρακαταθήκη που μπορεί να αφήσει ένας τεχνίτης της πένας στην επόμενη γενιά έχοντας μια παραμυθένια αύρα παρά μια διδακτική υφή.
Επιστρέφοντας τώρα στην ποιητική συλλογή, Ρήγματα, αναζητεί –μεταξύ άλλων– και τον πυρήνα της ποίησης. Στο έργο του Θερμός υδράργυρος μιλάει ανοιχτά για την ποίηση, την περιγράφει, την εξετάζει, την αποκωδικοποιεί... την εξηγεί τελικά με τον τρόπο του: λέξεις, / λέξεις που ντύνουν το αόρατο, / άλικες λέξεις. Στο Απ' την αρχή: ...αναζητά / την αλφαβήτα της ζωής / απ' την αρχή να τη διαβάσει. Στο κείμενο Οι λέξεις θα διαβάζουμε χαρακτηριστικά: Να πάλι οι λέξεις επάνω στο χαρτί / να πλημμυρίζουν το χαρτί / το σπίτι / το βάδισμα / το δρόμο κ.ο.κ. σε ένα έργο για την ισχύ των λέξεων και τη συμβολή τους στη ζωή ενός δημιουργού. Στο Θερμός υδράργυρος ξεκινά με: Η ποίηση / ήχος σε πηγάδι με μπαμπάκι και εξακολουθεί με ένα πλήθος μεταφορών και παρομοιώσεων για να καταλήξει στο παραπάνω και τέλος, περιέχεται και το πολύ πολύ όμορφο Θέλω να γράψω ένα ποίημα.
Θέλω να γράψω ένα ποίημα [...] φλέβα νταμαριού και πούπουλο
Εξετάζει –με στίχο– τα παιδικά (του) χρόνια, μιλάει για παιδικά όνειρα, φωνές, σώματα, παιδιά-λόγια, ύπνο παιδιού κ.π.λ. χρησιμοποιώντας αρκετά την προσωπική αντωνυμία «μου» (όνειρά μου, νύχτες μια, φωνή μου, ουρανός μου, ψυχή μου, πατέρας μου κ.ο.κ.) τοποθετώντας τον αναγνώστη πολύ σιμά του, σαν έτοιμος να μοιραστεί διάφανα τις σκέψεις, τις μνήμες και τα συναισθήματά του. Μια επιλογή που οπωσδήποτε κερδίζει και φέρνει κοντά τα δύο μέλη: συγγραφέα και αναγνώστη.
Ως ποιητής βέβαια απασχολείται (τον απασχολούν) περισσότερο τα σκοτάδια, οι νύχτες, το μαύρο... τελικά, η σιωπή. Ίσως και λόγω ωριμότητας να έχει κατασταλάξει στην αξία και την παρουσία της.
Εκρήγνυται η εικόνα μέσα τουσαν θανάσιμη εκπυρσοκρότηση.ένα μεγάλο ποίημα της σιωπήςΘα 'ρθει καιρόςπου οι ψυχές θα μιλούνκι η βουή του κόσμου θα σωπάσει.
Γίνεται και συμβουλευτικός, όπως στο πολύ γοητευτικό Μη σε πλανέψουν και χαθείς όπου καταλήγει: μη σε πλανέψουν και χαθείς / του κόσμου σου οι δρόμοι. Σε κάθε περίπτωση, όταν ο στίχος του περιέχει μια προστακτική, ουσιαστικά έχει έναν συμβουλευτικό χαρακτήρα, περιέχει και μια αγκαλιά μαζί, ένα νοιάξιμο, το ενδιαφέρον του για τον άλλο –τον όποιο αποδέκτη– παρά ένα κούνημα δαχτύλου επειδή μεταλαμπαδεύει την πείρα της ζωής. Σκύβει πάνω από τον άλλον ακουμπώντας ένα καταστάλαγμα που θα τον κάνει καλύτερο ή θα τον βοηθήσει ή θα τον οδηγήσει στον δρόμο του και όχι με απολυτότητα, δίνοντας ορισμούς. Δεν θέτει κανόνες ή εντολές αλλά συμβουλεύει με πατρική αγάπη.
Εκείστη ρωγμήμ' άλλα φτερά πετάάλλα φτερά τον ταξιδεύουν
Στη ρουλέτα όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, κάθε πιθανότητα και όλες οι εκδοχές ενώ μιλάει για ανάστροφα, όπως και αλλού.
Γενικά, «ποντάρει» στο πέταγμα, στις μνήμες των χρόνων του, στα παιδιά, στη ψυχή, στα όνειρα και το σκοτάδι. Σε όλα εκείνα, τελικά, που (του) γεννούν ποιήματα. Όπως και οι αγαπημένοι του συγγραφείς, από όπου εμπνέεται και καταθέτει. Και στο τέλος τέλος, αναγνωρίζει το αιώνιο των γραπτών καταθέσεων γιατί, όπως γράφει, στο μετά θάνατον: Γιατί εκεί είναι τα γραπτά / κι εκεί μένουν.
Βουλιάζει σ' όλους τους βυθούςόπου λυπούνται οι λυπημένοι άνθρωποιξεθάβοντας αγγέλους
Διαβάστε τον!
Περισσότερα: