Η καρδιά του δαίμονα
Απόσπασμα - πρόλογος
Το φως του φεγγαριού έπαιζε με τα στάσιμα νερά της λίμνης. Τα αρχαία δέντρα άπλωναν επιβλητικά τα φυλλώματά τους και αντιστέκονταν στο ταξίδι του ανέμου που κουβαλούσε τις μυρωδιές της ζούγκλας.
Κοιτούσε τριγύρω και πάσχιζε να μην κάνει θόρυβο κανέναν. Ακόμη και η ανάσα με βία άφηνε τα στήθια του. Κρατούσε σφιχτά το πέτρινο εγχειρίδιό του, αλλά ήξερε καλά πως οι μέρες της δόξας είχαν πια περάσει. Ήταν γέρος πια, αδύναμος και κουβαλούσε μυστικά ισχυρά, κατάλοιπα μιας άλλης εποχής. Δύναμη όμως δεν είχε καμιά για να τα προστατέψει.
Βγήκε στο ξέφωτο και αντίκρισε τη λίμνη με τα θολά της νερά. Από μικρό παιδί ψάρευε εκεί και τώρα ένιωθε πως γύρισε για να πεθάνει. Ψαχούλεψε το σακούλι που είχε κρεμασμένο στα λαγόνια του και τράβηξε ένα πετράδι. Αναμνήσεις ατέλειωτες το έσκασαν από τις πιο σκοτεινές γωνιές του μυαλού του και ύστερα το πέταξε με δύναμη μέσα στο νερό. Γύρισε και ετοιμάστηκε.
Θόρυβοι άρχισαν να ακούγονται και δεν ήταν οι θηρευτές της νύχτας. Ήταν η κατάρα που μάστιζε τη ζούγκλα εδώ και πολλά χρόνια. Ξένοι σε ξένο τόπο να διεκδικούν χρυσάφια και δύναμη, βασιλιάδες μακριά από τον τόπο τους, εκεί που ήταν απόκληροι και ποταποί.
Πάνοπλοι εμφανίστηκαν μπροστά του οι τέσσερις καβαλάρηδες. Καλύτερα από αδερφούς τους ήξερε και γνώριζε την κατάρα που κουβαλούσαν στις πλάτες τους. Είχαν αφήσει μακριά τα υποζύγιά τους, αλλά το ατσάλι μπήκαν στον κόπο να το κουβαλήσουν. Γυάλιζε διψασμένο για αίμα και δεν άργησαν να του το χαρίσουν. Ρίχτηκαν πάνω του και τον πετσόκοψαν. Αντιστάθηκε τίμια, αλλά η ζωή του έγινε μια σκόνη που απλώθηκε και ταξίδεψε στα βασίλεια της νύχτας.
Ένας από τους εχθρούς βούτηξε στη λίμνη και ψαχούλεψε για ώρα στα τυφλά. Βρήκε το πετράδι και το τράβηξε. Το έσφιξε στη χούφτα του και ύστερα το έκρυψε σε μια τσέπη. Όπως εμφανίστηκαν έτσι και εξαφανίστηκαν, σαν αερικά. Τίποτα δεν σεβάστηκαν και για άλλη μια φορά μίαναν την παρθένα ζούγκλα την παλιά.
Το μυθιστόρημα φαντασίας του Μάριου Μητσόπουλου, Σουπάι: Η καρδιά του δαίμονα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bookstars. Στην περίληψη διαβάζουμε:
«Πες μου ποια είναι η μεγαλύτερη επιθυμία σου και εγώ θα σου την τσακίσω. Πες μου ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σου και εγώ θα τον κάνω γίγαντα για να ριχτεί στις πόλεις σου. Πες μου ποιος είναι ο έρωτάς σου και εγώ θανατικό θα τον κάνω».
Οι λευκοί έχουν εισβάλλει στο νέο κόσμο για τα καλά. Αδύναμοι είναι εμπρός στα παιδιά της ζούγκλας, αλλά όλα έρχονται να ανατραπούν όταν αναζητούν τη βοήθεια των ιερέων του δαίμονα Σουπάι. Σε μια επική περιπέτεια, ο Ναγί και οι φίλοι του πρέπει να ανακαλύψουν ποιοι πραγματικά είναι και να ορθώσουν ανάστημα απέναντι στις δυνάμεις του κακού.
Ο Μάριος Μητσόπουλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Ιωάννινα, όπου σπούδασε Βιολογία. Από μικρός έκανε κάποιες απόπειρες να ασχοληθεί με την συγγραφή ιστοριών φαντασίας. Ευτυχώς που οι πρώτες εκείνες προσπάθειες δεν είδαν το φως της μέρας. Γράφει και ασχολείται εντατικά με τη λογοτεχνία από το 2012, ενώ τον ελεύθερο του χρόνο τον αφιερώνει επίσης στη μουσική και στα βιντεοπαιχνίδια. Μπορεί να τον συναντήσει κανείς στο goodreads.com, όπου υπάρχει και μία λίστα με τις δουλειές του μέχρι τώρα.