Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Αντιγόνη Πόμμερ: Η τέχνη της ταχυδακτυλουργίας και η μαγεία των ψευδαισθήσεων ήταν κάτι που ανέκαθεν με γοήτευε. Ακόμα κι όταν ξέρεις ότι αυτό που συμβαίνει μπροστά στα μάτια σου δεν είναι πραγματικότητα, δεν παύει να σε συνεπαίρνει.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Α.Π.: Παιδικότητα.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Α.Π.: Θα ξεκινούσε από τον Άλιμο τη δεκαετία του ‘60 και το ταξίδι θα συνεχιζόταν σε διάφορες χώρες και η διάρκειά του θα ήταν 577 σελίδες.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο:
Α.Π.:
Ο Κριστιάν έκλεισε το μπαουλάκι του και στάθηκε για μια στιγμή να πάρει ανάσα. Μόνο τότε πρόσεξε τον Αντώνη που εξακολουθούσε να κάθεται μόνος του στον πάγκο. Του χαμογέλασε και τον πλησίασε. Η φιγούρα του Κριστιάν στάθηκε μπροστά του κρύβοντας τον ήλιο που κόντευε να δύσει. Τα μάτια του μικρού αγοριού έγιναν ολοστρόγγυλα. Ήταν πολύ ψηλός και το μαύρο στενό κουστούμι που φορούσε φανέρωνε τη λιπόσαρκη σιλουέτα του. Πίσω του ακολουθούσε με μικρά πηδηματάκια το λευκό κουνελάκι. Τα δάχτυλά του οστέινα και μακριά σαν μπάμιες, χάιδεψαν τα κοντοκουρεμένα του μαλλιά. Ο Αντώνης κοίταξε το πρόσωπό του, χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του. Μόνο οι βολβοί των ματιών του στράφηκαν προς τα πάνω. Παρατήρησε τις έντονες γωνίες και τις βαθουλωμένες κόγχες που το έκαναν να μοιάζει με πρόσωπο αγίου. Ο Κριστιάν, με θεατρινίστικες κινήσεις, έβγαλε το καπέλο του με τα μακριά του χέρια, το φόρεσε στο κεφάλι του Αντώνη και υποκλίθηκε μπροστά του.«Θέλεις να γίνεις μάγος;» ρώτησε, μα απάντηση δεν πήρε, παρά μόνο ένα καταφατικό κούνημα του κεφαλιού.«Μπορείς να το κρατήσεις, βλέπεις σκίστηκε λιγάκι… πρέπει να αγοράσω καινούριο».Με το χέρι του, τον ευχαρίστησε ακουμπώντας την παλάμη του στο μέρος της καρδιάς του.«Θα έρθω πάλι σε ένα μήνα» του εκμυστηρεύτηκε και περίμενε την αντίδρασή του μισοκλείνοντας τα μάτια του. Ο Αντώνης χαμογέλασε πικρά και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.«Δεν θα έρθεις να με δεις;» τον προκάλεσε «δεν σου άρεσαν τα κόλπα μου;»Η ανάσα του πάλι τον πρόδιδε. Στην αρχή αργή, μετά ακανόνιστη. Ήταν ό,τι πιο όμορφο είχε δει μέχρι τώρα στη σύντομη ζωή του. Έπρεπε να του εξηγήσει, να του δώσει να καταλάβει. Έβαλε το χέρι του στην τσέπη του κοντού παντελονιού του και έβγαλε την άδεια φόδρα έξω.«Μα, αγαπητέ μου» ο Κριστιάν κατάλαβε «δεν χρειάζονται χρήματα» του εξήγησε «από σήμερα είσαι ο βοηθός μου» του ανακοίνωσε με σοβαρό ύφος και τον κοίταξε λοξά. Είδε το πρόσωπό του να φωτίζεται.«Πώς σε λένε;» και για ακόμα μια φορά απάντηση δεν πήρε.Ο Αντώνης με τον δείκτη του χεριού του έγραψε πάνω στο χώμα το όνομά του. Ο Κριστιάν, σήκωσε το χέρι του μικρού και του τέντωσε τα δάχτυλα.Έσφιξε τα χείλια του και τα μάτια του έκοψαν δυο κυκλικές βόλτες μέσα στις κόγχες τους. Σκέφτηκε για λίγο και μετά του χαμογέλασε όλο νόημα, μισοκλείνοντας το δεξί του μάτι.«Έχεις γεννηθεί για να γίνεις μάγος. Έχεις μακριά και ευέλικτα δάχτυλα, ό,τι πρέπει για αυτή τη δουλειά. Κοίτα πόσο φίνα είναι» τέντωσε τα δάχτυλα του μικρού.Μια σπίθα ελπίδας έλαμψε στα μάτια του Αντώνη. Αν μπορούσε να γίνει μάγος, θα μπορούσε να κερδίσει την καρδιά της Φοίβης, θα μπορούσε να σώσει τη μητέρα του και ίσως να μπορούσε να ξαναμιλήσει. Προσπάθησε να χαμογελάσει. Άνοιξε το στόμα του, μα δεν είπε κουβέντα. Ο όρκος που είχε δώσει ήταν πιο δυνατός από την επιθυμία του να μιλήσει. Κι όμως, ήθελε τόσα να τον ρωτήσει. Τον κοίταξε στα χείλια με λαχτάρα, λες και περίμενε να του αποκαλύψει έστω ένα του μυστικό. Να τον μυήσει. Το χαμόγελο του Κριστιάν αντιστάθμιζε την αγριάδα του βλέμματός του. Ανοιγόκλεισε το χέρι του μπροστά στα μάτια του Αντώνη και του εμφάνισε ένα νόμισμα και με την ίδια κίνηση το εξαφάνισε. Πλησίασε τη μούρη του στο πρόσωπό του. Σχεδόν τον άγγιξε. Κοίταξε δεξιά αριστερά σαν να προσπαθούσε να δει αν ήταν μόνοι τους.«Η τέχνη της μαγείας είναι μια γλώσσα που καταλαβαίνει όλος ο κόσμος, χωρίς να χρειάζεται να μιλάς».
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα της Αντιγόνης Πόμμερ, Το κόκκινο μπάλωμα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις 24γράμματα και μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών. Αυτή τη φορά η συγγραφέας μέσα από τη ζωή του ήρωά της, Αντώνη, ενός διάσημου ταχυδακτυλουργού, μας παρασύρει σε ένα μαγικό ταξίδι σε διάφορα μέρη της γης με μοναδικό σκοπό την αναζήτηση της αγάπης. Στην περίληψη λέει:
Η άφιξη του Κριστιάν, ενός πλανόδιου ταχυδακτυλουργού, έσκασε σαν πυροτέχνημα στη ψυχή του μικρού Αντώνη που από παιδί είχε δώσει όρκο σιωπής. Ο Κριστιάν θα γίνει ο μέντοράς του, θα του διδάξει την τέχνη του και θα γεμίσει με χρώμα την ασπρόμαυρη ζωή του. Ο Αντώνης θα παλέψει για να γίνει διάσημος ταχυδακτυλουργός, φορώντας πάντα το σχισμένο καπέλο που του χάρισε ο Κριστιάν. Η φίλη του, Φοίβη, θα τον ενθαρρύνει ακόμα κι όταν τα χλευαστικά σχόλια των συμμαθητών τους θα τον αποκαρδιώνουν.
Ο Αντώνης και η Φοίβη είναι ερωτευμένοι από παιδιά και ονειρεύονται πως κάποια μέρα θα είναι μαζί. Η Φοίβη θα ράψει ένα κόκκινο μπάλωμα στο καπέλο του και θα του δώσει κουράγιο όταν εκείνος θα αναγκαστεί να δουλέψει στα καράβια. Οι δρόμοι τους θα χωρίσουν. Και οι δυο θα κυνηγήσουν τα όνειρά τους. Θα βρεθούν μίλια μακρυά. Θα καταφέρουν να βρουν την αγάπη σε άλλες αγκαλιές; Θα μπορέσουν να ξεχάσουν ο ένας τον άλλο; Ή μήπως το κόκκινο μπάλωμα θα μείνει ανεξίτηλο στις καρδιές τους;
Γεννήθηκα στην Αθήνα από πατέρα Γερμανό και μητέρα Ελληνίδα. Το επίθετό μου το οφείλω στον πατέρα μου, ενώ το όνομά μου στην γιαγιά μου. Σε αυτήν οφείλω και την αγάπη μου για τα παραμύθια αφού ήταν μία αστείρευτη πηγή ιστοριών που με συντρόφευαν για πολλά χρόνια. Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή μου χωρίς τα παραμύθια της.Αντιγόνη Πόμμερ
Η Αντιγόνη Πόμμερ σπούδασε δημοσιογραφία και προγραμματισμό ηλεκτρονικών υπολογιστών. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και μεταφράστρια και στην πορεία ως προγραμματίστρια στο πανεπιστήμιο Αιγαίου από το οποίο αποχώρησε μετά από τέσσερα χρόνια. Στη συνέχεια εντάχτηκε στο δυναμικό πολυεθνικής διαφημιστικής εταιρίας στο τμήμα πολυμέσων και internet. Από το 2010, διδάσκει λογοτεχνική γραφή και παραμύθι, στην πλήρους φοίτησης σχολή δημιουργικής γραφής στην Ελλάδα, Tabula Rasa, που είναι αναγνωρισμένη από το κράτος. Παράλληλα αναλαμβάνει το coaching νέων συγγραφέων και έχει επιμεληθεί αρκετά βιβλία. Στον ελεύθερο χρόνο της, γράφει χρονογραφήματα. Μιλάει αγγλικά και πορτογαλικά. Έχει ταξιδέψει σε πολλές πόλεις της Ευρώπης και έχει επισκεφτεί αρκετές φορές την Βραζιλία, μια χώρα που συναντάει συχνά ο αναγνώστης μέσα στις ιστορίες της. Το πρώτο της βιβλίο εκδόθηκε από την Εμπειρία Εκδοτική με τίτλο «Γκρεκίνια» και ακολούθησαν στον ίδιο εκδοτικό οίκο τα επόμενα δύο, με τίτλους «Η ζωή μου κύκλους κάνει» και «Ο καθρέφτης του φεγγαριού». Τέλος, από τις εκδόσεις Ωκεανίδα εκδόθηκε το βιβλίο της «Άρωμα λεμόνι».