Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Το κοστούμι του γάμου

Δανάη, η ρεπόρτερ


Δανάη μου το ξέρεις καλά ότι, αν και γιαγιά και νενέ που είμαι, δεν ανήκω στην συνομοταξία των γερόντων που όλο δίνουν συμβουλές, τις οποίες εγώ χαρακτηρίζω σαν γνώμες, όχι συμβουλές.
Γνώμη μου λοιπόν τώρα με τον αναγκαστικό εγκλεισμό μας, είναι ότι μας δίνεται ο Χρόνος (πρόσεξε, δεν λέω ευκαιρία), να κάνουμε πράγματα που στο "γεμάτο" παρελθόν μας συνεχώς αναβάλαμε και αναβάλαμε, για να υλοποιηθούν εν ευθέτω χρόνω. Συνήθως πράγματα βαρετά, που όμως ήταν και είναι αναγκαίο να τύχουν μιας κάποιας αντιμετώπισης.
Π.χ. να αδειάσουμε ντουλάπες, ντουλάπια και συρτάρια, που ασφυκτιούν από πράγματα που τα έχουμε φορτώσει και δε τα χρησιμοποιούμε πια. Να ‘ναι γιατί συναισθηματικά μας συνδέουν με εποχές που μας ήταν απαραίτητα ή κατάλοιπο δύσκολων χρόνων οικονομικά, που δεν πετούσαμε ούτε κουρελάκι; Και κυριολεκτώ λέγοντας κουρελάκι. Μπάλες ολόκληρες από δαύτα, χρωματιστές και ποικίλης ύλης που χρησίμευαν και ίσως ακόμη χρησιμεύουν στα χωριά μας στο φτιάξιμο ιδιότυπων χαλιών, ονόματι κουρελούδων.
Αναβάλουμε λοιπόν συνεχώς το "ξεφόρτωμά" τους με διάφορες πάντα δικαιολογίες με αποτέλεσμα οι κρεμάστρες να λυγίζουν από το απίστευτο βάρος που τους έχουμε φορτώσει.
Και να έχεις και τον άντρα αφέντη να σου μουρμουρά συνεχώς:
«Λεφτά ρε γυναίκα πάλι για ρουχισμό; Και τούτον όλο που έχεις στοιβάξει μέχρι ασφυξίας στις ντουλάπες σου τι θα τον κάνεις να ‘ξερα! Βεβαίως και μη διανοηθείς να τα πετάξεις, το πορτοφόλι μου μόνον ξέρει τι ζόρια τράβηξε για να έχεις εσύ απαξιωμένα τόσα ολοκαίνουρια ρούχα που είναι ζήτημα αν τα φόρεσες, εκτός σπανίων περιπτώσεων, πάνω από πέντε φορές. Και δεν μιλώ για τα δεκάδες ζευγάρια αφόρετων σχεδόν παπουτσιών που τύφλα να’ χει ο Πετρίδης, ο Γαρύφαλλος, ο Σεβαστάκης (σημ. εκ των μεγάλων υποδηματοποιείων της Αθήνας). Δεν χωράς λες στα πανέμορφα αυτά φουστάνια; Γιατί ρε γυναίκα; Τα φουστάνια φταίνε ή που στενάζουν οι πιτσαρίες και τα σουβλατζίδικα που τα αφανίζετε με τις φίλες σου κάθε βράδυ, ενώ το σπιτικό μας φαγητό θα το φάει ο Αζόρ και η γαλιάντρα η ψιψίνα μας κι εγώ ο αρχιβλάκας; Ε, σ’ αυτό, για να πούμε και του στραβού το δίκιο, ίσως και να υπάρχει δικαιολογία, δεν τρώγεται το άτιμο! Και για να τελειώνουμε την ανιαρή κουβέντα μας, πάρε το απόφαση ότι λεφτά, δεν υπάρχουν. Φώναξε καμιά από τις τόσες εναπομείνασες μοδίστρες να κάνουν τα μαγικά τους κόλπα και κάθε φουστανάκι που διορθώνουν προσθέτοντας και μια "σημερινή" πινελιά θα μοιάζει με ακριβό μοντέλο άρτι αφιχθέν από τα Παρίσια της Haute Couture. Με είδες εμένα να αγοράζω για τον εαυτό μου πέρα από ένα, άντε δυο πουκάμισα, ακριβό ένδυμα; Τα κοστούμια μου χρονολογούνται από την Εποχή του Όθωνα, τότε που καλεσμένοι στα παλάτια έπρεπε να φορούμε και κάτι καινούριο την κάθε φορά. Σαχλαμάρες που με κάνεις να λέω, βρε αγάπη μου. Σκέπτομαι αν ζητούσα καμιά αύξηση ίσως και να μου την έδινε το αφεντικό αν του έλεγα ότι πρόκειται για ιερό σκοπό. Θα αποσυμφορούσαμε λίγο τις ντουλάπες τούτες, μεταφέροντας το φορτίο τους σε ένα σπίτι ειδικού σκοπού. Αν και εκείνος είναι ομοιοπαθών ίσως νιώσει την αγανάκτησή μου, ορέ γυναίκα μου».
Μα αύξηση δεν θυμάμαι ποτέ να πήρε ο καλός μου και ενώ λεφτά δεν υπήρχαν, στις ντουλάπες συσσωρεύονταν με μαγικό τρόπο και άλλα ρούχα, με την συλλογή να λέει "θα σκάσω, βοήθεια".
Και τα ανωτέρω συνέβαιναν είτε σε εποχές παχαίων αγελάδων είτε ισχνών…
Μέχρι που ο καλός μου "έφυγε" και όχι βέβαια εξ αιτίας των ντουλαπών μου.
Ίσως εδώ να νομίζεις ότι θα πω ότι πλέον ήμουν ελεύθερη να ξεφορτωθώ όλον αυτόν τον θησαυρό του μακαρίτη του άντρα μου, μαζί με τον δικό μου ρουχισμό έστω και ακατάλληλο, αλλά ικανό να ντύσει ένα πλοιάριο λαθρομεταναστών αντικαθιστώντας τα βρεγμένα δικά τους ρούχα. Απ' το ολότελα καλή κι η Παναγιώταινα, που λέει κι η παροιμία.
Όμως οι συνήθειες που μου είχε εμφυσήσει ο αείμνηστος περί
οικονομίας, με έκαναν να διστάζω. Και αφού είχα άρνηση από την Εκκλησία, άρνηση από το Δήμο, άρνηση -απίστετο- και από τους Συλλόγους Προσφύγων να τα δεχτούν, γιατί λέει είχαν ήδη μεγάλο
στοκ στις αποθήκες τους, απευθύνθηκα σε παλιατζήδες.
Όχι αυτούς που ξέρουμε σήμερα που τους πληρώνεις από πάνω για να πάρουν το παλιό σου ψυγείο, την ολόγερη TV σου και ότι άλλο ανακυκλώσιμο ή μη, αλλά κάποιον από τους επιχειρηματίες παλιατζήδες απογόνους εκείνων των παλαιών γνωστών μας, που αλώνιζαν τις γειτονιές τραγουδώντας το τραγούδι του Νίκου Γούναρη:
«Ρούχα, παλιά παπούτσια αγοράζω
Και τις γειτονιές γυρίζω
Κι ό,τι βρω παλιό ψωνίζω.
Και παπούτσια και χαλιά
Κι ότι βρω εγώ παλιά
Μες στο τρύπιο μου τσουβάλι
μπαίνουν περασμένα κάλλη».
Κτλ. κτλ.
Σήμερα ο παλιατζής είναι ένας μικρέμπορος του Μοναστηρακίου και αγοράζει καινούρια ρούχα σε εξευτελιστικές τιμές και δεν τα συσσωρεύει στο τρύπιο του τσουβάλι αλλά στο απαστράπτον πολλών ίππων Ι.Χ. του.
Τελικά κατάφερα να βρω έναν, έτσι ένα πρωινό τ’ Απρίλη καληώρα, παρκάρει έξω από την πολυκατοικία που ακόμα μένω, μία απαστράπτουσα αμαξάρα. Κτυπάει το κουδούνι μου ένας καλοβαλμένος νεαρός όπως τον βλέπω από το κύκλωμα της tv και μου λέει: «Κυρία Βουδούρη, ήρθε ο παλιατζής σας».
Φευγαλέα μου πέρασε από το μυαλό μπας και με δούλευε ο νεανίας, βλέποντάς τον όμως να στέκεται και να περιμένει να του ανοίξω, το κάνω, μπαίνει καλημερίζοντάς με ευγενικά κι εγώ τον οδηγώ πάραυτα στην κρεβατοκάμαρα.
Έλα, τώρα, ανοησίες συνειρμών!
Βλέπει με έμπειρο μάτι τις ξέχειλες ντουλάπες εντοιχισμένες και μη και τελείως επαγγελματικά λέει: «Ένα κατοστάρι γι’ αυτές τις δύο και ένα πενηντάρι τις υπόλοιπες».
Είπα να το παζαρέψω λίγο το πράγμα, αν μη τι άλλο να έβγαζα τα έξοδα του μνημόσυνου που θα έκανα για τον καημένο τον άντρα μου με σκοπό να του ζητήσω συγνώμη για την τύχη που θα είχαν δικά του και δικά μου ρούχα που δεν μπορούσα να υπολογίσω πόσα χρήματα είχαν στοιχίσει.
«Μα τι λες αγόρι μου δύο κατοστάρικα θα κοστίζουν μόνο τα κουμπιά από τούτα τα κοστούμια! Προτιμώ να σου τα χαρίσω, φαίνεσαι καλό παιδί».
«Δύσκολοι καιροί και για το επάγγελμά μας κυρία Βουδούρη. Λυπάμαι δεν μπορώ να σας δώσω περισσότερα χρήματα. Μπορεί να έχετε δίκιο ως προς την ποιότητα του υλικού αλλά είναι παλιομοδίτικα και θα χρειαστούν οι ραφτάδες μας του κόσμου να λεφτά να τα διορθώσουν όσο παίρνει και να τους προσθέσουν μία σημερινή πινελιά»…
Έλεγε-έλεγε ο νεαρός κι εγώ είχα τον δικό μου εσωτερικό διάλογο με τον "απελθόντα" σύντροφό μου: Πού είσαι καλέ μου να δεις πόσο αποτιμώνται οι ξέχειλες ντουλάπες μας για τι οποίες καμάρωνες…
Τελικά, συμφωνήσαμε να έρθει την επομένη την ίδια ώρα.
«Και γιατί μην αρχίσουμε από τώρα καλέ κυρά; Νομίζεις θα μας φτάσει η αυριανή μόνον ημέρα;»
«Για να χωνέψω αγόρι μου αυτό που πάω να κάνω».
Στην πραγματικότητα ήθελα να ψάξω στις τσέπες μη τυχόν υπήρχε κάτι από τη ζωή του, ξεχασμένο εκεί μέσα. Σε τέτοια κίνηση στ’ ορκίζομαι, δεν είχα ποτέ καταδεχτεί να προβώ όσο ζούσε, το έβρισκα φθηνό, τώρα όμως ήταν αλλιώς. Και δεν ομιλώ για χρήματα σε ξεχασμένα πορτοφόλια γιατί και να υπήρχαν, παλιομοδίτικα θα ήταν κι αυτά άνευ αξίας με την κατάργηση της δραχμής.
Άρχισα από το κοστούμι του γάμου μας, ένα υπέροχο ρούχο ραμμένο από δεξιοτέχνη γνωστό ράφτη των Αθηνών, με ένα ύφασμα που πιο άριστο δεν γινόταν. Είναι ζήτημα αν σε όλα τα χρόνια του γάμου μας να το φόρεσε πάνω από τρεις φορές. Ούτε στο γάμο της κόρης μας και μάνας σου το έβαλε. Γιατί άραγε; Να θεωρούσε ότι τίποτα δεν ήταν ισάξιο τού δικού του γάμου; Πολύ πιθανόν. Δε τον ρώτησα ποτέ, αλλά ίσως και ίδιος να μην ήξερε στ’ αλήθεια να μου πει το γιατί. Στο πέτο του ήταν ακόμη καρφιτσωμένη η καρφίτσα, σήμα κατατεθέν του ξενοδοχείου όπου περάσαμε το μήνα του μέλιτος στην υπέροχη Ρόδο.
Η συγκίνησή μου συνεχίστηκε, με ένα κουφέτο από το γάμο μας σίγουρα, που ήρθε και τρύπωσε στην τσέπη του, ένα από τα τόσα που μας έραναν στον χορό του Ησαΐα.
Αλλά το ρούχο που πραγματικά λάτρευε και δεν θα το άλλαζε με τίποτα, ήταν η στρατιωτική χλαίνη, που είχε κρατήσει να του θυμίζει την θητεία του στην αεροπορία και κατ’ επέκταση στην ωρίμανσή του.
Βέβαια δεν θα καθίσω τώρα να σου περιγράψω ρούχο-ρούχο που καθένα του είχε σημασία για εκείνον που του ανήκε και δευτερευόντως για εμένα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έσπευσα να απλώσω τους δικούς μου θησαυρούς στις άδειες δικές του ντουλάπες. Συναισθηματισμοί!

Τα χρόνια πέρασαν και εσύ μαθήτρια της ΣΤ΄ Δημοτικού, έδινες με την τάξη σου μια φιλόδοξη θεατρική παράσταση αποχαιρετώντας με τον καλύτερο τρόπο το Σχολείο των πρώτων χρόνων της ζωής σου.
Θέλησα να βοηθήσω για το στήσιμο της παράστασης αναλαμβάνοντας τον ενδυματολογικό τομέα, βάζοντας τον σκηνοθέτη και σκηνογράφο να διαλέξει από τις ντουλάπες μου φουστάνια εποχής τα οποία και χάρισα στο σχολείο να χρησιμεύσουν για την επόμενη χρονιά. Καλύτερη τύχη γι’ αυτά δεν υπήρχε. Μακάρι να τα έπαιρναν όλα…
Δυστυχώς δεν μπορούσα να κάνω το ίδιο και για τα αγόρια ηθοποιούς μου αφού τα αντρικά τα είχε πάρει ο παλιατζής!
Μια κυρία του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων με συμβούλευσε να πάμε μαζί στο Μοναστηράκι και στο γιουσουρούμ θα βρίσκαμε σε καλές τιμές αυτό που ζητούσαμε με χρήματα που θα κάλυπτε ο σύλλογος.
Και πήγαμε εκεί όπου πωλούνται αναμνήσεις σε τιμές ευκαιρίας.
Και ξάφνου κοκαλώνω.
Αποκλείεται να έκανα λάθος. Το κοστούμι που κρεμόταν εκεί μπροστά μου, ήταν το γαμπριάτικο του μακαρίτη του άντρα μου και παππού σου.
Ακόμη κι η καρφίτσα με την φίρμα του ξενοδοχείου ήταν στο πέτο.
Κατασυγκινημένη ρωτώ τον παλιατζή πόσο κοστίζει το κοστούμι αυτό, για να πάρω μιαν απάντηση που ούτε η γόνιμη και πολλές φορές υπερφίαλη φαντασία μου θα μπορούσε να σκεφθεί:
«Μανδάμ, τούτο το κοστούμι δεν πωλείται. Το έχω για κράχτη. Ανήκε στον συγχωρεμένο το γιό μου. Το φόρεσε στον γάμο του με την Δαφνούλα που δεν πρόλαβε να την χαρεί. Τον "έφαγε" η άλλη αγάπη, αυτή για την μοτοσυκλέτα του μεγάλου κυβισμού!»

👣

Copyright © Λένα Μαυρουδή-Μούλιου All rights reserved, 2020
Πρώτη δημοσίευση
Εικοστό όγδοο επεισόδιο της σειράς «Δανάη, η ρεπόρτερ». Ξεκινήστε από το πρώτο μέρος εδώ! Συνεχίστε στο επόμενο εδώ!
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε έργο της Carolyn Eardley
Επιμέλεια κειμένων: Τζένη Κουκίδου

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα