Η ιστορία που παρουσιάζω με το «Μωβ, Το χρώμα της λύπης» μας προσκαλεί σε ένα ταξίδι στη φανταστική πόλη του Γκρίν Φολς. Εκεί γνωρίζουμε τη Μέριλιν Φογκς, μια έφηβη κοπέλα που αναζητεί την ευκαιρία για να αποδείξει στο κοινωνικό της περίγυρο την αξία της. Δυστυχώς δε τη πετυχαίνουμε σε μια όμορφη περίοδο της ζωής της καθώς προσπαθεί να ανταποκριθεί στη νέα τάξη πραγμάτων που προκύπτει στη ζωή της εξαιτίας του θορυβώδους διαζυγίου των γονιών της και καλείται να κάνει υπομονή με την έντονη συμπεριφορά της κυκλοθυμικής μητέρας της η οποία οδηγεί και τις δυο σε αρκετές και έντονες λογομαχίες. Μια διέξοδος όμως παρουσιάζεται στο δρόμο της όταν η επιστήθια φίλη της, Κέητ, της συστήνει τον κόσμο του Σκοτεινού Ιστού, ενός επικίνδυνου και άκρως ομιχλώδους επιπέδου του Διαδικτύου. Καθοδηγούμενη από μια αντίφαση μεταξύ του ήπιου χαρακτήρα της αλλά της επιθυμίας της απόδρασης από την άχαρή της πραγματικότητα, η Μέριλιν ξεκινά τη περιήγηση σε αυτό το σκοτεινό ψηφιακό βασίλειο μέχρι που συναντιέται με έναν άγνωστο χρήστη ο οποίος της συστήνεται ως Μωβ και ξεκινούν μια διαδικτυακή συνομιλία. Σύντομα συνειδητοποιεί ότι ο Μωβ διακατέχεται από μια εμμονή που γειτνιάζει με την τρέλα και αποφασίζει να διακόψει την επικοινωνία μαζί του με έναν ομολογουμένως εσφαλμένο τρόπο. Aπό εκείνη τη στιγμή σηματοδοτείται η αρχή ενός τρομακτικού και ανατριχιαστικού οδοιπορικού, τόσο για την ίδια όσο και για την οικογένειά της. Η αθώα φαντασίωση σιγά-σιγά θα δώσει τη θέση της σε ένα αποτρόπαιο εφιάλτη και η πιθανότητα να μετατραπεί σε μια φρικτή αιωνιότητα χωρίς καμιά ελπίδα σωτηρίας μοιάζει να είναι πιο κοντινή από ποτέ.
Μηνάς Τσαμπάνης
Ο Μηνάς Τσαμπάνης μιλάει για το «Μωβ - Το Χρώμα της Λύπης» αποδεχόμενος την πρό(σ)κληση του Πλοκόλεξου -όπου έπρεπε να γράψει για το βιβλίο του χρησιμοποιώντας δέκα προκαθορισμένες λέξεις- ενώ παρακάτω απαντά και σε μία μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών.
Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Μηνάς Τσαμπάνης: Το Διαδίκτυο αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς μας. Είναι ένας παράλληλος κόσμος με τους δικούς του νόμους, τα πρέπει αλλά και με τους δικούς του κινδύνους. Έτσι όπως γίνεται με κάθε τι, π.χ. φάρμακα, τηλεόραση, πυρηνική ενέργεια, η κακή και απερίσκεπτη χρήση του μπορεί να οδηγήσει σε πολύ άσχημες καταστάσεις.
Το βιβλίο αποτελεί ένα πλήγμα στο δεύτερο επίπεδο της Πυραμίδας των Αναγκών, την οποία έχει θεσπίσει ο Αβραάμ Μάσλοου, αυτό της ασφάλειας. Σκεφτείτε τι είδους εφιάλτη μπορεί κάποιος να ζήσει όταν η ασφάλεια που του παρέχει η ανωνυμία του στο Διαδίκτυο, η ασφάλεια που του παρέχει μια φυσιολογική ζωή υποστεί πλήγμα από την εισβολή ενός ατόμου για το οποίο μάλιστα δεν υπάρχει η παραμικρή γνώση για το πραγματικό του ποιόν.
Επίσης αν ανατρέξουμε στη πλατφόρμα της You Tube θα βρούμε μπόλικο υλικό ικανό να δημιουργήσει ένα ολόκληρο franchise ταινιών τρόμου.
Ένα άλλο ζήτημα που επιθυμώ να αναδείξω με αυτή την ιστορία είναι αυτό της ποιοτικής και αποδοτικής επικοινωνίας. Πόσες καταστροφές μπορεί να αποτρέψει η καλή επικοινωνία; Πόσες όμορφες στιγμές μπορούν να έρθουν στη ζωή μας. Και τώρα φανταστείτε το αντίθετο. Τι μπορεί να προκύψει με την απουσία της. Eξού και το πλήγμα στο δεύτερο επίπεδο του Μάσλοου το οποίο οδηγεί μοιραία και στο πλήγμα και των υπολοίπων.
Είμαστε μια ολότητα έτσι και αλλιώς!
Καλωσορίσατε στον εφιάλτη σας!
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Μ.Τ.: Τρομακτικό!
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Μ.Τ.: Θα τον συμβούλευα να μείνει όσο πιο αποκομμένος γίνεται από κάποιους χαρακτήρες της ιστορίας γιατί το τέλος του βιβλίου σίγουρα θα τον αναγκάσει να μείνει με το στόμα ανοιχτό και να με κυνηγήσει! Έχει συμβεί να μου λένε πως μπόρεσα και έβαλα ένα τέτοιο φινάλε στην ιστορία. Να πω την αλήθεια, απορώ και εγώ με τον εαυτό μου!
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Μ.Τ.: Εξαρτάται για το πότε θα αναγκαζόμασταν να πάρουμε τη σωστή απόφαση έτσι ώστε να αναζητήσουμε τη σωστή βοήθεια στο σωστό χρόνο.
Σίγουρα όμως το μεσοδιάστημα που θα προκύψει, μέχρι αυτή η απόφαση να παρθεί, θα φανεί ως μια εφιαλτική αιωνιότητα.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Μ.Τ.:
Ο δείκτης της χάιδευε το πλήκτρο του ποντικιού πότε απαλά πότε με περισσότερη πίεση. Το ατελείωτο άγνωστο την προκαλούσε να κάνει εκεί τη βουτιά της με έναν τρόπο τόσο ελκυστικό, που κατάφερνε να κάμψει οποιαδήποτε αντίσταση. Άλλωστε επιθυμούσε λίγη προσοχή κι έψαχνε να βρει τη νέα της Ιθάκη, μιας και δεν ήταν διατεθειμένη να συνεχίσει να πολιορκεί τον πρίγκιπά της μετά από εκείνες τις περιπτύξεις του στο σχολείο. Κατηύθυνε τον κέρσορα στην τελική της επιλογή και πάτησε το πλήκτρο. Μόλις είχε κάνει τη βουτιά της. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να φτάσει στον τελικό της προορισμό.
Ποιος ή τι την περίμενε σε αυτή την Ιθάκη;