Ἦρθε…
Τρανό
Ἐπικολυρικό
Χνάρι
Νοόπλαγκτης
Γλῶσσα
Ἰαμβική
Ἀναπεπταμένη!
Τραγούδι
Ὀνειρόπλαστο!
Καστρόπυργος
Ἀπάτητος
Λαλιᾶς
Λησμονημένης!
Ὁδηγός
Συγγραφῆς…
Ἀπὸ τὶς Ἐκδόσεις Θεοδόση Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλου κυκλοφορεῖ ἡ ποιητικὴ συλλογὴ τοῦ Εὐστρατίου Σαρρῆ: Ἡ τέχνη γιὰ τὸ κάλλος. Οἱ ἔμμετρες συνθέσεις, γλωσσικῶς καὶ ὑφολογικῶς ἀναγόμενες στὴν Μεσαιωνικὴ Ἑλληνική, πλέκονται γύρω ἀπὸ διαιώνια ζητήματα (ζωή, θάνατος, ἀγάπη, ἔρως, ἐπέκεινα), ὅπως πλέον ἐκλαμβάνονται ἀπὸ τὸν σύγχρονο δημιουργό.
Πότε ἀγροικήθη ἀλήθεια πλέον μεγάλη
ἀπ᾽ τὴν ἀλήθεια: Ἡ τέχνη γιὰ τὸ κάλλος,
κι ἂν δίχως το, ψεῦδος καὶ καρναβάλι.
Ποίημα: Ἡ τέχνη γιὰ τὸ κάλλος, σ. 75-6.
Παραπάνω, ο Ευστράτιος Σαρρής, αποδεχόμενος την πρό(σ)κληση του Ακρότιτλου γράφει για την ποιητική του συλλογή και ακολούθως, παρακάτω, απαντά σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών.
Βρείτε το βιβλίο εδώ!
Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Εὐστράτιος Σαρρῆς: Ἡ ἀμόλευτη ἀγάπη μου γιὰ τὸν μουσικὸ λόγο, τὴν ἔμμετρη ποίηση. Ἡ ἀνάγκη μου νὰ ζῶ δημιουργῶντας. Ὁ ἀκαταγώνιστος ἔρωτας ὁποὺ νιώθω γιὰ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Ἡ ἐπιθυμία μου νὰ δείξω καὶ νὰ ὑπερασπιστῶ ἕναν ἄλλον Ἑλληνισμό, ὀρφικό, πλατωνικό, χριστιανικό, πάντως μυστικό. Ἡ πίστη μου στὴν ἀναδημιουργικὴ δύναμη τῆς ὑστερομεσαιωνικῆς δημοτικῆς γλώσσας καὶ ἡ ἀνάδειξη ἄλλων δρόμων καί, ἐλπίζω ὄχι ὁριστικῶς χαμένων, δυνατοτήτων.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Ε.Σ.: Ἐπικολυρικό.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Ε.Σ.: Πλὴν τῆς αἰσθητικῆς ἀπολαύσεως, τὴν ὁποία πάντα πρέπει νὰ ἐνέχῃ καὶ νὰ προσφέρῃ ἕνα λογοτεχνικὸ ἔργο μέσῳ τῶν διανοημάτων, τῶν τεχνικῶν, τῆς μορφῆς, θὰ συμβούλευα νὰ μελετήσῃ βαθύτερα τὴν γλῶσσα. Βεβαίως τὸν λεξικολογικὸ πλοῦτο, τὴν πολυτυπία, τὴν πλαστικότητα τοῦ λόγου· καὶ ἂν ὑφίστανται τὰ προηγούμενα ὁ ἀναγνώστης ἂς κρίνῃ. Ὅμως κυρίως τὴ δομὴ τοῦ λόγου, τὶς συντάξεις, τοὺς τρόπους ἐκφορᾶς, ὅπου ἴσως κατὰ περιπτώσεις κάπως νὰ ξενίζουν τοὺς σημερινοὺς ἑλληνοφώνους. Στόχος σταθερὸς τῶν κειμένων μου ὁ ἀναγνώστης νὰ ἀπαντᾷ στοιχεῖα ἀπ’ ὅλη τὴν ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Τοῦτο ἐπέτυχε στὸν ἀπόλυτο βαθμὸ ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ἐκκινῶντας βεβαίως ἀπὸ τὸ βασίλειο τῆς καθαρεύουσας. Δημιούργησε μία γλῶσσα πλατειά, ἡ ὁποία δὲν γνωρίζει χρονικοὺς καὶ τοπικοὺς περιορισμούς· στὶς περίτεχνες ἀράδες του, ἁρμονικὰ συνταιριασμένες, συνυπάρχουν ὁμηρικὲς λέξεις μὲ ντοπιολαλιὲς καὶ ὅλα τὰ ἐνδιάμεσα. Ἐμένα μὲ γοήτευσε ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἡ ὑστερομεσαιωνικὴ ἑλληνικὴ κι’ ἐκεῖ ἀπάνω παλεύω νὰ χτίσω κάτι παρόμοιο καὶ μικρό, ἕκαστος μὲ τὶς δυνάμεις του.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Ε.Σ.: Θὰ ἔλεγα κυρίως πέριξ τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου καὶ τῶν ἐπικρατειῶν τὶς ὁποῖες ἀγκαλιάζει ἢ μὲ τὶς ὁποῖες συνορεύει ἡ πολιτισμικὴ ζώνη τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ὅμως τοῦτο σὲ ἑνοποιημένο ἱστορικὸ χρόνο καὶ πέραν αὐτοῦ, κάπου ἀναμεσὶς πραγματικότητος καὶ ὀνείρου. Τὸ ὅραμα τὸ ὁποῖο ἀργάζω εἶναι ἕνας ὑπερχρονικὸς καὶ ἀρχετυπικὸς μεσαιωνικὸς κόσμος, ὁ ὁποῖος ἐμπεριέχει ὅλο τὸ παρελθὸν καὶ κάθε μέλλον.
Ἡμέρες… δὲν θὰ κρατοῦσε ἡμέρες, ἀλλὰ θὰ ἀποτελοῦσε μία παράλληλη διάσταση, τὸ ἴδιο ζῶσα καὶ ἀληθινὴ μὲ τὴν καθημερινὴ πραγματικότητα.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Ε.Σ.:
Εἶμαι παιδὶ δεκάχρονο, φορῶ ξέφτια πορφύρας,
ζυγὸν ὑψώνω ἡλιαντικρύ, σταμνὶ ἀδειανὸ βαστάω,
ἀγύρτης πάω γυμνόποδος, ῥηγόπρεπα περνάω,
κηρύττω ἀνάβρα μυστική μιᾶς ὑπερούσιας μοίρας.
Ἐνώπιος στὸν ποταμὸ κι’ ὁ ποταμὸς τραβιέται·
γέρνω στὴ λίμνη, ἐστέρεψε, ζητῶ βροχή ἐβουβάθη·
μοῦ ἐπούλησαν σκασμένη γῆ γιὰ ὑδάτινο χωράφι·
τ’ ἄνυδρο χῶμα ἔγλειψα μὰ ἡ δίψα ποῦ νὰ σβηέται.
Ὑγιὸς τῆς Κύπριδος κι ἀγγόνι τ’ Οὐρανοῦ,
τ’ ἀρχῆθεν Κάλλος πίνω λαίμαργα στὸν νοῦ·
τ’ ἁβρὸ ἡ γεωμετρία τ’ ὄνειρό μου,
ἀμμόκαστρο στὲς θύελλες τοῦ χρόνου.
Ἀπὸ τὸ ποίημα «Ὑδροχοϊκός».