Ο Μίχαλος Ρούσης είναι κοτζάμπασης στον Καστρόπυργο, φιλήδονος, άπληστος και λατρεύει την καλοπέραση. Για το προσωπικό του συμφέρον κι από δειλία δεν διστάζει να γίνει μουσουλμάνος, κάτι όμως που θα αλλάξει για πάντα τη ζωή του και θα επηρεάσει το μέλλον του. Απελπισμένος, ψάχνει τρόπο να ενσωματωθεί στην Ελληνική Επανάσταση για να σβήσει το λάθος του. Θα τα καταφέρει;
Η παράσταση βασίζεται στην τριλογία του Μ. Καραγάτση που αποτελείται από τα μυθιστορήματα «Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου», «Αίμα χαμένο και κερδισμένο» και «Τα στερνά του Μίχαλου», δεν είναι όμως καθόλου κουραστική παρά τη μεγάλη διάρκειά της (γύρω στις δυόμιση ώρες). Φυσικά κι έχουν αφαιρεθεί πολλά κομμάτια από τις δυνατές, αποκαλυπτικές και καλογραμμένες σελίδες των μυθιστορημάτων που αποτυπώνουν μια διαφορετική εθνεγερσία, φωτίζοντας προσωπικές διώξεις, λανθασμένους χειρισμούς και προδοσίες, αυτό όμως που έμεινε είναι μια σοβαρή και ενδελεχής ματιά στην ψυχή και το πνεύμα των κειμένων. Η διασκευή του Θανάση Τριαρίδη στέκεται με σεβασμό απέναντι στο έργο του Μ. Καραγάτση, απομονώνει ενδιαφέροντες χαρακτήρες, γεφυρώνει χάσματα και κενά, που προκύπτουν από τη διασκευή, και παρουσιάζει μια ουσιαστική πρώτη επαφή με τα σημαντικά αυτά έργα. Η ιστορία ξεδιπλώνεται μέσα από τις αναμνήσεις των βασιλέων Όθωνα και Αμαλίας που μαθαίνουν για τον θάνατο του Ρούσση το 1864 κι έτσι αρχίζει μια καταπληκτική παρέλαση χαρακτήρων που αναβιώνουν τον μεγάλο ξεσηκωμό.
Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου δίνει ζωή και σάρκα σε αυτό το εγχείρημα, μετατρέποντας το θέατρο σε ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό από αυτό που έχω δει ως τώρα, παρακολουθώντας προηγούμενες παραστάσεις. Οι ηθοποιοί μπαινοβγαίνουν από κρυφά σημεία, ανεβοκατεβαίνουν τα σκαλιά της πλατείας, σκαρφαλώνουν σ' έναν μικρό εξώστη στα αριστερά της σκηνής, χρησιμοποιούν την κεντρική είσοδο ως ένα πρωτοποριακό tableau-vivant και το όλο εγχείρημα δίνει άλλη πνοή στον χώρο, προσφέροντας χρήσιμες και πρακτικές σκηνοθετικές λύσεις εντελώς διαφορετικές από το αναμενόμενο. Ο συντονισμός των ηθοποιών είναι υπόδειγμα ενορχήστρωσης, οι χορογραφίες υποδειγματικές (συγχαρητήρια στην Κορίνα Κόκκαλη), η κίνηση πάνω στη σκηνή γίνεται χωρίς λάθη και οι είσοδοι και έξοδοι θυμίζουν ποτάμι που ρέει αδιάκοπα χωρίς εμπόδια, δημιουργώντας ένα άρτιο και έξοχο σύνολο. Ομολογώ ότι δεν έπαυε να με απασχολεί το γεγονός πως στην τριλογία ζωντανεύουν οι μεγάλες μάχες του 1821 κι αναρωτιόμουν πώς θα αποδοθούν αυτές επί σκηνής. Ε, λοιπόν, και πάλι η σκηνοθετική ευρηματικότητα κεντάει: δίνονται αφαιρετικά, με τις ανωτέρω αναφερθείσες χορευτικές κινήσεις.
Εκπληκτικό δείγμα γνήσιου θεάτρου!
Οι ηθοποιοί δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό, αρκετοί όχι μόνο σ' έναν ρόλο αλλά σε πολλούς, καταθέτοντας κυριολεκτικά την ψυχή τους στο νέο φιλόδοξο εγχείρημα του Δημήτρη Τάρλοου. Ποιον να πρωτοαναφέρω, ποιον να επαινέσω χωρίς να διαχωρίσω τη συνολική αξία τους, τη χημεία μεταξύ τους, την κούρασή τους, την ποικιλία των εκφραστικών τους μέσων;
Ο Γιώργος Χριστοδούλου στον ρόλο του Μίχαλου Ρούση κεντάει υποκριτικά. Πείθει απόλυτα για κάθε έκφανση του ρόλου του, μετατρέπεται από φιλήδονο άτομο σε απελπισμένο μουσουλμάνο, σε εγκαταλειμμένο σύζυγο από μια γυναίκα που παντρεύτηκε κοτζάμπαση κι όχι μπέη, σε ήρωα της Επανάστασης, σε δούλο της σάρκας μέσα από τα μάτια της σκλάβας Βαγγελιώς, που τόσο μοιάζει με τη σύζυγο Ευαγγελία, σε άντρα που παραδίδεται στη φθορά του χρόνου. Δύναμη, ένταση, κίνηση, όλα υπηρετούν έναν πολυδιάστατο και απαιτητικό ρόλο, στον οποίο ο ηθοποιός τα βγάζει πέρα επάξια.
Δίπλα του η Βίκυ Κατσίκα ως σύζυγος Ευαγγελία, που περιμένει το παιδί τους, καταστρέφεται ψυχολογικά όταν μαθαίνει πως ο άντρας της αλλαξοπίστησε, παραδίδεται στη μοναξιά και την πίκρα κι η ερμηνεία της κορυφώνεται όταν μαθαίνει για τη σκλάβα.
Το τρίτο σκέλος του πρωταγωνιστικού τριγώνου, η Λεωνή Ξεροβάσιλα, είναι μια αποκάλυψη. Περήφανη και δυσπρόσιτη ως δούλα, εξαγοράζεται από τον Μίχαλο, διαπιστώνει την καλοσύνη του κι όταν της ανακοινώνει πως την απελευθερώνει προσπίπτει στα πόδια του να μην τη στείλει πίσω στα μέρη της γιατί δεν έχει ζωή. Αυτό το ερμηνευτικό τσαλάκωμα με συγκίνησε και στη συνέχεια γίνονται τόσα γεγονότα στη ζωή του ρόλου τα οποία η ηθοποιός συνεχίζει να υπηρετεί με τέχνη και μέτρο, χωρίς να ξεφεύγει από τις επιταγές της σκηνοθεσίας, πάντα όμως βάζοντας το προσωπικό της ταλέντο και μεράκι για να τον απογειώσει. Μεγάλη έκπληξη είναι η μελωδική φωνή της, όταν τραγουδάει με τον Γιώργο Χριστοδούλου. Προσέξτε τις δύο γυναίκες και θα καταλάβετε σύντομα γιατί η μία είναι ντυμένη στα λευκά και η άλλη στα μαύρα.
Ο Θανάσης Δόβρης υποδύεται τρεις ρόλους, με τον Παπαφλέσσα να είναι η καλύτερή του ερμηνεία. Πρώτ' απ' όλα, αγάπησα την ιδέα της εισόδου του: η επίσκεψή του στον κοτζάμπαση δίνεται με μορφή Καραγκιόζη! Πρώτη φορά βλέπω φιγούρες σαν αυτές που φώτιζαν τα παιδικά μου όνειρα δοσμένες τώρα τρισδιάστατα. Οι κινήσεις των ηθοποιών προσομοιάζουν αρκετά με τον καραγκιόζη και το περιβάλλον του σε ένα εξαίσιο δείγμα σκηνοθετικής δουλειάς και ερμηνευτικής δεινότητας. Από κει και πέρα ο Παπαφλέσσας έχει ένα κρεσέντο υποκριτικής μέσω του οποίου αποκαλύπτει κάθε σκοτεινή και μη πλευρά αυτού του ιερωμένου, για τον οποίο υπάρχουν ακόμη φήμες και αντικρουόμενες απόψεις ως προς τα κίνητρά του για τη συμμετοχή στον Αγώνα. Με συναισθηματικές κορόνες και ένταση, με ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα και πειθώ ζωντανεύει ένας ακόμη γνωστός ήρωας της Επανάστασης με αντικειμενικό και εξισορροπημένο τρόπο.
Δίπλα του, ο Χρήστος Μαλάκης είναι ο στεντόρειος Μουσταφάμπεης που απολαμβάνει την τρυφηλή ζωή στον Μοριά ώσπου ξεσπάει η Επανάσταση και βλέπει τη ζωή του να αλλάζει άρδην.
Η Ξανθή Γεωργίου υποδύεται την Αμαλία κι ανοίγει την παράσταση μαζί με τον Κώστα Βασταρδάνη στον ρόλο του Όθωνα. Βασιλικοί χαιρετισμοί, βαυαρική ψυχρότητα κι αναμνήσεις από τη γνωριμία τους με τον Μίχαλο είναι ο κινητήριος μοχλός για την έναρξη του έργου. Η Αμαλία κάθεται στο μπαλκονάκι της, πίνει τον καφέ της και συζητά με τον άντρα της για την πλούσια και πολυποίκιλη ζωή του κοτζάμπαση. Κάποιες φορές κατεβαίνει κι αυτή στη σκηνή για να συνεχίσει τον ρόλο της, προσέξτε την όμως όταν μένει στο σκοτάδι, δε σταματάει λεπτό να υποκρίνεται και να παρακολουθεί τα δρώμενα επί σκηνής.
Ο Κώστας Βασταρδάνης κινείται στο ίδιο ερμηνευτικό πλαίσιο, ο ρόλος όμως του Δωρόθεου, τον οποίο επίσης ερμηνεύει, ένας χαρακτήρας που πρόδωσε τον κοτζάμπαση, του δίνει αφορμή να δείξει μια εντελώς διαφορετική πτυχή του ταλέντου του, με τη σκηνή του μαστιγώματος να είναι εξαίρετη από κάθε άποψη (σηκώνεται κουρνιαχτός όμως, οπότε προσοχή όσοι κάθεστε στην πρώτη σειρά).
Ο Δημήτρης Ήμελλος υποδύεται τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη με τέτοια μαεστρία και πειθώ που τον θαύμασα. Προτρεπτικός, υποστηρικτικός, έξυπνος, οξυδερκής, γενναίος, καταλαβαίνει τα πάντα γύρω του και πέφτει χωρίς φόβο στη μάχη. Ο ηθοποιός μπορεί ως εικόνα να μη θυμίζει τον γενναίο οπλαρχηγό, τα εκφραστικά του μέσα όμως, η ψυχή που δίνει (όπως και όλοι οι ηθοποιοί όπως τόνισα επανειλημμένα) στον ρόλο του, η στεντόρεια φωνή του, η ερμηνεία του αποτελούν ακριβώς τα χαρακτηριστικά που αντιπροσωπεύουν έναν από τους μεγαλύτερους ήρωες του 1821. Αν ήμουν στο σινάφι του οπλαρχηγού, πιστεύω ακράδαντα πως αυτά τα λόγια θα άκουγα και αυτή η φωνή θα με έπειθε να ριχτώ στη φωτιά της μάχης.
Ο Αλέξανδρος Μαυρόπουλος στον ρόλο του Σουλεϊμάν υποδύεται τον αλλόθρησκο που ερωτεύεται μια χριστιανή και οδηγεί την Ευαγγελία σε συναισθηματικό παροξυσμό. Διακριτική αλλά έντονη η παρουσία του, υποστηρίζει εξίσου σωστά έναν ενδιαφέροντα χαρακτήρα, καταλύτη για τις εξελίξεις στη σχέση Ευαγγελίας και Μίχαλου.
Η Αρετή Πασχάλη ως Μάρθα και η Μελισσάνθη Ρεγκούκου ως Ρηνούλα υποδύονται δύο γυναίκες άρρηκτα δεμένες μεταξύ τους με δυνατές ερμηνείες και τις απόλαυσα κινησιολογικά ως χανούμισσες.
Ο Δημήτρης Καπουράνης, ο Δημήτρης Μπίνος και ο Γιώργος Μπινιάρης υποδύονται τους περισσότερους βοηθητικούς ρόλους στην παράσταση με αξιοπρέπεια, υποκριτική δεινότητα, ταλέντο και αμεσότητα (προσέξτε τον Μπίνο σαν γερο-Μίχαλο και σαν πεθερό για να δείτε πόσο διαφορετικά υπηρετούν όλοι τους τον κάθε ρόλο).
Οι μουσικοί Γιώργος Δούσιος, Κώστας Νικολόπουλος, Νίκος Παπαϊωάννου, Βασίλης Χωριανόπουλος και Μηνάς Λιάκος δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό. Η μουσική επένδυση της παράστασης είναι υποδειγματική: φλάουτο και κλαρίνο, κλασική και ηλεκτρική κιθάρα, κρουστά και άλλα όργανα συνοδεύουν τα δρώμενα επί σκηνής με τέτοιο τρόπο και ρυθμό που δε σταματούσα να κουνιέμαι στον ήχο τους και να σιγοτραγουδάω τα ελάχιστα τραγούδια της παράστασης, με αγαπημένο μου αυτό μεταξύ Μίχαλου και Βαγγελιώς (κρίμα που δεν έχει ανέβει σε κάποιο site για να το ακούω ξανά και ξανά). Δύναμη, ένταση και ρυθμός ζωντανεύουν σωστά την εποχή κατά την οποία διαδραματίζεται το έργο και η μουσική που έγραψε ο Άγγελος Τριανταφύλλου αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της παράστασης. Θα δώσω ξεχωριστά συγχαρητήρια στον δημιουργό για την έμπνευση και στους μουσικούς για την απόδοση.
Τα σκηνικά της Θάλειας Μέλισσα είναι καλοφτιαγμένα και πρακτικά, με την κεντρική είσοδο να κερδίζει τις εντυπώσεις, μιας και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθαυτής δράσης ενώ τα βράχια μπροστά μάς μεταφέρουν νοερά στην ελληνική ύπαιθρο, που αχολογά από τις ντουφεκιές και την ανάγκη των Ελλήνων για απελευθέρωση. Η κρεβατοκάμαρα στα δεξιά μπορεί να χρησιμοποιείται σε μερικές μόνο σκηνές, η εμφάνισή της όμως δε δείχνει ξένη σε καμία από τις υπόλοιπες. Τα έπιπλα είναι λίγα και η χρήση τους σχεδόν συμβολική, το μπαλκονάκι στα αριστερά απόλυτα λειτουργικό, η άμμος όμως στο πάτωμα βγάζει λίγο περισσότερο κουρνιαχτό απ' ό,τι θα έπρεπε, όπως προανέφερα. Τα κουστούμια των Αλέξανδρου Γαρνάβου και Τζίνας Ηλιοπούλου είναι καλοφτιαγμένα και αποδίδουν σωστά την εποχή και τον τόπο. Κάθε κομμάτι του ιματισμού αποτυπώνει κατάλληλα τον κάτοχό του: το ράσο του ιερέα, οι ακριβές ενδυμασίες των βασιλέων, οι εντυπωσιακές εμφανίσεις των μουσουλμάνων, οι λερωμένες και τσαλακωμένες φουστανέλες των αγωνιστών (επιτέλους, γιατί βαρέθηκα τις ατσαλάκωτες, «του κουτιού» εμφανίσεις ανθρώπων που ουσιαστικά έσφαζαν, κυνηγιούνταν και ζούσαν στο ύπαιθρο), τα γυναικεία φορέματα, όλα είναι σύνολο ενός επαγγελματία ενδυματολόγου που αξιοποιεί σωστά το υλικό της παράστασης. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου, εξίσου καλά σχεδιασμένοι, βοηθάνε στις εναλλαγές των σκηνών, φωτίζουν υποδειγματικά τις επιμέρους και τις κυρίως δράσεις.
«Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου» είναι μια από τις καλύτερες τριλογίες που έγραψε ο Μ. Καραγάτσης και η παράσταση στο θέατρο «Πορεία» είναι μια καλοδουλεμένη, σωστά μελετημένη και έξυπνα σκηνοθετημένη παράσταση, που ζωντανεύει τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης στα οποία διαδραματίζεται η ζωή του κοτζάμπαση. Η μεγάλη της διάρκεια ίσως κουράσει, ειδικά τώρα που δεν υπάρχει διάλειμμα, είναι όμως μια θεατρική εμπειρία που δεν πρέπει να χάσετε.
Ο σκηνοθέτης σημειώνει:
Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου είναι μια ελεγεία πάνω στον ανθρώπινο φόβο. Με φόντο την Ελληνική Επανάσταση, ο Μ. Καραγάτσης μιλάει με τόλμη για την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης, για την Ιστορία που ρέει σαν ορμητικό ποτάμι και μας ξεπερνά, για τη ζωή που αφήνουμε να γλιστρήσει μέσα από τα χέρια μας, για την αφόρητη τυχαιότητα της ύπαρξης, για τον ηρωισμό ως ατύχημα, για την ελευθερία ως άπιαστο όνειρο. Ο Θανάσης Τριαρίδης, που ανέλαβε τη θεατρική διασκευή, παραδίδει ένα πολύ ενδιαφέρον έργο, καθώς κινείται διαρκώς στις παρυφές ενός εφιάλτη. Θα μπορούσε και να ονομάζεται «Στο μυαλό του Μίχαλου Ρούση». Η σκηνοθεσία επιχειρεί να συλλάβει τους χαρακτήρες ως ονειρικά όντα, σε κρίσιμες στιγμές της ύπαρξης. Η αποδοχή της υποκειμενικότητας είναι το κλειδί για να κατορθώσουμε να συνδιαλεχθούμε με την ιστορία μας, τη βιολογική μας ταυτότητα. Όλοι και όλα είναι και κάτι άλλο από αυτό που φαίνονται. Ο κωμικοτραγικός επίλογος της ζωής του Μίχαλου Ρούση είναι απλώς μια υπενθύμιση της ανθρώπινης ματαιότητας, της αβάσταχτης ελαφρότητας της ύπαρξής μας.Δημήτρης Τάρλοου
Συντελεστές:
Διασκευή: Θανάσης Τριαρίδης
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου
Σκηνικά: Θάλεια Μέλισσα
Κοστούμια: Αλέξανδρος Γαρνάβος, Τζίνα Ηλιοπούλου
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Κίνηση: Κορίνα Κόκκαλη
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός σκηνοθέτη: Δήμητρα Κουτσοκώστα
Βοηθός σκηνογράφου: Ίρις Σκολίδη
Βοηθός φωτιστή: Ναυσικά Χριστοδουλάκου
Επιστημονικός σύμβουλος: Στέφανος Καβαλλιεράκης
Προετοιμασία ηθοποιών στη γερμανική προφορά και εκφορά του λόγου: Adrian Frieling
Διανομή:
Μίχαλος Ρούσης: Γιώργος Χριστοδούλου
Κολοκοτρώνης, ενωμοτάρχης: Δημήτρης Ήμελλος
Ευαγγελία Ρούση: Βίκυ Κατσίκα
Βαγγελιώ Σπυροπούλου: Λεωνή Ξεροβάσιλα
Μουσταφάμπεης: Χρήστος Μαλάκης
Παπαφλέσσας, πρόκριτος, άντρας: Θανάσης Δόβρης
Όθωνας, Δωρόθεος: Κώστας Βασαρδάνης
Αμαλία: Ξανθή Γεωργίου
Άντρας, Σουλεϊμάν: Αλέξανδρος Μαυρόπουλος
Μοθωνίτης, Λουκάς Πύρρος, Αρβανίτης, Αχμέτ Τόσκα, Πλαπούτας, Μακρυγιάννης, Καραγιαννόπουλος: Δημήτρης Μπίτος
Γερο-Μίχαλος, Τρούκας, Χουσεΐν Αγάς, Ανδρέας Μερσίνης: Γιώργος Μπινιάρης Μάρθα, Χανούμισσα: Αρετή Πασχάλη
Πανάγος, Κοσμάς, πρόκριτος, άντρας: Δημήτρης Καπουράνης
Ρηνούλα, χανούμισσα: Μελισσάνθη Ρεγκούκου
Μουσικοί επί σκηνής: Γιώργος Δούσος (κλαρίνο, καβάλ), Κώστας Νικολόπουλος, Μηνάς Λιάκος (ηλεκτρική κιθάρα), Νίκος Παπαϊωάννου (μπάσο), Βασίλης Χωριανόπουλος (τύμπανα)
Στο θέατρο Πορεία κάθε Τετάρτη και Κυριακή στις 19:00, Πέμπτη και Παρασκευή στις 20:00, Σάββατο στις 17:00 και στις 20:30 (την περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς το πρόγραμμα θα μεταβληθεί)
ΑΓΓΛΙΚΟΙ ΥΠΕΡΤΙΤΛΟΙ: Κυριακή, 26 Δεκεμβρίου, 20:30 | Πέμπτη, 6 Ιανουαρίου 2022, 20:00 | Σάββατο, 29 Ιανουαρίου 2022, 20:30 | Τετάρτη, 16 Φεβρουαρίου 2022, 19:00