Διαβάζοντας το ποίημα από εδώ και πέρα της πρώτης ποιητικής συλλογής του Κώστα Δερμούση, Όταν παρεκτρέπεστε, έχω ήδη μυηθεί στη συνέχεια των όσων πρόκειται να μας πει.
«Μην τολμήσεις να πεθάνεις με το παρελθόν. Προσπέρασε το και ζήσε», προτρέπει. Αναφέρεται στην ουσία των πραγμάτων, χωρίς στόμφο, χωρίς τίποτα περιττό, μόνο στην ουσία, γυμνή και απροκάλυπτη.
Ο λόγος του φέρνει στον νου έναν bon viveur παλιάς κοπής, που έχοντας γνωρίσει τη ζωή απ’ την καλή και την ανάποδη, έχει φιλοσοφήσει το νόημά της, την έχει μελετήσει σ’ όλες τις εκφάνσεις της, είναι ανατόμος της ανθρώπινης υπόστασης.
Θα μπορούσαμε να τον συναντήσουμε σε κάποια φιλολογική βραδιά και κει να μας απαγγείλει μ’ ένα ποτήρι γαλλικό κρασί, το ποίημά του Ροή των πραγμάτων, ίσως με κάποια υποψία ειρωνικού χαμόγελου στα χείλη. Να μας εξηγήσει τη ματαιότητα και το γελοίο του φαίνεσθαι, του ψεύτικου, του υποκριτικού. Σ’ αυτά που αμήχανα και δουλικά στεκόμαστε, ενώ η ζωή μας γελά κατάμουτρα και μας προσπερνά.
Τα κυλικεία των κοιμητηρίων σφύζουν
από τους κατά φαντασία ζωντανούς
ενώ οι πιστοί οδύρονται
για την κατάκτηση της αιώνιας ζωής.
Σαν γνήσιος στοχαστής και βαθιά καλλιεργημένος όπως είναι, δεν μπορεί παρά να τον ενοχλεί η προσκόλληση στα δήθεν χρηστά ήθη και έθιμα, σε παλαιωμένες αντιλήψεις και πεποιθήσεις, που μοιραία σταματούν τη σκέψη και τη δράση.
Ο ποιητής παίζει με τις λέξεις, άλλοτε οι σκέψεις του είναι φειδωλές και καυστικές, υπενθυμίζοντας ότι και ο χρόνος βιάζεται:
Ο χρόνος σου τελειώνει
είτε φορώντας στον καρπό
ένα Vacheron Constantin ή ένα Cartier
Και αλλού ρέει καταπέλτης, σαρκαστικός χείμαρρος προτάσεων, ερωτήσεων, αποριών, στοχασμών…
Κανένας δεν έχει βρει το νόημα, κανένας δεν έμαθε το νόημα
κανένας δεν έβγαλε νόημα
διάολε, κανένας δεν δίνει δεκάρα για το νόημα
κανένας δεν θέλει την αλήθεια, κανένας δεν κυνηγάει το ψέμα
κανένας δεν θέλει το κενό,
ειδικά όταν αυτό είναι γεμάτο από το φως του φεγγαριού
κανένας δεν θέλει το φως όταν μπορεί να επιλέξει το σκοτάδι
για να ζει χωρίς να τον βλέπουν
για να ζει χωρίς να μπορεί να δει τον εαυτό του
κανένας δεν θέλει να κατηγορήσει
κανένας δεν θέλει να είναι κατήγορος, κατηγορούμενος,
μάρτυρας, συνήγορος αλλά ούτε και δικαστής.
(Αντίλογος στη Βολική Κατάφαση)
Το παράδοξο βέβαια είναι πως και ο ίδιος έχοντας επίγνωση του πρόσκαιρου και του εφήμερου, πιστεύει ότι ακόμη και οι σκέψεις που μεταφέρει στο χαρτί, απόρροια των πολύτιμων εμπειριών του, έχουν ημερομηνία λήξης και αργά ή γρήγορα δεν θα τις ενθυμείται κανείς.
Οι αποδομημένες σκέψεις
κυλούν από τις ρυτίδες μου
απρόθυμα στάζουν στο χαρτί
μετατρέπονται σε επιτηδευμένες φράσεις
καταφέρνοντας να εντυπωσιάσουν
μοναχά τους αδαείς.
Μετά την ανάγνωση
θα ξεχαστούν.
Όμως κάτι τέτοιο φυσικά δεν πρόκειται να συμβεί… Όχι όσο θα μας αγγίζει η ποίηση και θ’ αναγνωρίζουμε σε αυτήν κομμάτια του εαυτού μας.
Όπως στο παρακάτω απόσπασμα Εγώ εις τη Νιοστή:
Είμαι μόνος και είμαι δυνατός
σε μια μόνιμη άσκηση επιβίωσης
είμαι άφθαρτος έστω και για λίγο
για το τώρα που πέρασε
για το αύριο που δεν ξέρω αν προφτάσω
για το ποτέ που δεν αποδέχθηκα.
Και σε κάποιο άλλο παρακινεί τους πιο τολμηρούς από μας, ν’ ακουμπήσουμε στοργικά στις αλήθειες των ποιημάτων του, ν’ ακούσουμε τη σιωπή τους και με τα μάτια της ψυχής να διακρίνουμε τον κόσμο του.
Ακούμπησε στις αλήθειες του
είσαι εκεί για να τις ανατρέψεις
αν τολμάς
κάνε το εσύ αυτό
για τον αναγνώστη που κρύβεις μέσα σου.
Ο ποιητής δεν αντέχει να προσκολλάται στο παρελθόν, να μηρυκάζει λάθη και σφάλματα, μισεί λέξεις όπως αν, δεν, τότε, τους δήθεν διανοούμενους που για την τέρψη του εγώ τους χρησιμοποιούν πομπώδεις φράσεις χωρίς νόημα, μόνο για να τους επευφημήσουν σε κάποια παρουσίαση, ενώ απ’ την άλλη απεχθάνεται και το ηδυπαθές ακροατήριο απαίδευτων κολάκων που τους περιστοιχίζει.
Καθιστά προφανές ότι βαριέται αυτά που δεν τον εκφράζουν, απαρνιέται τον εφησυχασμό και τη μοιρολατρία, προτιμά να εκτίθεται απ’ το ν’ απουσιάζει, θέλει να είναι μέσα στη ζωή και όχι στη σκιά της, δηλώνει τέλος αμετανόητα και αμετάκλητα ρομαντικός.
Εσύ
ως κατ’ ευφημισμό ρομαντικός,
σε μια εποχή που πλεονάζουν οι κυνικοί και οι είρωνες,
βιώνεις την τιμωρία ως μια νίκη
και υποκλίνεσαι στο μεγαλείο της ψυχής σου.
Πολλές φορές συνομιλεί με τη δυαδικότητά του, αναγνωρίζει τους φόβους και τις αντιστάσεις του, τα σύνορα της φυλακής και της ελευθερίας του, μολαταύτα δεν το βάζει κάτω, η στιγμή τον προσκαλεί φιλήδονα και κείνος φορώντας τα καλά του, θα την κεράσει το τελευταίο single malt ουίσκι στο bar πολυτελούς ξενοδοχείου. Είπαμε bon viveur!
Και θα συνεχίσει να γράφει, σκίζοντας χαρτιά και ξαναγράφοντας, έχοντας δύο εαυτούς πάντα αντικριστά, ερωτοτροπώντας με όλες του τις αισθήσεις, νηστεύοντας τον θάνατο μιας κίβδηλης ζωής, αμφιταλαντευόμενος ανάμεσα στα θέλω και στο πρέπει, ορίζοντας το δικό του χάρτη, μόνος, αυτάρκης και υπερήφανος, εσωστρεφής και επαναστάτης στη λεγεώνα των απομάχων…
Χωρίς να ελπίζει στο μάννα εξ ουρανού, χωρίς να επιθυμεί συγχώρεση αμαρτιών, λιτός και πλήρης, όπως αρμόζει σε μοναχικό ταξιδευτή, θα πορεύεται…
Υπάρχουν άνθρωποι που στήνουν χορό από το χάραμα
που οι ψυχές τους δεν λένε να κοιμηθούν
στριφογυρνούν και στροβιλίζονται
μεθούν με την ιδέα της ζωής
εκμυστηρεύεται στο τέλος κλείνοντάς μας συνωμοτικά το μάτι, πίνοντας μια ακόμα γουλιά από το εξαίσιο γαλλικό κρασί του.
Όταν παρεκτρέπεστε… η ζωή φαντάζει πιο ωραία, θα προσθέταμε κι εμείς με τη σειρά μας.
Η ποιητική συλλογή του Κώστα Δερμούση, Όταν παρεκτρέπεστε, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το παραπάνω περιέχει αποσπάσματα.