ΚΟΝΕΚΤ-connect και ΚΑΤ = σα να λέμε ενώνω/ένωση και κομμάτια -αν συνεκδοχικά το ΚΑΤ αποτελέσει το ακρωνύμιο του γνωστού αττικού νοσοκομείου.
Αρχικά, βλέποντας απλώς το εξώφυλλο της συλλογής, είδα έναν εικαστικογραφιστικίστικο τρόπο να γράψει κανείς την πολιτεία των ΗΠΑ με ελληνικά γράμματα. Πού να 'ξερα ότι θα μου 'ρχόταν ο παραπάνω, τελείως διαφορετικός συνειρμός όσο γνώριζα τις ιστορίες της Στέργιας Κάββαλου και ότι, τελικά, δεν υπάρχει καμία σχέση με την αμερικανική κοινωνία, πέρα ίσως από μερικά ψήγματα –όπως το ομότιτλο διήγημα. Οι ήρωες των αφηγήσεων ζουν ανάμεσά μας. Εδώ, στην Ελλάδα, στη χώρα μας, στην πόλη, στη γειτονιά μας!
Μια συλλογή διηγημάτων λοιπόν που κυμαίνονται ανάμεσα σε νανοδιηγήματα ως, το περισσότερο, μικρές ιστορίες, από μια ψυχο-γραφική πένα που ξέρει να αποτυπώνει τις συνθήκες σε υπερθετικό βαθμό ακόμα και σε τούτη την μικρή έκταση. Εξάλλου, η πρωτοπρόσωπη επιλογή της εντείνει την αμεσότητα καθώς φέρνει πιο κοντά τους χαρακτήρες και τις καταστάσεις με τον αναγνώστη. Λειτουργεί και ως να 'ταν ημερολόγιο καταγραφής ως ένα βαθμό αλλά πλαισιωμένο με πολλή ειλικρίνεια –που ίσως δε θα συναντούσαμε ακόμα και σε ένα προσωπικό ημερολόγιο. Θέλω να πω ότι, αυτοί οι ήρωες είναι τόσο πιστευτοί σε ό,τι λένε εκεί μέσα που σε πείθουν ακαριαία για την εγκυρότητα των λόγων τους. Σε κάνουν μέρος της μαρτυρίας. Σε βάζουν στη ζωή τους. Δεν υπάρχει –δεν αισθάνεσαι ότι υφίσταται δηλαδή– κάποια λογοτεχνική «φόρμα» καταγραφής, δηλαδή μια ωραιοποίηση(;) ίσως, μια καμουφλαρισμένη(;) περίσταση, μια απόσταση μεταξύ σας. Η κυρία Κάββαλου έχει καταφέρει να φέρει τα πρόσωπά της και τις στιγμές τους δίπλα στον βιβλιόφιλο, να τα προσφέρει αφιλτράριστα «καλλωπισμού», να δημιουργήσει συνέπεια και αλήθεια.
Όλα αυτά, μαζί με την όμορφη αφηγηματικότητα υπόσχονται μια απολαυστική αναγνωστική εμπειρία που, στη δική μου τουλάχιστον περίπτωση, κατέληξε σε απνευστί γνωριμία, αφού ο εθισμός δε μου επέτρεψε να αφήσω για αργότερα τα κείμενα.
Ναι, υπάρχει μια μελαγχολική αύρα, μια θλιμμένη σκιά, αλλά σκάνε και χαμόγελα (όπως στο «Έλα μωράκι μου») ισορροπώντας το προσλαμβάνον. Αν ήταν χρώμα, θα ήταν γκρι: ούτε λευκό αλλά ούτε και μαύρο γιατί βάζει την ελπίδα από την κλειδαρότρυπα ακόμα και στα δύσκολα... ενώ αν ήταν γεύση, θα ήταν πικρή: όπως η πραγματικότητα, όπως η ζωή.
Ήμασταν στην εφηβεία. Είχαμε υποχρέωση να θυμώνουμε, να φτιάχνουμε μικρές ομάδες με όσους μας καταλάβαιναν και να αντιδρούμε στην καταπίεση.Ας γινόταν αυτήν τη φορά η γλώσσα, κώδικας συμφιλίωσης. Προς αποφυγή της τραγωδίας.
Διαφαίνεται η ανάγκη ή η απόφαση αναζήτησης ζωής, ευκαιρίας, ευτυχίας, χαράς, ελπίδας... (το λευκό που έγραψα παραπάνω) πάντα μέσα από ρεαλιστικές καταστάσεις και χωρίς καμία υπερβολή.
Συγκράτησα, ακόμα και μέρες μετά το πέρας της γνωριμίας μου με τις ιστορίες, μια γυναίκα που βρίσκει το καλοκαίρι της (μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά), άλλους που αναζητούν ή αναγνωρίζουν τη διαφυγή τους, εκείνους που έχασαν στο «καζίνο της ζωής» ενώ δεν είχαν καν την συνειδητοποίηση ότι επρόκειτο να ποντάρουν κάτι ή αν ήθελαν όντως να παίξουν...
Συγκράτησα το πόσο καλό βιβλίο ήταν και τις ανατροπές που επιφυλάσσει η συγγραφέας (τα πρόσωπα, η ζωή κ.λπ), τις εκπλήξεις και το συναίσθημα που εισπράττεις, χωρίς να το εκβιάζει ωστόσο. Το σολομώντειο μέτρο της, τις δραματοποιήσεις και την πλήρη σκιαγράφηση μόνο με τα απολύτως απαραίτητα.
Αν κάτι απαιτεί η επόμενη μέρα είναι ένα καλό deal με το παρελθόν. Και το απαιτεί τώρα.
Συγκράτησα και τούτη τη φράση –δε θυμάμαι σε ποιο διήγημα ήταν– που όσο τη σκέφτομαι τόσο μου ολοκληρώνει την «εικόνα», συνδέει τα κομμάτια και προσφέρει –αν μη τι άλλο– μια τέλεια συμβουλή σε κάθε περίσταση.
Οπωσδήποτε στη λίστα!
Η συλλογή διηγημάτων της Στέργιας Κάββαλου, ΚΟΝΕΚΤΙΚΑΤ, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Ευχαριστώ τον εκδότη για τη διάθεση του βιβλίου.
Το παραπάνω περιέχει αποσπάσματα.