Βασιλικής Καλαντζή
Βρισκόμαστε στις τελευταίες μέρες του Φλεβάρη. Πάει πέρασε κι αυτός ο χειμώνας λένε όλοι ανακουφισμένοι. Πάνε οι βροχές, οι παγωνιές και τα χιόνια. Βέβαια είχε και τα καλά του. Περάσαμε ωραία κοντά στο τζάκι τρώγοντας κάστανα και λέγοντας παραμύθια. Ήταν όμορφα και στις γιορτές, τι ωραία που ήταν τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά…
Αλλά φτάνει πια τώρα θα έρθει η Άνοιξη, θα ξυπνήσουν όλα θα ξαναγεννηθούν πάλι… 'λέγαν ανυπόμονα μικροί και μεγάλοι. Με αυτές τις κουβέντες πέρασαν και οι τελευταίες μέρες του Φλεβάρη.
Πέρασαν κι άλλες μέρες αλλά δεν σημειώθηκε καμία αλλαγή. Το κρύο συνεχιζόταν οι παγωνιές και οι βροχές Οι άνθρωποι άρχισαν να ανησυχούν. Ο ήλιος τους κοιτάζει από ψηλά κρύος κι απορημένος κι αυτός. Η Αμυγδαλιά κι αυτή στέκεται με παγωμένα τα ροζ ανθάκια της. Είναι πολύ στενοχωρημένη, από το πολύ κρύο δε θα κάνουν καρπούς τα άνθη μου λέει στον άνεμο που κόβει βόλτες στον ουρανό και περνάει ανάμεσά της.
Τα δέντρα ανυπομονούν να βγάλουν πάλι φύλλα, να ντυθούν με την πράσινη φορεσιά τους και να ακούσουν τα πουλιά να κελαηδούν πάνω στα κλαδιά τους. Τα βουνά αναστενάζουν κουρασμένα από το βάρος του χιονιά ,θέλουν κι αυτά να πρασινίσουν οι πλαγιές τους και οι βοσκοί με τα κοπάδια τους να γυρίσουν στις στάνες, να αντιλαλήσει ο τόπος από φωνές ανθρώπων και ζώων.
Οι άνθρωποι στεναχωριούνται θέλουν να πετάξουν από πάνω τους τα βαριά χειμωνιάτικα ρούχα και τη μελαγχολία του χειμώνα. Τα παιδιά θέλουν να βγουν έξω να τρέξουν και να παίξουν, να πάνε εκδρομές στην εξοχή και να κυλιστούν στο πράσινο χορτάρι. Όλοι ανησυχούν και ρωτάνε τι συμβαίνει.
Είναι τόσο παράξενο πρώτη φορά γίνεται αυτό, μα να μην έρθει η Άνοιξη ακόμη;
Το νέο διαδίδεται παντού. Το μαθαίνουν ακόμη και τα χελιδόνια και οι πελαργοί και όλο αναβάλλουν το ταξίδι τους. Αλλά ο καιρός περνάει και η Άνοιξη δεν φαίνεται πουθενά.
Αρκετά περιμέναμε λένε όλοι, είπαμε να κρατήσει λίγο παραπάνω αυτός ο χειμώνας αλλά όχι και έτσι… Πρέπει να κάνουμε κάτι για να την φέρουμε πίσω. Να την ψάξουμε, να βρούμε που είναι και να την παρακαλέσουμε να γυρίσει. Να μας εξηγήσει το λόγο που δεν ήρθε, μήπως κάναμε κάτι που την πείραξε για να επανορθώσουμε…
Έτσι ξεκινά το μεγάλο ταξίδι της αναζήτησης, όλοι θέλουν να πάνε για να ξαναφέρουν την Άνοιξη. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει. Μόνο μια ομάδα θα πάει, οι υπόλοιποι θα τους περιμένουν για να μάθουν τι συμβαίνει. Η ομάδα αποτελείται από τέσσερα παιδιά τον Αποστόλη, την Κατερίνα, τον Βαγγέλη και τον Γιώργο. Ξεκινούν τα παιδιά, αποφασίζουν να πάνε στη σπηλιά που μένει η Άνοιξη. Η σπηλιά της Άνοιξης βρίσκεται πάνω σε ένα βουνό. Εκεί κοντά έχουν τις σπηλιές τους και οι άλλες τρεις εποχές. Τα παιδιά περπατάνε περπατάνε… Είναι τόσο μεγάλη η επιθυμία τους να ξαναφέρουν την Άνοιξη που δεν λογαριάζουν την κούραση. Στο δρόμο μιλούν με τα δέντρα, τα πουλιά και τα ζώα. Όλα τους επαινούν τα παιδιά για αυτό που κάνουν αλλά τους κάνουν και πολλά παράπονα για τους ανθρώπους.
Και πραγματικά οι μικροί μας φίλοι συναντούν και περίεργα πράγματα στο δρόμο τους καμμένα δάση, βρώμικα ποτάμια και λίμνες και παντού σκουπίδια.
-Όλα αυτά 'γίναν από εμάς, ποπό τι καταστροφές έχουμε κάνει στη φύση;
-Μα και τι κακό σκουπίδια είναι αυτά;
-Ντροπή μας έχουμε βρομίσει όλο τον τόπο.
Τα παιδιά είναι πολύ λυπημένα και απογοητευμένα με αυτά που βλέπουν. Νιώθουν ντροπή και τύψεις για όλες αυτές τις καταστροφές.
Τελικά φτάνουν στη σπηλιά της Άνοιξης. Είναι στολισμένη με λογιών λογιών λουλούδια που μοσχομυρίζουν. Τα παιδιά είναι πολύ χαρούμενα, χτυπούν την πόρτα, περιμένουν αλλά τίποτα καμία απάντηση. Ανοίγουν την πόρτα και μπαίνουν μόνα τους μέσα στην σπηλιά. Βλέπουν την Άνοιξη που κοιμάται στο κρεββάτι της. Πλησιάζουν και τη σκουντάνε απαλά, εκείνη ανοίγει τα μάτια της και τους κοιτάζει απορημένη. Τα παιδιά της εξηγούν το λόγο της επίσκεψής τους.
-Πού είσαι; Σε περιμένουμε εδώ και πολλές μέρες, ο χειμώνας δεν λέει να φύγει. Τι συμβαίνει; Γιατί δεν ήρθες στην ώρα σου; Ανησυχήσαμε πολύ...
Η Άνοιξη σηκώνεται από το κρεββάτι της και κοιτάζει απέναντι στον τοίχο ένα μεγάλο ρολόι, αμέσως βγάζει ένα επιφώνημα έκπληξης.
-Οοοοο άργησα πάρα πολύ το ρολόι μου δεν με ειδοποίησε ότι ήρθε η σειρά μου.
Η Άνοιξη πλησίασε στο ρολόι της το πήρε στα χέρια της και το κοίταξε. Μετά γύρισε στα παιδιά και τους είπε λυπημένη πως το ρολόι της χάλασε, και δεν την ξύπνησε όταν έπρεπε.
-Αυτό συνέβη παιδιά γιατί οι άνθρωποι δεν σέβονται πια τη φύση, κάνουν ότι θέλουν και καταστρέφουν τα πάντα…
Τα παιδιά έσκυψαν το κεφάλι τους ντροπιασμένα και παραδέχτηκαν πως η Άνοιξη είχε δίκιο σε αυτά που έλεγε, άλλωστε είχαν δει τόσες καταστροφές στο δρόμο τους για τη σπηλιά της Άνοιξης.
Η Άνοιξη αμέσως κούρντισε το ρολόι της και το έφτιαξε.
-Πηγαίνετε και πείτε στους μεγάλους να αλλάξουν τρόπο ζωής και στάση απέναντι στο περιβάλλον αν δεν θέλουν να κάνουν κακό στον πλανήτη μας, στη γη μας που είναι το σπίτι όλων μας. Εσείς πάτε σχολείο και μαθαίνετε καινούρια πράγματα, πείτε τους για την ανακύκλωση, για την αναδάσωση για την μόλυνση, για τον σεβασμό και την αγάπη κάθε ζωντανού οργανισμού που υπάρχει στην γη μας.
Εσάς θα σας ακούσουν, εγώ σας υπόσχομαι να έρθω γρήγορα κοντά σας!
Οι μικροί μας φίλοι την ευχαρίστησαν και υποσχέθηκαν ότι θα βάλουν τα δυνατά τους ώστε να συμμορφώσουν τους μεγάλους. Πήραν το δρόμο της επιστροφής και πραγματικά μετά από λίγο καθώς προχωρούν βλέπουν παντού τον ερχομό της Άνοιξης, ο ήλιος είναι ζεστός, τα χιόνια λιώνουν, η γη πρασινίζει, τα λουλούδια ανθίζουν, τα πουλιά κελαηδούν. Τα παιδιά πιάνονται από τα χέρια και τρέχουν χαρούμενα.
Βασιλική Καλαντζή
Συμμετοχή στον 1ο Διαγωνισμό Παραμυθιού koukidaki