Γύρω απ' το χριστουγεννιάτικο δέντρο ήταν συγκεντρωμένη όλη η οικογένεια της Αμαλίας. Μαζί με τον σύζυγο της, τον Σπύρο, και τα δυο μικρά παιδιά τους, την Μαίρη και τον Νίκο, περίμεναν με ανυπομονησία, είναι η αλήθεια, την αλλαγή του χρόνου.
Δυσκολίες, προβλήματα, λύπες, μα και χαρές περάσανε απ' την «οθόνη» του μυαλού της ταχύτατα μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Όλα όσα έζησε δηλαδή μαζί με τους δικούς της, αγαπημένους ανθρώπους, όλους τους προηγούμενους μήνες. Σφιγγόταν η ψυχή της, καθώς δεν γνώριζε αν το μέλλον θα ήταν καλύτερο ή χειρότερο. Μέσα της βέβαια, φώλιαζε μια μικρή σπίθα που ήλπιζε ότι θα φουντώσει σε φλόγα, που θα κατέκαιε ό,τι ήταν μαύρο και άραχνο.
«11.59! Έξω στο μπαλκόνι, για να γιορτάσουμε την είσοδο του νέου έτους», απευθύνθηκε ο Σπύρος στα άλλα μέλη της οικογένειας. Έτσι και έγινε. Ο ουρανός ήταν καθαρός από σύννεφα και σιγά σιγά η αντίστροφή μέτρηση για την αλλαγή είχε ξεκινήσει. Έβλεπαν τα ρολόγια τους. Ο ζωηρός Νίκος,χοροπηδούσε κρατώντας ένα μπαλόνι.
«6,5,4,3,2,1». Ξαφνικά ο Θερμαϊκός κόλπος φωτίστηκε από πυροτεχνήματα και φωνές από τα μπαλκόνια των πολυκατοικιών που διέσχισαν μεμιάς την πόλη της Θεσσαλονίκης απ' άκρη σε άκρη. Οι δυο γονείς φιλήθηκαν στο στόμα και έπειτα έσφιξαν στην αγκαλιά τους, ασυνείδητα, τα παιδιά. Η χαρά ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων, γι’αυτό και δεν συνειδητοποίησαν το μπαλόνι που έφυγε από το χέρι του μικρού αγοριού. Ταξίδευε ψηλά· πάνω στην φουσκωμένη από αέρα επιφάνεια του έγραφε μία πρόταση από μπλε μαρκαδόρο.
«Γέρε χρόνε φύγε τώρα, πάει η δική σου η σειρά...»
Νίκος Βαρδάκας
Τα χρονογραφήματα του Νίκου συνοδεύει κολάζ από έργα της Elinore Schnurr.