Νατάσας Ζαχαροπούλου
Θὰ πάω σ’ αὐτὸν, λέει, ὅσο καὶ νὰ χτυπιέσαι, τὄχω ἀποφασίσει! Κουρεύει μὲ τὸ Πυθαγόρειο Θεώρημα! Τὰ βάζεις μὲ ταῦρο; Τὰ βγάζεις πέρα; Τὸ πεῖσμα καὶ τὰ νεῦρα του γκρεμίζουν κόσμους!
Πῆγε· τὸ ραντεβού, ἐν ὄψει εἰκοσαήμερου ἐγκλεισμοῦ καὶ παρ’ ὅλον τὸ χαμό («Κάρμα» τῆς δήλωσε ἀργότερα ὁ κομμωτής), κλείστηκε στὸ ἄψε σβῆσε γιὰ τὶς πέντε καὶ εἴκοσι. «Παρακαλοῦμε, ἀκριβῶς!», εἶπε ἡ ρεσεψιονὶστ στὸ τηλέφωνο: «πέντε καὶ εἴκοσι ἀκριβῶς!»
Ἀφοῦ τὴν ἔλουσαν, ἦρθε ὁ μαίτρ. «Μοῦ ἐπιτρέπετε ν’ ἀγγίξω τὴν τρίχα σας;» «Κάντε μου ὅ,τι θέλετε», ἀπάντησε. Ἔπιασε δυό-τρεῖς μαζί, τὶς τράβηξε μαλακά, τὶς ἔτριψε στὴν ἄκρη. «Κοιτάξτε… διαλύονται! Κρατῶ στὰ δάκτυλά μου μιὰ πρέζα τῆς ἀδιαφορίας γιὰ τὰ μαλλιά σας…» Γούρλωσε τὰ μάτια: ἔλιωσαν τὰ μαλλιά μου στὰ χέρια του; «Μὴν ἀνησυχεῖτε, ὁ μέγας Δάσκαλος, ὁ Διδάσκαλος τῶν Διδασκάλων μᾶς ἔχει δώσει τὴ λύση! Ὅταν τελειώσω, δὲν θ’ ἀναγνωρίζετε τὸν ἑαυτό σας».
Τὴν κάθισε στὴν καρέκλα, κι ἀπὸ μερικὰ συρτάρια δεξιὰ κι ἀριστερά της, μετὰ μεγίστης προσοχῆς, ὁ κουπὲρ ἔβγαλε τρίγωνα, διαβῆτες, μοιρογνωμόνια ἀρχίζοντας νὰ τῆς μετράει τὰ μάτια, τ’ αὐτιά, τὴ μούρη, τὸν λαιμό, τὰ ζυγωματικά, τὸ κεφάλι πλάι, πίσω κι ἐπάνω, πῆρε ἕνα μπλοκάκι κι ἔγραφε, μετὰ ἔβγαλε ἀπὸ τὴν κωλότσεπη τοῦ παντελονιοῦ του μιὰν ἀριθμομηχανὴ, μὲ ταινία παρακαλῶ, ὕστερα, νευρικά, τἄκλεισε ὅλα, κοκκάλωσε· ἔστρεψε τὸ βλέμμα στὸ ταβάνι καὶ σὰν νὰ κοιτοῦσε πέρ’ ἀπὸ αὐτό, τὰ χείλια του ἄρχισαν νὰ κινοῦνται σὲ συνομιλία μὲ τὸ ἀόρατο· αἴφνης γύρισε στὴν πελάτισσα λέγοντας: τὸ τέλειο σῶμα, κατὰ τὸν Πυθαγόρα ἰσοῦται μὲ ὀκτώ κεφάλια. Ἐσεῖς ἔχετε ἑπτάμισι. Μὴ στενοχωριέστε, εἶστε λίγο, λιγάκι μόνο πρὶν τὸ τέλειο! Θὰ τὸ φτιάξουμε!
Πῆρε πέντε διαφορετικὲς χτένες ἀνὰ χείρας καὶ τὴν ξυριστικὴ μηχανή. Βζζζζτττ πέρασε ἄκρη μ’ ἄκρη τὸν σβέρκο. Γυαλί! Μετὰ μὲ ἑπτά διαφορετικὰ ψαλίδια ἔδωσε σάρκα καὶ ὀστὰ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς της στὸ Πυθαγόρειο Θεώρημα.
Ὅταν μπῆκε σπίτι, τὰ μαλλιὰ ἦσαν γεμάτα ἀγνώστους Χ, κλάσματα, δεκαδικά, κάπου ἀμυδρὰ ξεχώριζαν λογάριθμοι… Τί νὰ πῶ; Θυμήθηκα ἕναν μαθηματικὸ ποὺ μᾶς μάθαινε, ἐπειδὴ ἤμασταν ντουβάρια, τὸ Θεώρημα ὡς ἑξῆς: τὸ τεσσαράγωνο τῆς ἀποκατινῆς τεντώστρας πατσίζει μὲ τὴ σούμα τῶν δύο ἄλλων ποὺ στέκονται σούζα. Παρ’ ὅλα αὐτά, μᾶς εἶχε κοστίσει ὧρες καὶ ὧρες διαβάσματος γιὰ τὴν ἐμπέδωση καὶ τὴ λύση προβλημάτων, ἐνῶ τό κούρεμα κράτησε λιγότερο ἀπὸ ὥρα καὶ κόστισε σαράντα εὐρουλάκια.
Ἀπροσδόκητα λυσσώδης ἄνεμος σφυρίζει ἀπειλητικὰ, περνάει μὲς ἀπὸ τὶς χαραμάδες τῶν παραθύρων, τὴν καμινάδα τοῦ τζακιοῦ. Θέ μου! Μιὰ ὁ σεισμός, μιὰ τὸ Θεώρημα, ξύπνησε, ἔρχεται, καταφτάνει ὁ Πυθαγόρας!
Copyright © Νατάσα Ζαχαροπούλου All rights reserved, 2020
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε έργο ζωγραφικής του Ronis Varlaam (The Pythagoras Theorem - alternative version, Το Πυθαγόρειο θεώρημα - εναλλακτική έκδοση)