Πώς ξεκινάει για εσάς το ποιητικό ταξίδι; Τι σας εμπνέει; Τι πυροδοτεί την έμπνευση;
Δέσποινα Σιμάκη: Το ταξίδι ξεκινά πάντα από κάτι μικρό. Μια λέξη, μια κίνηση του χεριού, ένα βλέμμα. Κάτι μικρό που έχει τη δύναμη ωστόσο να εισχωρήσει πολύ βαθιά μέσα μου. Το εισπνέω και το μετασχηματίζω με τους στίχους προσπαθώντας όχι να το μεγαλοποιήσω, απλά από ατομικό να το κάνω καθολικό, να πάρει μορφή τέτοια, δηλαδή, ώστε να καταφέρνει να αφορά και τους άλλους. Μια μετάγγιση συναισθήματος κάνω στην πραγματικότητα. Με μεγάλη προσοχή το κάνω, ώστε να μην πονά, αλλά να διορθώνει.
Αν έπρεπε να περιγράψετε όλο το βιβλίο σας με μια λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Δ.Σ.: Ένωση.
Υπάρχει κάποιο/-α έργο/-α σας που ξεχωρίζετε και γιατί;
Δ.Σ.: Είναι σα να κοιτάς τα μέλη του σώματός σου και να αναρωτιέσαι ποιο σου αρέσει περισσότερο. Έχω γράψει παραμύθια, διηγήματα, ένα θεατρικό μονόλογο, αρκετά τραγούδια. Ούτε καν το είδος που προτιμώ δεν ξέρω. Ξεχωρίζω απλά την τέχνη από την καθημερινότητα. Και ξεχωρίζω αυτό που οι άλλοι όταν το ακούν, το βλέπουν ή το διαβάζουν, λένε ένα αχ ή ένα ουφ. Αυτό που καταφέρνει να ξεφύγει από μένα αγαπώ περισσότερο. Δεν είναι δική μου δουλειά να ξεχωρίζω, αφορά το κοινό και τη συγκυρία.
Πώς σχολιάζετε την λογοτεχνία στην Ελλάδα του 2020; Τι θα θέλατε να αλλάξει;
Δ.Σ.: Σπούδασα φιλολογία, ωστόσο δεν είμαι κριτικός της λογοτεχνίας, πολύ θα το ήθελα, αλλά δεν έχω καταφέρει να διαβάσω τόσο, ώστε να έχω μια ολοκληρωμένη άποψη για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. Αν μπορώ κάτι να πω, είναι ότι αντιπαθώ την υπερφίαλη παραγωγή και προτιμώ την ουσία. Να μην έχω πολλά βιβλία στα ράφια μου, αλλά βιβλία ως φυλαχτά που θα τα ανοίγω κάθε φορά που πονώ και θέλω να με παρηγορήσει κάποιος ή να με πάει σε άλλα μέρη και να επιστρέψω ξεκούραστη.
Στείλτε το μήνυμά σας προς τον αναγνώστη σας
Δ.Σ.: Όταν θα με διαβάσεις να είσαι κάπου ήσυχα και έτοιμος να ακούσεις τη δική σου εσωτερική φωνή που αγαπά, συγχωρεί, τα κάνει θάλασσα, στενάζει, γελά, αγαπά ξανά.
Η Δέσποινα Σιμάκη μιλάει για την ποίηση γενικά και ειδικότερα για την συλλογή της, Σώματα δίχως χρόνο, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φίλντισι.
Το ομολογώ. Είχα καιρό πολύ, να αισθανθώ τέτοιας μορφής ποιητική συγκίνηση, αντλημένη από έναν εύφορο ποιητικό κόσμο.Πρόκειται για Ποίηση με πληθώρα συναισθημάτων, λόγος με ποιητική αρχοντιά, μια συνεύρεση λέξεων, οι οποίες έχουν ανυψωθεί στο ύψιστο σημείο μελωδικότητας, και εκφραστικότητας. Τα ποιήματα της Δέσποινας Σιμάκη, κατορθώνουν να δώσουν το βαθύτερο της ουσίας τους και, να σε κάνουν να συναισθανθείς ό,τι θα προσπερνά παγιδευμένο από τη ζάλη της καθημερινότητας.Δεν είναι η ποίηση των μεγαλόσχημων χειρονομιών. Εδώ, βρισκόμαστε αντίκρυ σε ένα λόγο αληθινό και ποιητικά χρηστικό.«Η ποίηση δεν είναι ένα είδος ιερής τελετουργίας», γράφει ο Πωλ Ελυάρ, «αντίθετα πρέπει με κάθε τίμημα να γίνεται χρηστική, κοινή. Τα πιο μεγάλα θαύματα θα περάσουν μες στη κοινή γλώσσα. Η ποίηση γεννά συνήθως τον πιο μεγάλο της εχθρό, την ποιητικοποίηση της. Εκεί, όπου οι λέξεις προστίθενται στις λέξεις, για να καταστρέψουν το μεγαλείο της έκπληξης».Κώστας Φασουλάς, Στιχουργός
Η Δέσποινα Σιμάκη γεννήθηκε στην Ικαρία το 1971. Σπούδασε Φιλοσοφία στη Θεσσαλονίκη, εργάστηκε για μια δεκαετία ως εκπαιδευτικός και ασχολήθηκε επί σειρά ετών και δίχως τέλος με τη φροντίδα κακοποιημένων παιδιών. Έχει συμμετάσχει σε συλλογικές εκδόσεις παραμυθιών και ιστοριών από τον τόπο της και έχει συγγράψει τον θεατρικό μονόλογο «Περί φωτός» που ανέβηκε στο χώρο του Μουσείου Φωταερίου στο Γκάζι. Μελέτησε και υπηρετεί τη στιχουργική τέχνη, κυρίως στο χώρο του Μικρού Πολυτεχνείου, ενώ τα τελευταία χρόνια ζει στον τόπο καταγωγής της και ασχολείται με την συγγραφή και την εικονογράφηση παραμυθιών. Η ποίηση είναι το μεγάλο της βάσανο από τα δεκαέξι περίπου.