Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Κάια Λαμουρέ: Δεν υπήρχε κάποια ώθηση, ή αισθητή σκέψη. Στο τρίτο ποίημα «Η Απαρχή» περιγράφεται ένα απόγευμα σε ένα μικρό μπαλκόνι ενός ποιητή σε βαθιά παρατήρηση του κόσμου γύρω του. Έτσι ακριβώς ξεκίνησε και για εμένα. Η λαχταρά για την έκφραση του είναι μου και για την συναισθηματική τοποθεσία της ψυχής μου εκείνη την περίοδο με λόγια και ομοιοκαταληξίες. Κάπως έτσι ξεκίνησε η γέννηση και η σμίλευση της ποιητικής μου συλλογής.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Κ.Λ.: Να επιτρέψει στην καρδιά του να είναι ευάλωτη και να είναι πρόθυμος να ταξιδέψει σε δύσβατα μονοπάτια μέσα στον λαβύρινθο της δικής του ύπαρξης.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Κ.Λ.: Θα μπορούσα να σκεφτώ πολλούς προορισμούς, όλοι διαφορετικοί και όμως όλοι ταιριαστοί, θάλασσες με ψυχρά νερά, λιβάδια ανθισμένα να μοσχοβολούν. Αλλά νομίζω αυτό που θα αντιπροσώπευε ίσως το βιβλίο πιο πολύ θα ήταν μία άγονη και αμμώδης έρημος, σαν αυτήν που περιφέρεται η «Αυτοκρατορική Τίγρης» σαν αυτήν που στο τέλος ελευθερώνεται και ανακαλύπτει την δύναμή της. Μπροστά στην αγριότητα του ατελείωτου κενού που υπάρχει σε μία έρημο, εκεί θα δούμε και εμείς τα πράγματα στα οποία επιλεκτικά έχουμε βάλει ένα μαντήλι γύρω από τα μάτια μας και αρνούμαστε να τα αντικρίσουμε. Τώρα, για το πόσες μέρες θα κρατούσε αυτό το ταξίδι δεν μπορώ να απαντήσω, εξαρτάται, πιστεύω από τον καθένα μας.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Κ.Λ.:
Μίλησέ μου,
πες μου τον πόνο των ονείρων σου,
τον σπαραγμό των υποσυνείδητων σκέψεων σου.
Ήταν η Κάια Λαμουρέ σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών για την ποιητική της συλλογή, Κρυμμένες εποχές, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πηγή. Διαβάστε παρακάτω πώς η ίδια δομεί ένα νέο ποιητικό κείμενο για το βιβλίο της, αποδεχόμενη την πρό(σ)κληση του Ακρότιτλου. Στην περίληψη του βιβλίου διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
Όλοι µας έχουµε το δικό µας ταξίδι, για τον καθένα µοναδικό όµως κάτι παραµένει διαχρονικά καθολικό. Κάθε καρδιά και µυαλό θα το ζήσει αυτό. Μια πληθώρα συναισθηµάτων, συνεχόµενες αλλαγές, έρχονται διαδοχικά όπως και οι τέσσερις εποχές.
Κατακαλόκαιρο είναι πλέον έξω
Ρώτησα το αηδόνι πώς νιώθει
Ύστερα σκέφτηκα πως μπορώ να το παγιδεύσω
Μου απαντάει πως φυλακισμένο είναι ήδη μες στην πόλη
Μου κελαηδάει πόσο μόνο αισθάνεται
Έχει δύο φτερά με κόκκινο σημαδεμένα
Να πετάει πάνω από πεδιάδες φαντάζεται
Εμπρός του τοπία ονειρεμένα
Σαν ψυχή και σώμα να μην είναι πλέον ταλαιπωρημένα
Έγειρα το κεφάλι, γεμάτη σκέψεις
Προσπαθούσα να βρω και εγώ τον τρόπο διαφυγής
Όλους τους τρόπους μακριά να τρέξω
Χωρίς αμφιβολία του εαυτού σου κατακτητής
Ελπίδα μέσα σου να φυτέψω
Σαν το αηδόνι και εσύ να πετάξεις και άνετα να αναπνεύσω
Η Κάια Λαµουρέ γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου του 1997, στη Θεσσαλονίκη. Η µητέρα της είναι Ελληνίδα, µεγαλωµένη στην Αυστραλία, και ο πατέρας της είναι από το Κεµπέκ του Καναδά. Έχει µεγαλώσει στα Χανιά Κρήτης και τα τελευταία πέντε χρόνια κατοικεί στη Θεσσαλονίκη. Έχει σπουδάσει φωτογραφία και είναι λάτρης κάθε µορφής τέχνης, όπως η φωτογραφία και η συγγραφή, στα οποία έχει εµπλακεί και πιο ενεργά. Χάρη στην καταγωγή των γονιών της, τα αγγλικά είναι για εκείνη όπως η ελληνική γλώσσα, που είναι η µητρική της, και για αυτό οι πρώτες της συγγραφικές προσπάθειες ήταν στα αγγλικά και έπειτα στα ελληνικά. Πρώτο της ολοκληρωµένο έργο είναι αυτή η ποιητική συλλογή. Λατρεία της ήταν πάντα να διαβάζει βιβλία, ιστορίες και ποίηση και έτσι το µυαλό της από µόνο του ξεκίνησε τα πλάθει τις δικές του ιστορίες και ρίµες. Ως άνθρωπος αρκετά µοναχικός, ό,τι είχε να πει κατάφερε να βγει σε λέξεις, σε προτάσεις και σε εικόνες παρµένες από ανείπωτες σκέψεις.