Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Έμμυ Μπαξοπούλου: Κάθε φορά, η δύναμη που με ωθεί να πιάσω το μολύβι, είναι νομίζω η ανεπάρκεια μου να σηκώσω το βάρος της ύπαρξης, στο εδώ μας ταξίδι. Κι έτσι προκύπτει η ανάγκη να μοιραστώ, να επικοινωνήσω, ν’ ανοίξω αυτή τη μέσα μου ζωή, να την εκθέσω στα μάτια των άλλων, σαν μια απόπειρα δημιουργίας του κοινού μας χώρου, του κόσμου του «εμείς».
Ειδικά όσον αφορά τα ποιήματα που περιέχονται σ’ αυτή τη συλλογή (εκτός από δυο τρία), γράφτηκαν μέσα στο 2020 και στις αρχές του 2021, δηλαδή στις πρωτόγνωρες συνθήκες της κοινωνικής αποστασιοποίησης, της εμποδισμένης ανάσας και του εγκλεισμού και επομένως μιλούν μέσα από αυτή την πραγματικότητα, μέσα απ’ αυτόν τον ανατριχιασμένο-ανατριχιαστικό κόσμο.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Ε.Μ.: Δε νομίζω ότι υπάρχει η ανάγκη κάποιας συμβουλής. Αλλά μου δίνετε την ευκαιρία να πω κάτι που θα ήθελα, μιλώντας από τη δικιά μου εμπειρία. Για μένα, τα ποιήματα είναι μια αξεδιάλυτη σύνθεση νοηματικού περιεχομένου και εσωτερικού ρυθμού. Είναι μια έκφραση, αντίστοιχη με αυτή ενός μουσικού συνόλου. Οι λέξεις κι οι στίχοι παίρνουν τη θέση που έχουν οι νότες και τα μουσικά μέτρα, που φτιάχνουν ένα μουσικό κομμάτι. Όπως όταν ακούς μουσική ή τραγούδια, δεν προσπαθείς κάτι, δεν καταβάλλεις συνειδητή προσπάθεια να κατανοήσεις, απλώς αφήνεσαι να σε φτάσει, κάπως έτσι νομίζω «διαβάζεται» κι η ποίηση. Απλώς αφήνεσαι. Αγγίζεις κι αγγίζεσαι. Ελεύθερα.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Ε.Μ.: Δε ξέρω, νομίζω ότι καθένας κάνει το δικό του ταξίδι κι αυτή είναι η περιπέτεια, η ομορφιά κι η μαγεία του.
Η δική μου εικόνα, αυτής της συλλογής, είναι ενός θαλασσινού ταξιδιού, μ’ ένα παλιό καράβι της γραμμής, κατάστρωμα, την ώρα της δύσης. Έτσι άλλωστε, γράφτηκε το ποίημα που έδωσε το όνομα στην ενότητα «με τις γοργόνες ανεβαίνει κι η απόκρημνη ομίχλη», μαζί με ακόμα κάποια.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Ε.Μ.: …
εκεί όπου όλα μπορούνε
η ομορφιά και η ασχήμια σου
ίδιος καθρέφτης είναι
εσύ είσαι εσύ
και ναι
τώρα συμβαίνεις
Ήταν η Έμμυ Μπαξοπούλου σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών για την ποιητική της συλλογής, Ό,τι απομένει δαίμονες και άγγελοι, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φίλντισι με σύνθεση εξωφύλλου Άννας Παπιοπούλου.
Πέντε ενότητες συνυπάρχουν στη δεύτερη ποιητική συλλογή της Έμμυς Μπαξοπούλου «Ό,τι απομένει δαίμονες και άγγελοι» (ομοιοστασία, παρεμβολή στην οθόνη μια μικρούλα καρδιά, με τις γοργόνες ανεβαίνει κι η απόκρημνη ομίχλη, ό,τι απομένει δαίμονες και άγγελοι, μπαλάντα για ένα καλοκαίρι).
Αντί περίληψης απόσπασμα:
πέρασα πολλές εποχές
μαζί
τη μια μέσα στην άλλη
ύπνο από γκρεμό
και θάλασσα από ίσκιο
ήρθαν πουλιά
στο κατώφλι μαράθηκαν
φυσάει πολύ
σάβανα κι αλυσίδες
δικιά μου
να βρω μια φωνή
από παιδικά λουστρίνια
και γλυκό της γιαγιάς
μελωμένο
να μιλάει
γουργουρητό μιας βροχής
και ματιά των αγγέλω
μαζί να ξενυχτήσεις
να γυμνωθούμε απ' την καπνιά
σαν ηλιοτρόπια
μαζί
να (ε)ξημερωθούμε
Βιογραφικό:
Γεννήθηκα το 1965, στην Αθήνα. Τα χρόνια μου μοιράστηκαν ανάμεσα στον Βορρά και στον Νότο. Πέρασα την παιδική μου ηλικία στην Αθήνα, τη νιότη μου στη Θεσσαλονίκη, αυτό που λέμε μέση ηλικία στην Ερμούπολη της Σύρου, όπου ζω και δουλεύω μέχρι και σήμερα. Το 2019 εκδόθηκε η πρώτη μου ποιητική συλλογή «λειψό πλευρό» από τις εκδόσεις Φίλντισι.