Τάκη Γεράρδη
Δεν θυμάμαι πώς ακριβώς έγινε, αλλά εκεί γύρω στο 1986, εγώ και η γυναίκα μου, η Πηνελόπη, γίναμε κολλητοί με τη Μαργαρίτα και τον άντρα της, τον Δημήτρη Παπαγγελίδη. Και μπαινοβγαίναμε στο σπίτι της Μαργαρίτας στου Φιλοπάππου, αλλά και στο Βραχάτι. Σε κάποια γενέθλια ενός από τους τέσσερις γιους τους, μόλις μπήκαμε στο γεμάτο από μικρά και γονείς σπίτι στην Αθήνα, με πιάνει η Μαργαρίτα και μου λέει: «Τάκη πήγαινε να καθίσεις δίπλα στον μπαμπά μου και απέναντι από τον Βασίλη να του κάνετε παρέα εσείς, γιατί τον έχουν ζαλίσει οι άλλοι.».
Ο Βασίλης Παναγιωτακόπουλος, δικηγόρος και πολύ στενός φίλος του Μίκη και της Μαργαρίτας αριστερά του, εγώ δεξιά του. Στην παρέα μας σιγά σιγά μαζεύτηκαν ο Χατζιδάκις, ο Ρίτσος, ο Ελύτης, ο Κώστας Πίνης, ο Γκάτσος, ο Σεφέρης, ο Νερούντα, η Φαραντούρη, ο Τσε, η Τζόαν Μπαέζ, ο Σταύρος Λουσαράκης, οι Μπιτλς, ο Κάστρο, ο Αραφάτ, ο Αλέκος Κατσιμάρδος, η Μελίνα, ο Αλ Πατσίνο, ο Μιτεράν, ο Γραμμένος Γραμμένος, η Πιάφ, ο Πάλμε, ο Αχιλλέας Κυριακίδης, ο καπετάν Γιώτης, ο Κηλαϊδόνης, ο Λιάνης, η Αμαλία Φλέμινγκ, ο Βάρναλης, ο Τίτο, ο Τσαουσέσκου, ο Μακάριος, ο Ζαν Πολ Σαρτρ, ο Λιβανελί, ο Αλ Μπάνο, ο Βίλυ Μπραντ, ο Βασίλης Κουμής, η Μερσέντες Σόσα, η Μίλβα, ο Αζίζ Νεσίν, ο Κουν, ο Κακογιάννης, ο Άντονι Κουίν, και μόνο ο Θεός, πολυάσχολος πάντα, απουσίαζε. Τον τσιγκλήσαμε και άρχισε τις γοητευτικές του αφηγήσεις. Κι όσο αυτός αφηγούνταν τόσο η συντροφιά μας πύκνωνε από διάσημους Έλληνες και ξένους, οι οποίοι ήθελαν να τον ακούσουν, ήθελαν να του σφίξουν το χέρι.
Ο Μίκης υπήρξε μεταξύ των άλλων και τρισυπόστατος. Με την ίδια ευκολία που εμείς αναπνέουμε, αυτός συνθέτει, γράφει και αφηγείται. Κι οι αφηγήσεις του έχουν ειρμό, στόχο και συγκεκριμένη διαδρομή. Μπορεί να ξεκινήσει απ' τους πρόποδες της Ακρόπολης, να σε πάει μια βόλτα στη Μόσχα, να σταθεί για ένα πέρασμα στο Παρίσι κι ύστερα, αφού πεταχτεί μέχρι το Ισραήλ, ξαναγυρνά στην Ακρόπολη κι όλα είναι δεμένα, ξεκάθαρα και πρωτάκουστα.
Η ομιλία του δεν έμοιαζε με τη μουσική του, δεν είχε κρεσέντα κι επαναστατικά ξεσπάσματα. Πιο πολύ είχες την εικόνα της σιγανής αλλά ασταμάτητης βροχής. Να, εκεί, κάπου στη Νότια Αμερική, βρέχει πολλές μέρες, φουσκώνουν οι ρεματιές στις Άνδεις, γεμίζουν τα ποτάμια, αυτά που σχηματίζουν τον τεράστιο Αμαζόνιο, κι ύστερα όλες οι σταγόνες, όλα τα νερά καταλήγουν στον ωκεανό.
Κάποια στιγμή πλησίασε στο τραπέζι μας η Μαίρη Κ. Σαραντάρα, ευειδής, με μια στενή κόκκινη φούστα.
— «Μαίρη σήμερα είσαι πολύ όμορφη».
— «Ευχαριστώ πολύ κύριε Μίκη», απάντησε η Μαίρη κοκκινίζοντας και απομακρύνθηκε.
«Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενεί», ψιθύρισε ο Μίκης χαμογελώντας πονηρά και αντρικά.
Copyright © Τάκης Γεράρδης All rights reserved, 2021
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα ζωγραφικής Ευθυμίου Βαρλάμη (Makis)