Άγγελος Γιαννακόπουλος: Η ιδέα δεν μου ήρθε ξαφνικά. Την κουβαλούσα μαζί μου επί χρόνια και δυνάμωνε μέσα μου, όσο πολλαπλασιάζονταν οι εμπειρίες μου συν τω χρόνω, δεδομένου πως οι εμπειρίες μου, μέσα από πολυάριθμα ταξίδια, σωματικά και πνευματικά, γινόντουσαν όχι μόνο περισσότερες αλλά και, τρόπον τινά, «σουρεαλιστικότερες». Την τελική απόφαση να γράψω πια το βιβλίο την πήρα, όταν συνάντησα πριν μερικά χρόνια, τελείως τυχαία, σε ένα από τα επαγγελματικά μου ταξίδια, τον γνωστό ηθοποιό του Χόλιγουντ Τζον Μάλκοβιτς στη Βίλνα της Λιθουανίας. Εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου.
Πού γράψατε το βιβλίο σας;
Α.Γ.: Το βιβλίο γράφτηκε στο γραφείο μου, στο σπίτι μου, εν καιρώ πανδημίας. Για μήνες ολόκληρους είχα σταματήσει παντελώς τις συνεχείς μετακινήσεις και εργαζόμουν μέσω διαδικτύου. Με άλλα λόγια, το βιβλίο είναι αποτέλεσμα της πανδημίας!
Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Α.Γ.: Το βιβλίο γράφτηκε μεταξύ Οκτωβρίου 2020 και Μαΐου 2021. Εργαζόμουν σε καθημερινή βάση από 4 έως 8 ώρες την ημέρα στη συγγραφή του. Ποτέ δεν μου έγινε «βάσανο» ή πονοκέφαλος, μιας κι αυτά που είχα να πω είχαν σωρευτεί μέσα μου και έπρεπε να τα βάλω μόνο σε τάξη.
Πώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Α.Γ.: Μια αυτοσαρκαστική αυτοβιογραφική μαρτυρία των τελευταίων σαράντα χρόνων, ένα «road movie» πάνω στην τραγελαφικότητα της ζωής και των πάμπολλων συνδηλώσεών της.
Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Α.Γ.: Πρόκειται για 13 ιστορίες συναντήσεων με πρόσωπα θρυλικά, όπως αυτά του Θανάση Βέγγου, της Ρόζας Εσκενάζυ ή του Νικόλα Άσιμου, με γνωστά πρόσωπα της έβδομης τέχνης, όπως αυτά του Τζον Μάλκοβιτς και του Βιμ Βέντερς, με πρόσωπα ιερά, όπως αυτό του οσίου Παϊσίου, ή συναντήσεις με εκπροσώπους της πολιτικής κάστας, όπως αυτή με τον κ. Προκόπη Παυλόπουλο, αλλά και άλλες απρόσμενες των οποίων έγινα μάρτυρας. Οι όλως τυχαίες και όντως σουρεαλιστικές αυτές συναντήσεις αποτελούν όμως τον σκληρό μόνο πυρήνα των αφηγήσεων του βιβλίου.
Οι συναντήσεις που αφηγούμαι αποτελούν αφορμές για να περιγράψω σημαίνουσες ιστορικές συγκυρίες, τον κοινωνικό και πολιτικό περίγυρο, γενικά, τα τεκταινόμενα μιας ολόκληρης εποχής. Έτσι λοιπόν, υπερβαίνουν το πλαίσιο της αμιγώς αυτοβιογραφικής διήγησης, αποβαίνοντας εντέλει μαρτυρίες μιας συγκεκριμένης ιστορικής συγκυρίας και των συνδηλώσεών της, με προεκτάσεις που ψηλαφίζουν αυτόν τον ίδιο τον υπαρξιακό αυτοκαθορισμό του ανθρώπου. Όλα αυτά, όμως, με τη δέουσα ειρωνεία και φαρμακερή δόση χιούμορ, που πηγάζει από την επίγνωση ότι «πάντα χωρεί και ουδέν μένει», όπως θα έλεγε ο Ηράκλειτος.
Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Α.Γ.: Το ότι γράφοντας απόκτησα μια καλύτερη επίγνωση του ίδιου μου του εαυτού, τί μπορεί δηλαδή να ήμουνα στο παρελθόν, τί μάλλον είμαι στο παρόν και τί δεν θα ήθελα να είμαι στο μέλλον. Κάνοντάς το αυτό όμως με τέτοιο ανάλαφρο, σχεδόν φαιδρό τρόπο, ώστε να μπορέσει να αποτελέσει σημείο αναφοράς για εκείνους τους αναγνώστες που κάνουν κάπου κάπου ανάλογα παράτολμα «ταξίδια» αυτογνωσίας.
Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Α.Γ.: Το βιβλίο περιέχει 13 διαφορετικές ιστορίες με αντικείμενο συναντήσεις με διάφορα πρόσωπα γνωστά στο ευρύ κοινό ή όχι, όπως ανέφερα παραπάνω. Δεν υπάρχει λοιπόν κάποιος κεντρικός ήρωας αλλά 13 διαφορετικοί. Όλοι τους όμως κερδίζουν την προσοχή και αγάπη μου γιατί μου δίνουν τις αφορμές εκείνες που χρειάζομαι για να περιγράψω ένα πλήθος πραγμάτων που αφορούν την ιστορική συγκυρία στην οποία έτυχε να γίνει η συγκεκριμένη, τυχαία συνάντηση.
Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Α.Γ.: Πρώτα απ' όλα ψυχαγωγία. Αυτή είναι άλλωστε η πρώτιστη λειτουργία κάθε λογοτεχνικού έργου. Να «ψυχο-αγωγήσει», με την κυριολεκτική σημασία της λέξης. Δεύτερον, πάμπολλα σημεία ταύτισης του αναγνώστη με τον συγγραφέα, άρα και αυτοεπίγνωσης. Τρίτον, γνώση για πράγματα που έγιναν τα τελευταία 40 χρόνια και που δεν είχαμε δει ποτέ ίσως έτσι. Άρα, για να το προεξοφλήσω, και πολύ γέλιο. Την επίγνωση τελικά πως όποιος παίρνει τη ζωή πολύ στα σοβαρά την έχει ήδη χάσει.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Α.Γ.: Την στιγμή αυτή απλώς να ξεπεράσουμε όλοι υγιείς την πανδημία.
Φοβάστε...
Α.Γ.: Τίποτα! Γιατί από μικρός έχω μάθει να συμφιλιώνομαι με τον φόβο μου!
Αγαπάτε...
Α.Γ.: Οτιδήποτε είναι ζωντανό και κινείται!
Ελπίζετε...
Α.Γ.: Όχι και σε πολλά. Όσο κι αν ακούγεται τετριμμένο, το μόνο που ελπίζω, για μένα προσωπικά και για αυτούς που αγαπώ, είναι υγεία. Για τον κόσμο που ζούμε, ειρήνη. Αυτές είναι νομίζω οι δύο απόλυτες προϋποθέσεις για τα πάντα.
Θέλετε...
Α.Γ.: Όλο και λιγότερα. Η μοναδική συνταγή ευτυχίας!
Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Α.Γ.: Αυτοί που αναζητούν την καλή ψυχαγωγία, νοιώθοντας, διαβάζοντας, πως βλέπουν γραμμένα όλα αυτά που και οι ίδιοι θα ήθελαν ίσως να πουν με τον ένα ή άλλο τρόπο.
Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Α.Γ.: Γιατί θα υποψιαστείτε για διαστάσεις της ζωής και των πραγμάτων που ενώ τις είχατε «ψυλλιαστεί» δεν ξέρατε πώς ακριβώς να τις περιγράψετε.
Γιατί δεν πρέπει;
Α.Γ.: Δεν βρίσκω ειλικρινά λόγο γιατί δεν θα έπρεπε κανείς να διαβάσει το βιβλίο. Αν υπάρχει κάποιος περιορισμός αυτός είναι ηλικιακός. Ενδείκνυται για αναγνώστες από 14 ετών και άνω.
Πού/πώς μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Α.Γ.: Το βιβλίο «Με τον Τζον Μάλκοβιτς στη Βίλνα» θα το προμηθευτείτε από όλα τα βιβλιοπωλεία της Ελλάδας! Ακόμη, μπορείτε να το παραγγείλετε στην Κύπρο καλώντας στο τηλέφωνο 99326813 (D.E.S. Bookworld). Επίσης, είναι διαθέσιμο και στο ηλεκτρονικό κατάστημα των Εκδόσεων «Ελκυστής». Τέλος, για τους αναγνώστες της Θεσσαλονίκης, μπορείτε να επισκεφθείτε τις εργάσιμες ώρες τα γραφεία των Εκδόσεων «Ελκυστής» στο κέντρο της πόλης (Αρριανού 15) ή να το παραγγείλετε δίχως μεταφορικά έξοδα στα τηλέφωνα 2314037484 ή 6977853682.
Πού μπορούμε να βρούμε εσάς;
Α.Γ.: Πάντα και παντού μέσω μέιλ στην ηλεκτρονική διεύθυνση: angelos.giannakopoulos62@gmail.com όπως επίσης και στο Facebook. Υπάρχουν πολλές ακαδημαϊκές ιστοσελίδες που θα μπορούσε επίσης να με βρει κανείς δίνοντας απλά το όνομά μου στο Google (κυρίως με λατινικά στοιχεία): Angelos Giannakopoulos.
Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Α.Γ.: Το ασπρόμαυρο με μια πινελιά μπορντό, όπως το εξώφυλλο του βιβλίου.
Ποια μουσική;
Α.Γ.: Κάποια από τις μπαλάντες του Tom Waits.
Ποιο άρωμα;
Α.Γ.: Zadig and Voltaire, This is Him, στο μαύρο μπουκάλι.
Ποιο συναίσθημα;
Α.Γ.: Της χαρμολύπης.
Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Α.Γ.: Επεισόδια σε κάποια ταινία, όπως στο «Night on Earth» του Jim Jarmousch.
Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Α.Γ.: Μουσικός.
Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Α.Γ.: Όλους του κλασικούς Έλληνες συγγραφείς, ξανά και ξανά, ιδιαίτερα τον Α. Παπαδιαμάντη, τον Κ. Καβάφη και τον Α. Εμπειρίκο.
Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Α.Γ.: Αν κάτι τέτοιο υφίσταται, τότε υποσυνείδητα. Ο κάθε συγγραφέας είναι μια συνάντηση. Και όπως αναφέρω και στο βιβλίο μου, κάθε συνάντηση σε διαμορφώνει. Άλλες φορές περισσότερο, άλλες λιγότερο. Τις πιο πολλές φορές όμως χωρίς να το καταλαβαίνεις.
Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Α.Γ.: Στην προκειμένη περίπτωση και επειδή το βιβλίο είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικό είναι οι ήρωες, που κάθε φορά συναντώ, που με κατευθύνουν. Όχι όμως άμεσα αλλά με τρόπο «υπόγειο», ο οποίος μου γίνεται αντιληπτός μετά από πολλά χρόνια, όταν πια κάθομαι και σκέφτομαι γι' αυτούς και γράφω.
Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Α.Γ.: Πιστεύω και τα δύο. Το ένα δεν γίνεται χωρίς το άλλο.
Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Α.Γ.: Η λογοτεχνία είναι ψυχαγωγία, όπως είπα και πιο πάνω. Αν δεν θέλουμε «ψυχαγωγία» διαβάζουμε κάποιο επιστημονικό βιβλίο. Με τη λογοτεχνία μαθαίνουμε διασκεδάζοντας και διασκεδάζουμε μαθαίνοντας. Άσχετα περί τίνος πρόκειται ακριβώς. Πολύ λίγα επιστημονικά βιβλία το καταφέρνουν αυτό.
Τι την αποτυχία;
Α.Γ.: Για την επιτυχία η συνταγή είναι πολύ συγκεκριμένη και τα «υλικά» επακριβώς ζυγισμένα. Συνταγές αποτυχίες υπάρχουν μυριάδες.
Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Α.Γ.: Ποτέ. Το αντίθετο είναι το πρόβλημα: ότι δεν διαβάζουμε πια. Ο πολιτισμός μας εξελίσσεται όλο και πιο πολύ σε «πολιτισμό» της εικόνας και πολύ λιγότερο του λόγου.
Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Α.Γ.: «Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι…» (από το ποίημα του Κ. Καβάφη «Το πρώτο σκαλί»).
Ο Άγγελος Γιαννακόπουλος απαντά το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για το βιβλίο του, Με τον Τζον Μάλκοβιτς στη Βίλνα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελκυστής.
Περιεχόμενα:
Πρόλογος του συγγραφέα
Με τον Θανάση Βέγγο στη Σταδίου
Με την Ρόζα Εσκενάζυ στο λεωφορείο
Με τον π. Παΐσιο κι ένα κουτί λουκούμια στην Παναγούδα
Με τον Προκόπη Παυλόπουλο στην «αίθουσα Οικονομίδου»
Με τον Νικόλα Άσιμο στο ημιυπόγειο της Καλλιδρομίου
Με άγνωστους επιβάτες στο βαγόνι του Hellas-Express
Με τον Μπιρόλ στην Κάσμπα
Με τον παππού μου στο νεκροταφείο του χωριού
Με τον Μακάριο στο Θρονί της Κύπρου
Με τον Τζον Μάλκοβιτς στη Βίλνα
Με τον Ενβέρ Μπέη στη ψαροταβέρνα στον Γαλατά
Με τον Βιμ Βέντερς στην ουρά του σινεμά
Με την κόρη του Προέδρου της Γερμανίας στο Τελ Αβίβ
Επίμετρο
Επίλογος ή πώς κατασκευάζεται μία βιογραφία
Ο Άγγελος Γιαννακόπουλος γεννήθηκε στην Αμαλιάδα, όπου και μεγάλωσε μέχρι τα 6 του χρόνια σε κάποιο μικρό χωριό του σημερινού Δήμου Ήλιδας. Από τα 6 μέχρι τα 23 του χρόνια έζησε στην Αθήνα, όπου και σπούδασε, ενώ τα τελευταία 35 χρόνια ζει κυρίως στη Γερμανία. Αφού μετήλθε παράλληλα με τις σπουδές του, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία, διάφορα επαγγέλματα, είναι υφηγητής σε γερμανικό πανεπιστήμιο. Είναι ακαδημαϊκός μετανάστης, τόσο σε ό,τι αφορά τα διάφορα ερευνητικά αντικείμενα με τα οποία έχει ασχοληθεί, όσο και τις πόλεις και τα πανεπιστήμια στα οποία έχει διδάξει ή έχει κάνει έρευνα: Βουδαπέστη, Κωνσταντινούπολη, Τόκιο, Νιου Χέιβεν, Ουάσινγκτον, Λευκωσία, Ιερουσαλήμ, Αμπού Ντις, Αμμάν, ή στην αγαπημένη του πόλη, το Τελ Αβίβ. Ενώ έκανε και κάνει ακαδημαϊκή καριέρα, αρνείται να το παραδεχτεί. Ισχυρίζεται ότι το επάγγελμά του αποτελεί άλλοθι· στην πραγματικότητα το χρησιμοποιεί για να ταξιδεύει. Πολύ συχνά εν σώματι, ενίοτε εν πνεύματι. Επιμένει στην ειδοποιό διαφορά μεταξύ ταξιδευτή και ταξιδιώτη. Ακόμα και όταν κινείται ως απλός ταξιδιώτης, προσπαθεί να μεταμορφωθεί σε ταξιδευτή. Η συγγραφή του ανά χείρας βιβλίου αποτελεί επίσης άλλοθι. Σκοπός του εκ προοιμίου ήταν να δραπετεύσει από τον εγκλεισμό που επέβαλε η αποφράδα πανδημία. Πέρα από τις επιστημονικές του δημοσιεύσεις ασχολήθηκε εκτενώς και με τη λογοτεχνία, δημοσιεύοντας τα τελευταία 30 χρόνια διάφορα κείμενα ή μικρές συλλογές. Όταν βρίσκεται στη Γερμανία ζει σ' ένα μικρό χωριό των Σουαβικών Άλπεων. Επί του παρόντος διδάσκει στο Εθνικό Πανεπιστήμιο του Κιέβου, όπου και διαμένει. Οι συναντήσεις που περιγράφει στο παρόν βιβλίο, τον φέρνουν ενίοτε πολύ κοντά στον ρόλο του σοφόκλειου άγγελου «κακών επών», τον οποίον «ουδείς στέργει», εφόσον τα κακώς κείμενα στην Ελλάδα αποτελούν συχνό του θέμα. Από την άλλη, οι εδώ ιστορίες συνιστούν το υπαρξιακό δεκανίκι στο οποίο γέρνει, όπως ο εξάγγελος του γνωστού τραγουδιού, ώστε, κουτσά κουτσά, να μπορεί πορεύεται σαν τον ταξιδευτή που δεν έχει πού να ξεκουράσει τον ίσκιο του.