Ξέρω τι σκέφτεστε. Μία ακόμη μυθογραφία φαντασίας, ίσως γοτθικής αισθητικής, με μεταφυσικές επιρροές-διαστάσεις και απόκοσμα/υπέρκοσμα πλάσματα... Γνωρίζω τον αντίκτυπο της λέξης Λίλιθ και φαντάζομαι εκείνον από τον συνδυασμό των ονομάτων, τη στιγμή μάλιστα που και το δεύτερο από αυτά είναι γυναικείο, ιδιαίτερο και σπάνιο. Ξεχάστε τα όλα και πριν από το οποιοδήποτε «πόρισμα»-διαίσθηση διαβάστε το βιβλίο χωρίς «προκαταλήψεις».
Ο Μιχάλης Γριβέας σε κερδίζει αμέσως, από τις πρώτες σελίδες, με την όμορφη πνευματώδης αφηγηματικότητα. Ένας συνδυασμός μεταφυσικών, θρησκευτικών, μυστηριακών στοιχείων εξάπτει τον αναγνώστη, προκαλεί το ενδιαφέρον του και δημιουργεί τη μαγεία.
Στην υπόθεση, μια σπηλιά εμφανίζεται κάτω από το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας στην Αμοργό ενώ περίεργα φαινόμενα που συμβαίνουν εκεί εμποδίζουν τη χαρτογράφησή της, προκαλούν φόβους, δεισιδαιμονίες και αμφιλεγόμενες ιστορίες.
Ο συγγραφέας, με μοναδικό τρόπο, «μπλέκει» την επιστήμη με τη θρησκεία, το απτό με το αόρατο, το πραγματικό με το μεταφυσικό, το θρυλικό με το ρεαλιστικό... δημιουργώντας ένα κράμα αγωνίας, ενδιαφέροντος, δαιμόνων, στοιχειών, ανακαλύψεων κ.π.ά. που όλα μαζί οδεύουν πότε παράλληλα και πότε τεμνόμενα κι αντίθετα προς τη λύση. Κι εδώ είναι η ομορφιά, καθώς αυτή η λύση, η κατανόηση των φαινομένων αν θέλετε, κρατάει ως την τελευταία σελίδα -κατά το 18ο κεφάλαιο ανατριχιάζεις όσο αρχίζει να ξεκαθαρίζει η «εικόνα» (σου).
Το βιβλίο εξάπτει τη φαντασία και σε προκαλεί να αναζητήσεις τα μέρη που αναφέρονται στις σελίδες του, τις ορολογίες της τοπογραφικής επιστήμης... το φυτό αμοργίς με την αρχαία του καταγωγή και τις θαυμαστές του ιδιότητες. Διαθέτει ημερολογιακή γραφή και χρονολογική σειρά. Επίσης, διαθέτει μέρη στα οποία «μιλάει» ο ίδιος ο συγγραφέας -αλλά μπορεί κι ένας χαρακτήρας ως τρίτο μάτι- από όπου λαμβάνουμε επεξηγηματικές σημειώσεις, τοπικιστικές, λατρευτικές, θρησκευτικές πληροφορίες, φημολογίες, δοξασίες, προλήψεις, προκαταλήψεις κ.ο.κ. Στοιχεία που, σε άλλη περίπτωση, θα έπρεπε να ενσωματωθούν μέσα στις αφηγήσεις των προσώπων, όμως εδώ επιλέχθηκε μια πιο (ξε-)«καθαρή» αποτύπωση που λειτουργεί υπέρ. Οι χαρακτήρες αφήνονται να εκφράσουν μόνο όσα τους αφορούν, όπως θα γινόταν σε μια πραγματική συνθήκη. Μια συγγραφική επιλογή που εντείνει την αληθοφάνεια επιτρέποντας στον αναγνώστη να συμπαρασυρθεί από τα γραφόμενα -που είναι και το ζητούμενο.
Ανάμεσα στις αναζητήσεις των προσώπων, εμβολίζονται κοινωνικές σκέψεις, ζητήματα προς συζήτηση ή προσωπικής διερεύνησης. Λάτρεψα την παράγραφο για την ενέργεια, το ρεύμα (ο θρους!) και παραδέχτηκα την επιτυχημένη «δοσολογία» της δομής του. Τόσο, όσο!
Φαίνεται ότι η απόλυτη πληρότητα ταιριάζει μόνο στους θεούς και πως οι άνθρωποι είμαστε καταδικασμένοι να κουτρουβαλάμε στα τάρταρα χωρίς ποτέ να μπορούμε να τη φτάσουμε.
Τρομακτικό κι ευφυές, έξυπνο, μελετημένο και καλοδουλεμένο... είναι ένα μυθιστόρημα που γράφτηκε για να μείνει. Είναι (υπερ-)ρεαλιστικό, υπερβατικό, πραγματικό και μεταφυσικό μαζί. Μαγικό και ταξιδιάρικο, όπως οφείλουν να είναι αυτές οι μυθιστορίες.
Διαβάστε το!
Το μυθιστόρημα του Μιχάλη Γριβέα, «Λίλιθ και Λασθινία», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελκυστής.
Ευχαριστώ τον εκδότη για τη διάθεση του βιβλίου.
Το παραπάνω περιέχει απόσπασμα.
Ο συγγραφέας, απατώντας σε μια μικρή συνέντευξη μεγάλων βιβλιοταξιδιών λέει για το βιβλίο του...
Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Μιχάλης Γριβέας: Το «πεπρωμένον» στην «Αμοργό» του Νίκου Γκάτσου.
Ο «υπερβαντολογικός ιδεαλισμός» του Κάντ που απέτυχε να παντρέψει τον ορθολογισμό με τον εμπειρισμό.
Η ανολοκλήρωτη «θεωρία των πάντων» του Stephen Hawking που δεν κατάφερε να δέσει την κβαντομηχανική στα σχοινιά της βαρύτητας.
Η αποτυχημένη ζεύξη διαλεκτικής και υλισμού του Μάρξ.
Ο ξεπερασμένος αποκρυφισμός της μυστικιστικής «Καμπαλά».
Το «εν οίδα ότι ουδέν οίδα» του Σωκράτη.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Μ.Γ.: Αγνωστικισμός.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Μ.Γ.: Ποτέ ένας συγγραφέας δεν επιτρέπεται να συμβουλεύσει τον αναγνώστη του! Μακριά από εμένα οποιουδήποτε τύπου διδακτισμός. Θέλω μόνο να ψιθυρίσω με αγωνία σε κάθε αναγνώστη ή αναγνώστρια: «το νου σου φίλε μου στην ομίχλη»…
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Μ.Γ.: Οπωσδήποτε στην Αμοργό! Για την τριακοστή δεύτερη μέρα κάποιου μήνα, για ποτέ, για πάντα…
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Μ.Γ.: «Για να φτάσεις σ’ ένα υπέρτερο επίπεδο πρώτα να κατακρημνιστείς από την ασφάλεια της σταθερής τροχιάς σου.
Για να βιώσεις έναν επουράνιο έρωτα πρέπει πρώτα να βυθιστείς στον υπόγειο τάφο της απώλειας».
Περισσότερα: