Δανάη, η ρεπόρτερ
Η Δανάη στο ξεκίνημα της καριέρας της σαν ρεπόρτερ, είχε εντρυφήσει στο αθλητικό ρεπορτάζ. Της άρεσε μεν, αλλά δεν έπαυε να το θεωρεί ανδροκρατούμενη περιοχή. Όχι απαραίτητα όσον αφορούσε στις γνώσεις της επί του αντικειμένου, είτε στίβος λεγόταν αυτό, είτε ομαδικό άθλημα, αλλά για τον τρόπο περιγραφής τους σε έναν αγώνα. Δεν της άρεσε π.χ. να γράφει στην εφημερίδα της την υπερβολή και τους πηχυαίους τίτλους και χαρακτηρισμούς των αθλητών από Θεό και πάνω: Ανίκητος και πάλι ο Θεός Άρης, κατατρόπωσε τον Ημίθεο ΠΑΟΚ που μετά από Τιτάνια αντίσταση υποχρεώθηκε να σηκώσει το βάρος του Προμηθέα Δεσμώτη των τριών γκολ και άλλα τέτοια παρόμοια και χαζά. Οι συνάδελφοι ακολουθούσαν αυτήν την πεπατημένη την οποία εκείνη πεισματικά αρνούνταν, καθώς δεν ταίριαζε με τα πιστεύω και την αισθητική της. Στράφηκε στο αστυνομικό ρεπορτάζ και μάλιστα ήπιας μορφής, χωρίς ποταμούς αίματος και γκραν γκινιόλ περιγραφές ενός εγκλήματος, ασχολούνταν με το θέμα δηλαδή στις πραγματικές του διαστάσεις. Απέκτησε την απαιτούμενη πείρα και διέπρεψε στον τομέα αυτό, ακολουθώντας τα χνάρια της γιαγιάς της Πέρσας Βουδούρη της επονομαζόμενης και όχι τυχαία "Eλληνίδα miss Marple".[1]
Όσο ήταν στα αθλητικά, της άρεσε να κάνει αυστηρή κριτική για τις επιδόσεις των αθλητών και δεν χάριζε που λένε κάστανα σε κανέναν, μακάρι να ‘ταν και αδερφός της. Απεχθάνονταν τον όποιο αθλητή καβαλούσε καλάμι και όσο αυτός το ίππευε χωρίς να υπολογίζει κριτικές και υποδείξεις τόσο εκείνη γινόταν "σκύλα" με λαύρα στα γραφόμενα της τα οποία και είχαν τέτοιον αντίκτυπο στην καριέρα του αθλητή που έτρεμε την πένα της. Την είχαν βαφτίσει οι κακόβουλοι "Μάξουελ του αθλητισμού" αλλά αυτό δεν απηχούσε την πραγματικότητα, γιατί η Δανάη ήταν ακριβοδίκαιη.
Υπήρξε εποχή που είχε βάλει στο στόχαστρο της πένας της έναν πολύ προβεβλημένο ποδοσφαιριστή, ο οποίος φαίνεται δεν μπόρεσε να διαχειριστή σωστά την δόξα του, ξεπέρασε τις υπερβολές της καλαμοΐππευσης, αφού Θεό τον ανέβαζαν Θεό τον κατέβαζαν, μέχρι που κι εκείνος το… πίστεψε. Δεν θέλει και πολύ η ματαιοδοξία, η μωροφιλοδοξία του ανθρώπου για να σαλτάρει, να του φύγει το μυαλό και να πετάξει, από τον πολύ αέρα που το γέμισε! Έβλεπε με υπεροψία τους συναθλητές της ομάδας του αλλά και των άλλων ομάδων ενώ έδειχνε μέγιστη οσφυοκαμψία προς τους προέδρους και τους μεγαλοπαράγοντες του χώρου. Τον λάτρευαν και τον απεχθάνονταν φίλαθλοι και μη. Ο όποιος γονιός, λάτρης του ποδοσφαίρου, έτσι και καλούνταν από τους δασκάλους να ενημερωθεί για τις ανύπαρκτες έως χαμηλές επιδώσεις του μαθητή γιού του, σήκωνε τους ώμους αδιάφορα λέγοντας ότι το παιδί του φιλοδοξούσε να μοιάσει στον εν λόγω αθλητή που ζήτημα είναι να έβγαλε την Τετάρτη Δημοτικού. Δεν του χρειάζονταν τουτέστιν η πολυμάθεια!! Αυτές οι ιστορίες και χίλιες δυο άλλες κυκλοφορούσαν σαν ανέκδοτα στα δημοσιογραφικά γραφεία και έκαναν την αντιπάθεια της ρεπόρτερ να αυξάνεται ανάλογα.
Κάποιος κοινός τους "φίλος" του σφύριξε την έχθρα της Δανάης που τον εξίταρε πολύ περισσότερο από το αν ο φίλος του έλεγε τα αντίθετα και έβαλε λυτούς και δεμένους να του γνωρίσουν την ανόητη ασεβή που δεν προσκυνούσε τα είδωλα, παρά την ανεξιθρησκία του ιδίου! Μέσα στον αυτοθαυμασμό του αναρωτιόταν τι ήταν εκείνο που την απωθούσε σ’ αυτόν την στιγμή που όλοι τον θαύμαζαν. Είχε άραγε να κάνει με καμιά κομπλεξική που ήθελε να τραβήξει την προσοχή με την αρνητική κριτική της; Δεν πήγαινε καν το μυαλό του ότι ίσως, κάπου το είχε παρακάνει. Ήταν δε σίγουρος ότι κάποια στιγμή όταν τον γνώριζε καλύτερα, θα μεταλλάσσονταν η αντιπάθειά τη σε αγάπη και θαυμασμό, βεβαίως-βεβαίως. Σαν τον Λαζόπουλο και την Ντενίση ένα πράμα και παλαιότερα τον Πυριόχο με την Άντζυ Σαμίου!
Κάποτε δεν άντεξε και έστειλε ανοικτή επιστολή στην εφημερίδα της· την περνούσε γενιές δεκατέσσερις, μην αναφέροντας το όνομά της προς αποφυγήν μηνύσεων, αλλά την "φωτογράφιζε" τόσο καθαρά που η αναφορά ήταν περιττή. Της κόλλησε το παρατσούκλι "Μάξουελ του αθλητισμού" όπως προείπαμε και αν είχε τα κότσια, ας αναμετριόταν μαζί του.
Πόλεμος.
Και ο φίλαθλος κόσμος χωρίστηκε σε Μοντέγους και Καπουλέτους! Το τιράζ της εφημερίδας διπλασιάστηκε. Ο κόσμος αγόραζε την εφημερίδα όχι για να ενημερωθεί περί τα αθλητικά, υπήρχαν και άλλες πηγές γι’ αυτό, αλλά για να παρακολουθεί αυτόν τον πόλεμο που είχε την υπερβολή του, αλλά και την μεγάλη πλάκα του. Μέχρι που η ομάδα του ποδοσφαιριστή βρέθηκε στον τελικό του πρωταθλήματος.
Την περιγραφή του αγώνα κάλυπτε η Δανάη η οποία σε καμία φάση δεν ανάφερε το όνομα τού αθλητή, ούτε καν όταν έβαλε το νικητήριο γκολ της ομάδος του. Ήταν σαν να μην υπήρχε. Στα αποδυτήρια και ενώ ντυνόταν παρακολουθούσε και τον αγώνα και έγινε κοινωνός της απαξίωσής του από την αντιπαθέστατη δημοσιογράφο. Ε, όχι. Παραήταν πολύ αυτό, καταντούσε καταστροφικό για την καριέρα του. "Έτρεξε" το βίντεο στη στιγμή του γκολ και όταν κατάπληκτος διαπίστωσε ότι ούτε και τότε αναφέρθηκε στο όνομά του, δεν τα πήρε απλά στο κρανίο, αλλά πλέον, εν εξάλλω καταστάσει και έχοντας απολέσει τα αβγά και τα καλάθια της ψυχραιμίας του, κινήθηκε εναντίον της, αναζητώντας την μεταξύ του πλήθους των συναδέλφων της που έπαιρναν συνεντεύξεις από νικητές αλλά και ηττημένους.
Την περιγραφή του αγώνα κάλυπτε η Δανάη η οποία σε καμία φάση δεν ανάφερε το όνομα τού αθλητή, ούτε καν όταν έβαλε το νικητήριο γκολ της ομάδος του. Ήταν σαν να μην υπήρχε. Στα αποδυτήρια και ενώ ντυνόταν παρακολουθούσε και τον αγώνα και έγινε κοινωνός της απαξίωσής του από την αντιπαθέστατη δημοσιογράφο. Ε, όχι. Παραήταν πολύ αυτό, καταντούσε καταστροφικό για την καριέρα του. "Έτρεξε" το βίντεο στη στιγμή του γκολ και όταν κατάπληκτος διαπίστωσε ότι ούτε και τότε αναφέρθηκε στο όνομά του, δεν τα πήρε απλά στο κρανίο, αλλά πλέον, εν εξάλλω καταστάσει και έχοντας απολέσει τα αβγά και τα καλάθια της ψυχραιμίας του, κινήθηκε εναντίον της, αναζητώντας την μεταξύ του πλήθους των συναδέλφων της που έπαιρναν συνεντεύξεις από νικητές αλλά και ηττημένους.
Εκείνη, ειδοποιημένη, φρόντισε να φύγει από το γήπεδο πριν γίνει μακελειό και κατέφυγε στην πρώτη πόρτα σπιτιού που βρήκε ως εκ θαύματος ανοικτή μπροστά της, ζητώντας άσυλο. Η νοικοκυρά του σπιτιού, μια σεβάσμια γηραιά κυρία, έστερξε προς βοήθειά της υπό τους ήχους των ιαχών των οπαδών σε απ’ ευθείας μετάδοση της TV, τόσον από το γήπεδο όσον και εκτός αυτού, πράγμα που παραξένεψε την έντρομη Δανάη… Μωρέ μπράβο. Ποδοσφαιρόφιλη η κυρία και σε τέτοια ηλικία, ενώ η αρχαιολόγος μητέρα της, ζήτημα να ήξερε και το όνομα των ομάδων που πάλεψαν για τον τελικό.
Όταν με τα πολλά η Δανάη βρήκε την αναπνοή της, απάντησε στο εύλογο ερώτημα τη κυρίας για το τι συνέβαινε.
«Το κάθαρμα, τον άξεστο, εγώ ούτε καν αναφέρθηκα στο όνομά του. Αλλά έτσι είναι qui se sent la mouche s’est mouche».[2]
«Ποιος παιδάκι μου έχει τη μύγα και μυγιάζεται;»
«Ο Μωλτσιός κυρία μου. Με κυνηγάει να με ξυλοκοπήσει γιατί τον αγνόησα. Τόσο ναρκισσισμός τέτοια εγωπάθεια είναι και συμπατριώτης σας και να με συγχωρείτε. Νομίζει ότι χωρίς αυτόν θα σταματήσει η γη να στρέφεται περί τον άξονά της και περί τον ήλιο. Σπάνια να έχω δει άλλο τέτοιο άτομο στον χώρο του αθλητισμού».
«Μα συγγνώμη που ρωτάω αλλά αν είναι έτσι όπως τον χαρακτηρίζεις πώς και τον λατρεύουν οι φίλαθλοι, η οικογένειά του και οι δικοί του άνθρωποι; Σε όλους τους χώρους πάντα θα άρχουν οι φιλικά διακείμενοι και οι εχθρικά, για τους δικούς του λόγους ο καθένας. Είναι ένα παιδί πονόψυχο που μόνο του έγινε αυτό που είναι, χωρίς ποτέ να φιλήσει κατουρημένες ποδιές, χωρίς οσφυοκαμψίες και yes sir. Προσωπικά μού αρέσει πολύ».
«Γούστα είναι αυτά. Αλλά επιτρέψτε μου το γούστο σας από κάπου μπάζει» παρατήρησε η Δανάη καταφανώς ενοχλημένη.
«Σ’ αυτό έχεις μάλλον δίκιο. Πάντα η κουκουβάγια θα νομίζει τα παιδιά της τα ωραιότερα και τα καλύτερα του κόσμου, το ίδιο η χελώνα, το ίδιο κι εγώ!»
Η Δανάη δεν "έπιασε" αμέσως την ακροτελεύτια φράση της συμπαθέστατης οικοδέσποινας, μα μια φλασιά την έκανε να αναπηδήσει έντρομη και ντροπιασμένη…
«Είναι, είναι… είναι γιοοοοος σας;»
«Ναι κόρη μου, μα μη σκιάζεσαι, δεν μπορούμε να αρέσουμε σε όλους. Ακούω το αυτοκίνητό του να παρκάρει. Μη φοβάσαι, δεν θα σε φανερώσω. Πήγαινε στην κρεβατοκάμαρά μου και μείνε μέχρι να φύγει. Σίγουρα ήρθε να με πείσει να παραβρεθώ στην διασκέδασή τους αργότερα, στο κέντρο όπου θα γιορτάσουν τη νίκη τους. Μπορεί να πάω μπορεί και όχι. Έχω πρόβλημα με τη μέση μου και η διάθεσή μου είναι πεσμένη. Μάλλον θα δω από την TV τον γιορτασμό των επινικίων...»
Η Δανάη τα είχε τελείως χαμένα.
Η Δανάη τα είχε τελείως χαμένα.
Η Μοίρα, η Τύχη, ασφαλώς έσπαγαν πλάκα μαζί της. Οδήγησαν τα βήματά της στο μόνο μέρος της πόλης που δεν έπρεπε να πάει. Και αν η κυρία αυτή, πραγματικά εννοούσε αυτά που της είπε, θα ήταν ένα γερό μάθημα ζωής που έπαιρνε, να μην είναι τόσο απόλυτη, εμπαθής και αδέκαστος κριτής των ανθρώπων που γνώριζε μόνον επιδερμικά. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω.
Τα χρόνια πέρασαν με τη Δανάη στο πόστο της στην εφημερίδα, αλλά σε έναν κλάδο που μηδεμία σχέση έχοντος με τον αθλητισμό. Παντρεύτηκε, έκανε την Πέρσα Β της, όταν μια μέρα που πήγε να την πάρει από τα νήπια η μικρή της είπε:
«Μανούλα, όταν μεγαλώσω θα παντρευτώ τον Αλέξανδρο, το καλύτερο και ομορφότερο αγόρι, στην τάξη μου. Έχει ένα μπαμπά που τον θαυμάζει πολύ, όπως εγώ εσένα. Είναι γιός του Μωλτσιού, του διάσημου ποδοσφαιριστή, αν τον έχεις ακουστά! Είναι λέει, ο καλύτερος μπαμπάς του κόσμου»…
[2] Αυτούσια μεταφορά της φράσης από το πρωτότυπο.
👣
Copyright © Λένα Μαυρουδή-Μούλιου All rights reserved, 2020
Πρώτη δημοσίευση
Εικοστό τέταρτο επεισόδιο της σειράς «Δανάη, η ρεπόρτερ». Ξεκινήστε από το πρώτο μέρος εδώ! Προχωρήστε στο επόμενο εδώ!
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε έργο της Carolyn Eardley
Επιμέλεια κειμένων: Τζένη Κουκίδου
[1] Για την Πέρσα Βουδούρη δείτε σημειώσεις προηγούμενων επεισοδίων.[2] Αυτούσια μεταφορά της φράσης από το πρωτότυπο.