Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Άρης Γεράρδης: Στις μέρες του υποχρεωτικού εγκλεισμού δεν ήθελε και ιδιαίτερη ώθηση να αφοσιωθεί κάποιος στα γραπτά του, να εμβαθύνει, να γράψει, να σβήσει, παρόλη την αρχική αμηχανία κι ανασφάλεια που μας διακατείχε.
Η «ώθηση» ενυπάρχει, νομίζω, σε κάθε συγγραφέα, ποιητή ή δημιουργό με το συναίσθημα της παρόρμησης που τον διακατέχει. Εκείνο το «σκουληκάκι» που ώθησε και τους πρώτους ανθρώπους των σπηλαίων να αναπαραστήσουν τη ζωή
τους σ’ αυτά. Στην αρχή λοιπόν, είναι η μια λέξη ή το ένα ποίημα. Μετά, άλλο ένα κι άλλο ένα, και όσα ακολουθούν. Όσο περισσότερα γίνονται, τόσο μεγαλύτερη και η ανάγκη να τα επικοινωνήσεις, πέρα από τον μικρόκοσμό σου, τα λογοτεχνικά περιοδικά, κ.λπ., στο πλατύτερο κοινό, που είναι εν τέλει και ο κριτής της κάθε προσπάθειάς σου. Κάτι τέτοιο ήταν αυτό που με ώθησε να εκδώσω ένα βιβλίο ακόμα, και κάτι τέτοιο πιστεύω ωθεί πολλούς ομότεχνούς μου.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Α.Γ.: Τα ποιήματά μου αποτελούνται από περίπου 9.000 λέξεις. Φοβάμαι, μία λέξη θα είναι υπερφίαλη ως απάντηση και θα την προσπεράσουν όλοι. Άλλωστε μια λέξη μόνο οριοθετεί, περιχαρακώνει. Και η ποίηση δεν ανέχεται όρια και φραγμούς γιατί τότε δεν θα ήταν τέτοια. Θα μπορούσα να αναφέρω λέξεις όμως, όπως: Ελευθερία, Δικαιοσύνη, Αγάπη, Αθανασία, Αιωνιότητα κ.α. για να περιγράψω ένα μόνο μέρος αυτών που θέλει να περιέχει το βιβλίο. Αν κατάφερε κάτι, έστω και λίγα από όλα αυτά, θα είμαι πολύ υπερήφανος να μου το αναφέρετε.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Α.Γ.: Αν ένας αναγνώστης είναι να πάρει κάτι σοβαρά από το βιβλίο αυτό, ας είναι η πρόθεση του συγγραφέα να του προσφέρει ένα μικρό αντίδωρο χαράς στην όποια ανάπαυλά του. Αν το πέτυχε στο ελάχιστον, στο τέλος θα είμαστε χαρούμενοι και οι δυο. Αν εισπράξει κάτι περισσότερο που πάντα υποβόσκει με πολλούς τρόπους στην ποίηση, τόσο το καλύτερο για όλους.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Α.Γ.: «Να εύχεσαι να ’ναι μακρύς ο δρόμος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτες γνώσεις…».
Κάπως έτσι, με την μνεία στον μεγάλο ποιητή μας Κωνσταντίνο Καβάφη, και στην Ιθάκη του, θα ξεκινούσαν την απάντησή τους οι περισσότεροι ομότεχνοί μου… και δικαίως. Σε όλο το βιβλίο θα βρείτε αληθινά και φανταστικά ταξίδια: Εσωτερικής ώσμωσης, περιπετειώδη και προπαντός γεμάτα γνώσεις. Από σύμπτωση στην συλλογή μου ΓΥΑΛΙΝΕΣ ΜΕΡΕΣ στο Β΄ μέρος, «ΤΑ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΑ», περιέχεται ήδη η απάντηση, στην ερώτηση αυτή, με το ποίημα «Ουσουάια». Όχι ολόκληρη, αλλά μεγάλο μέρος της. Όσοι πιστοί ας ανατρέξουν. (Δεν θα στερήσω σε κανέναν τη χαρά να το διαβάσει αυθεντικά.)
Όσο για το πόσο θα κρατούσε, είναι ένα δύσκολο ερώτημα για όλους όσους ταξιδεύουν, χάριν αναψυχής και άνευ προγράμματος. Και αυτοερωτώνται: Θα μας φτάσει ο χρόνος; Θα μας περισσέψει; Να πάμε κι αν δεν μας αρέσει να φύγουμε; Κάποιοι άλλοι που περνούν καλά, και εφόσον αυτό είναι εφικτό βέβαια, λένε μετά παρρησίας: Και γιατί να πρέπει να γυρίσουμε οπωσδήποτε; Ας μείνουμε για πάντα εδώ!
Ε, ας μείνουμε κι εμείς σε αυτό το τελευταίο!
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Α.Γ.: Ας γράψουμε λοιπόν τον επίλογο της μίνι συνέντευξής μας με ένα απόσπασμα του ποιήματος: ΔΕΝ ΕΜΕΙΝΑΝ ΚΑΙ ΟΛΑ ΟΠΩΣ ΤΑ ΑΦΗΣΕΣ
Λίγα πράγματα άλλαξαν απ’ το τελευταίο ταξίδι σου. Μόνο η νύχτα που τόσο αγαπούσες πρασίνισε κι έγινε μεγαλύτερη. Φαίνεται, φεύγοντας για αναζήτηση τροφής πήρες και τον χρόνο μαζί σου. Τα νερά σταμάτησαν να κυλάνε. Πάγωσαν οι λίμνες και τα λίγα πουλιά βουτάνε δισταχτικά για κανένα σκουληκάκι. Φωτογραφίες δεν μπορείς να βγάλεις. Κάπου χάθηκε ο πολιτισμός…
Ευχαριστώ την αγαπητή μου Τζένη Κουκίδου για την φιλοξενία.
Άρης Γεράρδης
Ο Άρης Γεράρδης σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών για την ποιητική του συλλογή, Γυάλινες μέρες, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή. Στην περιγραφή διαβάζουμε:
Η ποίηση του Άρη Γεράρδη είναι ποίηση εξωτερίκευσης ενδόμυχων σκέψεων, με αλληγορίες, νοήματα και ανατροπές. Στο βιβλίο περιέχονται ποιήματα και πεζοποιήματα, όπου ο ήρωας ή οι ήρωες αναζητούν ή καταφεύγουν στην απόδραση, πότε απ’ την πραγματικότητα, πότε από τον χρόνο. Ποίηση με λέξεις και εικόνες καθημερινής χρήσης, πολυσχιδή θεματολογία παρμένη κι αυτή από βιώματα καθημερινά, με εννοιολογικές ανατροπές, πολιτικοκοινωνική στίξη και αντίστιξη, με διάχυτη την ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό, κι εν τέλει το υποδόριο χιούμορ. Στον «Κύκλο του Βερολίνου» (Δέκα ποιήματα ημιαντοχής), η κριτική του σκέψη αναστοχάζεται, από τη ζωή του εκεί, όσα τον έχουν στοιχειώσει και όχι μόνο. Στο δεύτερο μέρος, «Τα απρόβλεπτα», ο υπερρεαλισμός του ποιητή απογειώνεται με πολυεπίπεδες πρόζες στις οποίες περιδιαβαίνει πρόσωπα και τοπία σε χρόνους ύστερους και πρωθύστερους, αποσυνθέτοντας κι ανασυνθέτοντας τον χρόνο και τον τόπο.
Περισσότερα: